«To Κορίτσι που Εξαφανίστηκε» του Ντέιβιντ Φίντσερ
To ομώνυμο best seller μυθιστόρημα της Τζίλιαν Φλιν μετατρέπεται σε κάτι παραπάνω από συναρπαστικό θρίλερ στα χέρια του Ντέιβιντ Φίντσερ. Ως γνήσιος απόγονος του Χίτσκοκ, ο μεγαλύτερος ίσως auteur της εποχής μας, κατασκευάζει αριστοτεχνικά μία γυαλιστερή επιφάνεια (who-done-it μυστηρίου, εγκεφαλικού τρόμου, ακόμα και κατάμαυρης κωμωδίας) για να επιτρέψει στο θεατή να ψάξει μόνος του, αν το θελήσει, τι κρύβεται κάτω από το χαλάκι. Μία κινηματογραφική διατριβή για το πώς εξαφανίζεσαι σε μια σχέση, πώς χάνεις τον εαυτό σου σ' ένα γάμο, ένα εγκεφαλικό παζλ με τα τεμαχισμένα κομμάτια της σύνθετης ανθρώπινης φύσης στο τραπέζι του νεκροτόμου.
Power Points
Η πρώτη ύλη: το έξυπνο (ίσως και κολπατζίδικο) μυθιστόρημα της Τζίλιαν Φλιν. Η εξαιρετική αποχρωματισμένη ατμόσφαιρα στη διεύθυνση φωτογραφίας του Τζεφ Κρόνγουεθ. Οι πιστοί πλέον συνεργάτες του Φίντσερ στην μουσική, Τρεντ Ρέζνορ και Ατικους Ρος: το κυκλωτικό τους μουσικό σκορ βασίζεται σε μελωδίες χαλάρωσης σε spa, αυτής της ψεύτικης σύμβασης που μπορεί να σε φέρει στα όριά σου, ενώ σιγά σιγά εφιαλτικοί ήχοι υποψιάζουν το ανατριχιαστικό underscore κι όσα ελλοχεύουν από πίσω. Η μεγάλη αποκάλυψη της χρονιάς, Ρόζαμουντ Πάικ. Αιθέρια και σικάτη, τρυφερή και γλυκιά, αδύναμη και εύθραυστη, πανέξυπνη και δυναμική, νευρωτική και εκδικητική, θύμα και θύτης – σε κάνει να ερωτευθείς την «Εϊμι» της, μέχρι να σας χωρίσει ο θάνατος. Και ταυτόχρονα να τη σκοτώσεις, αν είναι ο μόνος τρόπος για να της ξεφύγεις. Πάνω και πέρα από όλα: David fucking Fincher. Το σκοτεινό, πεντακάθαρό του βλέμμα που πέφτει αδέκαστο και ευφυές πάνω στον εφιαλτικό αντικατοπτρισμό του δυτικού κόσμου, στην κοινωνική μας υποκρισία, παράνοια, πλάνη. Τους ρόλους που υιοθετούμε, το reality show στο οποίο πρωταγωνιστούμε με θεατές την οικογένεια, τους φίλους, τους γείτονες, τα media, τον άνθρωπο που πλαγιάζει δίπλα μας με τα μάτια ερμητικά κλειστά.
Θα μείνει κλασικό...
Για την mainstream αποδοχή του. Ο Φίντσερ λέει παρόμοιες νιχιλιστικές ιστορίες από την αρχή της καριέρας του, έχει επανειλημμένα αποκεφαλίσει το αμερικανικό όνειρο (κι ανατινάξει στους τίτλους τέλους κάθε ελπίδα αναβίωσής του). Δεν έγιναν όμως όλες αυτόματα αποδεκτές, ούτε απόλυτα κατανοητές. «Το Κορίτσι που Εξαφανίστηκε» ήταν όσο έπρεπε λαμπερό, «εύκολο», είχε τη χιτσκοκική ξανθιά του, το εφέ της ανατροπής του, όλα τα υλικά που συνθέτουν το χολιγουντιανό παραμύθι του μέσου θεατή. Μετά από χρόνια, κοιτάζοντας πίσω, θα ανακαλύπτουμε όλο και πιο βαθιά, πώς ο Φίντσερ κατάφερε και πάλι να μας αφηγηθεί μία άλλη ταινία από αυτή που παράλληλα έπαιζε στην μεγάλη οθόνη...
Γράψαμε στο Flix
Ως γνήσιος απόγονος του Αλφρεντ Χίτσκοκ όμως, ο Φίντσερ χρησιμοποιεί το σινεμά είδους για να πάει ακόμα πιο βαθειά και να πει, στον θεατή που επιθυμεί να ακούσει, πολλά περισσότερα. Αν θες να αφηγηθείς το «Vertigo» ως την ιστορία ενός πρώην αστυνομικού που έχει περίεργους ιλίγγους και πέφτει θύμα μίας σκευωρίας και μίας μοιραίας ξανθιάς, μπορείς. Και θα περάσεις υπέροχα με αυτή την ταινία που επέλεξες να δεις. Αν θες να δεις το «Κορίτσι που Εξαφανίστηκε» ως ένα θρίλερ μυστηρίου για μία γυναίκα που εξαφανίζεται και πιθανόν έχει δολοφονηθεί από το σύζυγό της, επίσης μπορείς. Κανείς από τους δύο δημιουργούς όμως δε σταματά εκεί.
Διαβάστε ολόκληρη την κριτική για το «Κορίτσι που Εξαφανίστηκε» εδώ.
H σκηνή που δεν θα ξεχάσουμε
Πώς ξεκινούν όλα. Ενας έξυπνος άντρας φλερτάρει μια έξυπνη γυναίκα. Αλληλοαναγνωρίζονται. Ερωτεύονται σε δευτερόλεπτα. Μόνο και μόνο γιατί δεν πιστεύουν ότι, επιτέλους, συναντήθηκαν. Η υπόσχεση μιας νέας αρχής. Η ευτυχία ενδοφλέβια. Η χαρά που κάποιος βλέπει τον εαυτό σου ολόκληρο, όμορφο, αναντικατάστατο. Αν κάτι ξεκινάει έτσι, πώς μετά χάνεσαι στο δρόμο;
.
Και κάτι ακόμη
Δυο λόγια από τη συγγραφέα και σεναριογράφο της ταινίας, Τζίλιαν Φλιν: «Είχαμε μόλις παντρευτεί με το συζυγό μου την εποχή που έγραφα το "Κορίτσι που Εξαφανίστηκε". Αναρωτιόμουν: "Τι είναι ο γάμος; Με τι πρέπει να μοιάζει; Τι δεν πρέπει να είναι;". Ειρωνικά, ο σύζυγός μου σταμάτησε να είναι η μούσα μου σε ένα βιβλίο που μιλάει για τον χειρότερο γάμο στον κόσμο. Αν εκείνος δεν είχε επιμείνει "Μην λογοκρίνεσαι, μην ανησυχείς για μένα", αν εγώ συνέχιζα να αγχώνομαι για την αντίδρασή του, τότε δεν θα είχε γραφτεί ποτέ. Τόσο το βιβλίο, όσο και η ταινία έχουν να κάνουν με το πόσο καλά γνωρίζει ο ένας τον άλλον. Είμαστε παγιδευμένοι στην ποπ κουλτούρα και σε διαφορετικούς ρόλους. Αυτό που επιθυμώ είναι η ταινία να γίνει το date movie που θα αγχώσει τα ζευγάρια...»
Διαβάστε ακόμη: