Ο Ράλφι έχει χάσει τη δουλειά του, έχει χάσει τον ύπνο του. Η κοπέλα του είναι έγκυος, σε λίγο θα γίνει πατέρας. Και θέλει να γίνει καλός πατέρας, όχι όπως ο δικός του που τον παράτησε όταν ήταν μικρός. Οταν ήταν μικρός, χοντρούλης και ανασφαλής. Οταν ακόμα δεν ήξερε τι είδους άντρας ήθελε/μπορούσε να γίνει. Για να μπορέσει να πληρώσει για τις ιατρικές εξετάσεις, το παιδικό δωμάτιο κι όλα τα έξοδα του μωρού που έρχεται από μέρα σε μέρα, ο Ράλφι δουλεύει ως οδηγός Uber. Τις μόνες ελεύθερες ώρες του τις περνάει στο γυμναστήριο. Μόνο εκεί, κοιτώντας το γυμνασμένο σώμα του που φροντίζει με εξαιρετική πειθαρχία, αισθάνεται ικανός. Μόνο εκεί αισθάνεται άντρας. Ολα τα υπόλοιπα τον τρομοκρατούν. Οπως και η εικόνα αντρών να φιλιούνται στο πίσω μέρος του ταξί του τον τρομάζει. Τον τρομάζει, τον εξοργίζει και ταυτόχρονα δεν μπορεί να σταματήσει να κοιτάει. Τι του συμβαίνει;
Οταν γνωρίζει τον «Πατέρα Νταν» και την «οικογένειά» του, ο Ράλφι βρίσκει ένα μέρος να καταφύγει - κοινωνικά, προσωπικά, οικονομικά. Ενα άνδρο αντρών, οι οποίοι στηρίζουν ο ένας τον άλλον, φροντίζουν ο ένας τον άλλον, δαιμονοποιούν τις γυναίκες που τούς έφεραν σε θέση να αμφισβητούν τους εαυτούς τους, ορκίζονται αλληλεγγύη, αγαμία, κι αποχή από τον υπόλοιπο κόσμο. Μαθαίνουν να εκτιμούν τους εαυτούς τους απαγγέλοντας τσιτάτα ενδυνάμωσης κι όρκους πίστης στο ανδρικό φύλο. Ο Ράλφι μπερδεύεται ακόμα περισσότερο - είναι ο «Πατέρας Νταν» κάποιος που μπορεί να του δώσει πίσω όλη την αγάπη και τη στοργή που δεν πήρε μικρός; Αλλά τι σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλείψει την κοπέλα του; Τι θα γίνει με το παιδί; Και γιατί ακολουθεί συνεχώς με το Uber του τον Αχμέντ, έναν πολύ όμορφο μαύρο θαμώνα του γυμναστηρίου του; Τι του συμβαίνει;
Το 73ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου διεξάγεται φέτος από τις 16 μέχρι και τις 25 Φεβρουαρίου. Το Flix βρίσκεται εδώ για να σας μεταφέρει, ζωντανά, όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες στο ειδικό τμήμα του site που ανανεώνεται συνεχώς.
Ο νοτιοαφρικανός σκηνοθέτης Τζον Τρένγκοβ («The Wound») γυρίζει την πρώτη αγγλόφωνη ταινία του, επιχειρώντας να εξερευνήσει για ακόμα μία φορά την επώδυνη ανδρική ενηλικίωση - από τραυματισμένο αγόρι σε κακοποιητή ενήλικο. Στην #metoo εποχή μας, συνήθως εξετάζουμε τους θύτες της πατριαρχίας, ξεχνώντας ότι κι αυτοί με τη σειρά τους υπήρξαν θύματα. Ο Ράλφι θα γίνει πατέρας, ενώ δεν έγινε ποτέ του «Ραλφ». Δεν είχε πατέρα να τον εμπνεύσει να σταθεί στα πόδια του - ακομπλεξάριστα, δυνατά, αβίαστα. Παρέμεινε ένα μικρό αγοράκι, γιατί κανείς δεν τον φρόντισε. Οπότε κι ο ίδιος νιώθει ότι δεν μπορεί να φροντίσει κανέναν.
