Σε μια από τις πιο απολαυστικές σκηνές του τρίτου επεισοδίου, «The Tea Leaves», ο Ντον μαζί με τον Χάρι έχουν επισκεφθεί τα παρασκήνια της συναυλίας των Rolling Stones επιχειρώντας να τους κλείσουν για μια διαφήμιση Heinz. Εκεί συναντούν δυο πιτσιρίκες με τις οποίες αρχίζουν να κουβεντιάζουν προτού καταστεί επίπονα εμφανές πόσα πράγματα τους χωρίζουν.
Από του Χάρι τη σύγχυση (νόμιζε πως μίλαγε με τους Stones όταν στην πραγματικότητα μίλαγε με τα μέλη άλλης μπάντας) μέχρι του Ντον την συγκατάβαση («ανησυχούμε για εσάς», λέει με σοβαρό ύφος στη νεαρή θαυμάστρια του Μπράιαν Τζόουνς), είναι σαφές ότι οι άνθρωποι αυτοί δε μιλάνε την ίδια γλώσσα. Αυτή είναι μια θεματική που ακουμπάει κάθε πτυχή και κάθε διάσπαρτη ιστορία της σειράς στην αρχή της 5ης σεζόν της, και πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς: Βρισκόμαστε στο 1966, ένα χρόνο πριν τo Summer of Love του 1967. H Αμερική είναι έτοιμη να αλλάξει ριζικά, όλα όσα η σειρά υπονοούσε χρόνια τώρα είναι στα πρόθυρα του να συμβούν.
Μέχρι και η Μπέτι μεγαλώνει. Το χάσμα ανάμεσα στις γενιές, η πάλη του νέου απέναντι στο κατεστημένο ελάχιστες φορές είχε υπάρξει πιο έντονη.
Στην πραγματικότητα το «Mad Men» μιλούσε για αυτό το διχασμό της Αμερικής από την πρώτη στιγμή. Δεν είναι τυχαίο πως όλο το καστ της σειράς κατοικείται από χαρακτήρες που αντικατοπτρίζουν ο ένας τον άλλον: O Ρότζερ Στέρλινγκ ήταν ο μέντορας του Πιτ Κάμπελ (τη στιγμή που οι δυο τους συμβολίζουν δύο ακραία αντίθετες φιλοσοφίες και κοινωνικές θέσεις), ο Ντον Ντρέιπερ είναι όλα όσα δεν ήθελε ποτέ να είναι ο Ντικ Γουίτμαν και η «πολυδιαφημισμένη» σύγκρουση Νίξον εναντίον Κένεντι αποτέλεσε σημαντική παράλληλη αφήγηση διαμέσου της πρώτης σεζόν.
Και το σχίσμα της Αμερικάνικης κοινωνίας δεν υπήρξε ποτέ πιο έντονο στη σύγχρονη ιστορία από ότι στα τέλη των ʽ60s, όταν η νεανική κουλτούρα άρπαξε με πυγμή τον έλεγχο από την απολιθωμένη Αμερική των 50s.
Στην διπλή πρεμιέρα της 5ης σεζόν, ο Γουάινερ έχει πολύ σοφά επιλέξει ως όχημα του θεατή, την Μέγκαν, τη νεαρή σύζυγο του Ντον. Στο τέλος της 4ης σεζόν οι δυο τους παντρεύτηκαν φαινομενικά από το πουθενά, σε μια εξέλιξη όμως που υπογράμμιζε το πώς ο Ντον χώραγε με άνεση μέσα στο κλισέ του άντρα που δεν περίμενε ποτέ του πως θα γινόταν. Στο πρόσωπο της Μέγκαν έβλεπε τη νεανικότητα, τη φρεσκάδα, ίσως και την απλούστευση που είχε σταματήσει να του προσφέρει η απλοϊκή, ανώριμη Μπέτι, το αιώνιο παιδί, που ήξερε να επικοινωνεί μόνο με τα 10χρονα της γειτονιάς, εκτός αν αυτά ήταν δικά της.
Ομως τώρα η Μέγκαν γνωρίζει καλύτερα αυτό τον κόσμο, και αυτό που βλέπει την σοκάρει. Στη διάρκεια του πρώτου επεισοδίου («A Little Kiss»), σαστισμένη, ομολογεί: «Είστε όλοι τόσο κυνικοί. Δεν γελάτε, απλώς χαμογελάτε.» Κι εμείς ακολουθούμε τη δική της ματιά, καθώς βλέπουμε πιο καθαρά, και πιο ψύχραιμα τον κόσμο που για 4 σεζόν ακολουθούσαμε από μέσα.
