Κάθε επίσκεψη στο Φεστιβάλ Animation του Ανσί είναι μια βαθιά ανάσα που κλείνει μέσα της σκηνές από μια βαθυγάλαζη λίμνη στη σκιά τεράστιων, καταπράσινων δέντρων που το φύλλωμά τους χάνεται κάτω από την επιφάνεια του νερού. Κι ελάχιστα πιο δίπλα, τα κανάλια και η παλιά πόλη συνθέτουν ένα μεσαιωνικό παραμύθι, την ιστορία του οποίου πλέον συνεχίζουν το χρώμα, η ένταση και ο παλμός των κινουμένων σχεδίων.
Αυτό το μαγικό σκηνικό έχει επιλέξει η βιομηχανία του animation για το ετήσιο κάλεσμά της. Από τη μία η εξαιρετική δουλειά στον προγραμματισμό εγγυάται ένα all-inclusive αλλά ισορροπημένο και υψηλής ποιότητας showcase με τα καλύτερα κινούμενα κάθε χρονιάς. Από την άλλη η αυτοδύναμη MIFA (Marché international du film d'animation), ένα παράλληλο σύμπαν σε μόνιμη φάση διαστολής, συνεχίζει να σπάει τα ρεκόρ της και έχει πλησιάσει πλέον σε ένα output άμεσα συγκρίσιμο με αυτό των Καννών.
Το 2018 μάλιστα σηματοδοτεί την χρονιά που έπεσε και το τελευταίο κάστρο - η αγορά της Aπω Ανατολής, καθώς για πρώτη φορά στούντιο από την Ιαπωνία, τη Ν. Κορέα και την Ταϊβάν έφυγαν με υπογραφές για διεθνείς συμπαραγωγές. Αν κάτι ξεχώρισε σε βαθμό υστερίας στη φετινή MIFA αυτό ήταν το VR, με τους κολοσσούς του χώρου να επιχειρούν μια τρομερά επιθετική έκθεση συσκευών και εφαρμογών – απουσία ωστόσο ποιοτικού περιεχομένου. Θα ήταν τέλος μεγάλη παράλειψη η μη αναφορά στην ιδιαίτερα δραστήρια ελληνική αποστολή που, με τη βοήθεια και της πολιτείας, έφερε στην αγορά του Ανσί 16 εν εξελίξει projects (τα 4 μεγάλου μήκους), αρκετά από τα οποία είτε αξιώνουν είτε ήδη έχουν ξεκινήσει παραγωγή σε πολύ υψηλό επίπεδο.
Παρότι το φετινό πρόγραμμα δεν είχε στουντιακές πρεμιέρες πέρα από τη συνέχεια των «Απίθανων», δεν έλλειψαν παρουσιάσεις και in progress προβολές που ενθουσίασαν το mainstream κοινό. Το «How to Train Your Dragon: The Hidden World» έτυχε της θερμότερης υποδοχής που γνώρισε ποτέ αμερικάνικη παραγωγή, ενώ αρκετό θόρυβο σήκωσε το «Spies in Disguise» της Fox και το πάνελ του «Playmobil: The Movie». Από τις ευρωπαϊκές παραγωγές μοιραία ξεχώρισε το πολύπαθο «La famosa invasione degli orsi in Sicilia» (The Bears' Famous Invasion of Sicily) που πλέον βρίσκεται στα τελευταία στάδια της παραγωγής του (και after all είναι μια μεταφορά του ομότιτλου παιδικού βιβλίου όπου όντως αρκούδες, όντως εισβάλλουν, όντως στη Σικελία).
Οσο για την επίσημη επιλογή, δεν θα μπορούσε να έχει καλύτερη εκκίνηση απ' το «Dilili a Paris» του σπουδαίου Μισέλ Οσελό, μια περιπλάνηση στην γαλλική διανόηση των αρχών του περασμένου αιώνα με ξεναγό ένα κορίτσι από την Μελανησία. Το «Dilili a Paris» ανήκει σ' αυτή την υπέροχη όσο και σπάνια κατηγορία των ταινιών που απλά κάνεις χάζι. Είναι πανέμορφο, βλέπεται χωρίς απαιτήσεις, δεν προκαλεί κανένα συναίσθημα ή συζήτηση, θα μπορούσε να είναι ένα μεγάλο και πολύ ακριβό επεισόδιο του «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο άνθρωπος». Eνα ιδανικό ορεκτικό...
Dilili a Paris
Funan
Από τις λοιπές πρεμιέρες του φεστιβάλ ξεχώρισαν επίσης το «Tito and the Birds» των Γκουστάβο Στάινμπεργκ, Γκαμπριέλ Μπιτάρ, Αντρέ Κατότο Ντίας (αναλυτικό σχόλιο παρακάτω), το «Seder-Masochism» της Νίνα Πάλι που τα βάζει με κάθε τι πατριαρχικό και σπάει πλάκα με την ιστορία της Εξόδου, και φυσικά το «Funan» του Ντένις Ντο, που έμελλε να αποσπάσει το βραβείο για την καλύτερη μεγάλου μήκους ταινία, αφήνοντας το έτερο φαβορί - το «Breadwinner» της Νόρα Τουόμεϊ - με τα βραβεία της επιτροπής, κοινού και καλύτερης μουσικής.
Η σύνθεση των μεγάλου μήκους τμημάτων φανερώνει και την πρόθεση της διοργάνωσης να στραφεί σε δουλειές με εντονότερο πολιτικό χαρακτήρα. Τα διεθνή μέσα στην εποχή του #metoo επίσημαίνουν παράλληλα την πρωτοβουλία Women in Animation. Στην πραγματικότητα όμως ο θεσμός είναι τόσο παλιός που πλέον έχει περάσει στη φάση της αμφισβήτησής του από τις ίδιες τις γυναίκες δημιουργούς. Αξίζει να αναφέρουμε ωστόσο πως ο επίσημος κατάλογος φέτος ήταν κατά περίπου 60% θηλυκός, με τους άνδρες δημιουργούς να αποτελούν για πρώτη φορά μειοψηφία.
PIG: The Dam Keeper Poems
We Bare Bears: Panda's Art
Το διαγωνιστικό των τηλεοπτικών σειρών εμφάνισε φέτος αυξημένο ανταγωνισμό και πολύ ανεβασμένο επίπεδο συμμετοχών, αποτελώντας μακράν το πιο ενδιαφέρον τμήμα για τους πιουρίστες του animation. Τα βασικά βραβεία κατέληξαν σε δύο παλιά αγαπημένα, με το «PIG: The Dam Keeper Poems» να κερδίζει το Cristal καλύτερης τηλεοπτικής παραγωγής για δύο επεισόδιά του, ενώ το βραβείο του TV special κατέληξε στο «Robot Chicken» για το «Look Who's Walking», μια παρωδία του «Walking Dead» που προβλήθηκε στην αρχή της ένατης σεζόν. Το έτερο βραβείο της επιτροπής πήρε το «We Bare Bears» για το επεισόδιο «Panda's Art», στα 10 λεπτά του οποίου περνάνε δεκάδες διάσημοι πίνακες ζωγραφικής, πειραγμένοι πάντα με το φίλτρο της (καταπληκτικής) παιδικής σειράς του Ντάνιελ Τσονγκ.
