Σικάγο, 1968. Η πόλη φλέγεται από τις διαδηλώσεις, αλλά η Τζόι, σύζυγος γιατρού και μητέρα μίας έφηβης κόρης, κοιτά τα γεγονότα από την απόσταση του παστέλ, προαστιακού σπιτιού της. Μέχρι που η κυβερνητική πολιτική χτυπάει πολύ άμεσα την πόρτα της. Εγκυος ξανά, μαθαίνει ότι, δυστυχώς, το έμβρυο θέτει τη ζωή της σε κίνδυνο - κάτι που σε κάθε πολιτισμένο μέρος του κόσμου θα έβαζε την μητέρα κατευθείαν στο χειρουργείο για νόμιμη διακοπή της εγκυμοσύνης της. Οχι στο Ιλινόις των 60ς. Η pro-life Πολιτεία έχει νόμο απαιτεί από την μητέρα να ρισκάρει. Απελπισμένη, η Τζόι βλέπει μία αφίσα στους δρόμους: «Τηλεφώνησε στην Τζέιν». Η Τζόι τηλεφωνεί και οδηγείται σε μία μυστική γυναικεία κολλεκτίβα, η οποία βοηθά τις γυναίκες να έχουν μία ασφαλή άμβλωση. Σταδιακά και διστακτικά, η Τζόι θα γίνει μέλος τους, θα προσφέρει και η ίδια τις ελεύθερες ώρες και την βοήθειά της, μέχρι που η αστυνομία θα χτυπήσει την πόρτα της...
Βασισμένη στην αληθινή ιστορία των «Janes» (όπως και το ομότιτλο ντοκιμαντέρ των Τία Λέσιν και Εμα Πάιλντς), της ακτιβιστικής ομάδας γυναικών που στήθηκε στο Σικάγο και με δεκάδες προφυλάξεις (έδεναν τα μάτια των γυναικών, ώστε να μην ξέρουν τη διαδρομή και τη διεύθυνση, άλλαζαν συνεχώς σπίτια που γινόντουσαν οι συγκεντρώσεις και οι επεμβάσεις) πρόσφεραν προστατευμένες αμβλώσεις σε εγκυμονούσες, η Φίλις Νάγκι (η βραβευμένη σεναριογράφος του «Carol») υπόσχεται να παραδώσει μία ηλεκτρισμένη ταινία για το καυτό πολιτικό θέμα, που δυστυχώς έχει γίνει ξανά επίκαιρο.
Αυτή η υπόσχεση κρύβεται από την πρώτη σεκάνς της ταινίας: υπάρχει κάτι το ηλεκτρισμένο και σκοτεινό στον τρόπο που η κάμερα ακολουθεί την πλάτη της καλοντυμένης Τζόι, έτσι όπως εκείνη βγαίνει από πολυτελές ξενοδοχείο που έχει συνοδεύεσει τον σύζυγό της σ' ένα ιατρικό γκαλά, και πέφτει πάνω στις διαδηλώσεις των «χίπηδων». Η Ελίζαμπεθ Μπανκς που την ερμηνεύει, φοράει γενναία την αφέλεια της νοικοκυράς που απορεί («τι φωνάζουν;», «τι ζητάνε;»), σε αντίστιξη με το ξύλο που ακολουθεί.
Η υπόσχεση όμως παραμένει μόνο υπόσχεση. Μπορεί η Μπανκς είναι πράγματι πολύ καλή στο ρόλο της (όπως και η Σιγκούρνεϊ Γουίβερ, που ερμηνεύει την πιο σκληρή αρχηγό της ομάδας). Μπορεί η Νάγκι να έχει στιγμές (όπως την real time άμβλωση της Τζόι σε κοντινό στο έντρομο πρόσωπό της). Ομως το σύνολο της ταινίας, με ένα σενάριο απλοϊκό, πιο αφελές από την ηρωίδα του κι επεξηγηματικό στα όρια της συγκατάβασης, δεν δίνει την πρώτη ύλη για ένα δυνατό, ειλικρινές, ώριμο δράμα.
Μοιάζει περισσότερο με την αλφάβητο των έμφυλων κοινωνικών διεκδικήσεων, έναν οδηγό για αρχάριους στην πολιτική αφύπνιση για τα δικαιώματα των γυναικών. Ισως η Αμερική να χρειάζεται κάτι τέτοιο. Μία (σεναριακά) τηλεταινία, που να μεταδίδει το κατεπείγον και δυστυχώς και πάλι επίκαιρο μήνυμά της με αναγνωρίσιμες πρωταγωνίστριες και mainstream, crowd-pleaser διάθεση.
Οταν όμως τα αντίστοιχα θέματα έχουν πλέον αποτυπωθεί στην μεγάλη οθόνη με μεγαλύτερο και πιο ωμό ρίσκο («Το Γεγονός», «Ποτέ, Σπάνια, Συχνά, Πάντα»), θα περιμέναμε από τη γυναίκα που έγραψε το «Carol» να έχει περισσότερες απαιτήσεις για το τελικό αποτέλεσμα.