Συνέντευξη

Συνέντευξη: Η Σαρλότ Γκενσμπούρ θέλει να είναι ελεύθερη να κρίνει τους πάντες και τα πάντα

στα 10

Η τολμηρή ηθοποιός και πριγκίπισσα του coolness μιλά στη Βένα Γεωργακοπούλου, με αφορμή τη νέα της ταινία, «Νυχτερινοί Επισκέπτες».

Συνέντευξη: Η Σαρλότ Γκενσμπούρ θέλει να είναι ελεύθερη να κρίνει τους πάντες και τα πάντα
φωτό Αρης Ράμμος

Από τα 15 της χρόνια η Σαρλότ ήταν ήδη διάσημη, σύμβολο. Την είχε καθιερώσει ο μπαμπάς της, ο κορυφαίος, ίσως, Γάλλος συνθέτης Σερζ Γκενσμπούρ, με το τραγούδι και το κλιπ «Charlotte for ever», που τραγούδησαν και έπαιξαν μαζί. Αμηχανία, μάλλον, προκαλεί σήμερα, ματιές σχεδόν ερωτικές, στίχοι με πάθος («χωρίς εσένα δεν είμαι πια ο εαυτός μου, χαμένος για πάντα, νοιώσε με, πλησίασε με, αγάπη της ζωής μου»). Τεσπα. Σημασία έχει το πρόσωπο, η έκφραση, η φωνή, η διαθεσιμότητα και άνεση του 15χρονου παιδιού, που σήμερα, 36 χρόνια μετά, είναι για κάθε σινεφίλ καταξιωμένη πέραν κάθε αμφισβήτησης ηθοποιός (αλλά και συνθέτις και τραγουδίστρια) και όχι απλώς η κόρη του Σερζ και της Τζέιν Μπίρκιν, άλλο σημαντικό και πολυσχιδές πρόσωπο κι αυτή στη σύγχρονη κουλτούρα μας.

Δείτε ακόμη: Το #TIFF63 με το βλέμμα του Flix | Ημέρα 9η | Ολα για την Σαρλότ

Η Σαρλότ Γκενσμπούρ, στα 51 της χρόνια, παραμένει εφηβική και ερωτική μαζί, αθώα και προκλητική, ακόμα κι όταν δεν φοράει σουπερ μίνι και φορέματα με ολόγυμνη πλάτη, ένα τζιν και ένα ανδρικό πουκάμισο φτάνουν και περισσεύουν. Ετσι τη θαυμάσαμε πριν λίγες εβδομάδες στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όταν ήρθε να παρουσιάσει την πιο πρόσφατη ταινία της, τους «Νυχτερινούς Επισκέπτες» του Μίκαελ Ερς, που βγαίνει στις αίθουσες την Πέμπτη, 15 Δεκεμβρίου, από τη One from the Heart.

passagers de la nuit

Στην ταινία του Ερς είναι η Ελιζαμπέτ, μια σαραντάρα μητέρα δυο παιδιών που, πίσω στη δεκαετία του ’80, μέσα στην αισιοδοξία αλλά και τη διάψευση από την εκλογή του Φρανσουά Μιτεράν, αναγκάζεται να ξαναπιάσει από την αρχή τη ζωή της, να ανακαλύψει τον ίδιο της τον εαυτό. Ο άνδρας της την εγκαταλείπει, έχει πολλή δουλειά να κάνει, αλλά με πόση ήρεμη δύναμη, αξιοπρέπεια και αγάπη τα καταφέρνει. Η Σαρλότ Γκενσμπούρ είναι όλη η ταινία, εξαιρετική σε ένα ρόλο που δεν την είχαμε συνηθίσει. Γιατί, κακά τα ψέμματα, αυτή που έχει συνεργαστεί με γαλλικά (από τον Μπλιέ και τον Μιλέρ μέχρι τη Βαρντά) και ξένα θηρία (όπως τον Τοντ Χέινς) και έχει πάρει και ξαναπάρει από πολύ νέα κάμποσα Σεζάρ, είναι ταυτισμένη με τον Λαρς φον Τρίερ. Βραβείο ερμηνείας στις Κάννες το 2013 για τον «Αντίχριστο», σημαντικοί ρόλοι και στις ταινίες του «Melancholia» και «Nymphomaniac». Tι να πρωτοπεί κανείς, λοιπόν, μαζί της σε δεκαπέντε μόνο λεπτά; Κάναμε την προσπάθεια, ένα απόγευμα στη Θεσσαλονίκη, ενώ η 11χρονη κορούλα της Ζόε, ένα από τα τρία της παιδιά με τον σκηνοθέτη Ιβάν Ατάλ, έκανε ήσυχα τα μαθήματά της.


charlotte gainsbourg φωτό Αρης Ράμμος

Οι «Νυχτερινοί Επισκέπτες» με εξέπληξαν. Ξαφνικά, ενώ οι κινηματογραφικές οικογένειες, που μας κατακλύζουν, είναι δυσλειτουργικές, βία, αποξένωση και τα γνωστά, ο Μικαέλ Ερς μας προτείνει τη δικιά του, όπου κυριαρχεί η αγάπη, το δέσιμο, η κατανόηση. Πώς το εξηγείτε;

Σκέφτομαι ότι ο Μικαέλ έχει έναν πολύ γλυκό τρόπο να κοιτάει τη ζωή, όχι μόνο στις ταινίες του, αλλά και προσωπικά. Εχω δει μια ακόμα ταινία του, ήταν το ίδιο καλοπροαίρετος και καλωσυνάτος. Αγαπάει τους χαρακτήρες του. Εγώ, για να κτίσω το ρόλο μου είχα αποφασίσει να «ζήσω» όλο το δράμα που είχε γνωρίσει η ηρωίδα μου - την είχε εγκαταλείψει ο σύζυγός της, δεν έβρισκε δουλειά, ήταν μέσα στην αγωνία. Αλλά αυτό που βρήκα συγκινητικό ήταν ότι ο Μικαέλ, όπως μου είπε, είχε αποφασίσει να δείξει το πριν και το μετά του δράματος, γιατί δεν αγαπάει τα πολύ έντονα αισθήματα, του αρέσει όταν αυτά ηρεμούν, καταλαγιάζουν. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι δεν υπάρχουν στην ταινία δύσκολες, δραματικές σκηνές. Αλλά δεν είναι ποτέ το κύριο χαρακτηριστικό της, δεν την καθορίζουν. Ο Μικαέλ προτιμά με πολλές, απλές πινελιές να ζωγραφίζει πορτρέτα με γλυκύτητα.

Την ξέρατε την Ελιζαμπέτ, είχατε δικά της στοιχεία μέσα σας, που σας βοήθησαν στην ερμηνεία;

Βασίστηκα στη συστολή, που είχα κάποτε, αλλά δεν έχω πια. Σε μια αδεξιότητα, ντροπαλοσύνη, όχι μόνο προς τους ανθρώπους, αλλά και προς τη ζωή την ίδια. Είναι αυτή η κάπως αφελής, αθώα πλευρά της Ελιζαμπέτ, με την οποία μπορούσα να ταυτιστώ, κάπως έτσι ήμουν κι εγώ παλιά. Και μετά ήταν, βέβαια, και η σχέση της με τα παιδιά της. Εβρισκα ότι στην πραγματικότητα ήταν και η ίδια ένα παιδί. Μου άρεσε ότι ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές τους, στο σχολείο και αλλού, τους είχε πάντα εμπιστοσύνη. Λιγότερη εμπιστοσύνη έχει στον εαυτό της, παρά στα παιδιά της.

Οταν δεν μου μιλάνε οι άνθρωποι για τους γονείς μου, μιλάω εγώ από μόνη μου γι’ αυτούς. Σκέφτομαι καμμιά φορά ότι είναι κάτι σαν χρέος. Αλλά οι γονείς μου έκαναν τόσο ωραία πράγματα στη ζωή τους, που γίνεται για μένα ακόμα πιο δύσκολο να τους αφήσω λίγο πίσω μου ή να παραστήσω ότι έχω μόνο την καριέρα μου να προσέξω.» 

Χαίρεστε, λοιπόν, που κάνατε την ταινία.

Δεν ξέρω αν είναι κάτι πολύ σημαντικό στην καριέρα μου, επιπλέον την γυρίσαμε σε άσχημες συνθήκες, στη διάρκεια της πανδημίας, δεν ήταν καθόλου ευχάριστο να φοράς συνεχώς μάσκα. Ηταν εξαντλητικό. Αλλά, ξαφνικά, οι ίδιες οι σκηνές μάς αντάμειβαν, ήταν οι μόνες στιγμές από τις οποίες παίρναμε πολλά.

Αναρωτιόμουνα αν για μια ηθοποιό σαν εσάς, με μεγάλη φιλμογραφία και συνεργασίες με κορυφαίους σκηνοθέτες, είναι εύκολο να ονειρεύεται και να βρίσκει σημαντικούς ρόλους.

Για ένα διάστημα δεν δούλευα τόσο, τώρα είναι αλήθεια ότι ξανάρχισα. Πιστεύω, όμως, ότι ένας ηθοποιός είναι πάντα ανικανοποίητος. Φυσικά και λάτρεψα τις συναντήσεις, που είχα. Αλλά δεν ήμουνα πάντα ευχαριστημένη με τη δικιά μου δουλειά. Εχω μιά τάση να θυμάμαι πάντα τις κακές κριτικές που έχω πάρει και να ξεχνάω τις καλές. Το ίδιο και για τη δουλειά μου. Από τις ταινίες μου θυμάμαι πολύ συχνά τις σκηνές όπου τά 'κανα μαντάρα. Είναι νορμάλ, πρέπει να κάνεις κριτική στον εαυτό σου. Αλλά, πάντα και ακόμα ελπίζω να δουλέψω με τόσους σκηνοθέτες που θαυμάζω, αλλά ποτέ δεν συνάντησα.

passagers de la nuit

Ακόμα και στη Γαλλία;

Φυσικά. Εχω απωθημένα και στη Γαλλία. Για παράδειγμα, πάντα ονειρευόμουνα να δουλέψω με τον Μορίς Πιαλά, ήταν ο σκηνοθέτης που θαύμαζα περισσότερο και η μεγάλη μου λύπη είναι που δεν μπόρεσα, δεν πρόλαβα, να συνεργαστώ μαζί του.

Θα μπορούσατε πάντως να κάνετε μόνη σας ταινίες. Το ντοκιμαντέρ για τη μητέρα σας, «Τζέιν και Σαρλότ», το απέδειξε με τον καλύτερο τρόπο.

Μα αυτό ήταν κάτι το ειδικό. Ενα ντοκιμαντέρ. Θα ήθελα να ξανακάνω ταινία, αλλά δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να γίνει. Πιστεύω ότι το ντεμπούτο σου, η «πρώτη σου φορά» σε οτιδήποτε, χρειάζεται και τύχη. Θα μπορούσα να πω, βέβαια, ότι το ντοκιμαντέρ «Jane par Charlotte» ίσως είναι η πρώτη μου ταινία, δεν ξέρω. Ηταν, πάντως, δύσκολο, πολύπλοκο, υπήρχε αυτή η αγωνία του να δείχνεις στον κόσμο το πραγματικό σου πρόσωπο. Σήμερα, όμως, όταν το παρουσιάζω σε φεστιβάλ σε άλλες χώρες, το χαίρομαι πολύ.

Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι επανέρχεστε στους γονείς σας. Αλήθεια τι γίνεται με το μουσείο που φτιάχνετε για τον πατέρα σας, στο διαμέρισμά του στην οδο Βερνέϊγ;

Δυστυχώς δεν είναι ακόμα έτοιμο.

Ηξερα ότι το πρόσωπο που έπαιζα στον «Αντίχριστο» ήταν ο Λαρς. Mου αρέσει ακόμα και το ότι θέλησε να μιλήσει για ένα γυναικείο πρόσωπο δαιμονοποιώντας το. Δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει  να βάζουμε πάντα τη γυναίκα πάνω σε ένα βάθρο. Οχι. Μου αρέσει να είμαστε ελεύθεροι να κρίνουμε τους πάντες και τα πάντα.»

Ισως όλα τα παιδιά γυρνάμε και ξαναγυρνάμε στη σχέση μας με τους γονείς μας. Οι δικοί σας, όμως, ήταν και είναι μύθοι, σύμβολα. Επιπλέον, σας έσπρωχναν προς την τέχνη. Σαν να ήταν το πεπρωμένο σας. Θα μπορούσατε να πείτε «όχι, δεν θα παίξω στο κλιπ του μπαμπά, εγώ θα γίνω γιατρός», ας πούμε;

Θα μπορούσα να το έχω πειί αν δεν είχα ξεκινήσει τόσο νέα. Ημουν 12 χρονών όταν έπαιξα στο «Paroles et Musiques» της Ελί Σουρακί. Δεν είχα συναίσθηση τι ακριβώς συνέβαινε. Εγινε «όνειρο», αλλά δεν ήταν «όνειρο» στην αρχή, παρόλο που ήθελα πολύ να με πάρουν στην ταινία. Αν, όμως, δεν με είχαν διαλέξει για το «Paroles et Musiques», χωρίς αμφιβολία θα είχα κάνει κάτι άλλο στη ζωή μου.

charlotte gainsbourg φωτό Αρης Ράμμος

Και πότε είπατε ότι αυτός ο δρόμος είναι, τελικά, ο δικός σας, η δική σας επιλογή;

Πρέπει να ήμουν 19 χρονών. Μετά το μπακαλορεά, έκανα ένα χρόνο σχέδιο, γιατί λάτρευα να ζωγραφίζω. Και τότε πέθανε ο πατέρας μου και ο ατζέντης μου μού είπε: «ή θα είσαι ηθοποιός ή θα σπουδάζεις. Δεν μπορείς να λες στους σκηνοθέτες ότι είσαι ελεύθερη μόνο το καλοκαίρι. Πρέπει να επιλέξεις ένα πράγμα, σπουδές ή σινεμά, και να αφιερωθείς σ’ αυτό». Δεν είχα τόσο μεγάλη επιθυμία να είμαι ηθοποιός, αλλά αυτό με ανάγκασε να διαλέξω. Ηταν και μια πολύ μπερδεμένη και δύσκολη χρονιά, βέβαια. Ο θάνατος του πατέρα μου μού προκάλεσε μεγάλο πόνο. Τότε συνάντησα και τον Ιβάν.

Εννοείτε τον σύζυγό σας, Ιβάν Ατάλ; Ειστε ακόμα μαζί; Σαν θαύμα φαίνεται. Πώς το καταφέρνετε; Είστε μια τόσο ωραία και επιθυμητή γυναίκα.

(γελάει) Ναι, αλλά, ξέρετε, δεν έχουμε κάποια ανοσία στις κρίσεις. Ούτε παλιά, ούτε στο μέλλον. Κανένα ζευγάρι δεν ξέρει αν θα μείνει μαζί, αλλά έχουμε βρει μια ισορροπία. Δεν έχω συνταγή να σας δώσω, συνεχώς μαθαίνουμε.

Δεν τον ενοχλεί που είστε πάντα και κυρίως η κόρη του Γκενσμπούρ και της Μπίρκιν;

Νομίζω ότι αυτό πάντα το έβλεπε, πάντα το ήξερε. Είναι αλήθεια ότι πριν οχτώ χρόνια ζήσαμε ένα δράμα όταν έχασα την αδελφή μου, την Κέιτ Μπάρι. Ξαφνικά θέλησα να φύγω και, όντως, φύγαμε για τη Νέα Υόρκη, έξι χρόνια ζήσαμε εκεί. Είναι αλήθεια ότι αυτή την περίοδο ήμουν μόνο εγώ και η δική μου οικογένεια, μόνη μου, δεν είχα τους γονείς μου, δεν μιλάγαμε για τους γονείς μου, ήμουνα σε μια πόλη όπου κανείς δε με γνώριζε. Κάπως ένοιωθα ότι ξέφυγα από το θέμα «γονείς», κι ας έκανα ένα άλμπουμ που μίλαγε για την αδελφή μου και λίγο για τον πατέρα μου. Αλλά, στην πραγματικότητα, ποτέ δεν ξέφυγα. Οταν επέστρεψα στη Γαλλία έκανα αμέσως το ντοκιμαντέρ για τη μαμά μου και άρχισα να φτιάχνω το μουσείο για τον πατέρα μου. Ετσι, είναι αλήθεια, αυτό που λέτε. Οταν δεν μου μιλάνε οι άνθρωποι για τους γονείς μου, μιλάω εγώ από μόνη μου γι’ αυτούς. Σκέφτομαι καμμιά φορά ότι είναι κάτι σαν χρέος. Αλλά, οι γονείς μου έκαναν τόσο ωραία πράγματα στη ζωή τους, που γίνεται για μένα ακόμα πιο δύσκολο να τους αφήσω λίγο πίσω μου ή να παραστήσω ότι έχω μόνο την καριέρα μου να προσέξω. Αναγκαστικά ζω μέσα σ’ αυτό το μίγμα, έμαθα να ζω μ’ αυτό. Αλλωστε, και η μητέρα μου το ίδιο έκανε πάντα, συνέχεια μιλούσε για τον πατέρα μου και τα παιδιά της.

Εμένα, ως ηθοποιό, με αποπλανούν οι σκηνοθέτες που θα με σπρώξουν στα βαθιά, που θα με πάνε σε μέρη άγνωστα και ακραία, ακόμα-ακόμα και που θα με κακομεταχειριστούν λίγο.»

Οι ταινίες σας που περισσότερο αγάπατε και ξεχωρίζετε, ποιές είναι; Να φανταστώ ότι είναι του Λαρς φον Τρίερ;

Ναι.

Θα κάνατε σήμερα μια ταινία σαν τον «Αντίχριστο»; Θα άντεχε, λέτε, το κύμα της πολιτικής ορθότητας και του φεμινισμού;

Ναι. Θα ξαναέκανα και τις τρεις ταινίες του όπου έπαιξα. Μα γιατί να μην το κάνω; (με έντονη απορία). Ηδη από τότε, με τον «Αντίχριστο», κάποιες φεμινίστριες τον είχαν πει «μισογύνη». Να κάτι που δεν κατάλαβα ποτέ. Οι κρίσεις πανικού και αγωνίας, που έχω στην ταινία, είναι οι δικοί του πανικοί και αγωνίες. Ηξερα ότι το πρόσωπο που έπαιζα ήταν ο Λαρς. Mου αρέσει ακόμα και το ότι θέλησε να μιλήσει για ένα γυναικείο πρόσωπο δαιμονοποιώντας το. Δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει να βάζουμε πάντα τη γυναίκα πάνω σε ένα βάθρο. Οχι. Μου αρέσει να είμαστε ελεύθεροι να κρίνουμε τους πάντες και τα πάντα. Το ίδιο ενδιαφέρον βρίσκω το να κάνει ένας σκηνοθέτης σκοτεινές ταινίες. Ο Λαρς είναι μελαγχολικός, έχει μια πλευρά πολύ σκοτεινή. Και κρίνει και τον εαυτό του, όχι μόνο τις γυναίκες και τους άλλους ανθρώπους. Κρίνει τη θρησκεία και τη διαβολική της πλευρά. Τον λατρεύω.

Θα ευχόσασταν να ξαναπέσουν στο δρόμο σας τέτοιες ταινίες, που σοκάρουν και προκαλούν;

Αυτό είναι το πρόβλημα. Οταν έχεις δουλέψει με τον Λαρς, είναι δύσκολο μετά να βρεις προτάσεις το ίδιο ακραίες. Κι εμένα, ως ηθοποιό, με αποπλανούν οι σκηνοθέτες που θα με σπρώξουν στα βαθιά, που θα με πάνε σε μέρη άγνωστα και ακραία, ακόμα-ακόμα και που θα με κακομεταχειριστούν λίγο. Εχω συναντήσει τέτοιους σκηνοθέτες, αλλά πουθενά δεν βρήκα αυτή την αίσθηση… ανηθικότητας και αμαρτίας, που ο Λάρς δημιουργεί. Και μόνη μου δεν μπορώ να την πετύχω. Οταν τον ρώτησα αν θα μπορούσε να σκηνοθετήσει ένα μουσικό μου κλιπ, μου είπε, «όχι, δεν έχω χρόνο, αλλά θα σου πω ακριβώς τι να κάνεις, θα ακολουθήσεις ακριβώς ό,τι καναμε, σαν ένα "δόγμα"». Eυφυές! Γιατί, όντως αυτό έκανα ήδη από μόνη μου, με τη δική μου αισθητική ακολουθούσα λίγο το δρόμο του.

Εχετε γυρίσει ταινία και με τον Ελληνα σκηνοθέτη Αλέξανδρο Αβρανά, το «True Crimes», που κανείς ποτέ δεν είδε στην Ελλάδα.

Τι κρίμα, που πήγε χαμένη αυτή η ταινία.

«Νυχτερινοί Επισκέπτες» του Μάικλ Ερς θα προβάλλονται στις αίθουσες από τις 15 Δεκεμβρίου.