Στο κεντρικό διαγωνιστικό τμήμα των μικρού μήκους ταινιών, μια ανεξάρτητη παραγωγή από τις Κάτω Χώρες κατάφερε την έκπληξη. Το «Bloeistraat 11» της Νιένκε Ντουντζ παρακολουθεί δυο αχώριστες φίλες, που περνούν το καλοκαίρι τους στο σπίτι της διεύθυνσης του τίτλου. Οι αλλαγές στο σώμα τους και κατά συνέπεια στις προτεραιότητές τους, φέρνουν τη σταδιακή αποξένωση. Εξαιρετικά μοντέρνο στην τεχνική του, το εν λόγω short αποτέλεσε μια σφόδρα προκλητική επιλογή – μάλλον γιατί φέρνει σε εφαρμοσμένο animation κι όχι σε κινούμενο σχέδιο. Υιοθετώντας μια λογική αντίστοιχη μ' αυτήν του «Dogville», μιας και το σπίτι είναι εμφανώς μια μακέτα ακουμπισμένη σε ένα light box, η σκηνοθέτης επιστρατεύει μια αεικίνητη κάμερα που γράφει βίντεο, και ελαχιστοποιεί τα cuts αξιοποιώντας μονοπλάνα μέσα στα οποία αλλάζει ο χωροχρόνος της αφήγησης. Πάνω σ' αυτά τα πλάνα επεμβαίνουν στη συνέχεια τα σκίτσα των χαρακτήρων. Η παραπάνω τεχνική θα ήταν απλά ένα gimmick αν δεν τη συμπλήρωνε μια διακριτική σημειολογία κι αν στον πυρήνα δεν υπήρχε μια ειλικρινής – σε βαθμό αμηχανίας - αναπαράσταση του περάσματος στην εφηβεία.
Bioeistraat 11
Weekends
Barbeque
Κανείς από την άλλη δεν θα είχε να πει τίποτα αν το βραβείο κατέληγε στο «Weekends» του Τρέβορ Χιμένεθ, μια απλώς άψογη μικρού μήκους παραγωγή, που έφυγε με το βραβείο της επιτροπής, αναδείχτηκε το αγαπημένο του κοινού και, πραγματικά, σε κάνει να σκέφτεσαι σοβαρά για τη συγκέντρωση -χαμένου ενίοτε- ταλέντου που υπάρχει στην Pixar (ο Χιμένεθ εργάζεται εκεί ως story artist...). Στην απονομή του Off-Limits τμήματος είχαμε την ανέλπιστη χαρά να ακούσουμε, έστω κι από σπόντα το όνομα της χώρας μας, αφού το πρώτο βραβείο κέρδισαν εξ ημισείας το «Garoto transcodificado a partir de fosfeno», ένα transmedia πείραμα του Ροντρίγκο Φαουστίνι από τη Βραζιλία (που ήταν και η τιμώμενη χώρα του φεστιβάλ), και το «An Excavation of Us» της Σίρλεϊ Μπρούνο που ολοκληρώθηκε με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Στα graduation shorts τέλος, νικήτρια αναδείχτηκε η Σκανδιναβή Τζένι Τζοκέλα με το εφιαλτικό «Barbeque», μια από τις ελάχιστες ταινίες του τμήματος που έμοιαζε να υπερκερνά τους περιορισμούς της σπουδαστικής ταινίας. Αναλυτικά τα βραβεία της διοργάνωσης μπορείτε να τα δείτε εδώ.
Τα 10 πράγματα που ξεχωρίσαμε στο πρόγραμμα της φετινής διοργάνωσης:
Biciklisti (Cyclists) του Βέλκο Πόποβιτς | Κροατία, Γαλλία
Δύο ποδηλάτες ανταγωνίζονται, όχι μόνο για την πρωτιά αλλά και για τα μάτια της γυναίκας που θα εκπληρώσει τις ερωτικές τους φαντασιώσεις. Την ίδια ώρα ένα πλοίο πλησιάζει απ' το βάθος για να δέσει κοντά στο σημείο του τερματισμού. Δικαιολογημένα το μεγάλο φαβορί στα μάτια των πολλών για το φετινό Κρύσταλλο, το «Cyclists» έφυγε τελικά με ειδική μνεία από την κριτική επιτροπή, διάκριση που εν πολλοίς σφραγίζει το ότι στάθηκε μια από τις πληρέστερες ταινίες του διαγωνιστικού. Ενα φύσει και θέσει σουρρεαλιστικό φιλμ βασιμένο στην ομότιτλη εικαστική σειρά του Βάσκο Λίποβατς, αναφορά που αν δεν υπήρχε θα ορκιζόμαστε πως πρόκειται για μια ελαφρώς πιο δισδιάστατη απόδοση έργου του Νίκου Εγγονόπουλου.
Raymonde ou l'évasion verticale (Raymonde or the Vertical Escape) της Σαρά Βαν Ντεν Μπουμ | Γαλλία
Μία γριά κουκουβάγια, θρησκόληπτη και νοικοκυρά, περιμένει πως και πως κάθε πρωί το σκύλο ταχυδρόμο για να τον φιλέψει κέικ και καφέ. Μόνη συντροφιά στο παραμιλητό και την αναμονή της, ζωγραφιστές αναπαραστάσεις της Παρθένας Μαρίας που την προκαλούν (εώς και ερωτικά). Η Σαρά Βαν Ντεν Μπουμ δοκιμάζεται για πρώτη φορά στο stop motion. Αν και το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό τεχνικά, η ταινία αποθεώνεται χάρη στα βλάσφημα κινούμενα σχέδια που εισβάλλουν στο πλάνο, σκιτσαρισμένα απ' την ίδια πάστα που έκανε το «Dans les eaux profondes» ένα απ' τα ομορφότερα πράγματα που γυρίστηκαν ποτέ. Η δέουσα ευαισθησία στο χειρισμό του θέματος ανυψώνει το «Raymonde» σε ένα καθολικό σχόλιο για τη σύγκρουση πίστης και επιθυμίας. Η αγαμία αντιμετωπίζεται με συμπάθεια ενώ η λύτρωση ταυτίζεται με μιαν άνευ όρων παράδοση στα ένστικτα. Ενας διακριτικός, κομψός και τρυφερός ύμνος στη γυναικεία φύση που αδύνατο να σε αφήσει ασυγκίνητο στη χαρμολύπη του.
Panta Rhei του Βάουτερ Μπονγκέρτς | Βέλγιο
Ενα βιολόγος μελετά φάλαινες που έχουν εξοκείλει, μια κατάσταση που αν και δε γίνεται ποτέ συγκεκριμένη, φαίνεται να εξαπλώνεται και στην προσωπική του ζωή. Η βροχή που πέφτει ασταμάτητα γίνεται σιγά σιγά πλημμύρα, η πλημμύρα γίνεται θάλασσα, η θάλασσα τον πνίγει. Μια ταινία που αρχικά κέρδισε το ενδιαφέρον μας με τον τίτλο της, αλλά τελικά άξιζε κάθε δευτερόλεπτο της σύντομης προβολής της. Μια ποιητική αναπαράσταση της κατάθλιψης σε ένα αρμονικά πλασμένο παραδοσιακό κινούμενο, από έναν σταθερά ανερχόμενο δημιουργό.
Ολος ο Τζον Μορένα
Μια απ' τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες του φετινού διαγωνιστικού είναι αυτή του Νεοϋορκέζου Τζον Μορένα που μετά από 20 σχεδόν χρόνια δουλειάς στη διαφήμιση και στο παρά τρίχα από το οριστικό κάψιμο, αποφάσισε να σταματήσει να νοικιάζει τις υπηρεσίες του και να ξεκινήσει κάτι δικό του. Θα μπορούσε να να δουλέψει 1 χρόνο (52 εβδομάδες) για να ολοκληρώσει μια κανονική animated παραγωγή, αλλά ακριβώς επειδή ήθελε να αλλάξει ζωή κι όχι απλά ένα διάλειμμα, αποφάσισε να κάνει 52 ταινίες σε ένα χρόνο. Και κάπως έτσι γεννήθηκε το «Area 52» ένα insta-project στο πλαίσιο του οποίου ο Μορένα ανέβαζε στο λογαριασμό του μία ταινία την εβδομάδα. Αν κάτι ξεχωρίζει το «Area 52» από αντίστοιχες απόπειρες του πρόσφατου παρελθόντος (βλ. «365», «Animation Hotlines») είναι πως τα κομμάτια που το αποτελούν υπερκερνούν τους περιορισμούς του αφηρημένου concept. Τα microshorts μέσης διάρκειας ενός λεπτού, διακρίνονται για το δηκτικό κοινωνικοπολιτικό τους σχόλιο, με την έμφαση να δίνεται στην επικαιρότητα και την ισότητα των δύο φύλων. Το αποτέλεσμα δικαίωσε πλήρως το δημιουργό και το Annecy του προσέφερε ούτε μία ούτε δύο, αλλά έξι θέσεις στα επίσημα διαγωνιστικά του τμήματα (5 στο διεθνές και 1 στο off-limits). Εννοείται αξίζει να τα ανακαλύψει κανείς κάνοντας κλικ -εδώ-.
