Ο Τζιάνι Πατσινότι ή Gipi για τους φίλους των κόμικ, είναι ένας από τους πιο αναγνωρισμένους κομιστές στην χώρα του, και σκηνοθέτης ταινιών μικρού μήκους εδώ και κάμποσα χρόνια. Η φήμη του στον τομέα του, αρκεί πιθανότητα για να εξηγήσει την παρουσία της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του στο διαγωνιστικό του φεστιβάλ.
Δεν είναι ότι το «L' Ultimo Terrestre» είναι μια κακή ταινία, όσο ότι είναι ένα φιλμ δίχως αληθινό στόχο, επίκεντρο, καρδιά. Οπως ο ήρωας του, ένας άχρωμος, μισογύνης, μάλλον προβληματικός υπάλληλος σε μια αίθουσα bingo που προχωρά στη ζωή δίχως καμιά αίσθηση καθήκοντος ή σκοπού, η ταινία μοιάζει να αγγίζει μια σειρά από θεματικές (από την ξενοφοβία ως την λατρεία ψευδών ειδώλων και ιδεολογιών), δίχως να αναπτύσσει αποτελεσματικά καμιά τους.
Η καταγραφή της κατάστασης της χώρας, μοιάζει να είναι η βασική ιδέα, ένα μουντό πορτρέτο της ιταλικής κοινωνίας που ακόμη και στο κοντινό μέλλον, δείχνει, κουρασμένη, αδιάφορη, πτωχευμένη, οικονομικά αλλά κυρίως ηθικά.
Μόνο που ο τρόπος που επιλέγει ο Πατσινότι να το κάνει, δεν έχει ρυθμό, ένταση, και μια ιστορία που να κρατά το ενδιαφέρον. Το σενάριο τσαλαβουτά ανάμεσα στην αίθουσα του bingo και την συναναστροφή του ήρωα με τους συναδέλφους του, στην εμμονή του με την γειτόνισά του που δεν τολμά να πλησιάσει, στην σχέση με τον πατέρα του που ζει μόνος σε μια ερειπωμένη φάρμα απ όταν η γυναίκα του τον εγκατέλειψε.
Και οι εξωγήινοι; η άφιξή τους αναγγέλλεται από την αρχή, η αναμονή τους αποτελεί το λάιτ μοτίφ της ταινίας, αλλά όταν φτάνουν μοιάζουν κι αυτοί να μην έχουν τίποτα ουσιαστικό να προσφέρουν στην ταινία. Το γεγονός ότι η κορύφωση της ιστορίας περιλαμβάνει μια σειρά από τραγικές στιγμές που μοιάζουν να έρχονται από το πουθενά ή από αστεία που δεν λειτουργούν πάντα πετυχημένα, δεν βοηθά το φιλμ να διασωθεί, έστω και την τελευταία στιγμή.