Ενας κλέφτης θάβει τη λεία του σε ένα λόφο στη μέση του πουθενά, μεταμφιέζοντάς το σε τάφο, λίγο πριν τον συλλάβουν και τον κλείσουν στην φυλακή. Οταν βγαίνει, χρόνια μετά, θα αντικρίσει έκπληκτος πως στο μέρος όπου κρύβεται η νέα του ζωή έχει χτιστεί ένας ναός σε έναν Αγνωστο Αγιο και δίπλα ακριβώς ένα ολόκληρο χωριό που ζει στους ρυθμούς της πίστης στα θαύματα του.
Ενα χωριό φτιαγμένο από σκόνη και πέτρες, όπου η πίστη στον... τάφο του Αγιου έχει αντικαταστήσει την επιστήμη, τα σκυλιά είναι πιο απαραίτητα από τα παιδιά, το μετεωρολογικό δελτίο ωχριά μπροστά στις ομαδικές (και λίγα άτομα αρκούν...) προσευχή για βροχή, οι γυναίκες επισκέπτονται καθημερινά το στέκι τους που είναι το... ιατρείο, ο μοναδικός κουρέας της περιοχής βγάζει πολλά χρήματα φτιάχνοντας χρυσά δόντια (ακόμη και για ζώα) και οι μέρες και οι νύχτες περνούν με το ρυθμό του μόχθου για μια καλύτερη ζωή αλλά και μιας παρατεταμένης απραξίας.
Ο κλέφτης θα μετακομίσει εκεί αποφασισμένος να πάρει αυτό που του ανήκει, μόνο που το σχέδιο του, σε συνεργασία με έναν πρώην, όχι και τόσο έξυπνο, συγκρατούμενό του, να εξουδετερώσουν το φύλακα και το σκύλο του και να εισβάλλουν κρυφά στο ναό θα αποβεί πολύ πιο δύσκολο απ’ όσο φαντάζεται. Οχι μόνο γιατί οι φρουροί του ναού δείχνουν μια πρωτοφανή ανθεκτικότητα, ούτε γιατί θα ανακαλύψουν έκπληκτοι δεν είναι οι μόνοι που θέλουν να «καταστρέψουν» το ναό, αλλά κυρίως γιατί οι ίδιοι, όσο περισσότερο γνωρίζουν την μικροκοινωνία του χωριού και βρίσκονται κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Αγνωστου Αγίου, αρχίζουν να… πιστεύουν.
Φτιαγμένο από υλικά που σπανίζουν σε μια εποχή όπου η «έννοια» της κωμωδίας μοιάζει να χάνεται ανάμεσα σε καταχρηστικά αστεία και φαρσικές υπερβολές, το ντεμπούτο του Αλάα Εντίν Αλζέμ μοιάζει να έρχεται οπλισμένο και με φόρα από την παράδοση του Ζακ Τατί, του Ακι Καουρισμάκι και εν γενεί του σκανδιναβικού χιούμορ, αλλά του πιο πρόσφατου σινεμά των πρώτων ταινιών του Ρουμάνου Κορνέλιου Πορομποίου - ένα μείγμα σωματικής κωμωδίας, κωμωδίας του παραλόγου και κωμωδίας που κρύβει μέσα της ένα αρχετυπικό υπαρξιακό δράμα.
Σάτιρα μιας ολόκληρης κοινωνίας που αρνείται να αφήσει πίσω της το παρελθόν, αλλά ταυτόχρονα και μια τρυφερή ματιά πάνω σε ανθρώπινες φιγούρες που μοιάζουν να έχουν βγει από κάποιο μύθο, αλλά έχουν τις ρίζες τους στην πραγματικότητα μιας χώρας που ζει στο μεταίχμιο της παράδοσης και της προόδου πασχίζοντας για την επιβίωση, το «Θαύμα του Αγνώστου Αγίου» χτίζεται πάνω σε απλές αλλά περίτεχνα γραμμένες και εκτελεσμένες βινιέτες που ενορχηστρώνονται σε ένα αφοπλιστικό σύνολο. Εξωφρενικές καταστάσεις και διάλογοι του παραλόγου διαδέχονται μελαγχολικές σιωπές και δράση που απλώνεται στο χώρο και το χρόνο, φτιάχνοντας έτσι μια ταινία δύο ταχυτήτων: μια περιπέτεια - πέστο και heist movie - που δομείται πάνω στις προσπάθειες του κεντρικού ήρωα να βρει τρόπο να μπει στο ναό και πάρει τη λεία του και ταυτόχρονα μια λαϊκή κωμωδία που σχολιάζει τις έννοιες της πίστης και του θαύματος, ενώνοντας πάνω στην επανάληψη (και με την καλή και με την κακή έννοια) όλες τις ευθείες γραμμές σε ένα ανάλαφρο, καλοκουρδισμένο, ξεκαρδιστικό, αιφνίδια εκεί που δεν το περιμένεις ξεκαρδιστικό και συγκινητικό παραμύθι για κάθε εποχή.
Μετά το τέλος του, το «Θαύμα του Αγνώστου Αγίου» μοιάζει όντως σαν να έχεις γίνει μάρτυρας ενός μικρού θαύματος - ενός σινεμά, δηλαδή που μπορεί να κοιτάξει τη ζωή λίγο αλλιώς και να ανατρέψει με άποψη τα κλισέ, κάνοντας τον μέχρι πρότινος «άγνωστο» σκηνοθέτη του ένα όνομα που πρέπει να σημειώσουμε σίγουρα για το μέλλον.