Οσο δεν μπορούμε να πάμε σινεμά, δεν σταματάμε να βλέπουμε ταινίες (και σειρές). Και επιλέγουμε για εσάς ό,τι πιο ενδιαφέρον μπορεί να βρεθεί σε τηλεόραση, πλατφόρμες και φεστιβάλ.
Βλέπουμε στο Σπίτι: Αναζητήστε όλες τις προτάσεις του Flix για τις μέρες χωρίς αίθουσες στην ειδική ενότητα «Βλέπουμε στο Σπίτι» που ανανεώνεται συνεχώς
«Strictly Ballroom» («Τα Βήματα που Γοητεύουν», 1992) του Μπαζ Λούρμαν
Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του master του επικού θεάματος και της ψιθυριστής συγκίνησης. Ο Αυστραλός σκηνοθέτης, λίγο πριν συστηθεί διεθνώς με το «Romeo + Juliet», απογειώσει τη φήμη του με το «Moulin Rouge» και δοκιμαστεί με τον «Great Gatsby», είχε κυκλοφορήσει αυτή την ξεχωριστή ρομαντική κομεντί. Ο νεαρός χορευτής Σκοτ Χέιστινγκς, ταλαντούχος αλλά και λίγο υπεροπτικός, προπονείται από μικρή ηλικία στους χορούς ballroom, με το όνειρο του πρωταθλητισμού. Aναγκασμένος να βρει το (φαινομενικά αταίριαστο) χορευτικό του ταίρι από μία μικρή τοπική σχολή, θα κάνει το άλμα να εμπιστευτεί τους losers μαθητές εκεί και να μάθει τελικά πολλά περισσότερα από χορευτικά βήματα. Θα κερδίσει το μεγάλο βραβείο στον εθνικό διαγωνισμό; Δείτε το trailer εδώ.
Η ταινία είναι διαθέσιμη στην πλατφόρμα της ERTFLIX
«Ξενοδοχείο Grand Budapest» (2014) του Γουές Αντερσον
Πώς θα ήταν το σινεμά των τελευταίων 25 χρόνων χωρίς τον Γουές Αντερσον; Πιο παγερό, πιο κυνικό, πιο σοβαρό, πιο μονότονο. Φτωχότερο. Από τον «Αρχάριο» και την «Οικογένεια Τένεμπαουμ», μέχρι «Τον Ερωτα του Φεγγαριού» και το «Το Νησί των Σκύλων», ο αμερικανός σκηνοθέτης φτιάχνει ταινίες με μοντέρνα αισθητική κι αξεπέραστο ποπ στιλ. Κάτω όμως από την πολύχρωμή τους επιδερμίδα κρύβουν μια απλή, κατακόκκινη καρδιά. Τεράστια, για να χωράει όλους τους ανθρώπους. Κι αυτό το τελευταίο είναι το κλειδί για να ξεκλειδώσει κανείς την πόρτα αυτού του αλληγορικού ξενοδοχείου. Η ιστορία μάς επιστρέφει στις αρχές της δεκαετίας του '30 και στο Ξενοδοχείο “Grand Budapest”. Ριζωμένο στις Αλπεις - ένα πολυτελές ιστορικό κτίριο όπου περνά το χρόνο της η γεμάτη απαιτήσεις κι ιδιοτροπίες αστική τάξη της Ευρώπης. Ο ξανθός, γαλανομάτης, Αυστριακός Γκούσταφ, υπεύθυνος της οργάνωσης του ξενοδοχείου, θα γίνει φίλος με τον Ζίρο (ναι, όπως λέμε “Μηδέν”), ένα μελαμψό νεαρό μετανάστη που δουλεύει σκληρά και προσπαθεί να χτίσει τη ζωή του σε μια ξένη χώρα. Παρόλο που το πρώτο επίπεδο της ταινίας είναι ένα έγκλημα μυστηρίου, η φιλία του Γκούσταφ με τον μικρό πρόσφυγα και η εξέλιξη της ιστορίας είναι άκρως πολιτική, τόσο μα τόσο επίκαιρη και βαθιά συγκινητική.
