Ενας εργολάβος οικοδομικών έργων μαθαίνει ότι ο αποξενωμένος γιος του έχει συλληφθεί για διακίνηση ναρκωτικών και απειλείται με καταδίκη και πολύχρονη φυλάκιση. Ο πατέρας του καταφέρνει να αποσπάσει από τον διεφθαρμένο εισαγγελέα μία συμφωνία: να ανακαλύψει ο ίδιος τους μεγαλέμπορους ναρκωτικών και να τους παραδώσει με αντάλλαγμα την απελευθέρωση του παιδιού του. Ετσι βουτά σ' έναν κόσμο που η κάθε του κίνηση μπορεί να είναι η τελευταία και η επιβίωσή του απαιτεί όλο του το κουράγιο, την εξυπνάδα και την ευρηματικότητα.
Υπάρχει κάτι εκ προοιμίου λάθος στο θέαμα του Ντουέιν Τζόνσον (πρώην, αλλά και πάντοτε The Rock), να προσπαθεί να υποδυθεί, κάτι άλλο από την υπερθετική φιγούρα ενός ήρωα μιας περιπέτειες, ή ακόμη και την κωμική καρικατούρα ενός τεράστιου άντρα που γίνεται το αντικείμενο του γέλιου.
Στην ταινία του Ρικ Ρόμαν Βο, δοκιμάζει να υποδυθεί έναν συνηθισμένο άνθρωπο, έναν πατέρα που θα φτάσει στα άκρα για να σώσει τον γιο του, αλλά εκτός από την ταινία που τον περιβάλλει, δυστυχώς δεν υπάρχει τίποτα το συνηθισμένο στην φιγούρα του.
Ο Τζόνσον, τεράστιος, μονολιθικός σχεδόν και με μια ερμηνευτική γκάμα που είναι τόσο άκαμπτη όσο και η τετράγωνη φιγούρα του, δεν γίνεται στιγμή πιστευτός στον ρόλο του οικογενειάρχη και πατέρα. Δεν φταίει ο ίδιος απαραίτητα (αν και λίγο ταλέντο θα βοηθούσε) αλλά το ότι είναι ο απολύτως λάθος άνθρωπος στον λάθος ρόλο.
Οταν όμως οδηγεί μια τεράστια νταλίκα στην εθνική οδό ενώ γύρω του οι σφαίρες πέφτουν σαν χαλάζι, η φιγούρα του αποκτά τις κανονικές της διαστάσεις (είναι ίσως και η σύγκριση με την τριαξιονική νταλίκα) και το φιλμ αποκτά λίγο από το ύφος της περιπέτειας που κατά κάποιο τρόπο ήσουν σίγουρος ότι θα είναι.Γιατί ακόμη κι αν ο The Rock στην αφίσα σε προετοιμάζει για ξεχείλισμα αδρεναλίνης, το «Καρφί» μοιάζει περισσότερο με οικογενειακό δράμα ή με μια ταινία με κοινωνικό μήνυμα παρά με μια καθαρόαιμη περιπέτεια. Βασισμένη σε αληθινά γεγονότα (ακόμη κι αν δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε ότι περιλάμβαναν τόσο εντυπωσιακές ανατροπές αυτοκινήτων, το φιλμ θέλει να μιλήσει εκτός των άλλων και για τον τρόπο που οι κατηγορούμενοι για εγκλήματα που αφορούν στην χρήση ναρκωτικών αντιμετωπίζονται στις Η.Π.Α., με το σύστημα να εξαντλεί πάνω τους την σκληρότητά του.
Και θέλει να το κάνει με όσο το δυνατόν πιο σοβαρό τρόπο προσθέτοντας στο καστ ηθοποιούς όπως η Σούζαν Σαράντον στον ρόλο της εισαγγελέα που ενδιαφέρεται περισσότερο για την καριέρα της παρά για την δικαιοσύνη, ή την Μελίνα Κανακαρίδη στον ρόλο της πρώην γυναίκας του ήρωα.
Η απόπειρα είναι κατά κάποιο τρόπο αξιέπαινη, μια ταινία με δράση αλλά και μυαλό, αλλά το αποτέλεσμα δεν δικαιώνει τις προθέσεις. Ούτε το ένα, ούτε το άλλο σκέλος αυτού του χλιαρού δίπολου καταλήγει να σε ικανοποιεί απόλυτα, με τις σκηνές του σαματά και των πυροβολισμών να μην δείχνουν αρκετές σε όσους πήγαν ακριβώς γι αυτές να δουν την ταινία, όσο για την ουσία, μοιάζει να συμπυκνώνεται κυρίως στην κάρτα που κλείνει το φιλμ για να δώσει ακόμη και σε όσους δεν κατάλαβαν στην πορεία το μήνυμα που ήθελε η ταινία να περάσει.
Δεν είναι ότι η ταινία είναι κακή, όσο ότι είναι χλιαρή κι άνευρη, προφανής και γνώριμη. Περισσότερο απ οτιδήποτε άλλο, περισσότερο απ ότι προσπαθεί να γίνει, θυμίζει τηλεοπτικό επεισόδιο από εκείνες τις σειρές με δικηγόρους που στην δέκατη σεζόν τους, αφού τα έχουν πλέον δείξει όλα, δεν ενδιαφέρονται καν να σε εκπλήξουν με κανέναν τρόπο κι απλώς επαναλαμβάνουν αξιοπρεπώς αλλά με κανένα πάθος, τις ίδιες μηχανικές κινήσεις και ιστορίες.