To 2015, o Σουηδός σκηνοθέτης Μάγκνους Φον Χορν παρουσιάσε το ντεμπούτο του «The Here After» στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών στις Κάννες, συζητήθηκε, έκανε αίσθηση, κέρδισε τις εντυπώσεις. Μετά όμως τον χάσαμε.
Χρειάστηκε πέντε χρόνια για να ολοκληρώσει την δεύτερη μεγάλου μήκους του, φεύγοντας μάλιστα από την ασφάλεια της χώρας και της γλώσσα του, και τολμώντας να γυρίσει τον «Ιδρώτα» στη Βαρσοβία - καθώς η Πολωνία είναι συμπαραγωγός.
Διαβάστε την κριτική του Flix για τον «Ιδρώτα» του Μάγκνους Φον Χορν
Παρακολουθώντας την ταινία βέβαια, ο τόπος δεν έχει σημασία. Η ιστορία της influencer ηρωίδας του θα μπορούσε να συμβαίνει στην Ελλάδα, την Αμερική ή την Ασία. Γιατί ο κόσμος πια κατοικεί στο Instagram, το οποίο έχει δικά του φίλτρα, δική του αισθητική, δικά του όρια.
Θα καταφέρει το σινεμά να διεισδύσει με ειλικρίνεια και διορατικότητα, κι όχι εύκολο διδακτισμό, για να μάς παρουσιάσει τη νέα μας πραγματικότητα; Και γιατί να ενδιαφέρει την μεγάλη οθόνη η τόσο μικρή γυάλινη των smartphones μας;
Το Flix επικοινώνησε με τον νεαρό σκηνοθέτη και συζήτησε την πρόκληση του «Ιδρώτα».
Ποια ήταν η έμπνευση για το χαρακτήρα και την ιστορία της Σύλβιας; Υπάρχει αυτή η γυναίκα, ή θέλατε κάτι να πείτε γενικότερα για τα social media και το trend των influencers;
Οι επιδειξίες συναισθημάτων με συναρπάζουν, μάλλον γιατί είμαι στην αντίθετη πλευρά. Κρατάω κρυφά τα συναισθήματά μου και σπανίως τα μοιράζομαι γιατί φοβάμαι την κριτική. Οπότε όταν συναντώ ανθρώπους που χωρίς προσπάθεια και χωρίς ντροπή εκφράζονται ελεύθερα, ζηλεύω. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είμαι παρατηρητής. Παρατηρώ όσους είναι δραστήριοι, όσους εκθέτουν τους εαυτούς τους και τα συναισθήματά τους. Πόσα από αυτά είναι αλήθεια; Φαντάζομαι τις αληθινές ζωές τους. Τι κάνουν όταν το κινητό τους είναι κλειστό; Υπάρχει διαφορά;
Ξεκίνησα ακολουθώντας μια εμψυχώτρια γυμναστικής και «influencer». Η ποσότητα φωτογραφιών και βίντεο που ανέβαζε κάθε μέρα με εντυπωσίασε. Τα πάντα: από εκείνη να οδηγεί από τη δουλειά στο σπίτι, να μιλάει για έναν πονοκέφαλο, συναισθηματικά προβλήματα, τι θα έτρωγε για δείπνο, φωτογραφίες του σώματός της, άνοιγμα δώρων από χορηγούς ώστε να ανακαλύψει μαζί με τους ακόλουθούς της τι έχουν μέσα. Eχει 600.000 ακόλουθους στο Ιnstagram, ήταν εξώφυλλο σε περιοδικά γυμναστικής και έχει βγάλει DVD με προγράμματα γυμναστικής. Είναι ελεύθερη επαγγελματίας και το προϊόν της είναι το σώμα της. Αλλά τι συμβαίνει τη στιγμή πριν αρχίσει να βιντεοσκοπεί τον εαυτό της; Υπάρχει διαφορά μεταξύ της online και της off-line προσωπικότητας; Βαριέται ποτέ; Τι συμβαίνει όταν ίσως δεν μπορεί να αποδεχθεί σε όλα τον εαυτό της; Οταν στην ταινία μπαίνει στη ζωή της ο άνδρας που την παρακολουθεί, αρχίζει να αμφισβητεί τον εαυτό της γιατί σε πολλές πλευρές της μοιάζει.
Δεν γνώρισα ποτέ την πραγματική γυναίκα από την οποία εμπνευστήκαμε το σενάριο, αλλά η Μάγκντα τη γνώρισε κατά τύχη στο γυμναστήριο. Συζήτησαν για τα δικαιώματα των ζώων, δεν της αποκάλυψε ότι γυρίζουμε ταινία και τελικά η πραγματική γυμνάστρια κατέληξε να ακολουθήσει τη Μάγκντα στο Instagram.
Υπάρχει ακόμα ένα trend: αυτή η εμμονή με το fitness, τη γυμναστική, την υγιεινή διατροφή. H Σύλβια βέβαια καλεί τους followers της να «αποδέχονται το σώμα τους όποιο κι αν είναι αυτό». Δεν έρχεται σε σύγκρουση αυτό με την τελειότητα που απαιτεί το Instagram; Υπάρχει χώρος για φεμινιστικό μήνυμα γυναικείας ενδυνάμωσης κι αποδοχής;
Είναι σαν να λέει, «αποδεχθείτε το σώμα σας, αλλά να έχετε ένα τέλειο σώμα» ή «κοιτάξτε το σώμα μου, δεν θα το αποκτήσετε ποτέ, αλλά να αγαπάτε το δικό σας σώμα». Υπάρχουν όλα αυτά τα φεμινιστικά συνθήματα που ενώνουν πολλές γυναίκες. Αλλά πέρα από την πραγματική τους σημασία, χρησιμοποιούνται και για να πoυληθούν μπλουζάκια για παράδειγμα, οπότε είναι σαν να εμπορευματοποιούμε τον φεμινισμό. Δεν νομίζω ότι η ταινία μιλάει τόσο για τη γυναικεία ενδυνάμωση, εστιάσαμε περισσότερο στις αντιθέσεις του κεντρικού χαρακτήρα και στο πόσο παραπλανητική μπορεί να είναι η εικόνα κάποιου, παίρνοντας ως παράδειγμα μια γυμνάστρια που προφανώς θα τρώει υγιεινά και θα φροντίζει το σώμα της.
Σύνδεση. Αυτό είναι το σινεμά...»
Η πρώτη εντύπωση μας είναι ότι η Σύλβια είναι νάρκισσος. Τα σόσιαλ άλλωστε στέκονται πάντα στην επιφάνεια. Ομως εσείς επιλέγεται να την πλησιάσετε με μεγάλη ευαισθησία και σπάνια ενσυναίσθηση. Η σχέση της με την μητέρα της, το σκύλο της, τον stalker της. Θέλατε να περάσετε ένα μήνυμα και σε εμάς για το κατά πόσο εύκολα κρίνουμε;
Σαφώς η ταινία μιλάει περισσότερο για τη μοναξιά από ότι για την καλή φυσική κατάσταση. Προσπάθησα να δείξω τον πραγματικό της κόσμο. Από την άλλη, αυτό που βρήκα πολύ ενδιαφέρον σε μία γυμνάστρια που είναι ενεργή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι το συναισθηματικό περιεχόμενο που προβάλλει μέσα από τους λογαριασμούς της και όχι τόσο οι ασκήσεις που προτείνει. Ηθελα να εξερευνήσω την συναισθηματική δύναμη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης - όσο κι αν φαίνονται ψεύτικα. Μερικά από τα βίντεο που έχω παρακολουθήσει εκεί είναι πιο συγκινητικά από κάποιες ταινίες.
Αυτή ακριβώς η μοναξιά, η σχεδόν σπαραχτική της έκκληση για οικειότητα, σε κάνει να συνδέεσαι τόσο με την ηρωίδα. Πιστεύετε ότι η Σύλβια κι ο stalker της τελικά μοιράζονται την ίδια ανάγκη; Μοιάζουν; Είναι αντικατοπτρισμός ο ένας του άλλου;
Η Σύλβια έχει ανάγκη να αποδεχθεί ότι είναι εν μέρει σαν τον φανατικό θαυμαστή της, έναν αυνανιστή που μοιράζεται τα πιο ιδιωτικά και αξιολύπητα συναισθήματά του. Εκείνος δεν ντρέπεται και στο τέλος της ταινίας ούτε η Σύλβια ντρέπεται. Μόνο αν αποδεχθεί τον εαυτό της για αυτό που είναι μπορεί να είναι ευτυχισμένη. Και μόνο τότε μπορεί να δώσει περισσότερη αγάπη στους θαυμαστές της.
Οι ταινίες δεν θα έπρεπε να βάζουν τελεία. Θα πρέπει να τελειώνουν με ένα κόμμα, και μετά ο θεατής να τις παίρνει μαζί του όταν τελειώνουν. Αλλιώς δεν έχει νόημα.»
