Παλεύοντας επί δεκαετίες να απαλλαγεί από την κληρονομιά της απελπισίας και του αλκοολισμού που του άφησε ο πατέρας του Τζακ και να σβήσει τις τραυματικές μνήμες από το ξενοδοχείο Overlook, ο χαρισματικός Νταν Τόρανς, μεσήλικας πια, προσπαθεί να κρατήσει «κλειδωμένα» σε κουτιά του νου τα στοιχειά που συνεχίζουν να τον κατατρύχουν. Με την ελπίδα να αλλάξει ζωή, καταλήγει σε μια κωμόπολη του Νιου Χάμσαϊρ και, μέσω μιας νέας φιλίας, σε μια κοινότητα Ανώνυμων Αλκοολικών και σε μια δουλειά σε ένα γηροκομείο όπου, με όση δύναμη «λάμψης» του έχει απομείνει, προσφέρει την ύστατη ανακούφιση στους ετοιμοθάνατους.
Στους αυτοκινητόδρομους των ανατολικών πολιτειών, μια αίρεση που αποκαλείται «Αληθινός Δεσμός» ταξιδεύει με αυτοκινούμενα τροχόσπιτα αναζητώντας τροφή. Αν και φαινομενικά συνηθισμένα, τα μέλη της είναι απέθαντοι που ρουφάνε βαμπιρικά τον «ατμό» ζωής από τα θύματά τους ενώ τα θανατώνουν αργά και βασανιστικά. Έχουν μόλις «προσηλυτίσει» μια πανούργα έφηβη στους κόλπους τους, και τώρα ψάχνουν για την επόμενη πηγή ενέργειας που θα τους προστατέψει από τη φθορά του χρόνου.
Κάπου στην Ατλάντα, η μικρή Αμπρα, που ζει με τους γονείς της, έχει τις δικές της τηλεπαθητικές ικανότητες. Η δύναμη της «λάμψης» της είναι μεγάλη, όμως έχει μάθει να τη διαχειρίζεται από παιδάκι με σύνεση, θάρρος και αισιοδοξία. Μπορεί ακόμη να επικοινωνεί με άλλα άτομα ανάλογου χαρίσματος από χιλιάδες μίλια μακριά.
Οι τρεις ιστορίες διαπλέκονται βραδυφλεγώς στην κινηματογραφική διασκευή του μυθιστορήματος φρίκης «Δόκτωρ Ύπνος», που έγραψε ο Στίβεν Κινγκ το 2013 ως συνέχεια στη θρυλική του «Λάμψη» του 1977. Και ο παραλληλισμός της δράσης τους πυκνώνει μετά το πρώτο 60λεπτο της ταινίας του Μάικ Φλάναγκαν, έμπειρου μοντέρ και ικανού σκηνοθέτη ταινιών και σειρών τρόμου («Ο Καθρέφτης της Κολάσεως», «Το Παιχνίδι του Τζέραλντ», «Οι Δαίμονες του Χιλ Χάουζ»), μετά την τηλεπαθητική επαφή που εγκαινιάζουν ο Νταν και η Άμπρα μέσω ενός μαυροπίνακα κι αφότου το κορίτσι γίνεται εξ αποστάσεως «μάρτυρας» της άγριας σφαγής ενός αγοριού από την Ρόουζ, την ανελέητη –κι εξίσου χαρισματική- αρχηγό του Δεσμού.
Μέχρι που όλες καταλήγουν στον ίδιο χώρο της πηγής του κακού, το στοιχειωμένο ξενοδοχείο των Βραχωδών Ορών του Κολοράντο. Εδώ, στους δαιδαλώδεις διαδρόμους, τα στιγματισμένα από κρουνούς αίματος χολ, την απόκοσμη σάλα χορού, τα μισοερειπωμένα δωμάτια και τον χιονισμένο λαβύρινθο του Overlook θα γίνει η μεγάλη αναμέτρηση και θα επέλθει η κάθαρση που είχε σκανδαλωδώς στερήσει ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ από τον Στίβεν Κινγκ στη δική του, ανοιχτή σε ερμηνείες φιλμική «Λάμψη» του 1980.
Ο Φλάναγκαν σέβεται και τα δύο. Τόσο τον αγνωστικισμό του Κιούμπρικ, έτσι όπως προκύπτει από το σινεμά του αλλά και τις μαρτυρίες συνεργατών, απογόνων και μελετητών του, όσο και τον θεϊσμό του Κινγκ, του οποίου η μεθοδιστική ανατροφή διαποτίζει ολόκληρο το λογοτεχνικό του σύμπαν. Και συντονίζει αυτόν τον σεβασμό με την ψυχραιμία ενός επίμονου μελετητή, όπως και την επιδεξιότητα ενός δημιουργού που ξέρει πώς να επεξεργάζεται δάνεια.
Μπορεί τα μοτίβα του διαφορετικού και του καταραμένου να μοιάζουν εξαντλημένα μετά την επέλαση των X-Men και των κινηματογραφικών τους ομολόγων, όμως δε θα βρούμε εδώ ούτε τους χάρτινους χαρακτήρες ούτε και τα φθηνά τρικ των conceptual fantasies του συρμού. Μπορεί, ακόμα, ο σκηνοθέτης να το παρακάνει με την υποχρέωση να τιμήσει κάθε γωνιά και στοιχειό του κιουμπρικικού Overlook, όμως δεν υπάρχει ίχνος κακέκτυπου στην αναπαράστασή του και τίποτα σε αυτήν που να μην εντάσσεται οργανικά στην αφήγηση.
Αλλωστε, η κορύφωση που υπογραμμίζει τον φόρο τιμής είναι μονάχα η… κορύφωση σε ένα 2,5ωρο μεταφυσικό θρίλερ που έχει ακόμα να προτείνει ευρηματικά ανατριχιαστικές σεκάνς (και οι τρεις φασματικές συναντήσεις της μικρής Άμπρα με την ανηλεή Ρόουζ αξίζουν ανθολόγησης στο είδος) και δύο αποκαλυπτικές κατά τη γνώμη μας ερμηνείες που σκιάζουν ακόμη και την εκ των πραγμάτων αβανταδόρικη της καλής Ρεμπέκα Φέργκιουσον: εκείνες της απίθανα εκφραστικής Κάιλι Κέραν στον ρόλο της Αμπρα, και του Ζαν ΜακΚλάρνον, που υποδύεται τον Crow Daddy, υπαρχηγό της αίρεσης, με μια φυσικότητα τουλάχιστον ανησυχητική.