«Αν γίνει τίποτα Χρήστο, θα τα πάρω όλα πάνω μου.» Και κάπως έτσι, 52 χρόνια μετά τη δημιουργία της, η «Αναπαράσταση» διαβάζεται και ως, εκτός από αριστούργημα, μια καίρια ταινία για τη γυναικεία υποτίμηση - χωρίς, μέσα στα χρόνια, να ήταν καθόλου προφανής η φεμινιστική διάσταση του έργου του Αγγελόπουλου.

Η «Αναπαράσταση» είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του μετρ, γυρισμένη στην Ηπειρο, μέσα στη χούντα, βασισμένη σ' ένα πραγματικό γεγονός, προκαλώντας, η ίδια, ένα κομμάτι πολιτικής ιστορίας. Τα βασικά, κατόπιν τόσο γνώριμα, στοιχεία του σινεμά του Αγγελόπουλου βρίσκονται ήδη εδώ: τα πλάνα σεκάνς (πιο ρυθμικά, πιο νευρώδη και ζωντανά απ' ό,τι αργότερα), το βάθος πεδίου, η ανθρωποκεντρική παρατήρηση, η πολιτική σκέψη, λυρικά ντυμένη. Αλλά και τόσα ακόμα.

Ο Αγγελόπουλος, φυσικά επηρεασμένος από το γαλλικό νέο κύμα της εποχής, παίρνει ολόκληρη την ιστορία του, από την αρχή ως το τέλος και με όλα τα παρακλάδια της, την τεμαχίζει και την ανασυνθέτει, σαν ένα ψηφιδωτό κυβιστικό, όπου η δράση ξετυλίγεται με πισωγυρίσματα στο χρόνο, αλλά και όλα υφίστανται ταυτόχρονα.

Ο Κώστας Γούσης, για χρόνια μετανάστης στη Γερμανία, επιστρέφει στο χωριό του, έναν μικρό τόπο στην Ηπειρο που ερημώνει από τους νέους κι επανασυνδέεται με τα παιδιά του και τη γυναίκα του, Ελένη. Μέσα στα χρόνια της μοναξιάς, ως άλλη Πηνελόπη, η Ελένη βρίσκει ερωτική συντροφιά στον αγροφύλακα Χρήστο. Οι δυο τους, παραλλάσσοντας την Ορέστεια, θα σκοτώσουν τον Κώστα με μια θηλειά που θα φτιάξουν από τριχιά. Θα τον θάψουν στον κήπο κι η Ελένη θα φυτέψει από πάνω κρεμμυδάκια. Παράλληλα θα φροντίσουν για το άλλοθί τους: θα ταξιδέψουν στα Γιάννενα, ο Χρήστος ως Κώστας θα κάνει τα χαρτιά του για να «ξαναφύγει» στη Γερμανία, η Ελένη ως Κώστας θα στείλει στο χωριό ένα γράμμα αποχαιρετισμού, μια αναπαράσταση κανονικότητας. Πίσω στο χωριό, ο Δικαστής με τους αστυνόμους ερευνούν και διεξάγουν αναπαράσταση του εγκλήματος. Ενα τηλεοπτικό συνεργείο (ρεπόρτερ ο Αγγελόπουλος και ο διευθυντής φωτογραφίας Γιώργος Αρβανίτης) καταγράφει τα τεκταινόμενα και μιλά με τους κατοίκους.

Η έκβαση της υπόθεσης είναι από την αρχή γνωστή. Το ίδιο και η «εξαΰλωση» του χωριού, όπως φροντίζει να ενημερώσει ο αφηγητής πριν τους τίτλους: κάτοικοι, στην απογραφή του 1939, 1250, στην απογραφή του 1965, 85. Ο Αγγελόπουλος χρησιμοποιεί ένα μυστήριο για να μιλήσει για κάτι άλλο. Για την αποδήμηση ενός πολιτισμού, για τη δολοφονία μιας εποχής. Ολα γίνονται συγκλονιστικά ξεκάθαρα στις «συνεντεύξεις» του συνεργείου πριν το τέλος της ταινίας: με την περιήγηση στα καφενεία, τα ζαχαροπλαστεία, τα καντούνια και τα φτωχόσπιτα, οι ντόπιοι μιλούν για τη νέα γενιά που έφυγε, για τη Γερμανία, την «Ευρώπη», όπου, πιστεύουν, βρίσκεται η αληθινή ζωή, όχι μόνο ο μόχθος κι η ανέχεια που τους «μαυρίζει την ψυχή». Και μέσα σ' όλο αυτό, η Ελένη, κατηγορούμενη απ' όλους - ποτέ ο Χρήστος - μια γυναίκα γήινη, τροφαντή και τόσο όμορφη, αλλά ξετσίπωτη, αφού το λέει κι ο κοσμάκης, το λέει κι ο Δικαστής: μοναδικό αίτιο του εγκλήματος, ο ακόλαστος χαρακτήρας της κατηγορουμένης.

Ο Αγγελόπουλος ποτέ δε στηρίχτηκε στο λόγο για να μεταφέρει τα μηνύματά του, αλλά τόσο πιο πολύ στην εικόνα, το ρυθμό, τη σιωπή. Κι είναι αυτή η σιωπή που μένει πίσω από την πρώτη του ταινία, όταν το χωριό λιντσάρει την Ελένη, όταν οι συγγενείς ουρλιάζουν κι οδύρονται, όταν όλοι έχουν κάτι να πουν, στην «αναπαράσταση» μιας Ελλάδας και των ανθρώπων της που, τη δεύτερη χρονιά της χούντας, ή και σήμερα, αναζητούν σωτηρία.

Στη διάρκεια του 2023, ξεκινώντας ήδη από τα τέλη του '22 με τις «Μέρες του '36», η New Star, σε συνεργασία με την οικογένεια του σκηνοθέτη, θα προβάλλει στον κινηματογράφο Studio ολόκληρη τη φιλμογραφία του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Το πρόγραμμα παρακάτω.

Ως και τις 28 Ιανουαρίου μπορείτε να δείτε και στην Αθήνα τη μεγάλη έκθεση του 63ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, «Αναπαράσταση (Anaparastasi): Reconstruction, Reenactment, Reconstitution».

αγγελόπουλος