Συνέντευξη

Γιάννης Ξανθούλης: άνθρωπος ενεστώτα χρόνου

στα 10

Με αφορμή το «Τανγκό των Χριστουγέννων», τη μόλις δεύτερη μεταφορά βιβλίου του στον κινηματογράφο, ο Γιάννης Ξανθούλης μιλάει στο Flix για το σινεμά, τα βιβλία, τη ζωή και τη σημασία του να ανήκει κανείς στον εαυτό του.

Γιάννης Ξανθούλης: άνθρωπος ενεστώτα χρόνου

Είναι αστείο πως η Ελλάδα χρόνια τώρα μεγαλώνει (και δεν μαθαίνει) σε παράλληλη τροχιά με τους ήρωες του Γιάννη Ξανθούλη. Κι όμως, αν οι κάτοικοι αυτής της χώρας διέθεταν έστω και λίγο από τον αυτοσαρκασμό στον οποίο πνίγονται οικειοθελώς οι νοσταλγοί - ήρωες των βιβλίων του (από τον έφηβο αφηγητή στο «Καλοκαίρι που Χάθηκε στο Χειμώνα» μέχρι τον Τάκη πριν γίνει ο «Θείος Τάκης» και από τον Ανέστη Κομνηνό στο «Του Φιδιού το Γάλα» μέχρι την Πελαγία στο «Δεσποινίς Πελαγία»), ίσως όλα να ήταν καλύτερα.

Ισως πάλι ως χώρα να μην είμαστε έτοιμοι να ζήσουμε μεγάλες συγκινήσεις οιωνούς μιας μεγάλης αποκάλυψης, όπως ανέκαθεν επιζητούσαν διακαώς όλοι οι μικροί και μεγάλοι πρωταγωνιστές της λογοτεχνικής μυθολογίας του Γιάννη Ξανθούλη. Από το αδιάκοπο - άλλοτε ανώδυνο και άλλοτε θανάσιμο - παιχνίδι με τη μνήμη μέχρι τις πονηρά καταχωνιασμένες ενοχές τους, οι ήρωες του Γιάννη Ξανθούλη κολυμπούν μέσα στη δική τους πραγματικότητα: εκεί όπου η Ελλάδα αποκτά βιβλίο με το βιβλίο μια διάσταση πιο «θρυλική» απ' όσο αντέχει η ιδιοσυγκρασία της και πιο «μαγική» απ' όσο θα επέτρεπε ποτέ η τραχειά καθημερινότητα της.

Οικογένειες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης, έφηβοι που αρνούνται να αποχωριστούν τη λεπτή «ροζ» γραμμή ανάμεσα στην παιδική τους ηλικία και την άγρια ενηλικίωση, άνδρες που αναζητούν διακαώς τη χαμένη οδό προς έναν «ανάπηρο» ανδρισμό και γυναίκες φτιαγμένες από την τσιμεντένια κληρονομία μιας καλώς εννοούμενης μητριαρχίας. Ολοι σύμβολα και ταυτόχρονα απτά όντα που εδώ και τριάντα χρόνια συνθέτουν το πιο καίριο έργο συλλογικής μνήμης που γράφτηκε ποτέ από έναν και μόνο άνθρωπο.

Ο Γιάννης Ξανθούλης ανέδειξε στην μέχρι τώρα βιβλιογραφία του όλο το μεγαλείο της ασημαντότητας, μεταφέροντας κυρίως μέσα από τα βιβλία του, αλλά και από τους άλλους ρόλους που υποδύεται μέσα στα χρόνια (δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός, θεατρικός συγγραφέας) ιστορίες βγαλμένες από μια φαντασία (κινηματογραφική εκ των πραγμάτων) που μοιάζει να τροφοδοτείται συνέχεια από μια μυστική πηγή «απόρρητων πληροφοριών επιβίωσης» στην οποία δεν έχει πρόσβαση κανείς εκτός από τον ίδιο.

Παραδίδοντας τελικά κάτι περισσότερο από κλασικά πλέον μυθιστορήματα, διαχρονικούς ήρωες και μια ανατρεπτική αντίληψη για το τι σημαίνει «ευπώλητο» σε μια εποχή που ό,τι πουλιέται «φτηνά» αγοράζεται πιο «ακριβά»: την ανάγκη για μια επαναδιαπραγμάτευση με το αδύνατο, το τρομακτικό, το ανέφικτο, αυτό που αφήνουμε πίσω μας περιμένοντας να μας συναντήσει στο παρόν και το μέλλον, ενώ θα αρκούσε απλά να το κουβαλάμε περήφανα μαζί μας μέχρι τελικής πτώσης.

Ο,τι ακολουθεί θα μπορούσε να είναι μια «κινηματογραφική» συνέντευξη με τον Γιάννη Ξανθούλη με αφορμή τη μεταφορά στο σινεμά του «Τανγκό των Χριστουγέννων», αν πριν από οτιδήποτε δεν ήταν μια ακόμη απόδειξη πως μερικοί συγγραφείς είναι από μόνοι τους...σινεμά.

Αν η ζωή σας ήταν σινεμά, τι ταινία θα θέλατε ή πιστεύετε ότι θα ήταν;

Σαν αυτές τις ασπρόμαυρες ιταλικές που γύριζε ο Μάουρο Μπολονίνι εκτός και κάποιος πιο τολμηρός έβαζε και εξωτικά στοιχεία στυλ Bollywood. Λέω τώρα.

Υπάρχει τελικά «κινηματογραφικό βιβλίο», μια έκφραση που χρησιμοποιείται συχνά από όσους θέλουν να μεταφέρουν ένα βιβλίο στον κινηματογράφο;

Φαντάζομαι ότι θέλουν να πουν βιβλίο που γεννά εικόνες που τους εξαναγκάζει να σκέφτονται σαν σκηνοθέτες. Εξάλλου όλοι οι αναγνώστες μπαίνουν σ’ αυτήν την διαδικασία. Καθένας είναι και μια ιδιαίτερη ματιά.

Πόσο σας ανήκει μια κινηματογραφική διασκευή ενός βιβλίου σας;

Οποιαδήποτε διασκευή για μένα είναι μια ενδιαφέρουσα αλλά «μπαγιάτικη» προσέγγιση. Στο σήριαλ «Yστερα ήρθαν οι Mέλισσες» που έκανα το σενάριο, ξέχασα το βιβλίο κι έγραφα άλλα πράγματα υπαγορευμένα από μια ύποπτη γελαστική γωνία. Μάλλον ήθελα να το γλεντήσω στα γυρίσματα – ερήμην του αποτελέσματος – όπως κι έγινε.

Ποιο βιβλίο σας θα θέλατε να δείτε στο σινεμά και για ποιο από τα βιβλία σας δεν θα δίνατε ποτέ την άδεια να γίνει ταινία;

Θα επιθυμούσα να δω κινηματογραφημένο τον «Θείο Τάκη» και το «Δεσποινίς Πελαγία». Μου αρέσουν οι χαρακτήρες αυτών των βιβλίων. Δεν θα έδινα άδεια σε οποιονδήποτε συμπεριφέρεται τυχαία. Ας μην τρελαθούμε. Δεν τρελαίνομαι και τόσο για τους έλληνες σκηνοθέτες πλην εξαιρέσεων βέβαια, όπως ο Κακογιάννης που δεν ζει

Υπάρχει κάποια κινηματογραφική μεταφορά βιβλίου που θεωρείτε υποδειγματική;

Μου αρέσει ο τρόπος που χειρίζονται οι Βρετανοί την λογοτεχνία. Ο τρόπος που έκανε ο Χάρολντ Πίντερ τα σενάρια («Υπηρέτης», «Μεσάζων», «Η ερωμένη του Γάλλου Υπολοχαγού, κ.α.)

Πως θα αντιδρούσατε αν κάποιος σας έλεγε πως μια ταινία βασισμένη σε βιβλίο σας είναι καλύτερη απ’ αυτό;

Θα ξυπνούσε ο εντός μου σινεφίλ και θα του έλεγα «μπράβο».

Το σινεμά υπήρξε αφανής πρωταγωνιστής τόσο στη ζωή σας όσο και στα βιβλία σας. Ποιες είναι οι πιο δυνατές κινηματογραφικές σας μνήμες;

Σινεμά βλέπω από νήπιο. Μανιωδώς. Θεωρώ έντονη την επίδραση των ασπρόμαυρων ταινιών των δεκαετιών του σαράντα, του πενήντα και λίγο μετά. Εγχρωμα μου άρεσαν μόνο τα βιβλικά τερατουργήματα

Τι μάθατε από το σινεμά που δεν μάθατε από τα βιβλία; Και τι μάθατε από τα βιβλία που δεν μάθατε από τη ζωή;

Την οικονομία χρόνου. Στα χρόνια του Μπαλζάκ αν υπήρχε σινεμά θα έγραφε σαφώς διαφορετικά. Δεν λέω για τον Ντίκενς γιατί ο Ντίκενς για μένα είναι κι ο πρώτος. Τα βιβλία μου έμαθαν τα πολλά επίπεδα ζωής.

Γιατί επιμένετε τόσο πολύ στο παρελθόν και τη μνήμη; Είναι η νοσταλγία ο μοναδικός τρόπος να επιβιώσουμε στο παρόν;

Γιατί δεν ξέρω με βεβαιότητα το μέλλον. Ευτυχώς. Ουσιαστικά είμαι άνθρωπος του ενεστώτα χρόνου.

