Ο Χοσέ είναι ένας μοναχικός και ντροπαλός άνδρας. Ένα πρωινό, πηγαίνει για καφέ στο μπαρ όπου δουλεύει η Άνα. Ο ερχομός του στη ζωή της, δίνει κουράγιο στην Άνα, αφού πέρασε οχτώ χρόνια περιμένοντας τον Κούρο, τον σύζυγό της, να εκτίσει την ποινή του. Ο Κούρο βγαίνει ελπίζοντας πως θα μπορέσει να ξεκινήσει απ’ την αρχή με την Aνα. Στη θέση της όμως βρίσκει μια μπερδεμένη γυναίκα κι έναν ξένο που θα τον αναγκάσει να αντιμετωπίσει τα φαντάσματα του παρελθόντος.

Ξεκινώντας εντυπωσιακά με μια ληστεία ενός κοσμηματοπωλείου που θα πάει στραβά, το φιλμ του Ραούλ Αρεβάλο βρίσκει στην συνέχεια τον ρυθμό του μέσα από μια ιστορία και την αφήγησή της, που χτίζει την ένταση και την δύναμή της με έναν πολύ πιο υπόκωφο τρόπο.

Μέσα από τις μικρές λεπτομέρειες που Χοσέ, ο χαρακτήρας του Αντόνιο ντε λα Τόρε σε αφήνει να υποπτευθείς, από την εξαιρετικά βάσιμη υποψία ότι κάτι πολύ πιο σκοτεινό κρύβεται πίσω από την ήρεμη, τρυφερή συμπεριφορά του, από το ενδιαφέρον του για την Ανα, από την φιλία του με τον αδελφό της, τις μέρες που περνά στο μπαρ, την εμμονή του με την ληστεία που διέπραξε ο άντρας της που βρίσκεται στην φυλακή.

Κι αντίθετα από την πρώτη σεκάνς του φιλμ που είναι γυρισμένη με τον εντελώς αντίθετο τρόπο, το υπόλοιπο φιλμ χτίζει τον ρυθμό του με υπομονή και παρατηρητικότητα, μέσα από σιωπές και παύσεις, μέσα από μυστικά και γεμάτα νόημα βλέμματα, που όσο η ώρα περνά πιέζουν όλο και περισσότερο τον μοχλό μια μεγεθυνόμενης ανησυχίας.

Χωρισμένη σε τέσσερα κεφάλαια, («Το Μπαρ», «Η Οικογένεια», «Ανα» και «Κούρο»), η «Οργή» θυμίζει το ύφος ενός νεό νουάρ, ή ενός κάθε άλλο παρά τυπικού φιλμ για την εκδίκηση ή την σωτηρία. Και είναι στο τέταρτο κεφάλαιό του, όταν ο Κούρο θα βγει από την φυλακή όπου ο Αρεβάλο κι Χοσέ, θα δείξουν τις αληθινές προθέσεις τους, δίνοντας στο σχέδιο της εκδίκησης του ήρωα και στην ίδια την ταινία το αληθινό της μέγεθος.

Και στην ανοιχτοί μιας εξοχής κάτω από το σκληρό φως του νότου, το φιλμ του Αρεβάλο θα γίνει ένα σκληρό νεο-γουέστρεν, μια ταινία εκδίκησης που δεν φοβάται την βία αλλά που ενδιαφέρεται περισσότερο για τον αντίκτυπό της και τις πληγές που αφήνει όχι στο σώμα μα σε ότι το κατοικεί.

Και κάπως έτσι θα χτίσει ένα σκληρό μα και εντυπωσιακό φιλμ, για τις συνέπειες των πράξεων μας, για εκδίκηση, την εμμονή, το βάρος των λαθών, το τίμημα της βίας. Μια ταινία που ξέρει να χρησιμοποιεί την γλώσσα ενός σινεμά είδους μπολιαζοντάς την με ενδιαφέρουσες κι απρόβλεπτες αναφορές χτίζοντας από την αρχή μια ιστορία που σου κρατά το ενδιαφέρον ως το τέλος με ένα σασπένς κινηματογραφικό μα την ίδια στιγμή κυρίως ψυχολογικό.