Συνέντευξη στη Λήδα Γαλανού και τον Μανώλη Κρανάκη
Ο Μάρκος Χολέβας, ανέκαθεν σκηνοθέτης και κατά καιρούς συμμετέχων σε κρατικούς και μη φορείς σχετιζόμενους με τον κινηματογράφο και τα οπτικοακουστικά μέσα, ήταν, από το 2020 ως το φετινό καλοκαίρι, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου.
Λίγο μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου για την ίδρυση του ΕΚΚΟΜΕΔ, του ενιαίου φορέα που σύζευξε ΕΚΟΜΕ και ΕΚΚ, ο Χολέβας παραιτήθηκε από τη θέση του και, σύντομα, το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου έπαψε να υπάρχει με την ως τότε γνώριμη μορφή του.
Το Flix ζήτησε από τον Μάρκο Χολέβα έναν απολογισμό του έργου του στο ΕΚΚ, αλλά κι ένα σχολιασμό για το ΕΚΚΟΜΕΔ, μια αξιολόγηση του παρόντος του και μια πρόβλεψη για το μέλλον του. Αλλωστε, μπορεί οι αυτόματες υπαγωγές στο πρόγραμμα του Cash rebate να πάγωσαν ως το 2025 και οι υπηρεσίες των επιλεκτικών προγραμμάτων να καλύπτουν, όταν βρίσκουν πόρους, όσα κενά μπορούν, όμως δεν έχουμε παρά να προσβλέπουμε σε καλύτερους καιρούς. Και σ' αυτούς, ο Μάρκος Χολέβας θα συμμετάσχει. Εχοντας αφήσει παρακαταθήκη την εμπειρία του πάνω στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφο και σίγουρα αυτή τη φορά και ως σκηνοθέτης.
Τι σκέψεις κάνεις μετά το τέλος της θητείας σου στο Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου; Τι εντυπώσεις, θετικές ή αρνητικές, σου έμειναν αυτή τη φορά από τη συμμετοχή σου στη θέση του Προέδρου του ΕΚΚ;
Νιώθω ικανοποίηση για το έργο που επιτελέστηκε αυτά τα σχεδόν τέσσερα χρόνια από όλους μας στο ΔΣ καθώς και όλα τα στελέχη του ΕΚΚ. Παρόλο που δεχτήκαμε πόλεμο περί «κριτών και κρινόμενων», μόλις αναλάβαμε το 2020, από κύκλους προσκολλημένους σε διαδικασίες που τους επέτρεπαν να διεκδικούν προνομιακή μεταχείριση, δικαιωθήκαμε νομικά και ηθικά επιβάλλοντας την απόλυτη ισονομία για όλους τους κρινόμενους. Φέραμε το ΕΚΚ κοντά σε ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο βιώνουν εδώ και χρόνια οι δημιουργοί και οι παραγωγοί στην Ευρώπη.
Θα ήθελα επίσης να επισημάνω ότι για όλες τις χρηματοδοτήσεις δημιουργήθηκαν νέοι κανονισμοί ανταποκρινόμενοι στις ελληνικές ανάγκες και προσβάσιμοι σε όλους. Ιδιαίτερα στη περίπτωση της Hellas Film, για πρώτη φορά στην ιστορία του ΕΚΚ καταρτίστηκε κανονισμός που προβλέπει τους όρους, τα ποσά και τις κατηγορίες για την ενίσχυση της φεστιβαλικής παρουσίας μιας ταινίας, αλλά και για τη διανομή και προώθησή της στις ελληνικές αίθουσες. Πριν από τον κανονισμό αυτό, η χρηματοδότηση γινόταν κατά το δοκούν προκαλώντας αρκετές φορές απορίες για τον τρόπο ή το ύψος της χρηματοδότησης σε σχέση με την απήχηση ενός φεστιβάλ ή την ευρύτητα της διανομής. Ας μην ξεχνάμε και κάτι ακόμη πολύ σημαντικό, την κανονικότητα στις απαντήσεις για χρηματοδότηση ανά τετράμηνο. Σταματάω εδώ, αν και υπάρχουν πολλά ακόμη για τα οποία πιστεύω όλοι μας στο ΔΣ νιώθουμε ικανοποίηση.
Ο νόμος για την ενοποίηση θα έπρεπε να είναι λιγότερο φαραωνικός και απλωμένος σε τόσους τομείς και δράσεις του δημιουργικού πολιτισμού. Επρεπε να επικεντρώνεται στην εθνική κινηματογραφία και το ανθρώπινο δυναμικό της, θεωρώντας ότι αυτή είναι ο βασικός πυρήνας και το θεμέλιο μιας εθνικής στρατηγικής για ανάπτυξη της ευρύτερης οπτικοακουστικής βιομηχανίας.»
Η ενοποίηση ΕΚΟΜΕ και ΕΚΚ έγινε λαμβάνοντας υπόψιν δικές σου / σας προτάσεις για τη διάρθρωση του σχεδίου νόμου;
Σε κάθε σχέδιο υπάρχουν τα υπέρ και τα κατά. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που θα κριθεί. Για το συγκεκριμένο νόμο της ενοποίησης, όλα τα επιχειρήματα έχουν ήδη εκφραστεί κατά τη δημόσια συζήτηση πριν από την ψήφισή του. Συνοψίζοντας την άποψή μου, ο νόμος αυτός θα έπρεπε να είναι λιγότερο φαραωνικός και απλωμένος σε τόσους τομείς και δράσεις του δημιουργικού πολιτισμού. Επρεπε να επικεντρώνεται στην εθνική κινηματογραφία και το ανθρώπινο δυναμικό της, θεωρώντας ότι αυτή είναι ο βασικός πυρήνας και το θεμέλιο μιας εθνικής στρατηγικής για ανάπτυξη της ευρύτερης οπτικοακουστικής βιομηχανίας. Βέβαια δε σημαίνει ότι έχω δίκαιο. Μπορεί πραγματικά να αναπτυχθούν τέτοιες δυναμικές, με τα εργαλεία που αναφέρει ο νόμος, οι οποίες θα ωθήσουν το ελληνικό σινεμά προς το κοινό ευρωπαϊκό μας μέλλον. Το εύχομαι ολόψυχα αφού και εγώ, ως σκηνοθέτης, είμαι μέρος του.
Πώς προέκυψε το γεγονός ότι δεν συμμετέχεις στο ΕΚΚΟΜΕΔ, εφόσον ήσουν εξ αρχής υπέρμαχος της ενοποίησης;
Δεν μου έγινε κάποια πρόταση για να συμμετέχω στον νέο φορέα. Εξάλλου έχω εκφράσει, όπως και σημαντική μερίδα του κινηματογραφικού κόσμου, τις επιφυλάξεις μου σχετικά με τη νομική προσέγγιση με την οποία έγινε η δημιουργία του νέου φορέα. Θεωρώ ότι στη συνέντευξη τύπου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου που δόθηκε με αφορμή το νομοσχέδιο, προσδιορίστηκαν επακριβώς οι ανησυχίες για το θέμα αυτό.
Αν σου πρότειναν να είσαι σε κάποια θέση αυτού του φορέα θα δεχόσουν; Και γιατί;
Νομίζω ότι μετά από τόσα χρόνια παρουσίας στο δημόσιο κινηματογραφικό μας βίο, οι θέσεις μου και οι στόχοι μου είναι απολύτως σαφείς και διαυγείς. Πάντα ενεργούσα με γνώμονα και όραμα, για τη δημιουργία ενός βιώσιμου μέλλοντος της ελληνικής κινηματογραφίας, την οποία και θεωρώ αναπόσπαστο μέρος του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι. Η αποδοχή αυτών των θέσεων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να αποδεχθώ οποιαδήποτε πρόταση συνεργασίας. Ιδιαίτερα τώρα, αν δεν ληφθούν υπόψιν όλα αυτά, ο άνεμος των τεχνολογικών αλλαγών θα μας εξαφανίσει σαν σκόνη.