Starburns Industries: Μια συζήτηση με τον Ντιουκ Τζόνσον και τον Ντίνο Σταματόπουλος
Η χαλαρή απογευματινή συζήτηση με τους εκπροσώπους των Starburns Industries έκρυβε περισσότερες εκπλήξεις από όσες θα μπορούσε να αντέξει το fanboy που κατοικεί στα φυλλοκάρδια μας. Μια κουβέντα που προς τέρψην του ακροατηρίου είχε ελάχιστο «Rick & Morty» και σχεδόν μονοπώλησε η δημιουργία της «Anomalisa», με πολλά λαχταριστά παραλειπόμενα τεχνικής κυρίως φύσης. Στη μία περίπου ώρα που περάσαμε μαζί, είχαμε επίσης την ευκαιρία (βαθιά ανάσα):
- να παίξουμε για λίγο με τον Orel (απ' το «Moral Orel», την πρώτη σειρά του Ντίνο Σταματόπουλος), που ο δύσμοιρος τέλειωσε το session με ένα φρύδι λιγότερο
- να μάθουμε τα τελευταία νέα για το Bubbles, τον πνευματικό διάδοχο της Anomalisa, μιας βιογραφίας του Michael Jackson από την οπτική του προσωπικού του χιμπαντζή, σε σκηνοθεσία Taika Waititi
- να δούμε ένα πολύ μικρό αλλά ολοκληρωμένο κομμάτι από το «Cops» των Αλμπερτ Μπρουκς και Λούις Σι Κέι, μια σειρά από την κωμική φλέβα που έβγαλε το «Family Guy» και η οποία ακυρώθηκε για λόγους παραπάνω κι από προφανείς
- και πάνω απ' όλα, να ακούσουμε παρέα με την ίδια τη (Ανόμα) Λίζα Χέσελμαν που κοιτούσε ακίνητη από τη σκηνή, την ημι-απίστευτη ιστορία μιας sui-generis παραγωγής και μιας σπάνιας ταινίας που λίγο έλειψε να βάλει λουκέτο στο στούντιο. Της ίδιας που μέσα από την ιδιαιτερότητά της έβγαλε ένα εύθραυστο υπαρξιστικό αριστούργημα κι ανέδειξε τα Starburns σε έναν από τους δυνατότερους παίκτες της σύγχρονης ανεξάρτητης σκηνής.
Fest του Νικίτα Ντιακούρ | Γερμανία
Σκηνές από ένα block party, ίσως κάπου στην ανατολική Ευρώπη, σε έναν μεταμοντέρνο techno trash δυναμίτη που εκρήγνυται στην οθόνη και μένουμε να χαζεύουμε τα κομμάτια του. Ο νεαρός δημιουργός του «Ugly» εξακολουθεί να εμπνέεται απ' την ασχήμια γύρω του, αναγάγει την δυναμική εξομοίωση σε animation υψηλής τεχνικής και φαίνεται να παγιώνει το πολύ ιδιαίτερο στυλ του με ένα αυθεντικό κομμάτι σύγχρονης τέχνης για τη γενιά του youtube και των fail videos.
Tito e os Pássaros (Tito and the Birds) των Γκουστάβο Στάινμπεργκ, Γκαμπριέλ Μπιτάρ, Αντρέ Κατότο Ντίας | Βραζιλία
Ένα αγόρι που μεγαλώνοντας έμαθε να μάχεται το φόβο, χάρη στον εξαφανισμένο πλέον πατέρά του, προσπαθεί με τη βοήθεια των φίλων του να αντιμετωπίσει μια πανδημία που απειλεί να πετρώσει τους πάντες. Παράλληλα ένας μεγιστάνας των media ανακοινώνει το υπερφιλόδοξο σχέδιό του, που θέλει τις κοινωνίες του μέλλοντος να αναπτύσσονται σε τεράστιους, καταπράσινους και ερμητικά σφραγισμένους γυάλινους θόλους. Με τα λόγια του σκηνοθέτη: «Το θέμα της ταινίας είναι ο φόβος και ο τρόπος που αυτός εξαπλώνεται. Είναι ένα θέμα που πιστεύω ότι δεν συζητιέται αρκετά και αν δεν προσέξουμε, μια μέρα θα ξυπνήσουμε και τα παιδιά μας θα νομίζουν πως το να ζεις με το φόβο είναι κάτι το φυσιολογικό». Και κάπως έτσι εκκίνησε η προβολή της καλύτερης μεγάλου μήκους ταινίας του διαγωνιστικού...
Το «Tito and the Birds» είναι μια σχεδόν απλοϊκή σε σύλληψη αφήγηση που συμπληρώνεται με ένα εξίσου λιτό - αν το θέσουμε ευγενικά - character design. Είναι διδακτικό ως οφείλει σαν παιδικό παραμύθι, στοιχείο που πληγώνει το σενάριο σε δραματουργικό επίπεδο. Είναι όμως και πεντακάθαρο στις προθέσεις, απέχοντας από κάθε είδους σκοπιμότητες (και ναι, αυτό είναι καρφί για «μεγαλύτερες» ταινίες που αξιοποιούν το κινούμενο σχέδιο σαν συγχωροχάρτι και κερδίζουν βραβεία επιακαλούμενες χυδαία το πολιτικά ορθό παράλληλα με κάθε συναίσθημα). Είναι μια πολύχρωμη δυστοπία ζωγραφισμένη με παχιές στρώσεις λαδομπογιάς που καταφέρνει να παραμένει συναρπαστικά πρωτότυπη σε όλα τα επιμέρους και σε ολόκληρη τη διάρκειά της. Εν τέλει, ο σκηνοθέτης καταφέρνει μια ταινία που χαίρεσαι να δείχνεις στα παιδιά σου ή - αν δεν είσαι σε αυτή τη φάση - την ταινία που θα ήθελες να σου δείχνουν όταν ήσουν παιδί. Κι αυτό το τελευταίο δεν είναι καθόλου μικρό πράγμα.
Egg της Μαρτίνα Σκαρπέλι | Δανία, Γαλλία
Σε έναν μικροκόσμο που υπάρχει μόνο η συμμετρία και μια κοπέλα που αναζητά τέλειες μορφές, εισβάλλει ένα αυγό - ένα σχήμα που για την ίδια δεν βγάζει κανένα νόημα. Η πρωτοεμφανιζόμενη Ιταλίδα σκηνοθέτης Μαρτίνα Σκαρπέλι συγκλονίζει με μία σύντομη προσωπική ιστορία πάνω στην έννοια της εμμονής. Αρμοστά αποκλεισμένο σε ένα τετράγωνο κάδρο που συμπληρώνει τους συντριπτικούς γεωμετρικούς όγκους γύρω την πρωταγωνίστρια, το φιλμ αποτυπώνει αποτελεσματικά το ψυχολογικό αδιέξοδο της στιγμής που αντιμετωπίζεις το παράλογο. Ένα σχεδόν ψιθυριστό voice over που διακόπτεται από ηλεκτρονικές εξάρσεις, μια ενοχλητική αποτύπωση του γυμνού που παγιδεύει το βλέμμα και ένα φοβερό εύρυμα για μια εκ βαθέων λύτρωση, συνθέτουν μια φρέσκια και καλά θεμελιωμένη αισθητικά, χιουμοριστική οπτική πάνω στο παρεξηγημένο θέμα της νευρικής ανορεξίας.
Love He Said της Ινές Σεντάν | Γαλλία
Μέλος η ίδια μιας γενιάς που αρέσκεται να απομυθοποιεί τα είδωλά της με την υπερέκθεση, η 42χρονη Αργεντινή δημιουργός Ινές Σεντάν «διαβάζει» την «Αγάπη» του Τσαρλς Μπουκόφσκι παρέα με τον Αμερικάνο ποιητή. Πότε χάνεται στους στίχους του και πότε κόβει στη γεμάτη αίθουσα όπου το ακροατήριο επευφημεί εκστασιασμένο, σα να μην καταλαβαίνει τι ακριβώς συμβαίνει. Ο ποιητής ωστόσο δεν θα τους κάνει τη χάρη... Ενα ρέψιμο σφραγίζει το τέλος της πρώτης στροφής, αλλά τo rebound αφήνει τους πάντες αμήχανους και σιωπηλούς. Το 1973 κάπου στο Σαν Φρανσίσκο, ένας άντρας ψάχνει απελπισμένα για λίγη αγάπη. Καμία απομυθοποίηση, καμία ωραιοποίηση, μόνο ωμή η ασπρόμαυρη πραγματικότητα ενός ανθρώπου που μόλις πέρασε το κατώφλι της επιτυχίας, αλλά η αναγνώριση και η υπερέκθεση αδυνατούν να τον αγγίξουν. Η Σεντάν θυσιάζει το αιθέριό της σχέδιο για την αμεσότητα του rotorscoping και συλλαμβάνει τη στιγμή στο απόλυτο, πετυχαίνοντας την καλύτερη ταινία της μέχρι σήμερα.
Ce Magnifique Gâteau! (This Magnificent Cake!) των Τζέιμς Ρόελς και Εμα Ντε Σουαέφ | Ολλανδία, Βέλγιο
Μετά την πρεμιέρα του στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών του τελευταίου Φεστιβάλ των Καννών, το «This Magnificent Cake!» έπαψε να είναι το καλύτερα κρυμμένο μυστικό του animated κόσμου και ολόκληρο πλέον το φεστιβαλικό κύκλωμα ήρθε σε επαφή με το ακαταμάχητο παράδοξο των Marc & Emma (κατά κόσμον Εμα Ντε Σουαέφ και Μαρκ Τζέιμς Ρόελς). Το δίδυμο αυτή τη φορά αξιοποιεί πληθώρα από φυσικά εφέ για να ζωντανέψει κάθε καλοζυγισμένο κάδρο, και σε συνδυασμό με το εκπληκτικό set design και το αλάθανστο stop motion, πετυχαίνει πέντε πανέμορφες βινιέτες που θα μπορούσαν να προέρχονται απ' το τραγικωμικό σύμπαν του Ρόι Αντερσον. Η σφραγίδα ωστόσο πάνω σ' αυτό το πραγματικά υπέροχο γλυκό είναι καθαρά προσωπική και πλέον αναγνωρίσιμη, παρότι το στυλ των δημιουργών - μετά τον απρόσμενο θρίαμβο του «Oh Willy...» - βρήκε αμέτρητους μιμητές. Κανείς μέχρι τώρα πάντως δεν κατάφερε να πλησιάσει στο ελάχιστο τη σκηνοθετική ευαισθησία και τον αισθητικό πλούτο που προκύπτει από αυτή.
Το Διεθνές Φεστιβάλ Animation του Ανσί διεξήχθη φέτος από τις 11 μέχρι και τις 16 Ιουνίου.