Ενημέρωση

Φεστιβάλ Δράμας 2025: Οι ελληνικές ταινίες του Διαγωνιστικού Προγράμματος Kiddo

στα 10

Γνωρίζουμε μαζί τις οκτώ ελληνικές ταινίες που συμμετέχουν στο Διαγωνιστικό Πρόγραμμα Kiddo του 48ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας.

Φεστιβάλ Δράμας 2025: Οι ελληνικές ταινίες του Διαγωνιστικού Προγράμματος Kiddo

21 ταινίες αποτελούν φέτος το Διαγωνιστικό Τμήμα Kiddo του Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας, αφιερωμένο σε ταινίες για παιδιά.

Αναμεσά τους και οκτώ ταινίες, που όπως σχολιάζει ο επικεφαλής προγραμματισμού Γιώργος Αγγελόπουλος, είναι «ένας αριθμός εντυπωσιακά μεγάλος όχι μόνο για το πρόγραμμα, αλλά και για την παραγωγή παιδικών ταινιών στην Ελλάδα, η οποία μέχρι πρόσφατα ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Μια τέτοια τάση γεννάει υποσχέσεις ανάπτυξης κινηματογραφικής παιδείας στις νεότερες γενιές και μια ελπίδα για ένα μελλοντικά πιο ενεργό κινηματογραφικό κοινό που θα έχει γνωρίσει από νωρίς την ελληνική ταινία στο φυσικό της περιβάλλον: την κινηματογραφική αίθουσα.»

Ας γνωρίσουμε μαζί τις οκτώ ελληνικές ταινίες που διαγωνίζονται φέτος στο Kiddo.

Διαβάστε ακόμη: Εν αναμονή του 48ου Φεστιβάλ Δράμας, γνωρίζουμε καλύτερα τις ταινίες του Εθνικού Διαγωνιστικού Προγράμματος, αλλά και όλες τις ελληνικές συμμετοχές στα διεθνή τμήματα.


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


Η Πρώτη Εικόνα

H Πρώτη Εικόνα της Ολιας Βερροιοπούλου

Η ταινία

Αθήνα, Απρίλιος του ’67. Κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της χούντας, ο μικρός Λουκάς ασφυκτιά μέσα στους τέσσερεις τοίχους του διαμερίσματος της οικογένειας του, απ’ όπου δεν επιτρέπεται να βγει. Επινοεί έτσι ένα νέο παιχνίδι που τον συνδέει με τον έξω κόσμο: απαντάει στο τηλέφωνο, που χτυπάει ολοένα και συχνότερα. Ομως η γραμμή της οικίας τους μπλέκεται με εκείνη του κινηματογράφου Στούντιο...

Η σκηνοθέτης

Η Ολια Βερροιοπούλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1992. Ζει και εργάζεται μεταξύ Αθήνας και Παρισιού, όπου σπούδασε κινηματογράφο (Paris VII-Diderot, École des Gobelins). Το 2021 σκηνοθέτησε την πρώτη της μικρού μήκους, «Sacralisons». «Η Πρώτη Εικόνα» είναι η πρώτη της μυθοπλασία. Αυτή την περίοδο ολοκληρώνει τη μεγάλου μήκους, «Ιστορίες ενός Ψέματος». Την τελευταία δεκαετία ασχολείται με το πρόγραμμα και τη διοργάνωση φεστιβάλ κινηματογράφου (Les Écrans Documentaires, Cinéma du réel, Champs-Élysées Film Festival, Institut Français, Ταινιοθήκη της Ελλάδος, Oxbelly Screenwriters Lab...).

Εξι ερωτήσεις για το «H Πρώτη Εικόνα»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Εχω εμμονή με το απροσπέλαστο. Χωρο-χρονικά. Κι ο κινηματογράφος έχει αυτή τη δύναμη, να ξαναζωντανεύει ακόμη και μία περίοδο που δεν έχουμε ζήσει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση τις πρώτες μέρες της δικτατορίας, μέσα από τα μάτια ενός παιδιού. Δεν έζησα φυσικά τη δεκαετία του ‘60 στην Αθήνα, αλλά κληρονόμησα πολλές έντονες διηγήσεις, οι οποίες είχαν ακόμη μεγαλύτερη επίδραση πάνω μου καθώς μου μεταδόθηκαν μέσα από το πρίσμα της παιδικής ματιάς του μπαμπά μου. Αρχισα να γράφω την «Πρώτη Εικόνα» νιώθονταςστην ατμόσφαιρα μία κάποια ομοιότητα, έναν απόηχο εκείνης της εποχής, κι εκείνων των διηγήσεων, που μου είχαν γίνει έμμονη ιδέα. Πώς αυτή η εξωτερική απειλή, που γεμίζει το ασυνείδητο με παραλυτικούς φόβους, διεισδύει στη φαντασία των παιδιών; Με τι έμοιαζε η τότε καθημερινότητα του μικρόκοσμου ενός παιδιού; Πού και πώς μπορεί ναεισχωρήσει η ζωή σε ένα τέτοιο πλαίσιο; Αυτό θέλησα ν’αφηγηθώ, μέσα από αυτές τις στιγμές στη ζωή του μικρού Λουκά.

Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερε μεγάλη χαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;

Το να κάνεις ταινίες είναι μία τρέλα, ένα πράγμα αδύνατο. Αν τις αφήσεις μπορούν να σου αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο βλέπεις τα πράγματα. Ποτέ μέχρι να κάνω την «Πρώτη Εικόνα» δεν είχα ζυγίσει τη σημασία της τύχης. Ούτε και πίστευα στα θαύματα. Αυτά κρατάω. Κι ένα σωρό κόσμοπου μπαίνει στη ζωή σου σαρωτικά και μετά δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς αυτόν. Τι άλλο να ζητήσει κανείς;

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό την τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες της δικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Τελευταία; Την «Πρώτη Εικόνα» την κατέθεσα στο Μακαρίτικο Κέντρο αρχές του 2019, τότε που είχαν (πάλι) παγώσει όλα, και εγκρίθηκε δυόμιση χρόνια μετά, το καλοκαίρι του 2021. Οπότε δεν έχω ζήσει την ελληνική κινηματογραφία να δουλεύει και ποτέ ρολόι. Εδώ από τύχη ζούμε... Είναι σίγουρα σοκαριστικός ο τρόπος που αντιμετωπίζεται η διαμαρτυρία της κοινότητας. Το σχήμα ολοκληρωτικής εξουσίας, εκδηλώνεται σε διάφορους τομείς της κοινωνίας, όλο και πιο αβίαστα. Κοινωνικά είναι προφανώς το πιο σοκαριστικό. Αλλά υπάρχει και στους υπόλοιπους τομείς. Πώς να αποτελέσει ο κινηματογράφος εξαίρεση; Απλώς δε νομίζω ότι έχει να κάνει μόνο με την Ελλάδα. Νιώθω ότι γενικά γλιστράμε σιγά σιγά προς κάτι που υπακούει μόνο στη λογική κέρδους, και που προωθεί την εμπορευματοποίηση της τέχνης που καταστρέφει τη δημιουργία. Νομίζω ότι ο κόσμος γίνεται όλο και πιο εχθρικός, ανυπόφορος για όσους είναι στο ξεκίνημα. Μπορείς ακόμη να κάνεις λάθος, να φας τα μούτρα σου και να ξαναξεκινήσεις; Οταν έχω τις μαύρες μου, ακούω τον Comencini, που το 1978 (!) έλεγε: «Ο ιταλικός κινηματογράφος βρίσκεται σε αρκετά κακή κατάσταση, όπως και ολόκληρος ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος, για λόγους που είναι οι ίδιοι σε όλες τις χώρες. Κρίση των θεατών, οικονομική κρίση, κρίση της παραγωγής... Η κρίση είναι πιο σοβαρή αυτή τη φορά, επειδή συμπίπτει με τη γενική οικονομική κρίση, με αποτέλεσμα οι θεατές να πηγαίνουν όλο και λιγότερο στον κινηματογράφο.»

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Να προβάλλονται στις αίθουσες στα πλαίσια της κλασικής διανομής; Συνοδεύοντας μεγάλου μήκους ή χτίζοντας προγράμματα με διάφορες μικρού; Το μικρό και μεσαίο φορμά μου φαίνεται πολύ απολαυστικό, κι υπάρχει περιέργεια γύρω από αυτό. Θα μπορούσε να έχει κοινό. Οι μικρού είναι πολύ ατόφιες, έχουν μεγάλη δύναμη και χάρη, ειδικά όταν αποδεικνύουν ότι δεν είναι απλά ένα διαβατήριο για να περάσει κανείς στη μεγάλου.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Είναι το πρώτο μου (φεστιβάλ) Δράμα(ς), και δεν βλέπω την ώρα.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους.... μεγάλη;

Τα ρίσκα!