Αυτή η επανατοποθέτηση του θεατή είναι ευφυής κίνηση από τον Γουάινερ. Κάνει την σύγκρουση να μοιάζει αναπόφευκτη, αρκεί να ξέρεις πού να κοιτάξεις.
Ο Πιτ εκθέτει πλήρως τον Ρότζερ Στέρλινγκ με την πρόποση στο τέλος του 3ου επεισοδίου, σχετικά με τον λογοριασμό της Mohawk. Νωρίτερα δεν έχει διαστάσει να αμφισβητήσει την ανωτερότητα του (συν-ιδιοκτήτη) Στέρλινγκ: «Γιατί να έχει γραφείο αυτός; Αφού δεν έρχεται καν στα σημαντικά meetings!». Ο Πιτ θέλει τα πάντα και τα θέλει τώρα και, στην πραγματικότητα, αν κοιτάξεις προσεκτικά το ύφος του και το βλέμμα που αστράφτει, θα δεις πως απορεί. Απορεί που θα χρειαστεί κιόλας να αποδείξει την αξία του. «Αυτός ο δεινόσαυρος οφείλει να σταθεί στην άκρη για να περάσω», θα σκέφτεται.
Ο Ντον ξέρει να διαβάζει καλύτερα τα σημάδια των εποχών και της αλλαγής, αλλά και πάλι σίγουρα αισθάνεται κι εκείνος κάπως δεινόσαυρος μετά τα πέντε λεπτά συνομιλίας με τις νεαρές γκρούπις των Stones. (Σε μια λεπτομέρεια που απολείεται να είναι συμπτωματική, καθότι αυτή η σειρά δεν αφήνει τίποτα στην τύχη, το σύμβολο των χάσματος σε αυτή τη σκηνή, οι Stones, αποτελούν σήμερα που μιλάμε το απόλυτο σύμβολο του γερασμένου old-timer. Είναι τώρα οι ίδιοι, οι δεινόσαυροι της δικής μας ιστορίας.) Τον είχαμε παρατηρήσει την τελευταία φορά που βρέθηκε τόσο έξω απʼτα νερά του, πίσω στην πρώτη σεζόν, παρέα με τους μπήτνικς που αδιαφορούσαν για τον ίδιο, για το επάγγελμά του και για το κοινωνικό στάτους του. Τότε ο Ντον δεν είχε ιδέα ποιος είναι, τώρα θέλει να πιστεύει πως ξέρει. Και στις δύο περιπτώσεις τον βλέπεις να παρατηρεί: Ξέρει πως δεν ανήκει εκεί, αλλά τα καταφέρνει.
Η Πέγκι αναλαμβάνει να προσλάβει τον Μάικλ Γκίνσμπεργκ, έναν νεαρό, ελπιδοφόρο Εβραίο διαφημιστή, ο οποίος δείχνει ύποπτα πολλά σημάδια ανυπακοής στους κανόνες - τη στιγμή που η ίδια ξανά και ξανά έχει αφήσει να φανεί το πόσο πιστή είναι στον δικό της μέντορα, τον Ντον. O τύπος ουρλιάζει «πρόβλημα», αλλά για ποιον; Για την Μπέτι; Για τη φίρμα; Για τον Ντον; Σε μια από τις τελευταίες σκηνές του επεισοδίου, μας δίνεται μια κλεφτή ματιά στο δικό του σπίτι: Κι εκείνος από το βάρος μιας προηγούμενης γενιάς προσπαθεί να ξεφύγει.
(Παράλληλα, η πρόσληψη ενός εργαζόμενου από μειονότητα, σε συνδυασμό με την εμφάνιση της νέας γραμματέως του Ντον -ονόματι, ναι, Ντον- η οποία είναι μαύρη, υπογραμμίζει άλλη μια διάσταση των τάσεων αλλαγής στην Αμερικάνικη κοινωνία. Η μειονότητες αρχίζουν να παίζουν ουσιαστικό ρόλο, όσο κι αν ο Ρότζερ Στέρλινγκ τις αντιμετωπίζει με ένα απαξιωτικό κούνημα του χεριού καθώς κάθεται σταυροπόδι στην πολυτελή γραφειάρα του, μέσα σε ένα παλιομοδίτικο νέφος καπνού και αλκοόλ. Είπαμε: Οπου κι αν κοιτάξεις, υπάρχει Αλλαγή.)
