Σημείωση προς το Φεστιβάλ Δράμας: Η κατάσταση στην αίθουσα Ολύμπια κατά τη διάρκεια του εθνικού διαγωνιστικού προγράμματος δεν έχει πια καμία πλάκα, ούτε είναι νεανική, ζωντανή και δίνει τον παλμό του Φεστιβάλ, όπως επί χρόνια «διαφημίζουν» οι διοργανωτές του Φεστιβάλ. Χωρίς συνθήκες σεβασμού στην προτεραιότητα, στους επαγγελματίες που διαγωνίζονται στο Φεστιβάλ ή το καλύπτουν δημοσιογραφικά και - το κυριότερο - στην ασφάλεια των θεατών, κάθε προβολή είναι απλώς μια ακόμη απόδειξη για τα άλυτα προβλήματα της διοργάνωσης που πραγματικά χρειάζεται μόνο κάποιον να ενδιαφερθεί πραγματικά για να αρχίσει επιτέλους να τα λύνει. Επαναλαμβάνουμε - για όποιον έχει διάθεση να ακούσει - πως από σεβασμό στις ταινίες που διαγωνίζονται και στους συντελεστές τους που βρίσκονται μέσα στην αίθουσα, θα ήταν ωραίο το Φεστιβάλ να μην επιτρέπει την είσοδο και έξοδο θεατών στη διάρκεια μιας ταινίας: υπάρχουν τα μεταξύ τους διαλείμματα γι' αυτό το σκοπό.
Μ' ένα πρόγραμμα 60 ταινιών, με σκηνοθέτες από πρωτοεμφανιζόμενους μέχρι «βετεράνους», οι ελληνικές μικρού μήκους ταινίες της χρονιάς παρουσιάζονται με την ορμή με την οποία γεννήθηκαν, έτοιμες ν’ αποκαλύψουν το ταλέντο των δημιουργών τους.
Το Flix είναι στη Δράμα (αποστολή: Λήδα Γαλανού, Μανώλης Κρανάκης), παρακολουθεί όλες τις προβολές του Εθνικού Διαγωνιστικού Προγράμματος και, μέρα με τη μέρα, αποτιμά τις ταινίες, σημειώνοντας τις ενδιαφέρουσες τοποθεσίες στον κινηματογραφικό χάρτη. Τα σχόλια και οι αποτιμήσεις μας είναι πολύ μικρά, όχι επειδή οι ταινίες είναι μικρού μήκους, μια και αυτό καθόλου δεν επηρεάζει την αξία τους, αλλά επειδή ο σκοπός αυτών των καθημερινών σχολίων είναι ν’ αποδώσουν μια αίσθηση και μια πρώτη γεύση, ελπίζοντας ότι και οι θεατές θα μπορέσουν να δουν τις ταινίες, τουλάχιστον στα «ταξίδια» του Φεστιβάλ Δράμας στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Τι είδαμε την Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου:
Για Χρόνια Πλάγιαζα Νωρίς του Ιάκωβου Παναγόπουλου
Η Περσεφόνη φροντίζει το σύζυγό της που είναι καθηλωμένος στο κρεβάτι από τη Νόσο Κινητικού Νευρώνα (ALS). Τα χρήματα όμως δεν φτάνουν. Ούτε η υπομονή είναι αρκετή. Η διαδρομή μέχρι εδώ είναι στρωμένη από λάθος επιλογές και συμβάσεις που από κοινωνικές κατέληξαν προσωπικές. Γυρισμένο σε τολμηρό 1 προς 1 - σαν οθόνη κινητού - το φιλμ του Ιάκωβου Παναγόπουλου είναι φιλόδοξο, τόσο πολύ που στην προσπάθειά του να υπηρετήσει μια δύσκολη φόρμα και ένα ακόμη πιο δύσκολο θέμα ισορροπεί πολλές φορές αδέξια ανάμεσα στα δύο, αν και χωρίς ποτέ να χάνει εντελώς το δραματικό του τόνο ή το κινηματογραφικό του παιχνίδι. Από την έξυπνη χρήση του χρόνου, μέχρι το σπάσιμο του τέταρτου τοίχου και τη διαρκή προσήλωση στο κάδρο που εγκλωβίζει μια έτσι κι αλλιώς ασφυκτική ιστορία επιβίωσης, ο Παναγόπουλος εμπιστεύεται την ανθρώπινη πλευρά του εγχειρήματός του στη διαχρονικά στιβαρή (αν και επίσης διαχρονικά υπερβολικά δραματική) Ιωάννα Τσιριγκούλη και το αξιοθαύμαστο κάθε φορά ειδικό βάρος του Γιάννη Κοκιασμένου, χάνοντας ωστόσο συχνά μέσα στη μικρή του διάρκεια το δράμα και τη συγκίνηση προς όφελος της εστέτ φιλοδοξίας του. Διαβάστε περισσότερα εδώ για το «Για Χρόνια Πλάγιαζα Νωρίς» του Ιάκωβου Παναγόπουλου.
Γραίγος του Αλέξανδρου Κόντου
Ενας ώριμος άνδρας, που ζει στη Γερμανία, με παιδί και εγγόνι, επιστρέφει στη γενέτειρα Αθήνα για να μαζέψει και να κλείσει το σπίτι της μητέρας του που πέθανε. Η επαφή του με τις οικογενειακές αναμνήσεις, τη μετανάστρια που φρόντιζε τη θανούσα και με την πολυπολιτισμική γειτονιά τον ωθούν να σκεφτεί τι ορίζει, τελικά, την ταυτότητά του. Με εσωτερικά πλάνα που καίγονται στο φως και μια βόλτα στο δρόμο, ο Αλέξανδρος Κόντος μποϋκοτάρει τη στρωτή αφήγησή του με μια ερμηνεία, από τον κατά τα άλλα έμπειρο ηθοποιό Δημήτρη Πετρόπουλο, που για κάποιο λόγο παίζει σαν να βρίσκεται στα πρόθυρα της παράνοιας ή της άνοιας. Αλλά ίσως κι η «μετανάστευση» στη Γερμανία στη σημερινή εποχή, να μην δικαιολογεί τέτοια δραματικά αισθήματα νόστου, ειδικά απ' όταν η Aegean έβαλε απ' ευθείας πτήσεις. Διαβάστε εδώ περισσότερα για τον «Γραίγο» του Αλέξανδρου Κόντου.
Κλεονίκη της Αννας Αντωνοπούλου
Η Κλεονίκη ζει σε μια ορεινή περιοχή της Ευρυτανίας, σ' ένα σπίτι που μετρά πολλές δεκαετίες και πολλά βιώματα: έχει γλυκιά φωνή και μια χαριτωμένη παιδικότητα, της λείπει η παρουσία της μαμάς της, ανυπομονεί να έρθει το πανηγύρι του Σωτήρος για να τραγουδήσει και να γλεντήσει. Η Κλεονίκη είναι 101 χρόνων και ζει με τα δυο από τα οκτώ παιδιά της. Τίποτε «νοσταλγικό» ή παρελθοντολαγνικό δεν υπάρχει στην ταινία της Αννας Αντωνοπούλου, παρά μόνο μια ηρωίδα που σκορπίζει φως και γέλιο, διακριτικοί οικογενειακοί δεσμοί που βαστούν γερά, ένας βουκολικός τρόπος ζωής σ' έναν αραιοκατοικημένο, δύσκολο τόπο και μια διάθεση να κοροϊδέψει παιχνιδιάρικα τ' αναμενόμενα της ζωής. Η φωτογραφία είναι πιο κοντά στο home movie, το μοντάζ θα μπορούσε να είναι πολύ πιο σφιχτό, όμως στην αφήγησή της η Αντωνοπούλου χτίζει ακόμα και μικρές εκπλήξεις κι ανατροπές και, κυρίως, συστήνει και τιμά, χωρίς ίχνος παρέμβασης ή συγκινησιακού εκβιασμού, μια γυναίκα απολαυστική, της οποίας το σπουδαιότερο επίτευγμα είναι ότι έζησε, είδε κι έκανε με αγάπη - και φροντίζει να ταΐσει και τις κάμερες, μην μείνουν νηστικές. Διαβάστε εδώ περισσότερα για την «Κλεονίκη» της Αννας Αντωνοπούλου.
Η Απελευθέρωση του Χάρολντ Κβιστ της Μελίνας Μαράκη
Μια κοπέλα περιμένει έναν άντρα σε ένα καφέ στη Σουηδία. Οταν αυτός φτάνει είναι ταραγμένος, αλλά αποφασισμένος να χωρίσουν για πάντα. Τώρα που η κόρη του είναι πια «μεγάλη κοπέλα», ο πατέρας της δεν θέλει να έχει πια καμία σχέση μαζί της. Παίζοντας με τις συμβάσεις μιας ρομαντικής δραμεντί και με κεντρική ιδέα πως οι δύο άνθρωποι που χωρίζουν δεν είναι ένα ζευγάρι αλλά μια... οικογένεια, η Ελληνοσουηδέζα Μελίνα Μαράκη εξαντλεί γρήγορα την εστέτ φόρμα του ασπρόμαυρου και τη θεατρικότητα του εγχειρήματος, σε μια ταινία που δεν ξέρει ακριβώς για τι μιλάει, παραμένοντας διαρκώς στη φάση ενός φιλμ πρωτόλειου, που ενώ είναι καλοφτιαγμένο και λειτουργεί κινηματογραφικά δεν έχει σχεδόν τίποτα για να γίνει αξιομνημόνευτο. Διαβάστε εδώ περισσότερα για την «Απελευθέρωση του Χάρολντ Κβιστ» της Μελίνας Μαράκη.
Στο Δωμάτιο της Γεωργίας Μ. Σωτήρχου
Ενας ηλικιωμένος άνδρας ζει στο κομψό, μεσοαστικό σπίτι του που έχει γνωρίσει μεγαλύτερες δόξες, με τη 45χρονη άνεργη κόρη του και μια κοπέλα που τον φροντίζει. Οταν η ίδια η ζωή γίνεται βάρος, ποιος παίρνει την ευθύνη να τη λήξει; Η Γεωργία Σωτήρχου έχει μια ξεκάθαρη αισθητική: το σπίτι του χθες (ακόμα με το παλιό τηλέφωνο;), ο καλλιεργημένος άνδρας μιας παλιότερης γενιάς που απολαμβάνει ακόμα τα βιβλία του, μια περιρρέουσα ηρεμία, δίνουν αμέσως το κοινωνικό στίγμα και τη «ρωγμή» που φέρνει σ' αυτό η ανεργία του σήμερα. Η τριάδα των ηθοποιών είναι εξίσου στιβαρή - και τι χαρά να ξαναβλέπεις τον Γιώργο Αρμένη στο σινεμά. Η φωτογραφία γίνεται αφηγηματικό όπλο, με κάθε κάδρο ν' αποτελεί μια σιωπηλή αναγεννησιακή έκρηξη. Αυτά, όμως, τα στοιχεία, δεν αρκούν για να δώσουν βάθος στο σενάριο που δεν ασχολείται με τους χαρακτήρες των ηρώων του - ποιος είναι ο άνδρας στο κρεβάτι, γιατί η κόρη του περιορίζεται σε λίγες στερεοτυπικές ατάκες κι η νέα κοπέλα τι ζωή ζει, γιατί κάνει τη δουλειά που κάνει, πώς συνδέεται τόσο με τη θρησκεία και ποιο είναι το κόστος των αποφάσεών της. Κι αυτό, για μια ταινία χαρακτήρων, είναι μια αδυναμία που δεν καλύπτεται από την ομορφιά της. Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Στο Δωμάτιο» της Γεωργίας Μ. Σωτήρχου.