Είναι η «μυθική» παιδική σας ηλικία η νούμερο ένα έμπνευση για να γράψετε;

Ναι, είναι. Η παιδική μας ηλικία παραμένει μοναδική μας πατρίδα. Το πιστεύω. Ακόμη κι όταν ένιωθα εμιγκρέ… το πίστευα.

Εχετε μπει ποτέ στη διαδικασία να σκεφτείτε να γράψετε μια ιστορία επιστημονικής φαντασίας;

Eγραψα το πρώτο πρώτο βιβλίο μου. Τον «Μεγάλο θανατικό». Φυσικά ο ήρωας δεν έρχεται από άλλο πλανήτη. Eχει έναν δικό του επώδυνα αστείο πλανήτη.

Γιατί οι ήρωες σας αναζητούν πάντοτε την εποχή που πιστεύουν ότι κρύβεται η αθωότητα τους; Αυτό κάνουμε όλοι;

Μάλλον αναζητούν άκεφα αθωωτικά στοιχεία και ευτυχώς σπανίως τα βρίσκουν. Οι αθώοι είναι σκέτη πλήξη.

Τι πιστεύετε ότι είναι αυτό που έχουμε χάσει σήμερα και αρμενίζουμε στραβά μαζί με το γιαλό χωρίς να ξέρουμε που θα καταλήξουμε;

Χάσαμε το νοικοκυρεμένο θυμό. Ανεχόμαστε τα πάντα και φοβόμαστε να σκεφτούμε πρακτικά. Ονειροπολούμε με ξεπερασμένα αριστεροδεξιά παραισθησιογόνα και θεωρούμε σιβυλλικές παραινέσεις αυτά που λένε οι «μπλαζέ» του Σύριζα.

Υπήρξατε πάντοτε πεισματικά μοναχικός σαν άνθρωπος, αλλά με κάποιο τρόπο πάντοτε μια καίρια φωνή της νεοελληνικής πραγματικότητας (μέσω της δημοσιογραφικής σας ιδιότητας). Πως καταφέρνετε να συνδυάζετε αυτές τις δύο πλευρές σας;

Είμαι ο εαυτός μου. Αυτόνομος, αυτοδίδακτος, αυτάρκης άνευ δανείων και εξαρτήσεων. Το χειρότερο δηλαδή για την τρέχουσα ελληνική λογική.

Ποια πιστεύετε είναι η μεγαλύτερη κατάρα του Ελληνα;

Να μη του αρκεί με τίποτα ένας Θεός. Να μη του αρκούν ούτε είκοσι ούτε εκατό ούτε πεντακόσιοι. Οι αρχαίοι ημών το είχαν καταλάβει εγκαίρως ως πιο ευέλικτοι.

Συμφωνείτε πως το ψέμμα υπήρξε καθοριστικός παράγοντας για την «αλήθεια» που ζει σήμερα η Ελλάδα; Ενας συγγραφέας που διαπραγματεύεται κατεξοχήν με το ψέμμα πως καταφέρνει να το μετουσιώσει σε «αλήθεια»;

Οι συγγραφείς διαπραγματεύονται τα ψέματα για να πουν αλήθειες. Δυστυχώς στη ζωή ο μεγάλος μπούσουλας είναι ΜΟΝΟ τα λάθη της ιστορίας και η επανάληψή της. Κανένας δεν προχωρά με στόχο την ηθική του «Πόλεμος και Ειρήνη» του Τολστόι.

Φτάνοντας μέχρι εδώ, τι νιώθετε ότι δεν έχετε κάνει ακόμη;

Ποτέ δεν πίστεψα ότι κάνω κάτι ιδιαίτερο. Στην ουσία είμαι και παραμένω ένας διασκεδαστής, όσο σοβαρά κι αν πάρω τον εαυτό μου. Που δεν υπάρχει περίπτωση…

Παραμένετε ακόμη ένας περιπατητής του κέντρου της Αθήνας; Νιώθετε πως η μορφή που έχει πάρει σήμερα η πόλη έχει αλλοιώσει μη αναστρέψιμα τις διαδρομές της;

Η Αθήνα σήμερα αναιδώς δηλώνει «επίφοβη πόλη». Και μάλιστα με δήμαρχο τον Καμίνη.

Γιατί δεν έχετε κάνει λογαριασμό στο Facebook;

Δεν καταλαβαίνω γρι από τεχνολογία. Τα «κουμπιά» και τα πλήκτρα αποτελούν το δράμα μου.

Το «Τανγκό των Χριστουγέννων» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Καστανιώτη. Το τελευταίο βιβλίο του Γιάννη Ξανθούλη «Δεσποινίς Πελαγία» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Τόπος.