Η ίδρυση του ΕΚΟΜΕ, με τον νόμο για τις τηλεοπτικές άδειες το 2015, δημιούργησε έναν φορέα ο οποίος στους σκοπούς του, εκτός από το cash rebate και το εθνικό αποθετήριο, προικίστηκε, από άγνοια ή από σκοπιμότητα, με δύο από τους τέσσερεις σκοπούς του ΕΚΚ. Το αποτέλεσμα, πέραν του στείρου ανταγωνισμού των δύο δημόσιων φορέων, ήταν ένας παραλογισμός.»
Γιατί στάθηκες υπέρ της ενοποίησης; Τι προβλήματα θα έλυνε; Πώς θα βοηθούσε στην καλύτερη λειτουργία όλων των θεσμών (ΕΚΚ, ΕΚΟΜΕ) που ασχολούνται με το σινεμά στην Ελλάδα;
Η ίδρυση του ΕΚΟΜΕ, με τον νόμο για τις τηλεοπτικές άδειες το 2015, δημιούργησε έναν φορέα ο οποίος στους σκοπούς του, εκτός από το cash rebate και το εθνικό αποθετήριο, προικίστηκε, από άγνοια ή από σκοπιμότητα, με δύο από τους τέσσερεις σκοπούς του ΕΚΚ. Το αποτέλεσμα, πέραν του στείρου ανταγωνισμού των δύο δημόσιων φορέων, ήταν ένας παραλογισμός. Ενα «ουρανοκατέβατο» κακογραμμένο «σενάριο» για την αστεία εικόνα της χώρα μας στο εξωτερικό. Στις Κάννες και σε άλλα σοβαρά διεθνή φεστιβάλ ή Αγορές, εμφανιζόμασταν με δύο περίπτερα. Πέραν της κωμικής πλευράς, η κατάσταση αυτή επέφερε σπατάλη πόρων μπλοκάροντας παράλληλα και τις όποιες προσπάθειες για ύπαρξη εθνικής στρατηγικής στον τομέα του κινηματογράφου και του οπτικοακουστικού. Χάσαμε πολύτιμο χρόνο τη στιγμή που ο ελληνικός κινηματογράφος αποκτούσε μεγάλη δυναμική και απήχηση στο εξωτερικό. Προσθέστε σε αυτά και την υποχρηματοδότησή του, (κάθε σεντς ήταν και είναι πολύτιμο) και βγάλτε συμπέρασμα. Για όλα αυτά επιδιώξαμε, από την πρώτη στιγμή, που αναλάβαμε ως ΔΣ στο ΕΚΚ, την κατάρτιση μνημονίου συνεργασίας με το ΕΚΟΜΕ για τη δημιουργία εθνικού περιπτέρου σε ξένα φεστιβάλ, προσκαλώντας σε αυτό και φορείς όπως το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το Φεστιβάλ Μικρού Μήκους Δράμας κ.ά. Προσπαθήσαμε για μια πολιτική κοινών δράσεων.
Πόσο εμπιστευόμαστε το Υπουργείο Πολιτισμού για να επιβλέπει αυτόν τον φορέα; Τα δείγματα των χειρισμών του δεν εμπνέουν αισιοδοξία.
Στις περισσότερες δημοκρατικές χώρες και ειδικά στην Ευρώπη οι εθνικοί οργανισμοί για την ενίσχυση και ανάπτυξη του κινηματογράφου, των οποίων πλέον οι δράσεις επεκτείνονται στο ευρύτερο φάσμα του οπτικοακουστικού, εποπτεύονται από τα αντίστοιχα υπουργεία που διακονούν τον πολιτισμό. Πάντα θα υπάρχουν καλές και κακές στιγμές. Το Υπουργείο Πολιτισμού, όμως, θα είναι πάντα «το σπίτι» του εθνικού κινηματογραφικού και οπτικοακουστικού φορέα. Και αυτό γιατί στην Ε.Ε. αντιμετωπίζουμε τον κινηματογράφο καταρχήν ως πολιτιστικό αγαθό και ως εργαλείο έκφρασης και ανάδειξης της πολυπολιτισμικής μας διαφοράς, χωρίς να παρακάμπτεται η οικονομική/βιομηχανική του υπόσταση.