Η Πρώτη Εικόνα | Σενάριο & Σκηνοθεσία: Ολια Βερριόπουλου | Ηθοποιοί: Λουκάς: Κωνσταντίνος Βουρλούμης, Βαλεντίνη: Μαΐα Μικελή, Σπύρος: Χρήστος Πλαϊνής, Πόπη: Εύη Σαουλίδου, Ιουλία: Βίκυ Τσιρού, Λουκάς (Ενήλικας): Αργύρης Πανταζάρας | Παραγωγή: Haos Film, Faliro House Productions, Perspective Films | Παραγωγοί: Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη, Ηλίας Κατσούφης, Ολια Βερριόπουλου | Εκτελεστικός Παραγωγός: Χρήστος Β. Κωνσταντόπουλος | Συμπαραγωγοί: Gaëlle Jones - Perspective Films, Δημήτρης Σταθόπουλος, Βασίλης Κωνσταντιλιέρης | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Pierre Warolin | Σκηνογραφία: Λιλιάνα Ασλανίδου | Κοστούμια: Μάρλι Αλειφέρη | Μοντάζ: Μυρτώ Καρρά | Σχεδιασμός Ήχου & Μίξη: Στέλιος Κουπετώρης | Μουσική: Dury Dava | Line Producer: Ηλίας Κατσούφης | Διευθύντρια Παραγωγής: Πολύμνια Παπαδοπούλου-Σαρδελή | Casting: Σταύρος Ράπτης - Fin Casting, Matharikou Models Kids | Βοηθοί Σκηνοθέτη: Χριστίνα Λεκάκη, Ιφιγένεια Ζαχαριάδου | Script: Αγγελική Αρβανίτη | Μακιγιάζ: Νίκη Οβάκογλου | Μαλλιά: Ζώης Τριανταφύλλου-Σφακιανάκης | Ηχολήπτης: Χρήστος Σακελλαρίου | Boom: Δήμητρα Ξερουτσίκου | Βοηθός Κοστουμιών: Ελισάβετ Ζαχαράκη | Βοηθός Σκηνογραφίας: Κωνσταντίνος Κοκορογιάννης | Ηλεκτρολόγος & Grip: Άλκηστις Τέρζη | Βοηθός Grip: Χριστόφορος Καραμπίνης | Α’ Βοηθός Κάμερας: Sarah Tcheurekdjian | Β’ Βοηθός Κάμερας: Έλλη Γεωργίου | Βοηθός Μοντάζ: Λεωνίδας Παπαφωτίου | Ηχογράφηση Μουσικής: Κάρολος Μπεράχας - Studio Sokratous3 | Μίξη Μουσικής: Ηλίας Καμπάνης - Onetwo Music, Κάρολος Μπεράχας | Color: Γρηγόρης Αρβανίτης

Η Πρώτη Εικόνα


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


Maternelle

Maternelle του Βασίλη Δογάνη

Η ταινία

Ο Γιάννης, ένα εξάχρονο παιδί που μόλις έφτασε στη Γαλλία από την Ελλάδα με τη μητέρα του, πάει για πρώτη φορά στο γαλλικό νηπιαγωγείο. Χωρίς μέσο επικοινωνίας, βρίσκεται ξαφνικά ολομόναχος σε έναν άγνωστο κόσμο.

Ο σκηνοθέτης

Ο Βασίλης Δογάνης είναι ελληνογάλλος σκηνοθέτης που μεγάλωσε στο Παρίσι και σπούδασε φιλοσοφία στην École normale supérieure. Ηταν πρώτος βοηθός σκηνοθέτη του Jean-Pierre Limosin στο ντοκιμαντέρ του για την ιαπωνική μαφία «Young Yakuza» (Κάννες 2007). Σκηνοθέτησε δύο ταινίες μικρού μήκους μυθοπλασίας, «Le Gardien de son frère» (20', 2012) και «Journée d'appel» (21', 2014), που επιλέχθηκαν σε περισσότερα από 50 φεστιβάλ διεθνώς, καθώς και ένα ντοκιμαντέρ για τον χορευτή butoh Kô Murobushi («Altérations / Kô Murobushi» (49', 2019)), συμπαραγωγή της Macalube Films, το οποίο παρουσιάστηκε στο Cinéma du réel και στο Φεστιβάλ Ντοκυμαντέρ Θεσσαλονίκης. Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του «Meltem» (87', 2019) σε συμπαραγωγή Elzévir Films και Blonde Audiovisual Productions, κυκλοφόρησε στη Γαλλία τον Μάρτιο του 2019 και έχει αποσπάσει πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων και το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας. Το «Maternelle» είναι η τρίτη του ταινία μικρού μήκους, και ετοιμάζει τη δεύτερή του ταινία μεγάλου μήκους.

Εξι ερωτήσεις για το «Maternelle»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Κάποια στιγμή ένιωσα την ανάγκη να αφηγηθώ μια πολύ απλή – και πολύ προσωπική – ιστορία, ενός παιδιού που ανακαλύπτει μια νέα χώρα, μια νέα γλώσσα, έναν νέο κόσμο, με την αφιλτράριστη ένταση των παιδικών αισθήσεων και συναισθημάτων. Οπως όλες οι προηγούμενες ταινίες μου, το «Maternelle» μιλάει για την πολυπλοκότητα της μετανάστευσης, αλλά μέσα από τα μάτια ενός μικρού παιδιού που δεν έχει κανένα γλωσσικό σημείο αναφοράς, βυθίζοντας τον θεατή στο αισθητηριακό χάος του.

Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερεμεγάλη χαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;

Η βασική δυσκολία – αλλά και η μεγαλύτερη πηγή χαράς και έκπληξης – της ταινίας είχε να κάνει με το ότι ο πρωταγωνιστής και πολλοί ηθοποιοί της ταινίας ήταν μικρά παιδιά ηλικίας 6-7 ετών. Δεν απευθύνεσαι σε παιδιά όπως σε ενήλικες για να τα «διευθύνεις», και πρέπει να σεβαστείς ένα πολύ πιο περιορισμένο πρόγραμμα γυρισμάτων, αλλά το χιούμορ, η φαντασία, η όρεξη για παιχνίδι, η ένταση των συναισθημάτων σ’ αυτές τις ηλικίες έχουν κάτι το μοναδικό, και πιστεύω πως καταφέραμε να αποθανατίσουμε στην ταινία κάτι από την εσάνς της παιδικότητας, στις φωτεινές όπως και στις σκοτεινές της πτυχές.

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμότην τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες τηςδικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Πιστεύω πως έχει τεράστια σημασία για τη δημιουργία το νομικό πλαίσιο στο οποίο εξελίσσεται. Εχοντας γνωρίσει ένα από τα πιο ευνοϊκά πλαίσια για τους καλλιτέχνες – το γαλλικό – μου προκαλεί απορία και θυμό η περιφρόνηση της πολιτείας για την καλλιτεχνική δημιουργία και τους συντελεστές της στην Ελλάδα. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα χωρών στην Ευρώπη κι εκτός, που έχουν μεγαλύτερες οικονομικές δυσκολίες από τη χώρα μας, αλλά που αφιερώνουν στον κινηματογράφο περισσότερους πόρους απ’ ό,τι η Ελλάδα – και αναλογικά, και σε απόλυτους αριθμούς. Το πιο παράλογο ίσως στην Ελλάδα είναι το πόσο εύκολα μπορεί να αγνοηθεί το (έστω και ατελές) υπάρχον νομικό πλαίσιο – όπως η «υποχρεωτική» συμμετοχή των τηλεοπτικών καναλιών στη χρηματοδότηση κινηματογραφικών ταινιών που απλά δεν εφαρμόζεται, χωρίς καμία συνέπεια.

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Δεν είμαι ειδικός των προβλημάτων της διανομής, αλλά πιστεύω πως όλα τα μέσα μπορούν να λειτουργήσουν συνδυαστικά για την προβολή των ταινιών μικρού μήκους – όταν δεν προσεγγίζονται αποκλειστικά και άρα δεν καταλήγουν να γίνονται ανταγωνιστικά. Πάντα πρέπει η κινηματογραφική αίθουσα να θεωρείται ο ιδανικός χώρος προβολής μιας ταινίας, μικρού (ή μεγάλου) μήκους, αλλά προσωπικά, χαίρομαι όταν μου δίνονται κι άλλες ευκαιρίες να δω ταινίες που δεν της πρόλαβα σε κάποιο φεστιβάλ μέσω streaming.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Είχα την τύχη να παρουσιάσω την πρώτη μου ταινία μικρού μήκους στη Δράμα, όπου και έκανα πολύ όμορφες γνωριμίες. Είναι μοναδικός ο τρόπος με τον οποίο έχει ενταχθεί στο τοπικό τοπίο ο θεσμός του Φεστιβάλ, η ατμόσφαιρα, η ενέργεια του. Μόνο στο Κλερμόν-Φεράν έχω δει κάτι αντίστοιχο. Εύχομαι από καρδιάς στη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση να καταφέρει να εξελίξει αυτόν τον όμορφο θεσμό – γιατί μόνο με την εξέλιξη μπορεί να παραμείνει ζωντανός ένας οργανισμός.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους.... μεγάλη;

Το τι σου αφήνει αφού τελειώσει: συγκίνηση, ταραχή, ελπίδα – ή απελπισία –, θυμό, δέος, χαρά – και όλα αυτά μαζί.

Maternelle | Πρωταγωνιστούν: Περικλής Fouchard-Παπαευστρατίου (Yanis) | Δανάη Επιθυμιάδη (Christina) | Lucye Molangi Likote (Institutrice) | Ayoub Ait Ouakli (Kader) | Σενάριο & Σκηνοθεσία: Βασίλης Δογάνης | Εικόνα: Mathieu Giombini | Σκηνικά: Annah Bruguière | Ήχος: François Abdelnour, Παναγιώτης Δεληνικόλας | Ενδυματολόγος: Marine Lagarde | Μακιγιάζ / Κομμώσεις: Hayat Achouitar | Μοντάζ: Céline Perreard | Μουσική: Pascal Humbert | Παραγωγή: Anne-Catherine Witt (Macalube Films), Mike Horn & David Rybojad (Art 2 Voir), Βασίλης Δογάνης (Goen Productions)

Maternelle


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


Φθινοπωρινά Χριστούγεννα

Φθινοπωρινά Χριστούγεννα του Κώστα Μπακούρη

Η ταινία

Ο Πέτρος, ένα πεντάχρονο αγόρι, περιπλανιέται με το πατίνι του στους διαδρόμους ενός νοσοκομείου, πλάθοντας φανταστικούς κόσμους για να αντέξει τη μοναξιά και τη σκληρή πραγματικότητα. Ενα μιούζικαλ που συνδυάζει τον ρεαλισμό με τη φαντασία μέσα από το βλέμμα ενός παιδιού.

Ο σκηνοθέτης

Ο Κώστας Μπακούρης σπούδασε Κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Σκηνοθεσία Κινηματογράφου & Τηλεόρασης στο State University of New York, ενώ είναι αριστούχος Μεταπτυχιακού Ψυχολογίας και τα Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Ξεκίνησε με μουσικά βίντεο, προτού περάσει σε ντοκιμαντέρ, τηλεοπτικές εκπομπές και θέατρο. Σήμερα ετοιμάζει τη διδακτορική του διατριβή, ενώ παράλληλα δραστηριοποιείται στη διαφήμιση, τις τηλεοπτικές σειρές και την οπτική αφήγηση. Οι ταινίες μικρού μήκους του «Χάιμλιχ» και «IS, ή: Μια όμορφη, κοκκινωπή τριχούλα, λεπτή σαν μια ίνα» έχουν προβληθεί σε περισσότερα από 85 διεθνή φεστιβάλ, αποσπώντας πάνω από 40 βραβεία και διακρίσεις. Τα «Φθινοπωρινά Χριστούγεννα», η ελληνογαλλοβελγικής συμπαραγωγής τρίτη του ταινία, επιλέχθηκαν στο EuroConnection του Κλερμόν-Φεράν.

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Δεν ξεκίνησα από κάποιο «θέμα», ξεκίνησα από μια εικόνα που με στοίχειωσε: ένα λεπτοκαμωμένο δέντρο του οποίου το τελευταίο κιτρινισμένο φύλλο χορεύει πάνω στο κλαδί από τον αέρα, μέχρι που μια ριπή το κάνει να πέσει, ενώ μπροστά του εμφανίζεται ένα αδύναμο κορίτσι -καραφλό σαν το δέντρο- να χορεύει κι αυτό με το μελωδικό φύσημα του ανέμου. Από εκεί και πέρα, άρχισα να προβληματίζομαι στο πώς θα ήταν να μιλάς για την απώλεια αποφεύγοντας να χρησιμοποιήσεις λόγια κι η ιστορία άρχισέ σιγά-σιγά να ξετυλίγεται μόνη της. Τότε επέλεξα να γίνω το βλέμμα ενός παιδιού που δεν μπορεί να εξηγήσει, αλλά νιώθει.

Τι σας δυσκόλεψε, τι σας χαροποίησε, τι σας εξέπληξε;

Το πιο δύσκολο ήταν να πούμε κάτι ασήκωτα βαρύ με τρόπο απροσδόκητα ανάλαφρο. Προχωρώντας σε επικίνδυνη ατραπό, η μεγαλύτερη χαρά ήρθε από την καρποφόρα συμπόρευση μου με υπέροχους συνεργάτες - συμπεριλαμβανομένων των μικρών ηρώων της ταινίας, που φανέρωσαν πόση ωριμότητα χωράει στην παιδικότητα τους. Από μια τέτοια αντίθεση αναδύθηκε κι αυτό που με εξέπληξε περισσότερο: πως ενώ δουλεύαμε πάνω στο σκοτάδι, γεννήθηκε φως.

Αναβρασμός στην ελληνική κινηματογραφική κοινότητα – σας αφορά; Τι βελτιώσεις βλέπετε;

Δεν θυμάμαι πολλές περιόδους – ούτε από τη δική μου εμπειρία ούτε από διηγήσεις παλαιότερων – που το σινεμά να υπήρξε πραγματικά ανέφελο. Αισθάνομαι ότι είναι σχεδόν συνυφασμένο με τη δυσκολία και την κρίση· ποτέ δεν ήταν εύκολο να γίνουν ταινίες, κι αυτό ήταν πάντα η πρόκληση που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως δημιουργοί. Οι δυσκολίες απλώς αλλάζουν μορφή ανά εποχή. Σήμερα, όμως, ο αναβρασμός είναι όντως ιδιαίτερα έντονος: ζούμε καθημερινά την αβεβαιότητα και τα πρακτικά αδιέξοδα σε ένα τοπίο θολό, με έναν υποχρηματοδοτούμενο ενιαίο φορέα που αναζητά ταυτότητα και... συνέπεια στις πληρωμές. Γι’ αυτό και είναι πιο αναγκαίο από ποτέ να υπάρξει θεσμική προστασία και ουσιαστική στήριξη.

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Πάντοτε πίστευα πως μια πραγματικά καλή ταινία βρίσκει τον τρόπο και τον τόπο της για να φτάσει στο κοινό. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι το streaming δεν αποτελεί ευκαιρία· κάθε δρόμος που οδηγεί τον θεατή στη μικρού μήκους ταινία είναι πολύτιμος, αρκεί να μη γυρίζονται ταινίες που υποτάσσονται αισθητικά στο μέσο. Η ταινία οφείλει να διατηρεί την κινηματογραφικότητά της και το μέσο να λειτουργεί απλώς ως δίαυλος — όχι να επιβάλλει αισθητική ή να τη μετατρέπει σε κατανάλωση. Από εκεί και πέρα, αυτό που λείπει είναι η φροντισμένη συνθήκη: ένα επιμελημένο, curated πλαίσιο που θα εντάσσει τη μικρού μήκους σε συνομιλία με το κοινό, θα την καθιστά πιο προσβάσιμη και θα της δίνει τον χώρο που της αξίζει.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Φεστιβάλ Δράμας: τελετουργία, αλλά και δοκιμασία· μια από τις πρώτες αγχωτικές στιγμές που η μικρού μήκους συναντά ευρύ κοινό και Επιτροπές. Είναι, όμως, κι η κοινή μας πατρίδα· με τους υπόλοιπους δημιουργούς λιγότερο σε χωρίζει ο ανταγωνισμός και περισσότερο σε ενώνουν οι ανάγκες επικοινωνίας και σύνδεσης. Από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση περιμένω φρεσκάδα, καθαρή ταυτότητα και τη διάθεση να ακούει — όχι μόνο τις φωνές αλλά και τις σιωπές. Και πιστεύω πως έχει όλα τα εχέγγυα για να το καταφέρει.

Τι κάνει μία μικρού μήκους... μεγάλη;

Δεν ξέρω· αλλά σίγουρα δεν έχει να κάνει με διάρκεια.

Φθινοπωρινά Χριστούγεννα | Παίζουν: Μάκης Παπαδημητρίου, Βίκυ Παπαδοπούλου, Παύλος Ορκόπουλος, Έφη Κάντζα, Γιώργος Κοψιδάς, Θάνος Μπίρκος, Δήμητρα Κολλά, Λήδα Κουτσοδασκάλου και οι Γιάννης Μουσούρης & Παναγιώτα Μουσούρη | Σκηνοθεσία: Κώστας Μπακούρης | Σενάριο: Αντιγόνη Ζόγκα | Ιστορία: Κώστας Μπακούρης | Παραγωγός: Αλέξανδρος Τηλιόπουλος | Συμπαραγωγοί: Valentin Leblanc, Delphine Duez, Κώστας Μπακούρης | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Manu Tilinski | Μοντάζ: Σμαρώ Παπαευαγγέλου | Σχεδιασμός Παραγωγής: Γιώργος Γεωργίου | Colorist: Γρηγόρης Αρβανίτης | Ενδυματολόγος: Ιωάννα Τιμοθεάδου | Υπεύθυνη Κάστινγκ: Γκέλυ Μαθαρίκου | Χορογραφίες: Άννα Αθανασιάδη | Mουσική: Παναγιώτης Καρανάνος, Μαρία Καρέτσου, Ρένος Παπασταύρος | Στίχοι: Κώστας Μπακούρης | Ηχητικός Σχεδιασμός: Ηρακλής Βλαχάκης, Λίνα Κουλούρη | Ηχοληψία: Νικόλ Ασημώση | Ηχητικά Εφέ: Ηρακλής Βλαχάκης, Γιώργος Κλάψης | Καλλιτεχνικός Διευθυντής Μουσική & Ήχου: Ρένος Παπασταύρος | VFX Artist: Philippe Carron | Animation Artists: Μικαέλα Κακαρίδη - Δεληγιάννη, Σαββίνα Λιάκη | Μακιγιάζ - Κομμώσεις: Ελίνα Τράντου | Μακιγιάζ: Νικολέτα Αρβανιτίδου | Α’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Sade Agilara | Β’ Βοηθός Σκηνοθέτη: Δανάη Σαμαρά | Εκτέλεση Παραγωγής: Πολύμνια Παπαδοπούλου – Σαρδέλη | Διευθυνση Παραγωγής: Έλμα Ευθυμίου | Παραγωγή: Οpen Border Productions | Συμπαραγωγή: Black Boat Pictures, White Boat Pictures, ΕΚΚΟΜΕΔ, ARTE France, ΕΡΤ


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


Γιατί

Γιατί του Νίκου Παυλινέρη

Η ταινία

Ο Σπύρος επιστρέφει από τις καλοκαιρινές διακοπές πίσω στην Αθήνα. Διαπιστώνει ότι η Ελπίδα έχει εξαφανιστεί. Αραγε θα του απαντήσει κανείς στο γιατί;

Ο σκηνοθέτης

Ο Νίκος Παυλινέρης γεννήθηκε το 1993 στην Κέρκυρα, ενώ οι ρίζες του εκτείνονται και στην Αίγινα. Παρά το γεγονός ότι σπούδασε Λογιστικά, από μικρός ένιωθε μια έντονη έλξη προς την τέχνη της σκηνοθεσίας. Το 2017 παρακολούθησε το σεμινάριο σκηνοθεσίας του Filmschool και του Film Renegade, ενώ το 2020 αποφάσισε να εμβαθύνει περισσότερο στην τέχνη του κινηματογράφου, σπουδάζοντας σκηνοθεσία στο ΙΕΚ ΑΚΜΗ. Μέχρι σήμερα, έχει σκηνοθετήσει τέσσερις ταινίες μικρού μήκους, που αποδεικνύουν την αφοσίωση και την πάθος του για τον κινηματογράφο.

Εξι ερωτήσεις για το «Γιατί»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Κάποια στιγμή άρχισα να αναρωτιέμαι για πολλά «γιατί», και όσο προσπαθούσα να βρω απαντήσεις, συνειδητοποίησα πως πολλές φορές δεν υπήρχε καμία. Η ιδέα που μου γεννήθηκε ήταν να δημιουργήσω μια ιστορία για ένα παιδί, το οποίο ζει σε έναν κόσμο όπου κανείς δεν μπορεί να του απαντήσει στο «γιατί». Ενα παιδί που προσπαθεί να καταλάβει πόσο δύσκολο είναι όταν το σύμπαν γύρω του παραμένει σιωπηλό και ασαφές. Στην ουσία είναι μια ταινία για τη μοναξιά, την απουσία και το πείσμα της παιδικής ματιάς να μη ξεχάσει και να μη σταματήσει να αναζητά...την ελπίδα. Για όλα εκείνα τα «γιατί» που δεν ειπώθηκαν ποτέ.

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό την τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες της δικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Η απορία είναι πότε δεν ήταν σε αναβρασμό. Από παλιά θυμάμαι όλο κάτι συνέβαινε. Δεν θα πω ψέματα, επειδή με βιοπορίζει κάτι άλλο δεν έχω τόσο άποψη. Βελτίωση θα ήταν να υπήρχαν περισσότερες ευκαιρίες για επιδοτήσεις. Γιατί αν σκεφτούμε πόσες δουλειές γίνονται, μόνο ένα 10% (και πολύ λέω) έχει μια «βοήθεια».

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Νομίζω είναι κυρίως μια ευκαιρία για την προβολή στον κόσμο, για την διανομή δεν είμαι τόσο σίγουρος. Μια σκέψη που κάνω είναι μικρού μήκους ταινίες να έπαιζαν (σαν άνοιγμα) σε προβολές μεγάλων ταινιών. Γίνεται αυτό αλλά θα μπορούσε να γίνει σε μεγαλύτερο βαθμό.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Είχα διαβάσει σε μια δημοσίευση ότι τον Σεπτέμβρη περιμένουμε δυο πράγματα να ανοίξουν τα σχολεία και να ξεκινήσει το φεστιβάλ Δράμας. Οπότε το Φεστιβαλ είναι μια μεγάλη συνάντηση που μας δίνει την ευκαιρία να τα πούμε και να βρεθούμε με άτομα/νέο κόσμο της κοινότητας και μη. Δεν ξέρω αν έχω προσδοκίες, για αρχή θέλω να δω πως θα λειτουργήσει και ποια θα είναι η δικιά του καλλιτεχνική ματιά, όλα τα άλλα μπορεί να είναι μια τρικλοποδιά.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους.... μεγάλη;

Το κοινό και η αγάπη που παίρνει... Γιατί ο χρόνος είναι απλά μια λεπτομέρεια.

Γιατί; | Σπύρος: Βασίλης Χατζηγεωργίου | Ελπίδα: Φελίς Τόπη | Γονείς: Τόνια Στεφανάτου, Αντώνης Γιαβρόγλου | Παραγωγή, Σενάριο & Σκηνοθεσία: Νίκος Παυλινέρης | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Θάνος Λυμπερόπουλος | Α ́ Βοηθός Κάμερας: Ρωξάνη Βαρελά | Β ́ Βοηθός Κάμερας: Σταύρος Αποστολόπουλος | Gaffer: Γιώργος Μαργετουσάκης | Βοηθός Σκηνοθέτη: Ντένια Βαρθάλη | Σκηνικά & Κοστούμια: Αλεξία Γκλόρια Σαπέρα | Βοηθός Σκηνογράφου: Ηλιάνα Κουρουπή | Ήχος: Ελένη Σγουράκη | Σχεδιασμός Ήχου & Μίξη: Παύλος Χαρμπαλής | Μοντάζ: Μάνος Μακρυγιαννάκης | Μουσική: Νίκος Λιάσκος | Colorist: Χρήστος Γεωργιάδης | Υπότιτλοι: Δήμητρα Παυλινέρη | Σχεδιασμός Αφίσας: Χριστίνα Τσέβη

Γιατί


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


The Fight

The Fight του Αντονι Πέτρου

Η ταινία

Σε ένα γυμναστήριο πυγμαχίας στο βόρειο Λονδίνο, ένα κορίτσι 11 ετών προπονείται με αθόρυβη ένταση· από τα ελάχιστα κορίτσια στον χώρο, εκεί όπου τα αγόρια αρνούνται να παίξουν σπάρινγκ μαζί της. Κάθε πρωί ακολουθεί την ίδια διαδρομή τρεξίματος, σταματώντας σε ένα σημείο που μοιάζει να κουβαλά κάτι άρρητο. Υπάρχει ένα βάρος στη σιωπή της, μια ορμή που ξεπερνά τα σχοινιά του ρινγκ. Μία μέρα προχωρά σε μια ριζική πράξη – ταυτόχρονα ανυπότακτη και τρυφερή – μια χειρονομία που μοιάζει να αποζητά αποδοχή, αλλά στην πραγματικότητα μιλά για κάτι πολύ βαθύτερο. Το «The Fight» είναι ένα ωμό, ποιητικό πορτρέτο της κοριτσίστικης εφηβείας, σμιλεμένο από το πένθος, το τελετουργικό και τη θέληση για ορατότητα.