Ο Αντερσον χτίζει αυτό το ξενοδοχείο με τα υλικά του σινεμά του που ξέρουμε κι αγαπάμε: Παιχνιδιάρικη, ευρηματική, ευφάνταστη κινηματογράφηση. Ιδιότροποι, παράξενοι ακαταμάχητοι losers χαρακτήρες. Παστέλ χρώματα, pop-art γεωμετρικά μοτίβα, ρετρό κουστούμια, παραμυθένια σκηνικά. Τίποτα όμως από όσα θέλει να πει δεν είναι παραμύθι: η Γηραιά Ηπειρος Ευρώπη έχει όντως καταρρεύσει, σαν τους μαδημένους τοίχους ενός κάποτε πολυτελούς ξενοδοχείου μιας κάποτε ένδοξης βελούδινης πολυτέλειας. Σήμερα στο κατώφλι της φτάνουν ορδές μεταναστών, ζητώντας καταφύγιο, ασφάλεια, αξιοπρέπεια.
Εμείς κρατάμε το κλειδί του μέλλοντός τους, εκείνοι το τελευταίο κλειδί της ανθρωπιάς μας. Θα κάνουμε, όλοι μαζί, ένα βήμα μπροστά; Ο,τι πρέπει για σήμερα, ανήμερα ενός ουσιαστικού φωτισμού.
Διαβάστε εδώ την κριτική του Flix: για το «Grand Budapest Hotel» του Γουές Αντερσον
Η ταινία προβάλλεται στο NovaCinema 2HD στις 20.15
«Dick Johnson Is Dead» (2020) της Κίρστεν Τζόνσον
Πραγματικά, μην το χάσετε! Θα σας αποζημιώσει με τη γλύκα, το απρόβλεπτο χιούμορ και την ανθρωπιά του. Η βραβευμένη ντοκιμαντερίστα Κίρστεν Τζόνσον («Cameraperson») αποφασίζει να γυρίσει μία ταινία για/με τον 86χρονο πατέρα της, ο οποίος σιγά σιγά χάνει τη μάχη με τη γεροντική άνοια. Το concept είναι ότι η Τζόνσον θα «τον σκοτώνει» με διάφορες σεναριακές ιδέες (κι έναν κασκαντέρ), ξανά και ξανά. Κι ο Ντικ Τζόνσον μπαίνει στο κινηματογραφικό παιχνίδι σαν παιδάκι - με περιέργεια και ενθουσιασμό. Εκείνη το κάνει για να καταγράψει, με τον τρόπο που ξέρει καλύτερα (τον κινηματογραφικό φακό) το αποτύπωμα του πατέρα της σε αυτό τον κόσμο. «Η σκέψη ότι θα χάσω αυτό τον άνθρωπο, τον καλύτερό μου φίλο, είναι αβάσταχτη». Εκείνος το κάνει με χαμόγελο και χαρά - γιατί αυτό το πρότζεκτ του επιτρέπει να περνάει δημιουργικές ώρες με την κόρη του. Και οι δυο το κάνουν για να προετοιμαστούν απέναντι στο αναπόφευκτο: τον θάνατο. Ενα ντοκιμαντέρ με έμπνευση, ονειρικά στοιχεία, τρυφερότητα και, αναπάντεχα, πολύ χιούμορ. Γιατί ο Ντικ Τζόνσον είναι ένας μεγαλειώδης άνθρωπος, με αξιοπρέπεια και πλάκα. Και μια αγέραστη παιδική γλύκα. Που σου ζεσταίνει την καρδιά.
Το «Dick Johnson Is Dead» είναι διαθέσιμο στην πλατφόρμα του Netflix
«Η Αλίκη στις Πόλεις» (Alice in the Cities, 1974) του Βιμ Βέντερς
Νέα Υόρκη. Για την ταινία είναι η πόλη-αφετηρία, αλλά για το σύμπαν του Φίλιπ, του 35χρονου ήρωα, μάλλον ο βαλτωμένος τερματισμός. Ο γερμανικής καταγωγής συγγραφέας είχε έρθει στη 70s Αμερική για να ζήσει την περιπέτεια. Την τυχοδιωκτική περιπλάνηση που οδηγεί στην έμπνευση, στην τέχνη, στο «όνειρο». Δεν βρήκε τίποτα. Η ανατολική ακτή τον ξέβρασε στην πολύβουη φανταχτερή μητρόπολη, στην πόλη όπου όλα μπορούν να συμβούν.Τίποτα δεν συνέβη. Το road trip έγινε, απογοήτευσε, τελείωσε. Ο ήρωας επιλέγει να μας βάλει στον κόσμο του τη στιγμή που μαζεύει τα κομμάτια και τις βαλίτσες του και παίρνει τον δρόμο του γυρισμού. Μόνο που εκεί μπορεί να κρύβεται η έκπληξη. Οταν λίγο πριν την απογείωση μία μητέρα αφήνει την εννιάχρονη κόρη της Αλις στην «προσωρινή» κηδεμονία του και εξαφανίζεται, ο Φίλιπ ξεκινά ένα διαφορετικό ταξίδι αναζήτησης: με την αθωότητα του μικρού κοριτσιού για συνοδηγό, και μία φωτογραφική μηχανή να αποτυπώνει τα συναισθήματα. Διαβάστε την κριτική του Flix για την «Αλίκη στις Πόλεις»
Διαθέσιμο στην iPLATFORMA
«Ηρεμο Πάθος» (A Quiet Passion, 2016) του Τέρενς Ντέιβις
Η Εμιλι Ελίζαμπεθ Ντίκινσον γεννήθηκε το 1830 και πέθανε το 1886 στο Αμερστ της Μασαχουσέτης. Οσο ήταν εν ζωή δημοσίευσε μόνο 5 ποιήματά της - 3 από αυτά ανώνυμα. Μετά το θάνατό της αναγνωρίστηκε ως μία από τις σπουδαιότερες αμερικανίδες ποιήτριες και μία από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 19ου αιώνα. Η υστεροφημία της είναι αυτής της παράδοξης, μοναχικής, καταθλιπτικής γεροντοκόρης που τα τελευταία χρόνια της ζωής της απομονώθηκε στη σοφίτα του πατρικού της, φορώντας λευκά, κρυμμένη μέχρι το θάνατό της - από μία σπάνια ασθένεια των νεφρών ή από ραγισμένη καρδιά, κανείς δε γνωρίζει ακριβώς. Ο Τέρενς Ντέιβις έρχεται για να φωτίσει όχι μία νέα πτυχή της ποιήτριας ακριβώς, όσο να καταθέσει ένα μανιφέστο για τη ζωή και το θάνατο, τον άκρατο ρομαντισμό και την μηδενιστική πραγματικότητα, τον αγώνα για ηθική και συναισθηματική πίστη στα ιδανικά που έρχονται κόντρα στην προσωπική ευτυχία. Αυτό το τελευταίο θα έπρεπε να είναι το κύριο μέλημα όλων.
Ο Tέρενς Ντέιβις κινηματογραφεί πολλά περισσότερα από μία βιογραφία της δυναμικής, ευφυούς, μοναχικής, καταθλιπτικής ποιήτριας Εμίλι Ντίκινσον. Στρέφει τον καθρέφτη στις ζωές που δε ζούμε, στο χρόνο που τρέχει χωρίς έλεος και μας συστήνει το θάνατο που μας περιμένει όλους. Ενδιάμεσα έχουμε μία ευκαιρία για ευτυχία. Ας την αναζητήσουμε...
Διαβάστε την κριτική του Flix: για το «Ηρεμο Πάθος» του Τέρενς Ντέιβις
Η ταινία προβάλλεται στην πλατφόρμα του Cinobo
«Fleabag» - 1ος Κύκλος της Φίμπι Γουόλερ-Μπριτζ
Ακούτε εδώ και χρόνια για αυτή τη σειρά και δεν την έχετε δει; Ευκαιρία για binge watching! Ολος ο πρώτος κύκλος μέσα σε 2.30 ώρες, απόψε!
