Ο φόβος δεν χρειάζεται πάντα τέρατα για να υπάρξει, αρκεί και μόνο η μνήμη μερικές φορές. Εκεί, στα παιδικά μας χρόνια, φωλιάζει συχνά το πιο αληθινό κακό, όχι γιατί ήταν τότε πιο δυνατό, αλλά γιατί ήμασταν εμείς πιο ευάλωτοι.
Το «Αυτό» του Στίβεν Κινγκ, όπως το μετέφερε στη μεγάλη οθόνη ο Αντι Μουσιέτι, δεν είναι απλώς μια ιστορία για έναν δαιμονικό κλόουν που στοιχειώνει την πόλη του Ντέρι. Είναι μια κατάδυση στη συλλογική παιδική ψυχή, ένα έργο που εξετάζει πώς οι φόβοι της παιδικής ηλικίας μας ακολουθούν, μεταμορφώνονται και τελικά μας ορίζουν. Στον πυρήνα του, το «Αυτό» δεν είναι ταινία τρόμου, αλλά μια σπουδή πάνω στην ενηλικίωση, στην ενοχή και στη μνήμη, στις πληγές που δεν επουλώνονται ποτέ πραγματικά, απλώς μαθαίνουμε να τις κουβαλάμε.
Διαβάστε ακόμα: Το «IT: Welcome to Derry» μάς επιστρέφει στον κόσμο του Πένιγουαϊζ
Ο Μπιλ Σκάρσγκαρντ ως ο κλόουν Πένιγαουαϊζ
Ο Μουσιέτι, σεβόμενος τη δομή του Κινγκ, επιλέγει να αφηγηθεί την ιστορία σε δύο μέρη: το παιδικό και το ενήλικο βλέμμα απέναντι στον τρόμο. Το πρώτο «Αυτό» (2017) αναπνέει μέσα από την αθωότητα και την αδελφικότητα του Κλαμπ των Χαμένων, ενώ το δεύτερο (2019) καταπιάνεται με το βάρος της μνήμης και το τίμημα της επιβίωσης. Στο Ντέρι, κάθε παιδί βλέπει κάτι διαφορετικό, γιατί το Κακό παίρνει το σχήμα του προσωπικού του τραύματος. Ο Πένιγουαϊζ είναι το πρόσωπο όλων αυτών, μια μεταφορά για τον φόβο που παίρνει μορφή και σάρκα, που σε κάνει να θυμάσαι ό,τι πάλεψες να ξεχάσεις.
Ο Μπιλ, ο φυσικός ηγέτης της ομάδας, βλέπει τον Πένιγουαϊζ μέσα από το πένθος του αδελφού του. Ο φόβος του δεν είναι ο κλόουν, αλλά η αδυναμία να δεχτεί την απώλεια, η ενοχή πως δεν κατάφερε να σώσει τον Τζορτζ. «Μεγαλώσαμε», σκέφτεται αργότερα. «Τότε νομίζαμε πως αυτό δε θα συμβεί σ’ εμάς. Αλλά συνέβη…». Είναι η πιο σκληρή ενηλικίωση, εκείνη που σε αναγκάζει να αντικρίσεις το ανεπανόρθωτο. Η Μπέβερλι, από την άλλη, κουβαλάει τη βία του πατέρα και τον τρόμο της κακοποίησης. Ο Πένιγουαϊζ, για εκείνη, δεν είναι παρά η αντανάκλαση της αντρικής εξουσίας που την καταδιώκει από παιδί. Η ίδια μαθαίνει ότι ο φόβος δεν έχει πάντα δόντια, μερικές φορές φοράει το πρόσωπο κάποιου που λες πως σ’ αγαπά, όπως αργότερα, μεγάλη πια, εγκλωβίζεται μέσα σε μια τοξική και βίαιη σχέση με έναν άντρα που της συμπεριφέρεται όπως ο πατέρας της.