Εξάλλου, η ηγεσία του ΥΠΠΟ μάς στήριξε όλα αυτά τα χρόνια, στη δύσκολη περίοδο του Covid αλλά και μετά, με έκτακτες επιχορηγήσεις, που επέτρεψαν να γίνουν όλα αυτά που προανάφερα.
Μια μικρή παράκαμψη για να μας πεις τη γνώμη σου για το ζήτημα της φετινής ελληνικής υποψηφιότητας για το Διεθνές Οσκαρ. Εάν ήσουν, εκείνη την περίοδο, ενεργός στο ΕΚΚ, θα είχες πάρει θέση και ποια;
Οχι. Δεν είναι ο ρόλος του ΕΚΚ να παρεμβαίνει σε θεσμικές διαδικασίες στις οποίες δεν έχει αρμοδιότητα. Φαντάζεστε το αντίστροφο; Πώς θα φαινόταν; Προσωπικά, πιστεύω ότι το όλο ζήτημα προέκυψε γιατί ακριβώς οι κανόνες και οι θεσμικές διαδικασίες δεν αποτελούν θέσφατο και σημείο αναφοράς. Ορισμένοι μάλιστα θεωρούν ότι δεν τους αφορούν.
Μερικές φορές βιαζόμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα πριν καν στεγνώσει το μελάνι του νόμου, άλλες πάλι από συντηρητισμό φοβόμαστε τι θα γίνει, υπήρξαν και στιγμές εναντίωσης για λόγους μικροπολιτικής. Το παρελθόν το έχει κρίνει ο χρόνος. Ας τον αφήσουμε να κρίνει και το παρόν. Ας ελπίσουμε ότι στο πέρασμα του χρόνου θα γίνουμε λιγάκι πιο σοφοί.»
Υπήρξε μεγάλη διχογνωμία για το ΔΣ του νέου φορέα, διότι δεν περιλαμβάνει κανένα άτομο από τον χώρο του σινεμά. Ποια είναι η δική σου γνώμη γι’ αυτό;
Το ΔΣ του νέου φορέα αποτελείται από έμπειρα και καταξιωμένα στελέχη στον επαγγελματικό τους στίβο και σίγουρα κουβαλούν σημαντική εμπειρία για το ξεκίνημα του ΕΚΚΟΜΕΔ. Πιστεύω, όμως, ότι θα έπρεπε να υπάρχουν στο ΔΣ και άτομα με γνώση των αναγκών και των προβλημάτων της κινηματογραφικής παραγωγής σε ελληνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Εξάλλου ο νόμος προβλέπει (αρθ.6 παρ.2) τον κατ΄εξαίρεση διορισμό μελών του ΔΣ που δεν έχουν τα προσόντα που προβλέπονται στο Ν. 4972/2022. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι «μπορούν να επιλεγούν προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους από τον κινηματογραφικό, οπτικοακουστικό ή δημιουργικό κλάδο».
Υπάρχει διαρκώς η αίσθηση ότι κάθε κίνηση για τον ελληνικό κινηματογράφο γίνεται βιαστικά, πρόχειρα, χωρίς μελέτη. Θα συμφωνούσες;
Μερικές φορές γιατί βιαζόμαστε να βγάλουμε συμπεράσματα πριν καν στεγνώσει το μελάνι του νόμου, άλλες πάλι από συντηρητισμό φοβόμαστε τι θα γίνει, υπήρξαν και στιγμές εναντίωσης για λόγους μικροπολιτικής, αλλά και σε ορισμένες περιπτώσεις λόγω γνώσης του αντικείμενου εκφράστηκαν οι ανησυχίες για πιθανές παθογένειες που μπορεί να προκύψουν. Το παρελθόν το έχει κρίνει ο χρόνος. Ας τον αφήσουμε να κρίνει και το παρόν. Ας ελπίσουμε ότι στο πέρασμα του χρόνου θα γίνουμε λιγάκι πιο σοφοί.