Ο σκηνοθέτης

Ο Αντονι Πέτρου είναι Κύπριος σκηνοθέτης, γνωστός για την τολμηρή αφήγησή του και την οπτικά ξεχωριστή προσέγγιση σε κοινωνικά φορτισμένα θέματα. Απόφοιτος του Central Saint Martins και κάτοχος MFA από τη New York Film Academy, συνδυάζει την ευαισθησία των εικαστικών τεχνών με την πειθαρχία του κινηματογράφου. Η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, «We Are Monster» – ένα σκληρό πορτρέτο της ρατσιστικά υποκινούμενης δολοφονίας του Zahid Mubarek – έκανε πρεμιέρα με θερμή υποδοχή τόσο στη Βρετανία όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες, προτού αποκτηθεί από το Netflix. Η ταινία εδραίωσε τη φήμη του να αφηγείται συναισθηματικά σύνθετες ιστορίες, με επίκεντρο την ταυτότητα, τη βία και την ανθεκτικότητα. Τα έργα του έχουν προβληθεί σε σημαντικά διεθνή φεστιβάλ και έχουν αποσπάσει διαρκώς επαίνους για την εντυπωσιακή τους εικονογραφία και την αφοπλιστική τους ειλικρίνεια. Αυτή την περίοδο ολοκληρώνει το στάδιο του post-production στη μικρού μήκους animation «Cinema Rialto», που χρηματοδοτήθηκε από το Υφυπουργείο Πολιτισμού της Κύπρου, ενώ αναπτύσσει τη νέα του ταινία μεγάλου μήκους, «Transit».

Η πιο πρόσφατη μικρού μήκους του, «The Fight», είναι μια οκτάλεπτη εξερεύνηση του παιδικού πένθους, του τελετουργικού και της αντίστασης, τοποθετημένη μέσα στην κοινότητα της πυγμαχίας του Λονδίνου. Γυρισμένη με μη επαγγελματίες ηθοποιούς και βασισμένη σε βιωμένες εμπειρίες, συνεχίζει την αναζήτηση ιστοριών που αντηχούν μέσα από τη σιωπή, τη δύναμη και τη συναισθηματική αλήθεια.

Εξι ερωτήσεις για το «The Fight»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Η ταινία γράφτηκε από κοινού με την κόρη μου, η οποία είναι ερασιτέχνης πυγμάχος και φιναλίστ σε εθνικό επίπεδο. Eχει βιώσει από πρώτο χέρι τι σημαίνει να διεκδικείς τον χώρο σου σε έναν κατεξοχήν ανδροκρατούμενο χώρο, και αυτή η αθόρυβη αντοχή έγινε το συναισθηματικό νήμα της ιστορίας. Ωστόσο, το «The Fight» γεννήθηκε από κάτι ακόμη πιο προσωπικό: την απόφασή της να ξυρίσει τα μαλλιά της σε μια πράξη αλληλεγγύης προς μια στενή οικογενειακή φίλη που έδινε μάχη με τον καρκίνο. Χτίσαμε την ταινία γύρω από εκείνη τη στιγμή, μια πράξη αγάπης και θάρρους, την οποία η ίδια πραγματοποιεί μπροστά στην κάμερα. Αυτό που βλέπετε δεν είναι μια σκηνοθετημένη σκηνή· είναι μια ζωντανή αλήθεια: πένθος, τρυφερότητα και αντίσταση υφασμένα μέσα σε ένα τελετουργικό, μια μικρή πράξη που αντηχεί πολύ πιο πέρα από το ρινγκ.

Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερεμεγάλη χαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;

Η μεγαλύτερη δυσκολία ήταν να δημιουργηθεί ο κατάλληλος χώρος για κάτι τόσο προσωπικό. Η κεντρική πράξη της ταινίας, το ξύρισμα των μαλλιών σε ένδειξη συμπαράστασης, δεν ήταν ερμηνεία· ήταν αληθινό γεγονός. Το να βλέπεις ένα κορίτσι μόλις έντεκα ετών να το κάνει μπροστά στην κάμερα υπήρξε ταυτόχρονα συγκινητικό, χαρμόσυνο αλλά και εξαιρετικά εύθραυστο. Η κινηματογράφηση έγινε στο πραγματικό της γυμναστήριο, περιτριγυρισμένη από συναθλητές και προπονητές, κάτι που προσέδωσε στην εμπειρία ακόμη μεγαλύτερο βάθος. Ως δημιουργός αλλά και ως γονιός, το να μοιραστώ εκείνη τη στιγμή μαζί της ήταν πραγματικά ανεπανάληπτο.

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό την τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες της δικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Ως δημιουργός με κυπριακές ρίζες, παρακολουθώ τις εξελίξεις στον ελληνικό κινηματογραφικό χώρο με αίσθημα αλληλεγγύης αλλά και ελπίδας. Ο αναβρασμός αυτός αντικατοπτρίζει κάτι που άργησε πολύ: μια συλλογική απαίτηση για δικαιοσύνη, διαφάνεια και στήριξη. Για τους σκηνοθέτες της γενιάς μου, ιδιαίτερα όσους δουλεύουν πέρα από σύνορα ή εκτός των παραδοσιακών δομών, αναδεικνύει την ανάγκη για πραγματικούς μηχανισμούς που προστατεύουν τους καλλιτέχνες και τους ενθαρρύνουν να ρισκάρουν. Πρόοδος, για μένα, σημαίνει να δημιουργηθεί ένας κλάδος που δεν περιορίζεται στο να ακούει τις νέες φωνές, αλλά να τις καλλιεργεί – ιδίως εκείνες που προέρχονται από το περιθώριο. Η αλλαγή δεν έρχεται με τη σιωπή.

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Οι ταινίες μικρού μήκους έχουν ανάγκη από χώρους που τις αντιμετωπίζουν ως κινηματογράφο, όχι απλώς ως περιεχόμενο για να γεμίσει μια ροή ή να κυνηγήσει τάσεις. Μετά τον κύκλο των φεστιβάλ, πάρα πολλές εξαφανίζονται, παρότι κουβαλούν ακόμη δύναμη. Πρόσφατα δημιούργησα ένα κανάλι στο YouTube και ανέβασα εκεί μερικές από τις ταινίες μου· με συγκίνησε το πόσο μακριά έφτασαν, αγγίζοντας θεατές που ποτέ δεν θα περίμενα. Η απήχηση είναι εντελώς οργανική, και αυτό που εκτιμώ περισσότερο είναι η διαφάνεια: χωρίς μεσολαβητές, χωρίς ανταγωνισμούς τύπου «ταινία της εβδομάδας» – ένας χώρος όπου το έργο μιλά από μόνο του. Δεν είναι η μόνη λύση, αλλά σίγουρα είναι μια αυθεντική, ενδυναμωτική και ανοιχτή δυνατότητα.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Η Δράμα κατέχει μια πολύ προσωπική θέση στην καρδιά μου. Ηταν το πρώτο φεστιβάλ που με έφερε σε επαφή με τη δύναμη του κινηματογράφου μικρού μήκους και, με έναν τρόπο, με έκανε γνωστό ως Κύπριο δημιουργό. Είχα μπει στον χώρο ανάποδα, αφού πρώτα είχα γυρίσει μεγάλου μήκους ταινία· ωστόσο, ήταν με τη μικρού μήκους «The Sound» – η οποία βραβεύτηκε στην 41η διοργάνωση – που άρχισα να αντιλαμβάνομαι την οικειότητα, την πειθαρχία και το τεράστιο δυναμικό του σύντομου φορμά. Γνωρίζω επίσης τη δουλειά του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή, του Γιώργου Αγγελόπουλου. Η δική του μικρού μήκους, «Χρυσόψαρο», είχε προβληθεί σε αρκετά φεστιβάλ όπου συμμετείχε και το «The Sound», ανάμεσά τους και στη Δράμα, οπότε είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω το έργο και τη ματιά του. Είναι ενθαρρυντικό να ξέρω πως κάποιος μεισχυρό υπόβαθρο στον χώρο της μικρού μήκους αναλαμβάνει να καθορίσει την πορεία του φεστιβάλ. Ανυπομονώ να δω πώς το όραμά του θα συνεχίσει να τιμά την παράδοση, δίνοντας ταυτόχρονα χώρο σε τολμηρές, προσωπικές φωνές.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους.... μεγάλη;