Συστήστε μας την Μαγκνταλένα Κόλεσνικ. Που βρήκατε μία ηθοποιό με τέτοια σωματική ρώμη και τόσο εύθραυστη ερμηνεία; Πώς προετοιμάστηκε για το ρόλο;
Η Μαγκνταλένα Κόλεσνικ ήταν η πρώτη ηθοποιός που καλέσαμε στις δοκιμές. Ηταν φανταστική, και στη συνέχεια βλέπαμε ηθοποιούς για μήνες χωρίς να βρούμε καμία καλύτερη. Η Μάγκντα δεν είχε καν λογαριασμό στο Instagram μέχρι τότε, πέρασε ένα χρόνο στο γυμναστήριο και πολλές ώρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ώστε να μπει στον χαρακτήρα. Είναι υπέροχη ηθοποιός και αντιμετωπίζει τη Σύλβια όπως θα αντιμετώπιζε τον εαυτό της. Οποτε χανόμουν στο γύρισμα ήξερα ότι μπορούσα να βασιστώ στη Μάγκντα. Γνωρίζει τι θα έκανε η Σύλβια.
Νομίζω φτάσαμε σε ένα σημείο όπου ήταν αυθεντικό για την ίδια, όχι μόνο σαν ενσάρκωση ενός χαρακτήρα, αλλά ως κάτι πιο προσωπικό. Μου άρεσε πολύ αυτό που μου είχε πει, ότι όταν κάποιοι την αντιμετωπίζουν σαν χαζή ξανθιά, τους το επιστρέφει στο διπλάσιο. Ηθελα λοιπόν να χρησιμοποιήσουμε αυτή την πλευρά στην ταινία, όλα αυτά τα στερεότυπα, περνώντας από μια μεγάλη διαδικασία προβών, ώστε η ηρωίδα να έχει γερές βάσεις. Να μπορεί να πέφτει στα μάτια του θεατή και να την κρίνει, αλλά τελικά να καταφέρνει να σηκώνεται και το κοινό να βλέπει το καλό σε αυτήν. Η Μάγκντα είχε την υπομονή να το καταφέρουμε.
Νιώθατε το βάρος του άντρα σκηνοθέτη που κι αυτός ρίχνει το βλέμμα του ηδονοβλεπτικά πάνω στην ηρωίδα του;
Ξέρω πολύ καλά ότι είμαι και στην θέση του ηδονοβλεψία, το παραδέχομαι. Αλλά δεν ένιωσα ποτέ ότι υπήρχε κάποιο πρόβλημα γιατί ήμασταν ξεκάθαροι ως προς το τι μας ενδιαφέρει σε αυτή την ταινία. Το σώμα της Σίλβια είναι απαραίτητο να είναι αξιόπιστο και καλογυμνασμένο, αλλά είναι ταυτόχρονα και ένας τρόπος ζωής. Αυτή είναι η δουλειά της και την παίρνει στα σοβαρά. Για εκείνη αυτό δεν είναι ένα σέξι σώμα. Είναι η επαγγελματική της κάρτα. Είναι αυτό στο οποίο πιστεύει.
Τι θα θέλατε να πάρουμε μαζί μας βγαίνοντας από την αίθουσα; Τι να κουβαλήσουμε στις αποσκευές μας ακόμα και μετά τους τίτλους τέλους;
Πιστεύω ότι το αποτέλεσμα είναι πολύ δυνατό όταν παρουσιάζεις χαρακτήρες που τους νιώθεις πολύ μακριά σου με μια πρώτη ματιά και ξαφνικά έρχεται μια στιγμή που συνδέεστε. Αυτό είναι το σινεμά. Κάθεσαι μαζί με άλλους ανθρώπους, δίπλα σου και στην οθόνη, οι οποίοι σου είναι άγνωστοι κι όμως μοιράζεστε κάτι πολύ προσωπικό. Στο σινεμά έχουμε την ευκαιρία να έρθουμε πιο κοντά στο άγνωστο, σε κάτι που δεν θα συναντούσαμε διαφορετικά.
Οι ταινίες δεν θα έπρεπε να βάζουν τελεία. Θα πρέπει να τελειώνουν με ένα κόμμα, και μετά ο θεατής να τις παίρνει μαζί του όταν τελειώνουν. Αλλιώς δεν έχει νόημα.
Η ταινία «Ιδρώτας» κυκλοφορεί στις αίθουσες από σήμερα, Πέμπτη 12 Αυγούστου, από την One From the Heart
Διαβάστε την κριτική του Flix για τον «Ιδρώτα» του Μάγκνους Φον Χορν