Συνέχεια σε ένα ρεύμα πρόσφατων ευρωπαϊκών ταινιών (από το «Στο Γραφείο Καθηγητών» μέχρι το «Ενημέρωση Γονέων») που βάζουν το μεγεθυντικό φακό στον μικρόκοσμο του σχολείου με προφανή σκοπό να εξηγήσουν την κοινωνία εκεί έξω, το φιλμ του Τεντί Λουσί-Μοντέστ έχει το πιο δυνατό θέμα από όλα, αλλά είναι ταυτόχρονα και το πιο αδύναμο στην ανάπτυξη του. Ούτε λόγος για σύγκριση με το «Κυνήγι» του Τόμας Βίντερμπεργκ που πίσω στο 2012, σε εποχές, αθώες ακόμη όσον αφορά την υπερευαισθησία της κοινωνίας σε θέματα παρενόχλησης ανηλίκων είχε σχεδόν κατηγορηθεί για την αμφιλεγόμενη συζήτηση που άνοιγε και η οποία είναι κεντρική και αυτοβιογραφική εδώ στον «Καλό Καθηγητή».
Εμπνευσμένος από μια προσωπική του ιστορία, ο Τεντί Λουσί-Μοντέστ αφηγείται στο φιλμ την ιστορία του Ζουλιέν, ενός καθηγητή που θα κατηγορηθεί από μια ανήλικη έφηβη μαθήτρια του για σεξουαλική παρενόχληση. Η έκπληξη του για την κατηγορία επιτείνεται από το γεγονός πως ο Ζουλιέν είναι γκέι με μόνιμη σχέση, κάτι που όμως δεν έχει αποκαλύψει στο περιβάλλον του σχολείου. Προσπαθώντας να αποδείξει την αθωότητα του, θα βρεθεί αντιμέτωπος με στρώσεις υποκρισίας, με τις δικές του (λανθασμένες;) επιλογές, αλλά και ένα περίγυρο που θα αποδειχθεί ότι παρά την εποχή που ευνοεί πλέον περισσότερο τη συζήτηση γύρω από δύσκολα θέματα, μένει ακόμη προσκολλημένος σε άστοχες πρακτικές και κλισέ του παρελθόντος.
Είναι ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο ο κλοιός γύρω από τον Ζουλιέν θα τον πνίξει σε σημείο να αρχίσει να χάνεται κάθε έννοια της αλήθειας ή της απόδειξης της, ανάμεσα σε αντικρουόμενες απόψεις, απειλές για σωματική βία και πολλαπλά ενοχικά σύνδρομα. Οσο για τον μικρόκοσμο του σχολείου, αυτός θα αποδειχθεί προβληματικός εξίσου με την κοινωνία εκεί έξω, με τους ενήλικες να βρίσκονται διαρκώς σε θέση άμυνας (ακόμη κι όταν δεν φταίνει) και τους ανήλικους να απολαμβάνουν το τεκμήριο αθωότητας (ακόμη κι όταν δεν είναι αθώοι).
Και κάπως έτσι η ταινία του Λουσί-Μοντέστ εικονογραφεί όλα τα ερωτήματα γύρω από τη γκρίζα περιοχή όπου κατοικούν οι ανυπόστατες κατηγορίες για σεξουαλική παρενόχληση ή κακοποίηση και πώς αυτές μπορούν να καταρριφθούν χωρίς όμως ταυτόχρονα να αγνοηθούν οι (κι όμως συνήθως) σοβαροί λόγοι για τους οποίους έγιναν και όσα κακώς κείμενα ενός ολόκληρου συστήματος (κοινωνικού, εκπαιδευτικού κλπ) ξεσκέπασαν ηθελημένα ή άθελα τους.
Και αυτό θα ήταν η αρχή ενός συναρπαστικού (ψυχολογικού) θρίλερ, αν η ταινία του Λουσί-Μοντέστ δεν τέλειωνε ακριβώς τη στιγμή που θα έπρεπε να ξεκινάει, θέλοντας να ανοίξει απλά τη συζήτηση και να καταγράψει τη σύγχυση μόνο με δοκιμιακό και όχι με κινηματογραφικό τρόπο. Τα ερωτήματα έχουν τεθεί, οι δύσκολες απαντήσεις αρχίζουν να γεννιούνται, ο Φρανσουά Σιβίλ προσπαθεί να γίνει ο θύτης και το θύμα του ίδιου «εγκλήματος» που στρέφεται και προς τον ίδιο, αλλά ο θεατής μπαίνει σε μια διαδικασία να αποφανθεί για το σωστό ή το λάθος κάθε μικρής ή μεγάλης απόφασης, σε ένα σύνολο που τελικά μπερδεύει και θολώνει τα όρια πολύ περισσότερο από όσο προτίθεται να τα ξεκαθαρίσει.