Το ντεμπούτο φιλμ του Φράνσις Λι έρχεται κουβαλώντας την φήμη του «βρετανικού «Brokeback Mountain» η οποία δεν πρόκειται να το εγκαταλείπει σύντομα. Στην πραγματικότητα, οι ομοιότητες με την υπέροχη ταινία του Ανγκ Λι εξαντλούνται στην ομοφυλοφιλική επιθυμία και στο βουνίσιο περιβάλλον, αφού το φιλμ του Φράνσις Λι μιλά με διαφορετικό τρόπο τόσο για τον έρωτα όσο και για τις μέρες μας.
Το γεγονός ότι ένας από τους δυο πρωταγωνιστές είναι ένας Ρουμάνος μετανάστης στην Μεγάλη Βρετανία του Brexit είναι ένα στοιχείο που δεν μπορεί παρά να γίνει αντιληπτό από έναν θεατή του σήμερα, όμως η πιο πολιτική άποψη της ταινίας δεν είναι άλλη από αυτή που μιλά για το δικαίωμα όλων μας μας στην προσωπική ευτυχία.
Γιατί αν το «Brokeback Mountain» μιλούσε για έναν έρωτα απαγορευμένο που μάχεται τις κοινωνικές συνθήκες, το φιλμ του Λι μιλά για τις εσωτερικές συνθήκες ενός χαρακτήρα που είναι αναμφίβολα δημιούργημα του περιβάλλοντός του και που πρέπει πάνω απ όλα να ξεπεράσει τις δικές του αγκυλώσεις κι εμπόδια.
Ο 24χρονος Τζόνι ζει και δουλεύει σε μια φάρμα του Γιορκσάιρ με τον πατέρα του που προσπαθεί να συνέλθει από μια καρδιακή προσβολή και την γιαγιά του που υποκαθιστά την μητέρα του, η οποία έχει εγκαταλείψει τον σκληρό, λασπωμένο, αδυσώπητο κόσμο της επαρχίας, της απομόνωσης της σκληρής δουλειάς.
Τυπικό lad της βρετανικής εργατικής τάξης ο Τζόνι έχει μάθει να δουλεύει τα πάντα εκτός από τα συναισθήματά του, και δοκιμάζει να βρει την διέξοδο από τα αδιέξοδά του στον πάτο των ποτηριών της μπίρας που κατεβάζει στην παμπ και στο γρήγορο σεξ με όποιον είναι έτοιμος να δεχτεί έναν γρήγορο γύρο με μηδενική τρυφερότητα και καμιά πιθανότητα εξέλιξης σε οτιδήποτε πιο ουσιαστικό.
Οταν όμως ο πατέρας του θα προσλάβει τον Γκιόργκι, έναν νεαρό Ρουμάνο εργάτη για να τους βοηθήσει με την γέννα των προβάτων και οι δυο τους θα βρεθούν μόνοι στην κορυφή ενός λόφου όπου βόσκουν τα πρόβατα για με εβδομάδα, η αρχική αντιπάθεια του για τον «γύφτο» εργάτη του και η ανταγωνιστικότητα μεταξύ τους, θα δώσει την θέση της σε μια ερωτική ένωση που σίγα σιγά μοιάζει να δίνει χώρο σε κάτι βαθύτερο και πιο ουσιαστικό.
Ο Λι με την βοήθεια των δύο εξαιρετικών πρωταγωνιστών του θα καταγράψει αυτή την διαδρομή με αληθοφάνεια κι ένταση, με τρυφερότητα αλλά και σκληράδα, χτίζοντας αφαιρετικά μα ανέλπιστα ολοκληρωμένα πορτρέτα των χαρακτήρων τους και δίνοντάς χώρο τόσο στην ερωτική τους σχέση –που κινηματογραφείται όσο ηλεκτρισμένα της αξίζει- αλλά και στην συναισθηματική τους πορεία, στον περίγυρό τους, στην μακριά διαδρομή που διασχίζουν για να μπορέσουν να είναι μαζί. Και μαζί το φιλμ σχηματίζει το σύνθετο πορτρέτο μιας Βρετανίας που δεν συναντάς συχνά στην οθόνη και μιας queer πραγματικότητας που δεν θα μπορούσε να είναι πιο μακριά από αυτή των μεγάλων αστικών κέντρων.
Βαθιά συγκινητικό, ρεαλιστικό μα κι ανέλπιστα λυρικό και πάνω απ όλα ελπιδοφόρο, το «God’s Own Country» δεν συστήνει απλά έναν ταλαντούχο δημιουργό, μα όπως και το «Moonlight», φέρνει το queer σινεμά στο (mainstream) προσκήνιο δίχως να θυσιάζει τίποτα από την δύναμη ή την μαχητικότητά του, μα δίνοντας την ίδια σημασία στο μήνυμα όσο και στο σινεμά.