Αν το σχεδίασμα της ταινία που βλέπουμε στην οθόνη είχε στ΄ αλήθεια ολοκληρωθεί, θα ονομαζόταν «Ecstasy Garden» και θα ήταν η ιστορία ενός εξωγήινου βαμπίρ φαντάσματος. Μητέρα μιας νεαρής γυναίκας δεν μπορεί να αποκαλύψει στην κόρη της την αλήθεια για τη φύση της και καταλήγει τελικά να την καταβροχθίζει ενώ εκείνη φλερτάρει με έναν νεαρό στις όχθες του ποταμού Μεκόνγκ.
Στην ταινία που τελικά βλέπουμε, ψήγματα αυτού του σεναρίου επιβιώνουν αυτούσια σε σκηνές όπου το κορίτσι και το αγόρι φλερτάρουν ή κουβεντιάζουν για τα φαντάσματα, η κόρη καταβροχθίζει φρέσκια σάρκα, μιλά με την μητέρα της για το παρελθόν και τη φύση τους.
Ενδιάμεσα ο Απιτσατπόνγκ μιλά με τους ηθοποιούς του για πράγματα τόσο ασήμαντα όσο το μπλουζάκι που πρέπει να φορέσουν, ή το ίδιο το ποτάμι δίπλα στο οποίο κινηματογραφούν, αλλά και την μουσική, τις νοσταλγικές νότες της κιθάρας που συνοδεύουν τα πλάνα του φιλμ από την αρχή ως το τέλος.
Και μέσα από τις σύντομες σκηνές που βλέπουμε στην οθόνη, που ξετυλίγονται χωρίς σειρά σαν ένα παζλ τα κομμάτια του οποίου πρέπει να βάλεις μόνος σου στη θέση τους, οι θεματικές του είναι όλες εκεί: η εμμονή του με την μετεμψύχωση, η συνύπαρξη του πνεύματος με την σάρκα, η μυστικιστική δύναμη της φύσης, ο φασματικός κόσμος των πνευμάτων.
Ναι το αποτέλεσμα παραμένει μια άσκηση, τίποτα παραπάνω από τις δοκιμές μιας ομάδας καλλιτεχνών να βρουν την φωνή και τον τόνο σε κάτι που ετοιμάζουν, αλλά ακόμη κι έτσι, κινηματογραφημένο σε κοκκινωπά ηλιοβασιλέματα με φόντο το πλημμυρισμένο τοπίο ενός ποταμού που δεν είναι απλά σύνορο, ή δρόμος από νερό αλλά κάτι που περιγράφουν ακόμη κι ως τα δάκρυα του Βούδα και με την μουσική να πλημμυρίζει επίσης την οθόνη είναι αναμφίβολα μελαγχολικά γοητευτικό.
Μια πρώτη γεύση από κάτι που ελπίζουμε να το δούμε σύντομα ολοκληρωμένο στην οθόνη.
Μάθετε τα πάντα για το 65ο φεστιβάλ των Καννών στο ειδικό τμήμα του Flix