Φεύγοντας από το Κέντρο για ποια πράγματα είσαι περήφανος και για ποια μπορεί και να έχεις ενδοιασμούς ή να μετανιώνεις από τη θητεία σου;
Εχω αναφερθεί σε αυτά που πιστεύω ότι κάνουν υπερήφανους όχι μόνο εμένα, αλλά όλα τα μέλη που πέρασαν από το ΔΣ. Στεναχωριέμαι κυρίως γιατί δεν μπορέσαμε να κάνουμε όσα σχεδιάσαμε, ή επιθυμούσαμε να σχεδιάσουμε για την αποκατάσταση της σχέσης ελληνικής ταινίας και ελληνικού κοινού. Δυστυχώς οι περιορισμένοι πόροι και η υποστελέχωση (απόρροια και αυτό των πόρων), σε σχέση με την πίεση του χρόνου και τις προτεραιότητες που υπήρχαν δεν άφησαν πολλά περιθώρια.
Μετά από πολύχρονη θητεία στο ΕΚΚ και στους μηχανισμούς στήριξης του ελληνικού σινεμά, ποιο θα ήταν ένα οριστικό σχέδιο για την ανάπτυξη και την εξέλιξή του; Θα μπορούσες να μας πεις τις ευθείες γραμμές που θα έπρεπε να ακολουθηθούν; Τα πρώτα πέντε πράγματα που θα έπρεπε να γίνουν;
Ο κινηματογράφος απέκτησε το 2000 τον «ειδικό φόρο επί του κινηματογραφικού εισιτηρίου», με σκοπό τη χρηματοδότηση της ελληνικής κινηματογραφικής παραγωγής, έγινε δηλαδή αυτοχρηματοδοτούμενος και όχι κρατικοδίαιτος όπως ορισμένοι τον δυσφημούσαν. Δυστυχώς ο φόρος αυτός καταργήθηκε το 2015 (από λάθος των τότε κυβερνώντων) και έμεινε μετέωρη η χρηματοδότηση του κινηματογράφου μας. Κάπως έτσι επιστρέψαμε στη λογική των κρατικών ενισχύσεων.
Το παράδειγμα αυτό είναι ενδεικτικό για να καταλάβουμε ότι οι πηγές χρηματοδότησης, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες της Ε.Ε, πρέπει να προκύπτουν από τη χρήση των κινηματογραφικών και οπτικοακουστικών έργων ως αντιστάθμισμα της χρήσης αυτής, αλλά και ως ανάγκη ανατροφοδότησης του καλλιτεχνικού δυναμικού, των νέων τάσεων και δημιουργών. Στη Γαλλία το 2023, το CNC, το γαλλικό κέντρο κινηματογράφου, είχε προϋπολογισμό 610 εκατομμύρια ευρώ. Πόσα προέρχονταν από τον κρατικό προϋπολογισμό; Μηδέν! Γιατί έχουν δημιουργήσει ένα ισχυρό νομικό σύστημα, αξιοποιώντας τα περιθώρια και τις ευκαιρίες που δίνει η Ε.Ε, επιβάλλοντας τη φορολόγηση αλλά και την υποχρέωση σε επένδυση όλου του δικτύου που χρησιμοποιεί το οπτικοακουστικό (αίθουσες, DVD, VOD, κανάλια, πλατφόρμες κλπ.). Στην Ελλάδα κουτσουρεμένα εφαρμόσαμε για μερικά χρόνια το τέλος στην αίθουσα. Επιβάλαμε το 1,5% για την επένδυση από τα κανάλια σε ταινίες. Ο νόμος δεν εφαρμόστηκε από τα περισσότερα κανάλια, τα οποία όμως χρηματοδοτούνται από το Cash rebate του ΕΚΟΜΕ.
Το Cash rebate έχει καθιερωθεί διεθνώς ως αντισταθμιστικό όφελος που παρέχεται σε αλλοδαπές παραγωγές που πραγματοποιούν εργασίες σε μία χώρα, ως αντιστάθμισμα των ωφελειών που απολαμβάνει η χώρα. Δεν αποτελεί κύριο εργαλείο για την ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς, γιατί αφού είναι αυτόματο σύστημα, πρέπει να έχει πλαφόν ετήσιας δαπάνης αλλιώς εκτροχιάζεται.»
Το Cash rebate έχει καθιερωθεί διεθνώς ως αντισταθμιστικό όφελος που παρέχεται σε αλλοδαπές παραγωγές που πραγματοποιούν εργασίες σε μία χώρα, ως αντιστάθμισμα των ωφελειών που απολαμβάνει η χώρα. Δεν αποτελεί κύριο εργαλείο για την ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς, γιατί αφού είναι αυτόματο σύστημα, πρέπει να έχει πλαφόν ετήσιας δαπάνης αλλιώς εκτροχιάζεται. Βέβαια υπάρχουν τρόποι να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη του Cash rebate ή να εκφραστεί πολιτική μέσω αυτού, βάζοντας ένα σύστημα μοριοδότησης (π.χ. αν το γύρισμα πραγματοποιείται σε περιοχή που δεν έχουν πραγματοποιηθεί πολλές παραγωγές, πόσοι συντελεστές είναι Ελληνες ή Ευρωπαίοι εγκαταστημένοι στην Ελλάδα κλπ). Τη λογική αυτή ακολουθούν αρκετές χώρες όπως η Αυστρία για την ενίσχυση «πράσινων πρακτικών».
Σε σχέση με την ανάπτυξη της εγχώριας κινηματογραφίας και εν γένει της οπτικοακουστικής βιομηχανίας το κυριότερο εργαλείο είναι η καθιέρωση ισχυρών και αποτελεσματικών φορολογικών κινήτρων τα οποία δημιουργούν συνθήκες για την είσοδο «νέου χρήματος» στην παραγωγή. Το σημαντικό πλεονέκτημα του εργαλείου αυτού, είναι ότι δεν κινδυνεύει η δυναμική της ανάπτυξης της εγχώριας παραγωγής από την εξάντληση των πόρων ενός φορέα.
Γιατί το ελληνικό σινεμά είναι πάντα «υπό» σε αυτή τη χώρα; Ακόμη και οι βελτιώσεις σε τομείς, δεν μοιάζουν ικανοί να το βοηθήσουν πραγματικά.
Αν δεν καταλάβουμε το σημαντικό ρόλο του κινηματογράφου ως πολιτιστικού όπλου, αλλά και του ρόλου που διαδραματίζει διεθνώς μέσω του οπτικοακουστικού τομέα, δεν θα επέλθει κάποια …επανάσταση. Μονίμως ξεχνάμε ότι ο κινηματογράφος είναι η τέχνη που ταξιδεύει πιο εύκολα προς κάθε πολίτη του κόσμου. Δεν απαιτεί τη μεταφορά των έργων του ως φυσικές οντότητες (εκθέσεις) ή των καλλιτεχνικών συντελεστών (θέατρο) και αντίστοιχα αποκλειστική φυσική παρουσία του θεατή για τη διάρκεια του γεγονότος. Η μουσική και ο κινηματογράφος φτάνουν παντού. Για χρόνια μία ευρέως αναγνωρίσιμη εικόνα της Ελλάδας είχε ταυτιστεί με τον «Ζορμπά» και το συρτάκι του, λόγω της παγκόσμιας επιτυχίας της ταινίας του Μιχάλη Κακογιάννη. Η Δανία, με τον μισό πληθυσμό της Ελλάδας και τη μισή γλωσσική εμβέλεια, κατέκτησε διεθνώς σημαντική πολιτιστική θέση χάρη στο σινεμά της, που προέκυψε από σοβαρή εθνική στρατηγική και γενναία επένδυση.