Είχαμε γράψει στο Flix: Δεν είμαστε πια «Φιλαράκια». Εχει πεθάνει η ελπίδα για «Sex in the City». Κι όσο κι αν προσπαθήσαμε, τα «Girls» χιπστεροκόριτσα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού μοιάζουν πολύ μακριά από την πραγματικότητά μας. Να τη, όμως, η 30+ γυναίκα που ξερνάει την αλήθεια μας, ωμή, ντροπιαστική, πονεμένη. Γνωρίστε τη «Fleabag». Μην ψάχνετε το όνομα της ηρωίδας, δεν μας το λέει. Ο τίτλος μάλλον ψιθυρίζει μυστικά την έλλειψη αυτοεκτίμησής της, ή παραδέχεται γενναία ότι δε θα γίνουμε μάρτυρες της ζωής μίας 30+ γυναίκας στο σύγχρονο Λονδίνο που, πολύ αθώα, ψάχνει τη χαμένη ευτυχία, σύντροφο, την ταυτότητά της. Η «Fleabag» δεν είναι καθόλου αθώα: απολαμβάνει το σεξ, δεν πληρώνει στην ώρα τους τούς λογαριασμούς της, κοροϊδεύει τη νευρωτική, «τέλεια» αδελφή της, κλέβει κάτι αγαπημένο για να τη σπάσει στη μητριά της, ερωτεύεται ένα one night stand της, δεν εκτιμά το γλυκό βαρετό της αγόρι, δεν είναι η κόρη που θα καμάρωνε ο πατέρας της. Αν ο πατέρας της δεν ήταν τόσο εγωκεντρικό καθίκι κι ο ίδιος. Αν η «Fleabag» δεν ήταν προϊόν των συνθηκών που της έτυχαν (όχι, δεν κλαίγεται, αλλά κλαίει γοερά και περήφανα και άγρια, με οργή που της ανήκει και δεν βλέπουμε συχνά στην οθόνη).
Γραμμένη και ερμηνευμένη από τη Βρετανίδα Φίμπι Γουόλερ-Μπριτζ (συγγραφέα, ηθοποιό και σκηνοθέτη της τηλεόρασης και του θεάτρου, με συχνή παρουσία στο Soho Theater), η «Fleabag» γεμίζει με την παρουσία της ένα απαραίτητο κενό στη μικρή οθόνη. Μία γυναίκα που στέκεται θύμα και θύτης - των επιλογών, της ζωής, της οικογένειας, της δουλειάς της. Και δεν απολογείται. Θυμώνει. Αυτομαστιγώνεται, αλλά και τιμωρεί. Εχει την επιχείρησή της, τη βαριέται κιόλας. Σκανδαλίζει και ντροπιάζεται. Ερωτεύεται, αλλά βλέπει και τσόντες. Πληγώνεται και πληγώνει θανάσιμα.
Αυτή η θυμωμένη, τρωτή, αυτοσαρκαστική γυναίκα που καταργεί τον «τέταρτο τοίχο», γυρνά δηλαδή στην κάμερα και μας εξομολογείται ανά πάσα στιγμή τις πιο ξεκαρδιστικές, πονηρές, σεξουαλικές, κοροϊδευτικές, επώδυνες σκέψεις της είναι όσο αστεία, όσο ειλικρινής, όσο μαλακισμένη, όσο συγκινητικά τσακισμένη θέλουμε. Και την αναγνωρίζουμε μέσα μας.
Κάντε ένα δώρο στον εαυτό σας: binge watching τον πρώτο κύκλο του «Fleabag» απόψε από τις 21.00 μέχρι τα μεσάνυχτα στο Cosmote Cinema 4
Βλέπουμε στο Σπίτι: Αναζητήστε όλες τις προτάσεις του Flix για τις μέρες χωρίς αίθουσες στην ειδική ενότητα «Βλέπουμε στο Σπίτι» που ανανεώνεται συνεχώς