Το γεγονός ότι κανένα κορίτσι που πάσχει από XP (μελαγχρωστική ξηροδερμία) δεν μοιάζει με την κοκκινομάλλα και φρεσκότατη Μπέλα Θορν, είναι το μικρότερο πταίσμα σ' αυτό το εφηβικό ρομαντικό δράμα που φροντίζει να πατήσει το κουμπί «κλάμα» ακριβώς τη σωστή στιγμή ώστε να προλάβεις την εκτόνωση πριν ανάψουν τα φώτα της αίθουσας.
Ο Σκοτ Σπιρ, παραγωγός και σκηνοθέτης άφθονων βίντεο-κλιπ αλλά και με την υπογραφή του στο «Step Up Revolution», αναλαμβάνει να προκαλέσει νεανικά χτυποκάρδια με το ριμέικ της ομότιτλης ιαπωνικής ταινίας του 2006 του Νοριχίρο Κοϊζούμι, επιλέγοντας όχι να εντείνει την παραμυθένια υφή της πρωτότυπης ταινίας, αλλά να την κάνει πιο αληθοφανή, με άστοχα αποτελέσματα.
Η Κέιτι είναι μια 17χρονη κοπέλα - πανέμορφη, λαμπερή, δροσερή, ταλαντούχα μια και συνθέτει τραγούδια και παίζει κιθάρα ώστε να μπορεί η Μπέλα Θορν και να αναδείξει τα μπαλαντο-ποπ ταλέντα της - που έχει μεγαλώσει εγκλωβισμένη στο σπίτι της, προστατευμένο από αντηλιακά φίλτρα: πάσχει από αυτή την ξηροδερμία, χάρη στην οποία η παραμικρή έκθεση στον ήλιο μπορεί να προκαλέσει μοιραία βλάβη στο DNA. Στην Ιαπωνία (γενέτειρα της ταινίας), η ασθένεια πλήττει ένα άτομο στις 40.000, γι' αυτό και οι Γιαπωνέζες προστατεύονται επισταμένα από τον ήλιο. Στον Δυτικό κόσμο, το ποσοστό είναι ένα άτομο στο εκατομμύριο, πράγμα που «κάνει την Κέιτι τόσο πιο ιδιαίτερη», όπως δηλώνει ο στοργικός, αφοσιωμένος πατέρας της και την ταινία τόσο πιο μη πειστική.
Καθώς ο μπαμπάς της Κέιτι της επιτρέπει - μαζί με την υπέροχη, υπομονετική και στωική κολλητή της ή χωρίς - να βγαίνει τα βράδια και να τραγουδά στους δρόμους και στον σταθμό του τρένου, εκείνη θα γνωρίσει το golden boy του σχολείου, Τσάρλι, που υποδύεται ο Πάτρικ - γιος του Αρνολντ και της Μαρία Σράιβερ - Σβαρτσενέγκερ. Εννοείται οι δυο έφηβοι θα ερωτευτούν με πάθος, παρότι η Κέιτι θα κρύψει την αλήθεια από τον Τσάρλι, γιατί θέλει να νιώσει φυσιολογικό κορίτσι. Μόνο που τίποτα δεν μένει κρυφό κάτω από τον ήλιο!
Ακολουθώντας πιστά μια all-american αισθητική, από τα εκφραστικά μονοδιάστατα πρόσωπα των πρωταγωνιστών του ως την αποτύπωση της μικρής, ασφαλούς παραθαλάσσιας πόλης κοντά στο Σιατλ, ο Σπιρ εναλλάσσει τα χρώματα της ταινίας του από το ζεστό πορτοκαλί της - επιθυμητής - μέρας στο απωθητικό κιτρινοπράσινο του κλειστού σε τέσσερις τοίχους σύμπαν της Κέιτι, τόσο έντονα που θέλεις κι εσύ να την προτρέψεις να βγει μια βολτίτσα στον αέρα. Η συναισθηματική κλιμάκωση της ιστορίας είναι τόσο χειριστική που ταινίες σαν το «The Fault in Our Stars» μοιάζουν με Ντοστογιέφσκι μπροστά της.
Η σχέση της Κέιτι με τη - μετριότατη - μουσική που δημιουργεί και που, ως δια μαγείας, φτάνει στα FM, διατρέχει ολόκληρο το φιλμ, εντείνοντας την έλλειψη ρεαλισμού του. Ο οποίος δεν εκτοξεύεται, τουλάχιστον, στη σφαίρα του φανταστικού, ή του παραμυθιού, που θα είχε ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον μια και ηρωίδα είναι ένα νυχτόβιο κορίτσι. Αλλά ακόμα χειρότερα, η ταινία δεν κάνει τον παραμικρό κόπο για μια φροντίδα στους χαρακτήρες των ηρώων ή στους διαλόγους τους, καθώς περνούν το μοιραίο ρομάντζο τους, καταστάσεις ζωής και θανάτου, σχέσεις καθοριστικές, μιλώντας μόνο με «it's... it's... it's wow» και «you're so... you're so... your're so cool», λες και η ξηροδερμία επηρεάζει και τις γνωστικές λειτουργίες της ασθενούς και των γύρω της. Καταλήγοντας μ' ένα teen movie που, με δυο λόγια, it's so... it's so... silly.