Ο Εντι, με την ψυχαναγκαστική του αγωνία για την αρρώστια, είναι η προσωποποίηση του φόβου της ζωής, του να μην μπορείς να ζήσεις χωρίς να νιώθεις πως κάτι θα σε καταστρέψει. Ο Μάικ, ο μόνος που μένει πίσω, εκπροσωπεί τη μνήμη, τον φύλακα της Ιστορίας, που κουβαλάει τον πόνο όλων γιατί κάποιος πρέπει να θυμάται. Ο Μπεν, το παιδί που αγαπά σιωπηλά, είναι ο φόβος της απόρριψης, ενώ ο Ρίτσι, με τον σαρκασμό του, κρύβει πίσω από το χιούμορ του μια ανεξομολόγητη ενοχή, το μυστικό της ταυτότητάς του, που η κοινωνία του Ντέρι δεν θα δεχόταν ποτέ. Και ο Σταν, ο οποίος στο τέλος επιλέγει να φύγει πριν από τη μεγάλη μάχη, δεν το κάνει από δειλία, το γράμμα του στους φίλους του αποκαλύπτει μια πράξη καθαρού θάρρους: «Ηξερα πως δεν θα μπορούσα να γυρίσω πίσω εκεί κάτω. Αν έμενα, θα χάνατε όλοι. Κι έτσι έφυγα. Για να σας δώσω μια ευκαιρία να νικήσετε». Είναι μια από τις πιο συγκινητικές αποδοχές της ανθρώπινης αδυναμίας στην ιστορία του Κινγκ, γιατί η λύτρωση μπορεί να έρθει και μέσα από την παραδοχή ότι δεν αντέχεις άλλο.
Το «Αυτό» τελικά μιλάει για την απώλεια της αθωότητας και την ανάγκη να επανενωθείς με εκείνο το παιδί που ήσουν κάποτε.»
Στο βιβλίο του Στίβεν Κινγκ, η αφήγηση είναι πιο σκοτεινή, σχεδόν μυθολογική. Ο Πένιγουαϊζ δεν είναι απλώς τέρας, αλλά είναι μια αρχαία, κοσμική οντότητα, η προσωποποίηση του «κακού που προϋπήρχε του κόσμου». Ο Κινγκ τοποθετεί το Ντέρι (και κατ' επέκταση την ίδια την Αμερική) ως έναν τόπο μολυσμένο από το ίδιο το Κακό, έναν μικρόκοσμο της αμερικανικής κοινωνίας, της σιωπής, της βίας, του ρατσισμού, της συγκάλυψης. Ο Μουσιέτι, αντιθέτως, κατεβάζει αυτή τη μεταφυσική διάσταση πιο κοντά στο ανθρώπινο: ο Πένιγουαϊζ δεν είναι θεός ή δαίμονας, αλλά η προσωποποίηση του τραύματος. Μια φωνή που σου ψιθυρίζει ότι ποτέ δεν θα ξεφύγεις από αυτό που ήσουν παιδί.
To Κλαμπ των Χαμένων (μικροί και μεγάλοι)
Κι αυτό φαίνεται ξεκάθαρα και στον τρόπο που οι ήρωες τον νικούν. Στο βιβλίο, ο Κινγκ επιλέγει έναν τέλειος διαφορετικό συμβολισμό: η «Μονομαχία των Πίστεων» (Ritual of Chud) είναι μια ψυχοπνευματική μάχη, μια μεταφυσική διαδικασία στην οποία ο Μπιλ και το Κακό παλεύουν με τη δύναμη της φαντασίας και της πίστης. Ο αγώνας δεν είναι σωματικός αλλά νοητικός, υπαρξιακός, η προσπάθεια να επιβληθείς στο σκοτάδι μέσα σου. Εκείνη τη στιγμή, η νίκη τους μοιάζει περισσότερο με πνευματική απελευθέρωση παρά με θρίαμβο.
Αντίθετα, στην ταινία του Μουσιέτι, η μάχη γίνεται πιο κυριολεκτική και συναισθηματική. Οι ήρωες νικούν τον Πένιγουαϊζ όταν παύουν να τον φοβούνται, όταν τον βλέπουν για αυτό που πραγματικά είναι: ένα μικρό, θλιβερό πλάσμα που τρέφεται από τον φόβο, καθώς τον μικραίνουν με τα λόγια τους, τον ταπεινώνουν, τον απογυμνώνουν από τη δύναμή του κι έτσι η νίκη δεν έρχεται από τη μαγεία, αλλά από την αποδοχή. Αυτή είναι η στιγμή που τα παιδιά μέσα τους συμφιλιώνονται με τον τρόμο τους και τον κοιτούν στα μάτια χωρίς να τρέμουν. Εκεί όπου ο Κινγκ μιλά για τη μάχη του νου, ο Μουσιέτι δείχνει τη λύτρωση της ψυχής.