Δεν είναι ποτέ εύκολο να ορίσει κανείς τι κάνει μια μικρού μήκους ταινία σπουδαία, αλλά για μένα ξεκινά με τη δύναμη της αφήγησης. Με ελκύουν οι ταινίες που μοιάζουν ολοκληρωμένες, που καταφέρνουν μέσα σε λίγα μόλις λεπτά να σε οδηγήσουν σε μια πλήρη συναισθηματική διαδρομή, χωρίς βιασύνη ή επιτήδευση. Αυτή η σαφήνεια είναι συχνά το πιο δύσκολο να επιτευχθεί. Δεν έχει να κάνει με τον προϋπολογισμό ή την κλίμακα, αλλά με την αλήθεια της ιδέας και τον τρόπο που εκφράζεται με αυτοπεποίθηση. Οταν μία ταινία εμπιστεύεται τις εικόνες της να σηκώσουν το βάρος, όταν μιλά σε μια γλώσσα πέρα από τις λέξεις, τότε βρίσκει κάτι διαχρονικό, κάτι που παραμένει σιωπηλά μέσα σου.

The Fight | Σκηνοθεσία: Antony Petrou | Σενάριο: Aviana Bella, Antony Petrou | Παραγωγός: Antony Petrou | Παραγωγοί: Anjlkia Kapanidid-Petrou, Tonia Mishiali | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Oliver Collins | Μουσική: Christopher Barnet | Μοντάζ: John Smith (ACE) | Πρωταγωνιστεί: Aviana Bella | Εταιρείες Παραγωγής: Watermelon Films, Barc Like A Cat Films, 11 Little Films

The Fight


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


salty

Salty του Ανδρέα Ράπτη

Η ταινία

Μια μοντέρνα εκδοχή του «Ασχημόπαπου», η ταινία αφηγείται την ιστορία ενός παρείσακτου που βρίσκει αποδοχή και φιλία μέσα σε έναν ζωηρό, γεμάτο ποπ αναφορές, animated κόσμο, ενάντια σε προκαταλήψεις και κοινωνικές αλλαγές.

O σκηνοθέτης

Ο Ανδρέας Ράπτης (Αθήνα) σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει εργαστεί ως υπεύθυνος γραφείου Τύπου στην Odeon, δημοσιογράφος στα Athens Voice, Καθημερινή, Mega Channel και Αθηνόραμα, καθώς και ως κειμενογράφος στη διαφημιστική εταιρεία Panadvert. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται με τη συγγραφή σεναρίων για διαφημίσεις. Το 2025 έγραψε το σενάριο και σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία μικρού μήκους animation, Πάπια από Αλάτι, μια συμπαραγωγή του ΕΚΚ, του Animasyros και της Cosmote TV.

Σημείωμα σκηνοθέτη

Το όνομα μου είναι Ανδρέας Ράπτης, ερασιτέχνης γραφιάς από κούνια, περαστικός σκηνοθέτης, εριστικός σεναριογράφος. Έριξα στον animation ωκεανό μια μποτίλια σχεδιασμένη με lo-fi διάθεση, γιομάτη με queer punk ζωμό για να δυναμώσουν οι αδύναμες ψυχές. Ας κρατήσουν οι χοροί, λοιπόν!

Πάπια από Αλάτι | Σκηνοθεσία: Ανδρέας Ράπτης | Σενάριο: Ανδρέας Ράπτης | Σκηνοθεσία Animation: Χαράλαμπος Μαργαρίτης | Animation: Μαρία Χρήστου, Δημήτρης Περικλέους, Γιάννης Σακελλής, Αλέξανδρος Θεοχάρους | Μοντάζ: Χαράλαμπος Μαργαρίτης | Πρωτότυπη Μουσική: Theodore | Ηχοληψία: Χαράλαμπος Μαργαρίτης | Σχεδιασμός Ήχου: Χαράλαμπος Μαργαρίτης | Layout Artist: Ντάνιελ Νικολάου | Concept Art & Character Design: Πέτρος Χριστούλιας | Αφήγηση: Δημήτρης Βραχνός | Παραγωγός: Βασίλης Καραμητσάνης | Διεύθυνση Παραγωγής: Αθηνά Καλκοπούλου | Εταιρεία Παραγωγής: Animasyros Productions | Συμπαραγωγοί: Cosmote TV, United We Fly

salty


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


Ατλαντικός

Ατλαντικός του Αλέξανδρου Σταματιάδη

Η ταινία

Eνα έφηβο αγόρι και κορίτσι έρχονται αντιμέτωποι με τον πρώτο τους χωρισμό. Την τελευταία μέρα, πριν το αγόρι φύγει οριστικά από την πόλη, μαθαίνει πώς να κλάψει.

Ο σκηνοθέτης

Ο Αλέξανδρος Σταματιάδης (1999, ΕΛ) είναι Eλληνας-Γερμανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος και φωτογράφος που ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Εχει σπουδάσειΟργάνωση & Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά η αγάπη του βρίσκεται στο σινεμά. Η καλλιτεχνική του πρακτική εκτείνεται σε ταινίες μικρού μήκους, μουσικά βίντεο και διαφημίσεις, με επίκεντρο τον αφηγηματικό κινηματογράφο που αντλεί υλικό από προσωπικά και βιωματικά μοτίβα. Στο έργο του διερευνά θέματα όπως η πολιτισμική κληρονομιά και η διασύνδεσή της με τη διαμόρφωση τόσο της εθνικής όσο και της προσωπικής ταυτότητας, ενώ συχνά επιστρέφει σε μνήμες που φέρουν το αποτύπωμα της αγάπης, της απώλειας, της ευφορίας ή του πένθους. Eχει συνεργαστεί με καταξιωμένους Eλληνες μουσικούς καλλιτέχνες όπως η Τάμτα, ο Γιώργος Μαζωνάκης και η Μαρίζα Ρίζου, καθώς και με αναγνωρισμένα brands όπως η Vodafone και το Campari. Οι συνεργασίες αυτές έχουν προσφέρει στη δουλειά του ένα ευρύ φάσμα αφηγηματικών εργαλείων και οπτικών Το 2022 σκηνοθέτησε την πειραματική ταινία χορού «Αγκάθι», η οποία προβλήθηκε σε διεθνή φεστιβάλ όπως τα PÖFF Shorts και Aesthetica. Η πιο πρόσφατη ταινία του, «Atlantic» (2025) - μια προσωπική, coming-of-age ταινία - θα κάνει πρεμιέρα στο 48ο Φεστιβάλ Μικρού Μήκους της Δράμας (DISFF). Αυτή την περίοδο αναπτύσσει τη νέατου μικρού μήκους ταινία «Βόλτα» (2026), σε παραγωγή της Neda Film.

Εξι ερωτήσεις για τον «Ατλαντικό»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Το θέμα της ταινίας γεννήθηκε από κάτι που κουβαλούσα μέσα μου για χρόνια. Θυμάμαι πόσο δύσκολο μου φαινόταν να καταλάβω ότι η ζωή και το συναίσθημα δεν συμπορεύονται πάντα· ότι πολλές φορές αυτά τα δύο συγκρούονται και σε αφήνουν στη μέση, αμήχανο. Είχα ζήσει έναν πρώτο έρωτα που δεν μπόρεσε να υπάρξει — όχι γιατί του έλειπε κάτι, αλλά γιατί υπήρχαν εξωτερικοί λόγοι που τον ματαίωσαν. Αυτό με σημάδεψε. Ηταν, νομίζω, η στιγμή που κατάλαβα πως μετά από αυτό, είχα μεγαλώσει.

Χρόνια μετά, αυτό το συναίσθημα ξαναγύρισε, όταν ένας φίλος μου ετοιμαζόταν να μεταναστεύσει στην Αυστραλία. Ημασταν σε ένα κοινό τραπέζι, λίγες μέρες πριν φύγει. Ηταν εκεί και η τότε σύντροφός του. Με έναν αυθόρμητο ενθουσιασμό γύρισα και του είπα: «Φεύγεις την Παρασκευή — φαντάζομαι θα πάτε παρέα;». Θυμάμαι την παύση, το πώς κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, την ένταση. Και ύστερα την απάντηση: «Οχι. Δεν θα μπορέσει να έρθει... σε αυτή τη φάση». Με χτύπησε κάτι βαθιά εκείνη τη στιγμή. Δεν ήταν δική μου η ιστορία, αλλά την ένιωσα σχεδόν σαν προσωπική απώλεια. Εγραψα μια σημείωση τότε στο κινητό μου — ότι αυτή είναι μια ιστορία που θα ήθελα να διηγηθώ.

Λίγο καιρό αργότερα, είδα και το ντοκιμαντέρ Streetwise της Mary Ellen Mark. Υπάρχει εκεί μια σκηνή που έχει χαραχτεί μέσα μου: η Tiny βρίσκεται στο κρατητήριο και ο Rat πρέπει να φύγει από την πόλη όσο εκείνη είναι μέσα — κι οι δυο τους συνειδητοποιούν πως αυτός ο αποχωρισμός μπορεί να είναι οριστικός. Κάτι τελειώνει. Κάτι που ίσως δεν θα ξαναϋπάρξει. Κάπως τότε όλα πήραν τη θέση τους — κι έτσι γεννήθηκε η ταινία.

Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερε μεγάληχαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;

Η μεγαλύτερη δυσκολία στην πραγματοποίηση αυτής της ταινίας ήταν το γεγονός ότι είχαμε στη διάθεσή μας μόνο μία μέρα γυρίσματος και μόλις τρία καρούλια φιλμ. Οι περιορισμοί αυτοί μάς υποχρέωσαν να λειτουργήσουμε με απόλυτη συγκέντρωση και ακρίβεια — κάθε λήψη είχε βάρος, δεν υπήρχε χώρος για λάθη ή για δεύτερες ευκαιρίες. Ολοι όσοι συμμετείχαν έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό.

Δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί αυτό το γύρισμα χωρίς τον διευθυντή φωτογραφίας μας, τον Θύμιο Μπακατάκη. Η εμπειρία του και η αυτοπεποίθηση που μετέφερε στο σετ ανέβασαν το επίπεδο όλων μας. Δημιούργησε μια αίσθηση ασφάλειας και ροής που ήταν καθοριστική — ειδικά μέσα σε ένα τόσο ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα, όπου κάθελεπτό μετρούσε.

Αυτό όμως που με συγκίνησε και με εξέπληξε περισσότερο απ’ όλα ήταν τα ίδια τα παιδιά. Η ερμηνεία τους, η συγκέντρωσή τους, η εμπιστοσύνη που μου έδειξαν. Παρά το γεγονός ότι δεν είναι επαγγελματίες ηθοποιοί, κατάφεραν να φέρουν μια ωριμότητα και μια αλήθεια που ξεπέρασε κάθε προσδοκία. Η ταινία, όπως τελικά έγινε, οφείλει πολλά σε εκείνα.

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό την τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες της δικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Μας αφορά όλους. Το ζούμε από μέσα, το κουβαλάμε καθημερινά — στον τρόπο πουδουλεύουμε, που δημιουργούμε, που ονειρευόμαστε.Υπάρχει μια φλόγα στη γενιά μου.Μια πίστη ότι μπορούμε — και πρέπει — να κάνουμε τα πράγματα αλλιώς: πιο συλλογικά, πιο δίκαια, πιο ανθρώπινα. Ταυτόχρονα όμως, είναι εξουθενωτικό να θες να κάνεις σινεμά σε μια χώρα που βουλιάζει. Η κινηματογραφική παιδεία είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Τα σινεμά κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Η πραγματικότητα μάς προσγειώνει διαρκώς. Κατά τη γνώμη μου, το πρώτο βήμα είναι να ανοίξει χώρος. Πραγματικός χώρος για νέους ανθρώπους. Οχι μόνο για όσους έχουν ήδη «όνομα», αλλά και για όσους έχουν κάτι να πουν και δεν έχουν ακόμη ακουστεί. Παράλληλα, πρέπει να στηριχθεί ουσιαστικά η εκπαίδευση στον κινηματογράφο — με σύγχρονους θεσμούς, πλατφόρμες, εργαστήρια, χώρους συνάντησης και ανταλλαγής. Και κάτι ακόμα: πρέπει επιτέλους να μιλήσουμε για τις συνθήκες στα γυρίσματα. Να μπουν όρια, κανόνες, προστασία. Να φτιαχτεί ένα πλαίσιο που να σέβεται τους ανθρώπους που δουλεύουν για να γίνει μια ταινία πραγματικότητα. Η γενιά μου έχει τη θέληση. Και μόνο αυτό — είναι ήδη μια αρχή.

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολήτης μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρούμήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Νομίζω πως ναι. Η μικρού μήκους έχει το πλεονέκτημα — είναι γρήγορη, άμεση, καιταιριάζει με τον ρυθμό που ζούμε. Αντί να χαζεύουμε ασταμάτητα reels, γιατί να μηβλέπουμε μικρές ιστορίες που πραγματικά έχουν κάτι να πουν;Θα ήθελα να βλέπω τέτοιες ταινίες να κυκλοφορούν πιο ελεύθερα. Στο YouTube, σεπλατφόρμες, στο μετρό, στα σχολεία. Να φτάνουν σε κόσμο που δεν θα πήγαινε ποτέ σεφεστιβάλ — αλλά θα μπορούσε να συνδεθεί μαζί τους.Και πέρα απ’ αυτό, χρειάζεται να υπάρχει και ένα αρχείο. Ενα μέρος όπου βρίσκειςμικρού μήκους, παλιές και καινούργιες. Οχι να χάνονται, να υπάρχουν. Να είναιπροσβάσιμες, να ζουν.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινόκινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνικήδιεύθυνση;Το Φεστιβάλ της Δράμας το παρακολουθώ εδώ και χρόνια. Πολλές φορές είχα σκεφτείότι, αν ποτέ κάνω μια μικρού μήκους, θα ήθελα να ξεκινήσει από εκεί. Και τελικά, αυτόέγινε με την ταινία μας — και το χάρηκα πραγματικά. Είναι σημαντικό να έχουμετέτοιους θεσμούς στην χώρα μας.Νιώθω ότι είναι καλό να αλλάζουν τα πρόσωπα και να ανανεώνεται το τοπίο κάθε τόσο.Δεν ξέρω ακριβώς τι να περιμένω από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση — αλλά ελπίζωνα συνεχίσει να κρατά τον χώρο ανοιχτό για φρέσκες και διαφορετικές φωνές. Ναυπάρχει ενδιαφέρον και ουσιαστική στήριξη για τους Ελληνες δημιουργούς.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους.... μεγάλη;

Το να στέκεται από μόνη της. Να μη νιώθεις ότι «λείπει» κάτι ή ότι θέλει να γίνει κάτιάλλο — π.χ. ταινία μεγάλου μήκους. Λέει αυτό που έχει να πει, με τον δικό της τρόπο,και σε αφήνει με κάτι. Και κυρίως, να σου μείνει. Να μη την ξεχάσεις την επόμενη μέρα.Να αντέξει στον χρόνο και να σε συγκινήσει — δεν έχει σημασία πώς. Μπορεί με μιασκηνή, μια ατάκα, μια εικόνα. Αν το καταφέρει αυτό, τότε ναι — είναι μεγάλη.

Δείτε εδώ το τρέιλερ του «Ατλαντικού»:

ayerid=0&appid=58479" frameborder="0" allow="autoplay; fullscreen; picture-in-picture; clipboard-write; encrypted-media; web-share" referrerpolicy="strict-origin-when-cross-origin" style="position:absolute;top:0;left:0;width:100%;height:100%;"

title="Atlantic (2025) - Trailer">

Ατλαντικός | Σενάριο – Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Σταματιάδης | Παίζουν: Θεανώ Λέκκα,Δημήτρης Λούσκος | Παραγωγοί: Λευτέρης Σαμψών, Αλέξανδρος Σταματιάδης |Executive Producer: Λευτέρης Σαμψών | Διεύθυνση Παραγωγής:Παναγιώτης Χατζηνικολάου | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Θύμιος Μπακατάκης |Μοντάζ: Μάριος Κλεφτάκης | Σκηνογραφία: Δήμητρα ΒαρβάραΣταυροπούλου | Ενδυματολόγος: Πηνελόπη Χάνσεν | Μουσική: ΛευτέρηςΣαμψών | Ηχοληψία: Παύλος Κουτσέλος | Sound Design: Marlon Beatt |Μίξη Ήχου: Σταύρος Γεωργιόπουλος | Χρωματική Επεξεργασία: ΓρηγόρηςΑρβανίτης | Casting Director: Σοφία Δημοπούλου | Βοηθός Σκηνοθέτη:Δημήτρης Μουτσιάκας | Μακιγιάζ: Έλενα Καρατσόκη | Σχεδιασμός Τίτλων &Αφίσας: Κορίνα Γαλλίκα

Ατλαντικός


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.


the t3st

The T3st του Αλέξανδρου Τσιλιφώνη

Η ταινία

Το «The T3st» αφηγείται την ιστορία του Τζέισον, ενός παιδιού με πλούσια φαντασία, που οδηγείται σε μια ψυχολογική αξιολόγηση, γεγονός που εντείνει την ήδη τεταμένη σχέση του με τον πατέρα του. Καθώς έρχεται αντιμέτωπος με ένα δύσκολο τεστ, η φαντασία του μεταμορφώνει την εμπειρία σε μια απρόβλεπτη, σχεδόν φανταστική περιπέτεια. Παρά τις δυσκολίες, η συνάντηση οδηγεί σε μια συγκινητική αποκάλυψη που γεφυρώνει την απόσταση ανάμεσά τους και βοηθά τον Τζέισον να καταλάβει ότι δεν είναι μόνος σε αυτή τη διαδρομή. Βασισμένη σε αληθινά βιώματα, η ταινία φωτίζει την έντονη απομόνωση που βιώνουν συχνά τα νευροδιαφορετικά παιδιά, μέσα από μια ευαίσθητη και ταυτόχρονα δυναμική κινηματογραφική ματιά.

Ο σκηνοθέτης

Ο Αλέξανδρος Τσιλιφώνης είναι σκηνοθέτης και σεναριογράφος, γεννημένος στην Αθήνα και εγκατεστημένος στο Λονδίνο. Η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους, «CAFÉ 404», με πρωταγωνιστές τον Δημήτρη Γκρίπαρη («Dangerous Liaisons») και τον Βασίλη Κουκαλάνι («Tehran, Kabul»), έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο διαγωνιστικό τμήμα του 65ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και συνέχισε την πορεία της σε μεγάλα φεστιβάλ σε Λος Αντζελες, Νέα Υόρκη και Τορόντο,καθιερώνοντας τον Αλέξανδρο ως μια ανερχόμενη κινηματογραφική φωνή με διεθνή προοπτική. Αυτή την περίοδο αναπτύσσει τη δεύτερη μεγάλουμήκους ταινία του, «The Passed Pawn», σε συνεργασία με την Dark Alley Pictures («The Forgotten Battle»), βασισμένη στη μικρού μήκους «The T3st» — μία ταινία που απέσπασε διακρίσεις και προκρίθηκε για τα BAFTA και BIFA, με τη στήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, της ΕΡΤ και της National Film and Television School. Παράλληλα, ο Αλέξανδρος εργάζεται στην ανάπτυξη δύο τηλεοπτικών σειρών: το «Ben and The End», μια μαύρη κωμωδία με επίκεντρο τον μυθικό Χάροντα, σε εκτελεστική παραγωγή του David Barron («Harry Potter and the Deathly Hallows»), και το «Antiparos», μια σειρά μυστηρίου τύπου whodunit, παραγωγής Tanweer («So Long Marianne»), που έχει ήδη επιλεγεί στο Series Mania 2025. Έχει σκηνοθετήσει τη σειρά LUV’S STORY με τη Νίκη Βακάλη («Ενας Άλλος Κόσμος»), το διαφημιστικό The Cellist για τη McDonald’s (υποψήφιο στα Porsche Awards), ενώ έχει υπάρξει mentee του Fred Fuchs («The Godfather Part III, Dracula») και έχει τιμηθεί με το 1ο Εθνικό Βραβείο των Nespresso Talents.

Εξι ερωτήσεις για το «The T3st»:

Πώς επιλέξατε το θέμα της ταινίας σας, ποια ήταν η αρχική ιδέα, ποια η ανάγκη να αφηγηθείτε αυτή την ιστορία;

Η δυσλεξία είναι ένα ζήτημα που με αφορά προσωπικά. Ως παιδί δυσκολευόμουν να επικοινωνήσω, να διαβάσω, να συγκεντρωθώ. Ενιωθα απομονωμένος. Ηθελα να φτιάξω μια ταινία που να μεταφέρει αυτή την εμπειρία μέσα από τα μάτια ενός παιδιού – όχι όμως με μελοδραματισμό, αλλά με χιούμορ και ευαισθησία. Είναι η ιστορία που θα ήθελα να έχω δει όταν ήμουν 7 χρονών.

Τι σας δυσκόλεψε στην πραγματοποίηση της ταινίας, τι σας έφερε μεγάλη χαρά, ή τι σας εξέπληξε - θετικά ή αρνητικά;

Το να μιλήσω ανοιχτά για κάτι τόσο προσωπικό δεν ήταν εύκολο. Η παραγωγή σε δύο χώρες (Ελλάδα – Ηνωμένο Βασίλειο) είχε οργανωτικές προκλήσεις, αλλά η ανταπόκριση από ανθρώπους που σχετίζονται με το θέμα (γονείς, δάσκαλοι, παιδιά) μας έδωσε ώθηση και ελπίδα.

Η ελληνική κινηματογραφική κοινότητα βρίσκεται σε αναβρασμό την τελευταία περίοδο. Πόσο αφορά αυτό τους/τις σκηνοθέτες της δικής σας γενιάς και ποια βήματα θα θεωρούσατε ως βελτίωση;

Ανήκω σε μια γενιά που βρίσκει τρόπους να δημιουργήσει, ακόμα και έξω από παραδοσιακά συστήματα. Αυτό που λείπει είναι ένα σταθερό και δίκαιο πλαίσιο χρηματοδότησης, και κυρίως δομές που να στηρίζουν τον δημιουργό σε όλη τη διαδρομή — από το σενάριο έως την προβολή.

Είναι οι πλατφόρμες και το streaming μια ευκαιρία για τη διανομή και προβολή της μικρού μήκους ταινίας; Ποιες άλλες λύσεις θα βλέπατε προκειμένου η μικρού μήκους ταινία να φτάσει σε περισσότερο κόσμο;

Οι πλατφόρμες δίνουν ευκαιρίες, αλλά δεν είναι πανάκεια. Η μικρού μήκους ταινία παραμένει σε μεγάλο βαθμό αόρατη στο ευρύ κοινό. Θα χρειαζόταν ένα εθνικό ή ευρωπαϊκό δίκτυο προβολών σε σχολεία, βιβλιοθήκες και πολιτιστικά κέντρα. Ειδικά για έργα όπως το δικό μας, που απευθύνονται σε παιδιά και νέους.

Τι σημαίνει το Φεστιβάλ Δράμας για εσάς, αλλά και για το σημερινό κινηματογραφικό τοπίο; Τι προσδοκίες έχετε από τη νέα καλλιτεχνική διεύθυνση;

Το Φεστιβάλ Δράμας είναι το πρώτο μας «σχολείο» και ταυτόχρονα το παράθυρο προς τον έξω κόσμο. Η νέα καλλιτεχνική διεύθυνση μάς γεμίζει προσδοκίες για ακόμα πιο σύγχρονη, ανοιχτή, διεθνή Δράμα.

Τι κάνει μία ταινία μικρού μήκους.... μεγάλη;

Οταν μέσα σε λίγα λεπτά καταφέρνει να συγκινήσει, να ταράξει, να κάνει τον θεατή να δει κάτι αλλιώς. Και όταν ο δημιουργός της μιλά με ειλικρίνεια, όχι για να εντυπωσιάσει αλλά για να επικοινωνήσει.

The T3st | Σενάριο-Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Τσιλιφώνης | Παίζουν: Mattew Stagg, Killian Coyle | Παραγωγή: Κατερίνα Κασκανιώτη | Συμπαραγωγή: Connor J. Mattews | Executive Παραγωγής: Ανδρέας Τσιλιφώνης | Διεύθυνση Παραγωγής: Katie Cooper | Διεύθυνση Φωτογραφίας: Andri Haraldson | Μοντάζ: Αγγέλα Δεσποτίδου | Μουσική: Stefano Fasce | Ήχος: Παναγιώτης Παπαγιανόπουλος | Σκηνογραφία: Violette de laet | Κοστούμια: Ελένη Μπάντρα | Ειδικά Εφέ: Φώτης Σαραμάντης

The T3st


Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες για το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Δράμας στο επίσημο site του, στην επίσημη σελίδα του στο Facebook, στο κανάλι του στο YouTube και στον επίσημο λογαριασμό του στο Instagram.