Το ΕΚΟΜΕ και γενικά όλο το θέμα των παραγωγών στην Ελλάδα υπήρξε βοηθητικό για το ελληνικό σινεμά;
Στην αρχή ναι και πολύ μάλιστα. Αυτό, όμως, από ένα σημείο και μετά δημιουργεί μη βιώσιμες καταστάσεις, οι οποίες ενίοτε δύσκολα ελέγχονται, με αποτέλεσμα να γίνει μπούμερανγκ. Κάτι σαν μεγέθυνση (όχι ανάπτυξη) ή κάτι σαν «φούσκα». Η πολιτική για τον κινηματογράφο και το οπτικοακουστικό αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο όταν είσαι σε θέση να αξιολογήσεις σωστά το παρόν, να το μελετήσεις σε βάθος και να προτείνεις ένα βιώσιμο αναπτυξιακό μοντέλο, συμβατό με την υπάρχουσα πραγματικότητα, αλλά και προσαρμοσμένο στις δυνατότητες της εγχώριας παραγωγικής μηχανής. Ηδη παρατηρούνται στρεβλώσεις που επηρεάζουν την ελληνική παραγωγή. Ελλειψη ανθρώπινου δυναμικού, άνοδος των τιμών ορισμένων υπηρεσιών κ.ά.
Γιατί ακόμη και κινηματογραφιστές, αλλά και άνθρωποι που δουλεύουν στις ξένες παραγωγές μιλούν για μια χώρα που κάνει «σέρβις» στους ξένους; Θέλουμε επιτέλους μια ψύχραιμη απάντηση.
Με δυο λόγια, το παράδειγμα της Μάλτας είναι ενδεικτικό. Η χώρα αυτή έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο στούντιο για τις μεγάλες αμερικανικές παραγωγές. Πράγματι, ο κόσμος έχει δουλειά και υψηλά μεροκάματα, αλλά ως γρανάζι ενός βιομηχανικού μοντέλου που απαιτεί εργατικό και όχι δημιουργικό προσωπικό. Η χώρα κινηματογραφικά τείνει να εξαφανιστεί και η δημιουργικότητα των νέων δεν βρίσκει έδαφος για να αναπτυχθεί.
Αν δεν καταλάβουμε το σημαντικό ρόλο του κινηματογράφου ως πολιτιστικού όπλου, αλλά και του ρόλου που διαδραματίζει διεθνώς μέσω του οπτικοακουστικού τομέα, δεν θα επέλθει κάποια …επανάσταση. Μονίμως ξεχνάμε ότι ο κινηματογράφος είναι η τέχνη που ταξιδεύει πιο εύκολα προς κάθε πολίτη του κόσμου.»
Γιατί η Ελλάδα δεν επιλέγει να ακολουθεί πετυχημένα μοντέλα του εξωτερικού και να τα αναπαράγει, παρά θέλησε πολλές φορές να κάνει πρωτοτυπίες που τελικά γύρισαν κατά του σινεμά και της βιομηχανίας;
Σοβαρό ερώτημα, που ίσως χρήζει και ψυχανάλυσης. Αν και κάποιες φορές τα πράγματα δεν ήταν τόσο σύνθετα: σε θέσεις κλειδιά για τις αποφάσεις βρέθηκαν άνθρωποι με έλλειψη οράματος και άγνοια της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, οι οποίοι επιδίωκαν μικροπολιτική διαχείριση αιτημάτων. Για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, στο παρελθόν η «κινηματογραφική κοινότητα» δεν βοήθησε αξιοποιώντας τον σημαντικότατο ρόλο της. Ανέχτηκε παθογένειες (ημέτεροι, μεγαλόσχημοι και επώνυμοι) και έτσι η κατάσταση έφτασε στο σημείο της ύβρεως, μια κομβική στιγμή, κατά την οποία γεννήθηκε ως αντίδραση η «Ομίχλη».
