Οταν μαθαίνεις ότι ο πρωταγωνιστής της ταινίας, ο 33χρονος Ματιέ είναι συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων βρίσκεσαι ήδη μέσα σε ένα policier – όχι από αυτά στα οποία διέπρεψε άλλοτε το γαλλικό σινεμά με παράνομους και αστυνόμους, αλλά από τα άλλα, αυτά που καταγράφουν το μεγάλο μυστήριο της ζωής, των αναπάντεχων διαδρομών που ενώνουν τους ανθρώπους, τα μυστικά και τις ενοχές που συνήθως τους κρατάνε μακριά.
Δεν υπάρχει ούτε ένα λεπτό στο φιλμ του Φιλίπ Λιορέ (αξίζει κανείς να θυμηθεί ή να ανακαλύψει το «Welcome» του 2009 που τον έκανε διάσημο) που να μην ερμηνεύεται διττώς ή με ερμηνείες που ο κάθε θεατής επιθυμεί να αποδώσει σε αυτήν την τόσο απλή ιστορία ενός νεαρού που μαθαίνει πως ο πραγματικός του πατέρας έχει πεθάνει και πως αυτή είναι η μεγαλύτερη του ευκαιρία να μάθει όσα μπορεί περισσότερα για τον άνθρωπο που τον έφερε στη ζωή.
Η απλότητα και οι (σε στιγμές υπερβολικά) διακριτικές αποχρώσεις συναισθημάτων, αντιδράσεων και διαθέσεων γίνονται εδώ το βασικό υλικό για μια ατμόσφαιρα που πυκνώνει από τις αμφιβολίες καθώς περνάει η ώρα και ο Ματιέ προσπαθεί να γνωρίσει τα αδέρφια του, να μάθει την πραγματική ιστορία της γνωριμίας των γονιών του και να διαχειριστεί ταυτόχρονα τον άνθρωπο που τον έχει καλέσει από την Γαλλία στον Καναδά, ένα φίλο της οικογένειας που νιώθει ότι πρέπει να εκπληρώσει το χρέος του.
Ο ρυθμός είναι αργός – όπως οφείλει ίσως να είναι μια υπαρξιακή αναζήτηση που σε βρίσκει σε ξένο μέρος ανάμεσα σε ανθρώπους δεν γνωρίζεις. Η πορεία του Ματιέ μοιάζει ταυτόχρονα με αυτήν ενός εφήβου που βρίσκεται ενώπιον της ενηλικίωσής του και ενός αντι-ήρωα που βρίσκεται στο κέντρο ενός αστυνομικού μυθιστορήματος που ενώ όλοι γνωρίζουν την αλήθεια, κανείς δεν είναι πρόθυμος να την αποκαλύψει. Κάθε σελίδα του – σκηνοθετημένη με τον φέρνει πιο κοντά στην αλήθεια, αλλά τον απομακρύνει από όσα γνώριζε μέχρι σήμερα ό,τι μπορεί να ήταν η ζωή του.
Πολύ πριν το τρίτο μέρος – εκεί όπου το νιώθεις ότι θα υπάρξει ενός είδους αποκάλυψη, ο Λιορέ έχει ξεκαθαρίσει πως αυτό που τον ενδιαφέρει δεν είναι το ξάφνιασμα του θεατή απέναντι στην αλήθεια, αλλά η προσήλωσή του στη διαδρομή προς την αναζήτησή της. Οπως ακριβώς ο ήρωάς της ταινίας του, πριν μάθει την αλήθεια γύρω από την καταγωγή του, μαθαίνει πράγματα πιο σημαντικά: τις αντοχές του, τα καλώς ή κακώς καμωμένα της μέχρι σήμερα ζωής του, τον εαυτό του.
Λίγο πριν το φινάλε, ο Λιορέ γίνεται αβίαστα τρυφερός (με πολύτιμους βοηθούς τις ερμηνείες των Πιερ Ντελαντονσάμπ που γνωρίσαμε στο «Αγνωστο της Λίμνης» του Αλέν Γκιροντί και τον Γκαμπριέλ Αρκάντ – ειδικά στη σκηνή του «γιατρού»), έχοντας ωστόσο φτάσει εκεί μέσα από μια διαδρομή τόσο χαμηλότονη που εμποδίζει διαρκώς την ταινία του να γίνει το δράμα που νιώθεις ότι κρύβεται κάτω από το κομψό δέρμα της.