Η Απόσταση Ανάμεσα στον Ουρανό κι Εμάς του Βασίλη Κεκάτου
Ενας νεαρός έχει ξεμείνει σε ένα βενζινάδικο κάπου στο πουθενά της Εθνικής Οδού. Μιλάει στο chat με ένα πιθανό one night stand που μπορεί να τον περιμένει στην Αθήνα και πλησιάζει έναν περαστικό που έχει σταματήσει για να βάλει βενζίνη για να του ζητήσει χρήματα. Του λείπουν 22.50 ευρώ για να πάρει το ΚΤΕΛ και είναι διατεθειμένος να πουλήσει το σχεδόν γεμάτο πακέτο τσιγάρα του, το λίγο χόρτο που κουβαλάει πάνω του και τα οριγκάμι lovebirds που έχει φτιάξει με τα χέρια του για να τα αποκτήσει. Σε μια ταινία που κλείνει μέσα της όλο το τυχαίο μιας γνωριμίας ανάμεσα σε δύο άγνωστους, όλη την ανάγκη για το «μαζί» που δεν έρχεται ποτέ δωρεάν, όλη την ερωτική επιθυμία που ελευθερώνεται όταν είσαι πια έτοιμος να διακινδυνεύσεις να αφεθείς στην αγκαλιά του... άλλου, ο Βασίλης Κεκάτος παραδίδει με την βραβευμένη με τον Χρυσό Φοίνικα Μικρού Μήκους Ταινίας στο 72ο Φεστιβάλ Καννών, μια ατόφια επίθεση τρυφερότητας - πολιτική δήλωση πιο ισχυρή από οποιαδήποτε άλλη σε μια εποχή σαν αυτή που ζούμε. Μέσα στα υγρά μάτια του Ιώκο Ιωάννη Κοτίδη, στο ανακουφιστικό μειδίαμα του Νικολάκη Ζεγκίνογλου, στο υπέροχα φωτογραφημένο κλειστό κάδρο που τους εγκλωβίζει με τη στοργή μιας ασπίδας προστασίας, στη στιχομυθία μεταξύ τους που ξεκινάει από το τετριμμένο για να αγγίξει την ποίηση και σε ένα από τα ωραιότερα φινάλε που έχουμε δει τα (πολλά) τελευταία χρόνια παγκοσμίως, είναι σπάνιες οι φορές που μια ταινία παραδίδεται με τόση τόλμη στο ρομαντισμό με το ταλέντο αλλά κυρίως τη σιγουριά ότι δεν υπάρχει καμιά απόσταση ανάμεσα σε μια απλή ιδέα και το σπουδαίο σινεμά. Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Η Απόσταση Ανάμεσα στον Ουρανό κι Εμάς» του Βασίλη Κεκάτου.
Βίαιη Εξίσωση του Αντώνη Ντούσια
Θεοί, άγγελοι και άνθρωποι, πλάσματα υπερβατικά και βγαλμένα από μια υπαρξιακή φαντασία, διανύουν αλλεπάλληλα την απόσταση από τον ουρανό στη Γη, από την έξαρση στον κατακερματισμό τους, σ' έναν ασταμάτητο κύκλο επιβολής της εξουσίας. Αντλώντας έμπνευση και εικόνες από τις γνώριμες μορφές του καλλιτέχνη Κωστή Γεωργίου, ο Αντώνης Ντούσιας, το ένα μισό του «Αινίγματος», παρουσιάζει ένα 5λεπτο animation (και ροτοσκοπικό), που εκτός από την αληθινά εντυπωσιακή, πληθωρική φαντασμαγορία που προσφέρει στα μάτια, προλαβαίνει να «μιλήσει» για την έπαρση των αδαών, για τον αυταρχισμό που φέρνει η αδυναμία κατανόησης, για έναν κόσμο που γίνεται πιο πεζός, πιο φασιστικός σε κάθε γύρισμα του τροχού. Διαβάστε εδώ περισσότερα για τη «Βίαιη Εξίσωση» του Αντώνη Ντούσια.
Η Θάλασσα του Μιχάλη Χαπέσιη
Ο Ομηρος είναι αγνοούμενος της Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο το 1974, παγιδευμένος σε μια νέα ζωή κάπου στην Τουρκία. Το μόνο που ονειρεύεται είναι να διασχίζει τη θάλασσα που τον χωρίζει με την Κύπρο. Κάθε του προσπάθεια όμως του θυμίζει πως το ταξίδι της επιστροφής δεν είναι εύκολο. Ο Κύπριος Μιχάλης Χαπέσιης αφηγείται μια άγνωστη στους πολλούς σελίδα της κυπριακής Ιστορίας, φιλοδοξώντας να μιλήσει ταυτόχρονα για όλους όσους «ξενιτεύονται» βίαια αλλά και με όρους ενός λαϊκού μύθου που θα μπορούσε να αφηγείται η κάθε γενιά στην επόμενη. Το ολότελα άτεχνο του εγχειρήματός του, η προχειρότητα στις ερμηνείες και την αναπαράσταση εποχής και το κατά λάθος (;) κωμικό της αμφίσημης υπόστασης του ήρωα που ισορροπεί ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο δεν αφήνουν - δυστυχώς - κανένα περιθώριο κατανόησης απέναντι σε μια ταινία που δεν έχει θέση σε ένα διαγωνιστικό τμήμα που επιθυμεί να διατηρεί στάνταρντ παραγωγής στις επιλογές του. Διαβάστε εδώ περισσότερα για τη «Θάλασσα» του Μιχάλη Χαπέσιη.
Off Guard της Ντάινας Παπαδάκη
Δυο φρουροί φυλάνε ένα μυστηριώδες κτήριο στη μέση του πουθενά. Μια πόρτα παραμένει ερμητικά κλειστή - και έτσι πρέπει να μείνει. Η κατάσταση βγαίνει εκτός ελέγχου όταν ο ένας αποφασίζει ν΄ ανοίξει την πόρτα και να μάθει τι κρύβεται πίσω της. Με όρους επιστημονικής φαντασίας που αγγίζουν από τον Τζορτζ Οργουελ μέχρι το «Saw» και μια παρωχημένη όπως και να το κάνεις (κυριολεκτική) απεικόνιση του μύθου του Μινώταυρου και του Μίτου της Αριάδνης, η Ντάινα Παπαδάκη δείχνει σιγουριά στο σασπένς, τη διεύθυνση των ηθοποιών και τη δημιουργία ατμόσφαιρας, αλλά εμπιστεύεται περισσότερο το εικαστικό κομμάτι της προκειμένου να μιλήσει για το φόβο όλων όσων κρύβονται πίσω από τις κλειστές πόρτες του μυαλού μας, αμφίρροπη ανάμεσα σε κάτι χιλιοειπωμένο που δεν προκαλεί κινηματογραφικά το σήμερα. Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Off Guard» της Ντάινας Παπαδάκη.
Identity των Πάνου Παππά και Δέσποινας Χαραλάμπους
Μια γυναίκα φτάνει σ' ένα αεροδρόμιο, έναν μεταβατικό σταθμό, για να συνειδητοποιήσει με τρόμο ότι, εν αγνοία της, το πρόσωπό της έχει αλλάξει μορφή. Κανείς δεν δίνει σημασία απ' όλους τους ανθρώπους ολόγυρα, που δοκιμάζουν επίμονα το νέο αναψυκτικό, «White». Οι Πάνος Παππάς και Δέσποινα Χαραλάμπους συνεχίζουν τη διαδρομή τους στην επιστημονική φαντασία, με μια ανεξάντλητη όρεξη για το σινεμά είδους, μπολιασμένο κι εδώ, όπως και στο «Memory Reloaded», με πολιτικοκοινωνικά σχόλια. Μόνο που κι εδώ το στιλιζάρισμα και η αισθητική της ταινίας μοιάζει ν' αναζητά ένα πιο εύρωστο budget και οι ήρωες καλύτερες ερμηνείες. Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Identity» των Πάνου Παππά και Δέσποινας Χαραλάμπους.
