Οντρεϊ Χέπμπορν, Μελίνα Μερκούρη, Γκρέγκορι Πεκ, Ειρήνη Παππά, Ελίζαμπεθ Τέιλορ, Τζένη Καρέζη.
Ξαφνικά, η Ριβιέρα, το αγαπημένο θερινό σινεμά της οδού Βαλτετσίου, γέμισε αστέρια. Κι όχι μόνο αυτά που φωτίζει κάθε βράδυ ο κινηματογραφικός προβολέας της στην μεγάλη οθόνη.
Αλλά ακόμη περισσότερα, μυθικά, «Καλοκαιρινά Αστέρια», που για λίγες ακόμα μέρες μπορεί κανείς να απολαύσει στους τοίχους του φουαγιέ της.
Η «Étoile d'été» είναι μία έκθεση έργων κολάζ του Δήμου Τσορμπατζόγλου, με πορτρέτα κινηματογραφικών σταρ που έχουν δανείσει την λάμψη τους στα αέναα καλοκαίρια μας.
Το Flix μίλησε με τον καλλιτέχνη για την ιδέα αυτή, την έμπνευση και την υλοποίησή της.
«Etoiles d'été»: έως και τις 19 Σεπτεμβρίου στον θερινό κινηματογράφο «Ριβιέρα» (Βαλτετσίου 46). Από τις 23 Σεπτεμβρίου, και για έναν μήνα, η έκθεση μεταφέρεται στη Θεσσαλονίκη, στο καφέ Defacto (Παύλου Μελά 19).
Δήμο, συγχαρητήρια για την υπέροχη δουλειά σου. Θες να μάς συστηθείς; Εργάζεσαι στο Τμήμα Διαχείρισης Ιστορικού Αρχείου Αρχαιοτήτων, κάτι από μόνο του εξαιρετικά ενδιαφέρον...
Τελείωσα τις σπουδές πάνω στη Συντήρηση Εργων Τέχνης το 2000 στη Θεσσαλονίκη, απ’ όπου και κατάγομαι. Στην πραγματικότητα ήθελα να δώσω εξετάσεις στην Καλών Τεχνών. Κάτι που δεν έγινε για πολλούς και διάφορους οικογενειακούς λόγους (που χρήζουν ψυχανάλυσης) αφού μεγάλωσα σε οικογένεια χωρίς ιδιαίτερες καλλιτεχνικές ανησυχίες και πάντα πρακτικό τρόπο σκέψης. Μετά από μεταεφηβικές αντιπαραθέσεις συμβιβάστηκα (βαριά λέξη) σε σπουδές Συντήρησης Εργων Τέχνης.
Πολύ γρήγορα έπιασα δουλειά (το πρακτικό μυαλό των γονιών που λέγαμε) σε έργα που αφορούσαν τη συντήρηση ψηφιδωτών δαπέδων και πέτρας. Ως συμβασιούχος τότε, προσπαθούσα να μη μένω χωρίς δουλειά για μεγάλα διαστήματα με αποτέλεσμα να κάνω αιτήσεις παντού. Έτσι βρέθηκα για ένα διάστημα στην Κρήτη με αντικείμενο τη συντήρηση τοιχογραφιών και αρκετά χρόνια αργότερα κατέληξα να συντηρώ αποκλειστικά περγαμηνή και χαρτί. Δουλεύοντας κυρίως σε βιβλιοθήκες του Αγίου Ορους όπου περνούσα πολλές μέρες του μήνα και για αρκετά χρόνια απέκτησα με το χαρτί μια ιδιαίτερη σχέση και «μάθαμε» κατά κάποιον τρόπο ο ένας τον άλλο. Από το 2016 που μετακόμισα στην Αθήνα και εργάζομαι στο Τμήμα Διαχείρισης Ιστορικού Αρχείου Αρχαιοτήτων και Αναστηλώσεων της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, όπου υπάρχουν τεκμήρια από την ίδρυση της Γενικής Εφορείας Αρχαιοτήτων το 1834. Εγγραφα κυρίως αλλά και χάρτες και φωτογραφίες.
Και με το καλλιτεχνικό κομμάτι; Το design, τα κολάζ;
Με το καλλιτεχνικό-δημιουργικό κομμάτι δεν χωρίσαμε ποτέ. Σχεδίαζα, έφτιαχνα χαρακτικά, ψηφιδωτά με πέτρα, μέχρι το 2007 όπου ξεκίνησα να δημιουργώ ψηφιδωτά από χαρτί. Αντικαθιστώντας την πέτρα με το χαρτί σαν πρώτη ύλη άρχισα να φτιάχνω έργα για μένα. Για το σπίτι μου. Για φίλους.
Το 2010 προέκυψε στη Θεσσαλονίκη η πρώτη έκθεση. Πράγμα για το οποίο οφείλω να ευχαριστήσω κάποιους φίλους γιατί χωρίς την παρότρυνσή τους δεν θα το είχα κάνει από μόνος μου. Κόσμος που δεν γνώριζα υποδέχτηκε με μεγάλη χαρά και ενθουσιασμό την έκθεση και τα πορτρέτα από χαρτί και όλη αυτή η αποδοχή με ώθησε στο να συνεχίσω με άλλες ατομικές εκθέσεις σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και πολλές συμμετοχές σε ομαδικές σε Μύκονο, Ιταλία, Ολλανδία, Βέλγιο και Ιρλανδία.
Η πανδημία ήταν μια μεγάλη κοιλιά για όλους και για τα πάντα. Ακυρώθηκαν δυο εκθέσεις που είχα δρομολογήσει όλο αυτό το διάστημα αλλά ένα μεγάλο θετικό όλης αυτής της κατάστασης ήταν ότι απέκτησα δικό μου χώρο. Τον έφτιαξα και τον προσάρμοσα στα μέτρα μου και πέρασα εκεί πολύ δημιουργικά το χρόνο των δυο μεγάλων λοκντάουν.
Πώς προέκυψε αυτή η ιδέα των κινηματογραφικών πορτρέτων;
Δουλεύοντας κυρίως πορτρέτα αγνώστων αποφάσισα να φτιάξω το πρόσωπο της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Μάλιστα το έργο το είχα ονομάσει “I love to hate you”, αφού ανήκω ας πούμε σε μια μερίδα ανθρώπων που δεν την πολυσυμπαθούσαν, αλλά ήξεραν απ’έξω και ανακατωτά ατάκες και σκηνές της από σχεδόν όλες τις παλιές ελληνικές ταινίες της και έμαθαν να την αγαπούν μέσω αυτών.
Αρεσε σε πολύ κόσμο και συνέχισα με μεγάλα πορτρέτα της Μελίνας Μερκούρη, της Οντρεϊ Χέπμπορν και κάποιων άλλων.
Αυτά τα εντόπισε η Πέγκυ Ρίγγα και μου πρότεινε λίγο πριν το καλοκαίρι τη συγκεκριμένη έκθεση με τα «θερινά αστέρια» στην αγαπημένη Ριβιέρα στα Εξάρχεια. Χωρίς καμιά πίεση, ειδικά μετά από τόσους περιορισμούς λόγω εγκλεισμού, αποφασίσαμε πως αν στο τέλος του καλοκαιριού δούλευα και είχαμε έναν καλό αριθμό έργων θα ανακοινώναμε και την έκθεση επίσημα.
Ετσι και έγινε. Εκανα μια επιλογή μεγάλων ηθοποιών του κινηματογράφου. Κάποια δεν πρόλαβα να τα ολοκληρώσω και είναι στα σκαριά ως προσχέδια.
Η μόνη εν ζωή από τα πορτρέτα της έκθεσης στη Ριβιέρα είναι η σπουδαία και αγαπημένη Ειρήνη Παππά.
Δεν έχω εντοπίσει τι με ωθεί στην επιλογή ενός προσώπου. Ισως το βλέμμα...»
Επέλεξες θρυλικά, κλασικά κινηματογραφικά πρόσωπα. Αν έπρεπε να επιλέξεις ανάμεσα στους σύγχρονους σταρ, ποιους θα αναπαραστούσες; Ποιοι έχουν ενδιαφέρον για σένα;
Ναι, φυσικά κι υπάρχουν και σύγχρονα πρόσωπα του κινηματογράφου και θεάτρου που θα ήθελα να δουλέψω. Δεν έχω εντοπίσει τι με ωθεί στην επιλογή ενός προσώπου. Ισως το βλέμμα.
Δούλεψα πέρσι ένα πορτρέτο της Μαρίας Ναυπλιώτου από μια πολύ παλιά της φωτογραφία.
Δεν έχει όμως να κάνει με το πόσο (αντικειμενικά) όμορφος είναι ο άλλος. Εχει να κάνει με άλλα στοιχεία που αποπνέει όταν σε κοιτάζει. Θα δουλέψω σίγουρα για παράδειγμα πορτρέτο της Ρόζι ντε Πάλμα που τη λατρεύω. Ενα αντρικό πρόσωπο που θεωρώ εξαιρετικό, πολύ ιδιαίτερο είναι του Αλέξανδρου Λογοθέτη.
Ποιες θα ήταν οι τρεις αγαπημένες σου ταινίες (ελληνικές, ξένες, σύγχρονες ή κλασικές – ό,τι θέλεις) που θα ήθελες να είχες κάνει εσύ τις αφίσες τους, με την τεχνική αυτή; Ποιες θα σου προκαλούσαν τη φαντασία;
Μόνο τρεις; Είναι πολύ λίγες. Αν μπορούσα λοιπόν να πάω πίσω στο χρόνο, μέσα από μια μεγάλη λίστα, επιλέγω το «Χάος» των αδερφών Ταβιάνι, τη «Διπλή ζωή της Βερόνικα» του Κ. Κισλόφσκι και τον «Αγνωστο Κώδικα» του Χάνεκε.
«Étoile d'été»: έως και τις 19 Σεπτεμβρίου στον θερινό κινηματογράφο «Ριβιέρα» (Βαλτετσίου 46). Από τις 23 Σεπτεμβρίου, και για έναν μήνα, η έκθεση μεταφέρεται στη Θεσσαλονίκη, στο καφέ Defacto (Παύλου Μελά 19).