Στο άκουσμα και μόνο μιας ακόμα ταινίας που περιλαμβάνει την λέξη «Transformers» στον τίτλο της, μπορεί να κάνει αρκετούς να σταματήσουν να διαβάζουν εδώ.
Και είναι λογικό μιας και το franchise των πέντε (!) ταινιών που έχτισε με τόσο κόπο, ιδρώτα και αρκετό CGI σιδερικό ο Μάικλ Μπέι, δεν έχει καταφέρει ποτέ να ξεφύγει από την φασαριόζικη, άκρως ασυνάρτητη (αν και σε ελάχιστες στιγμές εντυπωσιακή) και εξαντλητικά υποτυπώδης δράση ενός καλοκαιρινού, ανεγκέφαλου, blockbuster.
Ομως αυτό το prequel με τίτλο «Transformers: Η Εξέγερση των Θηρίων», που έρχεται σαν γνήσιος απόγονος του «Beast Wars: Transfomers»και προσπαθεί να ξεφύγει από το ύφος των προηγούμενων ταινιών του franchise, ακολουθεί το δρόμο που χάραξε το «Bumblebee» του Τράβις Νάιτ, τραβώντας αυτή τη φορά επιρροές από ταινίες των 90s, αλλά και από τον «Ιντιάνα Τζόουνς».
Και μπορεί όλα αυτά να ακούγονται ενδιαφέροντα στο χαρτί, αλλά η ταινία δεν καταφέρνει ποτέ να χτυπήσει αυτές τις ευαίσθητες χορδές της νοσταλγίας για να την κάνει, τουλάχιστον, διασκεδαστική.
Αυτή την φορά μεταφερόμαστε στο Μπρούκλιν το 1994. Ο νεαρός Νόα Ντίαζ κάνει ό,τι μπορεί για να στηρίξει την οικογένειά του και μέσα από μία σειρά γεγονότων διασταυρώνεται με τον Mirage, ένα πνευματώδες Autobot, που του αποκαλύπτει την ύπαρξη τριών ακόμα κρυμμένων Autobots, του Optimus Prime, του Bumblebee και της Arcee. Στο μεταξύ, σε ένα αρχαιολογικό μουσείο, η 25χρονη ερευνήτρια Ελενα Γουάλας, άθελά της, πυροδοτεί έναν εξωγήινο πυρσό που κρύβεται σε ένα αρχαίο άγαλμα. Ο Νόα και τα Autobots ανταποκρίνονται στο κάλεσμα και φτάνουν την ώρα που ένα μοχθηρό Terrorcon, ο Scourge και ο στρατός του κάνουν επίθεση. Ο Νόα και η Ελενα ενώνουν τις δυνάμεις τους με τα Autobots για να σώσουν τη Γη από τον αφανισμό. Κανείς τους, όμως, δεν είναι προετοιμασμένος για τη νέα φατρία των Transformers, τα εκπληκτικά Maximals, τα οποία συναντούν στην αποστολή τους...
Ο Στίβεν Κέιπλ Τζ., ο σκηνοθέτης του «Creed II», αναλαμβάνει τα ηνία της σκηνοθεσίας και αποφασίζει να αφήσει πίσω του όλη αυτή τη macho και γεμάτη τεστοστερόνη μιλιταριστική ατμόσφαιρα που έπνιγε το franchise, επικεντρώνοντας την ιστορία του (όσο αφορά το ανθρώπινο στοιχείο της ταινίας) σε καθημερινούς χαρακτήρες με καθημερινά προβλήματα και ανησυχίες οι οποίοι προσπαθούν να τα φέρουν πέρα σε έναν κόσμο που τους θέλει περιθωριοποιημένους και κατώτερους (ο ένας Λατινοαμερικάνος ο οποίος προσπαθεί να βρει δουλειά, και η άλλη Αφροαμερικανίδα η οποία δουλεύει σε ένα μουσείο για την πρακτική της και δεν αναγνωρίζεται ποτέ η δουλειά της).
Οχι ότι αυτά παίζουν καμιά ιδιαίτερη σημασία (αν και όλα αυτά χτίζονται με έναν ενδιαφέρον τρόπο στην αρχή, με μια πιο ανθρωποκεντρική ματιά από τον Κέιπλ Τζ.) όταν οι εκρήξεις, η γεμάτη CGI δράση και τα κυνηγητά πάρουν την πρώτη θέση. Αν και η κάμερα του Κέιπλ Τζ. ποτέ δεν σε κάνει να νιώσεις εξαντλημένος μέσα σε όλα αυτά, εγκαταλείποντας το χαοτικό και θορυβώδες πανδαιμόνιο του Μάικλ Μπέι, παρόλα αυτά δεν σε κάνει όμως να νιώσει ούτε μια κάποια έκρηξη αδρεναλίνης ή έστω κάποια ευχαρίστηση βλέποντας τους Autobots και τα θηρία Maximals να τα βάζουν με τα Terrorcons. Κι αυτό γιατί δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος, κανένα σοβαρό διακύβευμα για τους ίδιους τους χαρακτήρες, οι οποίοι ακόμα και όταν πεθαίνουν εμφανίζονται ζωντανοί λίγο αργότερα, αλλά και η τελική μάχη (η οποία προσπαθεί να μιμηθεί κάτι από την χρυσή εποχή του MCU αλλά φευ), μοιάζει ως κάτι το τελείως διεκπεραιωτικό και άνευρο, δείχνοντας έτσι συνολικά μια αποτυχία της όλης κατασκευής στο να δημιουργήσει ένα σύμπαν πραγματικά εντυπωσιακό και ενδιαφέρον.
Αλλά και το σενάριο γεμάτο από επίπεδους, όσο και μια λάμα σιδερικού, χαρακτήρες (τουλάχιστον οι Αντονι Ράμος και Ντομινίκ Φίσμπακ είναι καλοί στους ανθρώπινους ρόλους τους, αλλά ποτέ δεν καταφέρνουν κάτι παραπάνω) και μια πλοκή η οποία έχει μπει από νωρίς σε αυτόματο πιλότο, γεμάτη σεναριακές ευκολίες και με στιγμές που τις περισσότερες φορές δεν βγάζουν κανένα απολύτως νόημα, προσπαθώντας μάλιστα στο τέλος, με το στανιό, να δημιουργήσει ένα Hasbro Cinematic Universe.
Τουλάχιστον η αναπαράσταση των mid-90s, γεμάτη από αναφορές στην ποπ κουλτούρα της εποχής, εμπλουτισμένη με ένα υπέροχο hip-hop soundtrack είναι εξαιρετική και αρκετά εμπνευσμένη. Αλλά αντί το φιλμ να είναι απλό, ευφάνταστο και γεμάτο από μια παιδική ανεμελιά και φαντασία, όπως τουλάχιστον τα κλασικά animation, το «Transformers: Η Εξέγερση των Θηρίων» αποφασίζει, όπως και οι προκάτοχοί του, να επενδύσει σε ένα ανώφελο οπτικό όργιο CGI χωρίς να κερδίζει τίποτα από αυτό. Μια μάχη που το franchise φαίνεται πως έχει χάσει εδώ και αρκετό καιρό…