Η περασμένη, χειμερινή κινηματογραφική σεζόν ήταν απογοητευτική - πώς όχι, θα πει κανείς, με το κοινό να μετρά προσεκτικά τα έξοδά του και με το downloading να προσφέρει μια εύκολη, όσο και παράνομη, δωρεάν εναλλακτική. Μόνο που, σ' αυτήν την περίπτωση, το κοινό δεν είναι το πρόβλημα. Η θερινή που κοντεύει προς το τέλος της, έκανε φιλότιμες προσπάθειες, από την πλευρά των θεατών και μόνο, διατηρώντας, παρά τα αλλεπάλληλα οικονιμικά και ψυχολογικά εμπόδια, τα εβδομαδιαία εισιτήρια γύρω στις 10.000 κάτω από το περσινό καλοκαίρι: κατά μέσο όρο, ανά κάθε νέο 4ήμερο σε ολόκληρη την Ελλάδα, τα σινεμά έκαναν γύρω στις 55.000 εισιτήρια. Ο Σεπτέμβριος έρχεται, η νέα σεζόν ετοιμάζεται να ξεκινήσει και τα πράγματα δε δείχνουν ν' αλλάζουν.
Οι ελληνικές εταιρείες διανομής διακατέχονται από έναν μεταξύ τους ανταγωνισμό που δε δικαιολογείται από την κίνηση της αγοράς. Πολλές οι εταιρείες για μια χώρα μικρή, η καθεμιά από τις οποίες (ναι, εδώ γενικολογούμε, φυσικά υπάρχουν εξαιρέσεις), αγοράζει με κάθε ευκαιρία περισσότερες ταινίες απ' όσες διατίθεται να δει το κοινό, σε τιμές ακριβές λόγω του ίδιου αυτού του εσωτερικού ανταγωνισμού. Τις ταινίες αυτές, στη συνέχεια, η εταιρεία είναι υποχρεωμένη να βγάλει στα σινεμά. Συχνά το κάνει σα να πετά τα σκουπίδια της στον κάδο ανακύκλωσης - με ήρεμη συνείδηση. Γρήγορα, βιαστικά, χωρίς προετοιμασία, χωρίς να δώσει στο κοινό την ευκαιρία να ενημερωθεί για την ταινία. Με, χοντρικά, 60.000 εισιτήρια στο κάθε 4ήμερο έναρξης μιας ταινίας, όταν οι νέες ταινίες κάθε εβδομάδας είναι οκτώ ή δέκα, ο λογαριασμός στενοχωρεί.
Με την ίδια ανεδαφική λογική οι αιθουσάρχες (ξανά γενικολογώντας), περιμένουν με ανυπομονησία να δουν πόσα εισιτήρια θα τσακώσουν το γουικέντ κι αν τα νούμερα δεν είναι τα προσδοκώμενα, ξεκινούν από Δευτέρα ν' αναζητούν το νέο τίτλο που θ' αυξήσει τα έσοδα - κανένας χρόνος για word of mouth, για χτίσιμο, για αλλαγές τακτικής, αυτές οι ιδέες ανήκουν στην πολυτέλεια του πρόσφατου παρελθόντος. Με αυτές τις συνθήκες, τουλάχιστον φέτος το καλοκαίρι, φάνηκε πως το κοινό που μπορεί ν' ανταποκριθεί και να πάει σινεμά είναι το λίγο μεγαλύτερο, λίγο πιο καλλιεργημένο, εκείνο που θεωρεί τον κινηματογράφο αναπόσπαστο μέρος του μηνιαίου του προγράμματος και, πάντα επιλέγοντας προσεκτικά, θα κάνει τακτικά το έξοδο.
Η νέα κινηματογραφική σεζόν ξεκινά όπου να' ναι και τα πράγματα δε μοιάζουν να βελτιώνονται. Το εισιτήριο, λόγω της αύξησης του ΦΠΑ (σε άστοχη αντίθεση με το θέατρο), αυξήθηκε κι αυτό, παρότι κάποια σινεμά αποφάσισαν να απορροφήσουν τη διαφορά. Οι μέρες της πολιτικής αστάθειας, ανησυχίας, όπως θέλουμε το λέμε, συνεχίζονται κι έρχονται εντονότερες, κάτι που δεν ευνοεί όχι μόνο το σινεμά, αλλά όλες τις μορφές τέχνης με πρόθεση κοινωνικότητας. Κερασάκι στην τούρτα, μόνο αυτήν την Πέμπτη στις αίθουσες θα βγουν επτά νέες ταινίες. Ποιος θα τις δει; Τι στόχους μπορεί να ελπίζουν να πιάσουν οι διανομείς τους και οι αιθουσάρχες; Να φορέσουμε από τώρα τις πλερέζες ή να ελπίζουμε ότι, αντίθετα με το Φεστιβάλ Καννών, στο φετινό Φεστιβάλ Βενετίας, του Τορόντο, του Βερολίνου που θ' ακολουθήσει, ίσως δεν θ' αγοραστεί το σύνολο του επίσημου προγράμματος, το οποίο, μετά, το ελληνικό κοινό θα κληθεί ν' αποσβέσει;
Διαβάστε ακόμη: