Το «The Cleaners» μπορεί να διαρκεί περίπου μισή ώρα, αλλά μέσα του κρύβει όλη την αγριότητα της ανόδου της ακροδεξιάς στην Ελλάδα της κρίσης που βρίσκει πρόσωπο, φωνή και - δυστυχώς - πράξεις στα μέλη ενός νόμιμα εκλεγμένου κόμματος που μόλις πρόσφατα ανακάλυψαν όλοι πως στα σπλάχνα του έκρυβε μια καλά οργανωμένη ναζιστική εγκληματική οργάνωση.
Καταγράφοντας εικόνες από τα μέλη της Χρυσής Αυγής κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου του 2012, ο Κωνσταντίνος Γεωργούσης υπήρξε υπεύθυνος για περισσότερα πράγματα απ' όσα και ο ίδιος πιστεύει, αφού οι εικόνες από το ντοκιμαντέρ του προβλήθηκαν στο Channel 4 τον Μάρτιο του 2013 έκαναν τον γύρο του κόσμου, ανοίγοντας τα μάτια σε όσους μέχρι εκείνη τη στιγμή πίστευαν πως τα μέλη της Χρυσής Αυγής είχαν έρθει θεόσταλτοι για να καθαρίσουν την Ελλάδα από το κακό.
Βραβευμένο στο Διεθνές Φεστιβάλ του Σαράγεβο, με πρόσφατη τη συμμετοχή του στο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ του Αμστερνταμ και μετά από τις μεμονωμένες προβολές του στην Αθήνα, το «The Cleaners» παίζεται ήδη στις αίθουσες από την Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου και ο Κωνσταντίνος Γεωργούσης μιλάει στο Flix για το πως έπεισε τα μέλη της Χρυσής Αυγής να μιλήσουν ελεύθερα στην κάμερα του και για τις ταινίες που δεν χρειάζεται να τις βλέπουμε για το θέμα τους.
Πώς ξεκίνησε η ιδέα του «The Cleaners»;
Η ενασχόληση μου με τον Ναζισμό δεν είναι κάτι καινούργιο. Από έφηβος ασχολούμαι με την ιστορία της Κατοχής και του Εμφυλίου στην Ελλάδα με μεγάλο πάθος γνωρίζοντας προσωπικά πολλούς και από τους πρωταγωνιστές στα νεανικά μου χρόνια. Οταν πέρυσι χρειάστηκε να διαλέξω θέμα για την ταινία αποφοίτησης μου στην Εθνική Σχολή Κινηματογράφου και Τηλεόρασης της Μεγάλης Βρετανίας, η Χρυσή Αυγή ήταν χρυσή ευκαιρία ώστε να αναδείξω με οπτικά μέσα το θέμα του νεο-Ναζισμού στην σύγχρονη Ελλάδα.
Πόσα γνωρίζατε για την Χρυσή Αυγή πριν ξεκινήσετε να κάνετε το ντοκιμαντέρ σας και πόσα ανακαλύψατε στη συνέχεια;
Γνώριζα ότι ήταν μια νεο-Ναζιστική οργάνωση του περιθωρίου με βίαιο παρελθόν. Τους θυμάμαι στα εφηβικά μου χρόνια την δεκαετία του ΄90 στην περιοχή της Κυψέλης όπου δρούσαν. Κατά την διάρκεια των γυρισμάτων ανακάλυψα περισσότερο την κουλτούρα της οργάνωσης και λιγότερο την δράση της. Με ενδιέφερε η καθημερινότητα τους και η συμπεριφορά τους.
Με ποιον τρόπο πείσατε τα μέλη της Χρυσής Αυγής να σας εμπιστευτούν ώστε να τους κινηματογραφήσετε;
Τους προσέγγισα σε μία περίοδο όπου διακρίνονταν από περίσσεια έπαρση. Ηταν η πρώτη φορά που έβγαιναν από το περιθώριο ύστερα από πολλά χρόνια. Ηταν δύσκολο και για αυτούς να έρθουν σε επικοινωνία με πλατύτερα κομμάτια κόσμου καθώς ήταν συνηθισμένοι στον νεο-Ναζιστικό τραμπουκισμό. Αρχικά προσέγγισα την κεντρική επιτροπή γιατί είχα σκοπό να κάνω μία ταινία με τον Μιχαλολιάκο και άλλα αρχηγικά στελέχη, κάτι σαν ντοκιμαντέρ του Παβλικόφσκι. Στη συνέχεια ο Μιχαλολιάκος με απέρριψε οπότε έψαξα στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα να βρώ άλλα μέλη της Χρυσής Αυγής και τελικά γνώρισα αυτήν την παρέα Χρυσαυγιτών που βλέπετε στην ταινία. Με άφησαν τελικά να τους κινηματογραφήσω επειδή ακριβώς ένιωθαν ότι εκείνη την περίοδο δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος, Ηταν βασικά απολύτως υπερήφανοι για ότι έλεγαν και ότι έπρατταν.
Το ντοκιμαντέρ σας υπήρξε αφορμή σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή και πολύ πριν τη δικαστική έρευνα για τις εγκληματικές δράσεις της Χρυσής Αυγής για ένα είδους ξεσκέπασμα του κόμματος, των απόψεων των μελών της και της πολιτικής τους. Νιώσατε κάποια στιγμή να απειλείστε με οποιονδήποτε τρόπο ή φοβηθήκατε σε οποιοδήποτε στάδιο προετοιμασίας ή ολοκλήρωσης του ντοκιμαντέρ;
Δεν απειλήθηκα ποτέ άμεσα μετά την παρουσίαση της ταινίας στο εξωτερικό και στην Ελλάδα. Κατά την περίοδο των γυρισμάτων βρέθηκα κάποιες φορές σε δύσκολη θέση, με έσπρωξαν κάνα-δυο φορές ώστε να σταματήσω τα γυρίσματα. Οχι τα μέλη που κινηματογραφούσα αλλά κάποια στελέχη του Λαικού Συνδέσμου που δεν με γνώριζαν, Τίποτα σπουδαίο όμως για να είμαι ειλικρινής, Αργότερα είπαν ότι η ταινία είναι γυρισμένη με κρυφή κάμερα ή ότι αστειεύονταν σε πολλές σκηνές. Οι κατηγορίες αυτές είναι ανυπόστατες καθώς είχαν δώσει την πλήρη συγκατάθεση τους όπως αποδεικνύεται από το αμοντάριστο υλικό. Οσον αφορά τους αστεϊσμούς το αφήνω στην κρίση σας. Αυτό που έχω να πω είναι ότι έτσι αστειεύονται οι Ναζιστές, προφανώς.
Τι πιστεύετε ήταν αυτό που έκανε μια οργάνωση σαν τη Χρυσή Αυγή να μπει στο ελληνικό κοινοβούλιο ως εκλεγμένο κόμμα;
Η απογοήτευση της Ελληνικής κοινωνίας προφανώς και η άγνοια της ταυτόχρονα. Οι περισσότεροι Ελληνες τους είδαν ως εκδικητές ενάντια στο παλαιό πολιτικό σύστημα της διαφθοράς. Αλλά εδώ κρύβεται και η σαπίλα της ελληνικής κοινωνίας και η διαφθορά της. Το παιχνίδι που παιζόταν τόσα χρόνια χρειαζόταν και τη συγκατάθεση «από τα κάτω». Αυτό δεν αρέσει σε πολλούς να το λένε. Μόλις χάθηκαν οι παροχές από τα μεγάλα κόμματα η οργή του Λαού άρχισε να φασιστικοποιείται ταχύτατα. Φυσικά το κομμάτι των Ελλήνων που τους ψήφισε δεν γνωρίζει την θεωρία του Ναζισμού ούτε του Φασισμού. Μόνο ο στενός πυρήνας της οργάνωσης τα συζητάει αυτά. Ομως αποδείχθηκε ότι ο ελληνικός όχλος ακολουθεί πολύ εύκολα τις πρακτικές τους, αν χρειαστεί. Μην ξεχνάμε ότι ο ελληνικός εθνικισμός έχει μακρά ιστορία και ακροδεξιοί πολίτες έβρισκαν χρόνια καταφύγιο στα μεγάλα κόμματα. Είμαστε και μία κοινωνία αρκετά αντισημιτική για να λέμε την αλήθεια. Και μην ξεχνάμε ότι ο πυρήνας της ιδεολογίας τους είναι ο ακραίος αντισημιτισμός, όπως και όλων των Ναζιστών.
Ποια θα μπορούσε να είναι η αντιμετώπιση κατά του φαινομένου της Χρυσής Αυγής;
Να σας πω την αλήθεια δεν είμαι ειδικός στον αντιφασιστικό αγώνα αλλά έχουν ακουστεί πολλά τελευταία. Με περισσότερη επαγρύπνηση και παιδεία γύρω από τα θέματα του Ναζισμού ίσως οι επόμενες γενιές μάθουν έγκαιρα τις επιπτώσεις του Β' Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη. Χρειάζεται και οι θεσμοί να περιορίζουν την δράση των νεο-Ναζιστικών οργανώσεων. Αλλά στην Ελλάδα τα κάνουμε όλα καθυστερημένα και τώρα τρέχουμε να προλάβουμε τις επιπτώσεις του φαινομένου. Βέβαια δεν είμαι βέβαιος ότι η πορεία προς την άβυσσο είναι πάντα ανατρέψιμη. Αυτό το ξέρουν καλά οι Εθνικοσιαλιστές. Ποντάρουν στα σκοτεινά τμήματα της ψυχής των ανθρώπων, αυτά που είναι έτοιμα για εκδίκηση και θάνατο. Δυστυχώς είναι και αυτό κομμάτι του ανθρώπου.
Εχει τη δύναμη ένα ντοκιμαντέρ να ανατρέψει καταστάσεις, να σταθεί βάση για την αφύπνιση μιας κοινωνίας;
Δεν συμφωνώ. Οι ταινίες δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο ούτε να τον αφυπνίσουν. Μπορεί φυσικά να τον επηρεάσουν όπως οι ταινίες προπαγάνδας των ολοκληρωτικών καθεστώτων. Εμένα σκοπός μου δεν ήταν αφυπνίσω κανέναν απολύτως. Τις περισσότερες φορές οι ταινίες που φτιάχνονται για να «αφυπνίσουν» είναι συνήθως για τα πανηγύρια. Μερικοί σκηνοθέτες βέβαια αρέσκονται στο είδος αυτό και έτσι νιώθουν «αγωνιστές».
Πώς θα θέλατε να δει κάποιος το Cleaners; Ως μια καταγραφή μιας ιστορικής περιόδου ή ως μια αναζήτηση μιας αλήθειας που δεν μπόρεσαν ποτέ να πουν ευθαρσώς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης;
Το «The Cleaners» θα ήταν καλό να το δει κάποιος καλύτερα ως ταινία και για αυτό να κριθεί. Να το δει για τους χαρακτήρες του, το μοντάζ του, την μίξη ήχου και τα χρώματα του. Είναι κουραστικό να βλέπουμε ταινίες λόγω του θέματος. Κάποια στιγμή θα ήταν καλό να μάθουμε να βλέπουμε κινηματογράφο διαφορετικά. Οπωσδήποτε η ταινία μου είναι και ένα ντοκουμέντο της ελληνικής πραγματικότητας, αλλά αν οι φίλοι θεατές θέλουν απλά να ενημερωθούν τους προτείνω να δουν ειδήσεις. Η αλήθεια στον κινηματογράφο είναι ούτως ή αλλιώς κάτι απολύτως μπερδεμένο. Οι σκηνοθέτες δεν ασχολούνται με την αλήθεια. Αυτό είναι δουλειά των δικαστικών αρχών και των δημοσιογράφων. Εμένα με ενδιέφερε να κάνω μια ταινία.
Ζείτε στο εξωτερικό, αλλά ενδιαφέρεστε για την ελληνική πραγματικότητα. Τι είναι αυτό που σας γοητεύει ακόμη στην Ελλάδα;
Με ενδιαφέρει η Ελλάδα γιατί εκτός από την ατελείωτη σαπίλα που χαρακτηρίζει την κοινωνία συνολικά στην παρούσα φάση, υπάρχουν και στιγμές μαγείας που έχω ζήσει μόνο εδώ. Για αυτές τις υπερβατικές μικρές στιγμές θα προσπαθούσα να κάνω και άλλες ταινίες στην Ελλάδα. Η εμπειρία του να ζει κανείς αυτή την ομορφιά φιλμάρωντας σπάνιες και πολλές φορές τυχαίες και μη επαναλήψιμες περιστάσεις είναι συγκλονιστική.
Το «The Cleaners» προβάλλεται μαζί με το «Little Land» του Νίκου Νταγιαντά σε κοινή προβολή στους κινηματογράφους Αλεξάνδρα και Τιτάνια.
Διαβάστε ακόμη: