«Ας μιλήσουμε λοιπόν για σινεμά», αναφωνεί η διάσημη συγγραφέας Τζουν-χι, όταν συναντά ένα φοιτητή στη σχολή κινηματογράφου.
Αυτό κάνει και ο Χονγκ Σανγκ-σου, στην 27η ταινία του, δεύτερη μέσα στο 2022, ενορχηστρώνοντας ως συνήθως τα πάντα (σκηνοθεσία, σενάριο, φωτογραφία, μοντάζ, μουσική), εδώ σε μια, όπως όλες σχεδόν οι ταινίες του, μικρή ασπρόμοαυρη ελεγεία, αφιερωμένη ταυτόχρονα στην τέχνη της αφήγησης και την τέχνη της ζωής.
Αποφασισμένη να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό, σε μια στιγμή όπου η έλλειψη έμπνευσης την έχει τρομοκρατήσει, η Τζουν-χι θα εμπνευστεί αυτοστιγμεί από την τυχαία συνάντησή της με μια ηθοποιό και έναν νεαρό κινηματογραφιστή και θα τους ζητήσει να γίνουν η πρωταγωνίστρια και ο σκηνοθέτης της πρώτης της μικρού μήκους ταινίας.
Προσπαθώντας να εξηγήσει τι ακριβώς θα είναι η ταινία της στους νέους της συνεργάτες, η Τζουν-χι θα περιγράψει στην πραγματικότητα το σινεμά του Χονγκ Σανγκ-σου, μια ιστορία δηλαδή που θα έχει πλοκή αλλά αυτό δεν θα απαγορεύει τις «αληθινές» στιγμές να βγαίνουν στην επιφάνεια. Ο νεαρός κινηματογραφιστής θα μπερδευτεί δίκαια αν βρισκόμαστε στη λεπτή γραμμή ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και τη μυθοπλασία, αλλά όπως η Τζουν-χι, έτσι και ο Χονγκ Σανγκ-σου είναι κατηγορηματικοί πως οι ταινίες που κάνουν δεν είναι… ντοκιμαντέρ.
Σαν διπλοτυπία με το «In front of your Face» του 2021, την αμέσως προηγούμενη ταινία του Χονγκ Σανγκ-σου - ακυκλοφόρητη στην Ελλάδα, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της φιλμογραφίας του - το «Η Ιστορία μιας Μυθιστοριογράφου» συναντά ξανά την υπέροχη Λι Χιε-γιουνγκ, εκεί ηθοποιό, εδώ συγγραφέα, μια καλλιτέχνη, σε κάθε περίπτωση, σε αναζήτηση ενός νέου λεξικού δημιουργικής ελευθερίας και απελευθέρωσης μαζί.
Στο γνώριμο ύφος του Κορεάτη σκηνοθέτη (που δεν μοιάζει, ευτυχώς, με κανέναν άλλον Κορεάτη που γνωρίζουμε), η ιστορία της αποτελείται από μια σειρά συναντήσεων που σιγά σιγά, χωρίς προσποίηση και με «αληθινές» στιγμές που εκρήγνυνται στην επιφάνεια των πραγμάτων ολοκληρώνουν έναν τέλειο κύκλο ζωής.
Καταλύτης και εδώ όπως σε ολόκληρη τη φιλμογραφία του Χονγκ Σανγκ-σου, η Τέχνη (και οι ερωτήσεις γύρω από αυτήν) και το αλκοόλ, που εδώ αλλάζει και από σόζου γίνεται το παραδοσιακό κρασί της Κορέας, το μαγκεόλι. Πολλά άδεια μπουκάλια μαγκεόλι θα ελευθερώσουν ωκεανούς μελαγχολίας για τα χρόνια που πέρασαν (και γι’ αυτά που θα έρθουν), αλλά θα σταθούν με πείσμα σε ένα ερώτημα που δεν είναι άλλο από το ποια θα είναι η ιστορία της ταινίας της Τζουν-χι. Αυτό δεν θα απαντηθεί εύκολα, αφού η αναζήτηση της Τζουν-χι είναι κάτι σημαντικότερο από το να βάλει σε λέξεις την έμπνευσή της και σίγουρα κάτι περισσότερο από το να βρει τρόπους να κάνει την ταινία της ελκυστική για ένα μεγαλύτερο κοινό.
Σε ένα από τα πιο προφανή alter ego του, ο Χονγκ Σανγκ-σου είναι η Τζουν-χι, η οποία θέλει να απαλλαγεί από συμβάσεις, από καθωσπρεπισμούς, από το πατρονάρισμα των ανδρών (σε μια ακόμη γενναία φεμινιστική κίνηση του Κορεάτη σκηνοθέτη που αγαπάει τις γυναίκες), από κλισέ ερωτήσεις και ακόμοη πιο κλισέ απαντήσεις. Φτάνοντας τη στιγμή που κανείς δεν την περιμένει (ή ακριβώς τη στιγμή που πρέπει), η Τζουν-χι γίνεται μια ιστορία από μόνης της, μια ταινία τελικά του Χονγκ Σανγκ-σου που ίσως λιγότερο από τις καλύτερες του στιγμές, επαναλαμβάνεται και αποδεικνύεται φαινομενικά «απλοϊκή», αλλά χωρίς να χάνει το αγγιγμά της και εκείνη τη σχεδόν μαγική σχέση που αναπτύσσει με τον θεατή.
Ανεπαίσθητα, διακριτικά, χαμηλότονα κι όμως σε στιγμές συνταρακτικά και αρκούντως εκκωφαντικά, αυτή η «ιστορία» είναι πολλά περισσότερα απ’όσα αφήνει να εννοηθούν. Λίγο πριν και μετά τα credits των τίτλων, γίνεται και η μεγαλύτερη ταινία που ήσουν σίγουρος πως έβλεπες όλη την ώρα.