Γιατί το ελληνικό σινεμά ακόμα μοιάζει να μην έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη του κοινού; Φταίνε οι ταινίες, φταίει η προώθησή τους, φταίει η διανομή, φταίει η παιδεία του κοινού;
Δεν έχουμε αναπτύξει μια στρατηγική για την ανάδειξη του ελληνικού σινεμά στον Ελληνα θεατή. Το ξεκινήσαμε στο ΕΚΚ με την ημέρα ελληνικού σινεμά αλλά δε φτάνει ούτε μια μέρα ούτε η μία χρονιά που έγινε, για να ανατραπεί μια δυσφήμηση που πηγάζει από τη δεκαετία του ΄80. Είναι αστείο ελληνικές ταινίες να παίζονται σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και να κατακτούν το κινηματογραφόφιλο κοινό και εδώ να μην προσεγγίζουν την αντίστοιχη επιτυχία. Ενδεικτική η περίπτωση του Λάνθιμου που ξεκίνησε με τη στήριξη του ΕΚΚ, αλλά κατέκτησε την αποδοχή του ελληνικού κοινού όταν αναγνωρίστηκε διεθνώς.
Θέλουμε φεστιβαλικές ταινίες παρότι συχνά αγκομαχούν στο box office, ή εμπορικές ταινίες που δεν ταξιδεύουν στο εξωτερικό; Ποια είναι η δική σου θέση;
Θέλουμε καλές ταινίες στο είδος τους. Δε μπορεί να υποχρεώσουμε (και δεν πρέπει) τους σκηνοθέτες και τους παραγωγούς να προσανατολίζονται σεναριακά σε αυτό το δίλημμα. Εξάλλου υπάρχουν ένα σωρό ευρωπαϊκές ταινίες με φεστιβαλική επιτυχία που ακολουθούν και την αντίστοιχη επιτυχία στις αίθουσες. Είναι αλήθεια ότι το αντίστροφο είναι σπάνιο.
Τι είναι τα επόμενα σχέδια σου; Θα αναλάμβανες εύκολα μια θέση σε κάποιον από τους διάφορους οργανισμούς που σχετίζονται με το ελληνικό σινεμά;
Εύκολα όχι. Ολα αυτά τα χρόνια δεν έχω αρνηθεί τη συμμετοχή μου σε θέσεις, και επιτροπές που έδιναν το περιθώριο εφαρμογής πολιτικών και πρακτικών που, κατά τη γνώμη μου, θα προσέφεραν αναβαθμισμένες δυνατότητες στο ελληνικό σινεμά. Για να δεχθώ όμως, πάντα εξετάζω αν οι προθέσεις γι΄ αυτό υπάρχουν.
Σκέφτεσαι μήπως να κάνεις ταινία;
Ναι, γι’ αυτό βρέθηκα στο σινεμά από πολύ νέος, τα άλλα ήρθαν μετά. Ηδη συνεχίζω ένα δοκίμιο/ντοκιμαντέρ, που είχα ξεκινήσει πριν αναλάβω καθήκοντα στο ΕΚΚ, για τον ποταμό Εβρο. Ενα ποτάμι σύνορο που φέρνει ζωή σε όσους ζουν στις παραποτάμιες καλύβες, καταστροφή για τους αγρότες όταν πλημυρίζει και θάνατο για όσους προσπαθούν να περάσουν παράνομα. Παράλληλα ξεσκονίζω ένα παλιό σενάριο επιστημονικής φαντασίας που είχε γραφτεί προ Covid και σχετίζεται με έναν ιό (Herbal Death Virous) που «αφανίζει» την ανθρωπότητα.