Διαβάστε ακόμα τη γνώμη του Flix για την ταινία «Αυτό» Κεφάλαιο 1 και Κεφάλαιο 2
Και ίσως γι’ αυτό οι ταινίες του λειτουργούν τόσο συναισθηματικά. Στο δεύτερο μέρος, όταν οι ήρωες επιστρέφουν στο Ντέρι ως ενήλικες, η σύγκρουση δεν είναι με τον Πένιγουαϊζ, αλλά με το παρελθόν τους. Ο Μουσιέτι κινηματογραφεί τη μνήμη σαν ένα στοιχειωμένο σπίτι, κάθε γωνία του κρύβει κάτι που νόμιζες πως είχες αφήσει πίσω. Το σενάριο, αν και πιο απλουστευμένο από το βιβλίο, παραμένει βαθιά συγκινητικό: δεν χρειάζεται το βάρος της μυθολογίας του Κινγκ για να λειτουργήσει, γιατί το συναίσθημα είναι πιο αληθινό αφού εκεί που ο Κινγκ περιγράφει το Κακό σαν μια κοσμική οντότητα, ο Μουσιέτι το κάνει κάτι πολύ πιο οικείο, σαν κάτι που ζει μέσα σου.
Το «Αυτό» τελικά μιλάει για την απώλεια της αθωότητας και την ανάγκη να επανενωθείς με εκείνο το παιδί που ήσουν κάποτε. Οπως γράφει ο Κινγκ: «Ολοι μεγαλώσαμε, και μέσα μας κάτι έσπασε». Οι ήρωες καταλαβαίνουν πως η νίκη απέναντι στο Κακό δεν έρχεται από τη δύναμη, αλλά από την αποδοχή. Το Κλαμπ των Χαμένων νικά όταν παύει να πιστεύει πως είναι «Χαμένο» και όταν θυμάται ότι ήταν κάποτε παιδιά που στάθηκαν απέναντι στο φόβο και γέλασαν.
Η δύναμη των ταινιών του Μουσιέτι βρίσκεται ακριβώς εκεί, στη γέφυρα ανάμεσα στο παιδικό και το ενήλικο βλέμμα. Στο πώς ο τρόμος της παιδικής ηλικίας μετατρέπεται, χρόνια αργότερα, σε μια πιο σιωπηλή μελαγχολία. Στο πώς μαθαίνεις να ζεις με τους φόβους σου, χωρίς να τους αφήνεις να σε ορίζουν. Γιατί, όπως αποδεικνύει και το συγκινητικό φινάλε με το γράμμα του Σταν, δεν είναι όλοι προορισμένοι να επιστρέψουν, αλλά όλοι κουβαλούν κάτι από το Ντέρι μέσα τους.
Την Κυριακή (Δευτέρα στην Ελλάδα) κάνει πρεμιέρα το «IT: Welcome to Derry», η σειρά που θα επιχειρήσει να επιστρέψει στις ρίζες του τρόμου, να εξερευνήσει πώς γεννήθηκε το Κακό και γιατί αυτός ο τόπος μοιάζει καταδικασμένος να το ξαναγεννά. Αν οι ταινίες του Μουσιέτι μίλησαν για τη μνήμη και τη λύτρωση, η σειρά φαίνεται έτοιμη να στραφεί προς το ίδιο το τραύμα και να ψάξει τι είναι αυτό που κάνει το Ντέρι μια πληγή που δεν κλείνει ποτέ.
Διαβάστε ακόμα: We will all float... Πρώτες φωτογραφίες από το «Welcome to Derry»
Στο τέλος, το «Αυτό» δεν είναι ιστορία για έναν κλόουν. Είναι μια ιστορία για εμάς. Για εκείνο το παιδί μέσα μας που δεν ξεπέρασε ποτέ τη μοναξιά του, που κουβαλά ακόμη τη ντροπή, την ενοχή, τον φόβο. Γιατί όλοι έχουμε έναν Πένιγουαϊζ να μας ψιθυρίζει πως δεν αξίζουμε, πως είμαστε μόνοι, πως το σκοτάδι είναι δυνατότερο.
Αλλά το «Αυτό» μας υπενθυμίζει πως υπάρχει ένας άλλος δρόμος.
Οπως γράφει ο Κινγκ στο τέλος του βιβλίου: «Να είσαι αληθινός. Να είσαι γενναίος. Στάσου δυνατός. Ολα τα υπόλοιπα είναι σκοτάδι.» Κι ίσως αυτή να είναι η πιο όμορφη αλήθεια που μπορεί να μας δώσει μια ιστορία τρόμου, για το πως ο φόβος υπάρχει για να τον κοιτάμε κατάματα και πως, όσο κι αν μας τρομάζει, δεν μπορεί ποτέ να μας νικήσει οριστικά. Γιατί όσο στεκόμαστε, όσο θυμόμαστε, όσο αγαπάμε... όλα τα υπόλοιπα είναι σκοτάδι.
Η σειρά «IT: Welcome to Derry» κάνει πρεμιέρα στις 27 Οκτωβρίου στο Vodafone TV, με νέο επειδόδιο κάθε Δευτέρα.