Οι υπόλοιποι του «Manodrome» έχουν επίσης τις δικές τους ιστορίες, τις δικές τους πληγές που τους κάνουν μισογύνηδες «incels» - ο όρος που χρησιμοποιείται για τους «involuntary celibates», τα single αγόρια που θεωρούν ότι οι γυναίκες είναι ο εχθρός, γιατί τους απορρίπτουν, τους κρατούν στο περιθώριο, τούς στερούν το δικαίωμά τους στην ευτυχία. Οι incels συσπειρώνονται στο dark web, θυματοποιούνται και ξερνούν καθημερινά μίσος σε κρυφά sites και chat rooms. Και, φυσικά, πολλοί από αυτούς μεταφέρουν τη βία και την τοξικότητα και στον πραγματικό κόσμο: βιάζοντας, κακοποιώντας, σκοτώνοντας.
Ο Τρένγκοβ επιχειρεί να δείξει μία τέτοια cult ομάδα και να ακολουθήσει τον ήρωά του στην αδιέξοδη πορεία του προς την τραγωδία. Μόνο που η εμμονή του με πάρα πολλές θεματικές (απόντες πατέρες, βουλιμική ανορεξία, καταπιεσμένη ομοφυλοφιλία), η αγωνία του να τα πει όλα, δεν επιτρέπει χρόνο για εμβάθυνση κι αφήνει την ιστορία του χωρίς ψυχή, χωρίς ρίζα. Ενώ οι προθέσεις του είναι σωστές και στοχεύουν στην αποτύπωση μίας εποχής που η ανδρική βία έχει ξεφύγει, όλα τελικά παρουσιάζονται επιδερμικά, κλισεδιάρικα, ψεύτικα, θεατρικά.
Δεν βοηθά και το γεγονός ότι η πλοκή έχει τρύπες. Σε μια εποχή που όλοι, θέλουμε δε θέλουμε, αφήνουμε παντού και πάντα το ψηφιακό μας αποτύπωμα, ο Ράλφι δεν καταδιώκεται από τις αρχές μετά την εγκληματική του συμπεριφορά στο Uber. Κανείς δεν τον ψάχνει/βρίσκει. Συνεχίζει ανενόχλητος τη βίαιη δίνη του. Το σπουδαιότερο όμως είναι ότι ο Τρένγκοβ χάνει τις ισορροπίες στη μάχη απεικόνισης της τοξικής αρρενοπώτητας. Οι «Fight Club» σκηνές στο «Manodrome» αγγίζουν σχεδόν τα όρια της παρωδίας, κι όχι της αβίαστης, τρομακτικής ανατριχίλας που είχε αποτυπώσει δύο δεκαετίες πριν ο Ντέιβιντ Φίντσερ. Οπως κι ο «Uber Ταξιτζής» του δεν χτίζεται σωστά, δεν αναπτύσσεται με το κοινωνιολογικό σκοτάδι και την ψυχαναλυτική επιδεξιότητα του Σκορσέζε. Ακόμα και το «Skin» του Γκάι Νάτιβ είχε δείξει με μεγαλύτερη συνέπεια την συλλογική ροπή στη βία, όταν βιώνεις έναν άδικο κόσμο.
Το μόνο που σώζει την ταινία είναι ο πρωταγωνιστής της. Ο Τζέσι Αϊζενμπεργκ δίνει στιβαρότητα σ' έναν ρόλο που θα μπορούσε να είχε καταλήξει καρικατούρα. Εχει μελετήσει τον Ράλφι ουσιαστικά και στην λεπτομέρειά του, τον ερμηνεύει σιωπηλά, αλλά με ένταση που σχεδόν την ακούς. Βλέμματα, εκφράσεις, σωματικότητα - δαιμονισμένη ενέργεια κι απελπισία. Κάθε σκηνή του είναι ένα μικρό masterclass ισορροπιών ανάμεσα στην πειθαρχία και το μπραβάντο.
Κρίμα που μία τέτοια ερμηνεία δεν συμβαίνει σε μια ταινία που θα μείνει τόσο κλασική, όσο αυτές που αντέγραψε...
Ευχαριστούμε την Aegean Airlines για τη βοήθεια πραγματοποίησης του ταξιδιού στο 73ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου.
Το 73ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου διεξάγεται φέτος από τις 16 μέχρι και τις 25 Φεβρουαρίου. Το Flix βρίσκεται εδώ για να σας μεταφέρει, ζωντανά, όλα όσα συμβαίνουν μέσα και έξω από τις αίθουσες στο ειδικό τμήμα του site που ανανεώνεται συνεχώς.