Αν η θεματική εφαρμόζεται στις ιστορίες των τριών πιο βασικών χαρακτήρων της σειράς (αν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε κάτι, είναι υποθέτω πως οι Ντον, Πέγκι και Πιτ είναι ό,τι πιο κοντινό σε βασικούς χαρακτήρες έχει το «Mad Men»), δε θα μπορούσε να είναι απούσα από την ιστορία του 4ου, της συχνά πλέον απούσας Μπέτι. Προσωπικά η Τζάνιουαρι Τζόουνς κι ο χαρακτήρας της μαζί δεν λείπουν ποτέ από κανένα επεισόδιο, αλλά ενώ κατά κύριο λόγο την όλη πλοκή του παρολίγον καρκίνου τη βρήκα βαρετή, δύο σημεία έχουν παρόλʼαυτά μεγάλη βαρύτητα. Κατά πρώτον, στα δύσκολα, τον Ντον αναζήτησε. Γιατί; Διότι αυτό που σου αναπληρώνει το πατρικό κενό δεν είναι δυνατόν να το ξεκόψεις ποτέ, όσο κι αν το επιθυμείς.
Κατά δεύτερον, στην τελευταία σκηνή του επεισοδίου, η Μπέτι τελειώνει μόνη της το παγωτό της Σάλι. Είναι ένα πλάνο αργό, αδειανό, μελαγχολικά κενό συναισθημάτων, σαν οπτική απόδοση αποσιώποιητικών: Η Μπέτι δεν είναι πια κοριτσάκι. Και σε έναν κόσμο που ωριμάζει μέχρι και αυτό το αιώνιο 12χρονο, η Μπέτι Ντρέιπερ, πώς είναι δυνατόν τα πράγματα να μείνουν ποτέ ίδια;
Είναι μια εξέλιξη πολύ ταιριαστή, τελικά, με αυτό που ξεκίνησε σαν αποστολή η σειρά πριν 5 χρόνια. Ρωτούσε πάντα «ποιος είναι ο Ντον Ντρέιπερ;», και μάλλον αυτή η αβεβαιότητα μιας γενιάς που έμεινε μετέωρη ανάμεσα στην εξέλιξη και στις πολεμικές πληγές της θα πέρναγε αργά ή γρήγορα από το πώς θα αντιδρούσε όταν οι καιροί θα την προσπερνούσαν.
Θυμήσου για μια στιγμή τους «Sopranos», αυτό το ονειρώδες τηλεοπτικό αριστούργημα που άλλαξε τα πάντα (για πάντα), στο οποίο ο Γουάινερ απλώς ακόνισε τα μολύβια του. Εκεί, ο Ντέιβιντ Τσέις ολοκλήρωσε μια άσκηση πεσιμισμού διερωτώμενος αν οι άνθρωποι μπορούν τελικά να αλλάξουν. Στο «Mad Men», όλο και πιο έντονα, ένας όχι πια μαθητευόμενος Γουάινερ εξερευνά το κατά πόσο μπορούν να αλλάξουν σε σχέση με την εποχή τους. Μπορεί και οι δύο να καταλήξουν στο ίδιο συμπέρασμα;
Στην εξαιρετική πρεμιέρα της 5ης σεζόν του «Mad Men», η ίδια πάντα αβεβαιότητα παραμένει διάχυτη στην ατμόσφαιρα, όταν η Μέγκαν (αυτή η κατά λάθος πρωταγωνίστρια μιας ιστορίας που δε την αφορά) τραγουδάει γεμάτη ερωτισμό και αυτοπεποίθηση ένα παλιό Γαλλικό χιτάκι, που ειρωνικά έγινε άμεσο smash hit εν έτει 2012. Καθώς νιαουρίζει σε άπταιστα Γαλλικά το «Zou Bisou Bisou» στο νέο της σύζυγο, η κάμερα πέφτει διαρκώς στο πρόσωπό του. Ο Ντον είναι ξανά, πάντα, σταθερά, ένα ερωτηματικό. Δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι αν νιώθει πόθο, αν θέλει απλώς να τρέξει να φύγει μακριά, αν περίμενε πως θα έβρισκε μια ακόμα ακίνδυνη Μπέτι όμως του προέκυψε ένα φρέσκο πλάσμα γεμάτο ενέργεια σαν τη Μέγκαν.
Μπορούμε μόνο να υποθέτουμε. Oμως αυτό που υποθέτουμε είναι πως εκείνη τη στιγμή, ήδη, ο Ντον νιώθει πως είναι παντρεμένος με μια γυναίκα - με μια εποχή - που απαιτεί από αυτόν να αρχίσει να κυνηγά. Κι όχι πια να ξεφεύγει.
Tags: mad men