Cloud του Μιχάλη Δημητρίου
Ο Παύλος, ένας μουσικός της ροκ, παγιδευμένος στις εξαρτήσεις του, έχει μια έφηβη κόρη, την Αννα, που εν αγνοία του δουλεύει σε ροζ γραμμές. Λίγες ώρες πριν αλλάξει ο χρόνος, θα περάσουν μαζί ένα βράδυ σε ένα ξενοδοχείο πάνω από το κλαμπ που ο Παύλος έχει κανονίσει να εμφανιστεί. Σε μια Αθήνα που μοιάζει να έχει βγει από ένα μελαγχολικό νεο-νουάρ, ο Μιχάλης Δημητρίου τοποθετεί μια σύγχρονη ιστορία αστικής αποξένωσης με ήρωες που βασίζονται στην καλοσύνη των ουσιών και του ψηφιακού σεξ προκειμένου να μην τολμήσουν την ανθρώπινη επαφή. Η ταινία του, μια προσεγμένη παραγωγή που μοιάζει να έχει δουλευτεί με σκέψη και άποψη, κερδίζει από την ατμόσφαιρά της και τις πρώτες σκηνές της - μέχρι να αντιληφθούμε τη σχέση των ηρώων - αλλά στη συνέχεια προδίδεται ανεπανόρθωτα από τη κλισέ εξέλιξή της, την αδικαιολόγητη υπερβολή στην ερμηνεία του συνήθως πολύ καλού Αργύρη Ξάφη και σε μια γενική αίσθηση ότι βλέπεις κάτι λιγότερο σημαντικό από αυτό που βλέπεις ότι φιλοδοξεί η ταινία να αφηγηθεί - εγκλωβισμένη κι αυτή μέσα σε ένα δικό της «σύννεφο» υπερβολικής σιγουριάς για τον εαυτό της. Διαβάστε εδώ περισσότερα για το «Cloud» του Μιχάλη Δημητρίου.
Υπνοβατώντας της Μελίσσας Αναστάση
Σε μια φάρμα, περικυκλωμένη από ένα επίπεδο τίποτα, ένα αγόρι μεγαλώνει με την απειλή της βίας: ο ίδιος κι η μητέρα του πρέπει να προσπαθήσουν να γλιτώσουν από τον θρησκόληπτο σαδιστή πατέρα. Αν, όμως, το αγόρι τα καταφέρει, τι θα το περιμένει εκεί έξω; Η Μελίσσα Αναστάση από την Αυστραλία στήνει ένα ενδιαφέρον περιβάλλον που μιλά περισσότερο από τους ήρωές της. Πατώντας, όμως, σε γνωστές φόρμες οικογενειακής εξουσίας και κρατώντας τη δράση των ηρώων της στα απολύτως αναμενόμενα, δεν γεμίζει το στέρφο αγρόκτημά της με πολλά περισσότερα από ένα ωραίο στιλ.
Διαβάστε ακόμη:
- Φεστιβάλ Δράμας 2019 | Οι ταινίες: Ημέρα 1η
- Φεστιβάλ Δράμας 2019 | Οι ταινίες: Ημέρα 2η
- Φεστιβάλ Δράμας 2019 | Οι ταινίες: Ημέρα 3η
- Φεστιβάλ Δράμας 2019 | Οι ταινίες: Ημέρα 4η
- Φεστιβάλ Δράμας 2019 | Οι ταινίες: Ημέρα 5η
- Δράμα 2019 - Τελετή Εναρξης | Είμαστε ακόμα στη σκηνή, σαν ροκ συγκρότημα
Το 42ο Φεστιβάλ Δράμας διεξάγεται από τις 15 μέχρι και τις 21 Σεπτεμβρίου. Το Flix θα βρίσκεται στη Δράμα για να παρακολουθήσει όλες τις ταινίες του ελληνικού διαγωνιστικού προγράμματος και να γράψει γι' αυτές, αλλά και για να μεταφέρει την ατμόσφαιρα του Φεστιβάλ και εκτός των κινηματογραφικών αιθουσών.