Ο Λούκα Γκουαντανίνο έφερε τις πρωταγωνίστριές του (Ντακότα Τζόνσον, Τίλντα Σουίντον, Μία Γκοθ, Τζέσικα Χάρπερ) τον σεναριογράφο (Ντέιβιντ Καγκάνιτς) και τον μουσικό του (Τομ Γιορκ) στη Βενετία για την επίσημη πρώτη του «Suspiria», του μεγάλου του προσωπικού στοιχήματος. Ηταν αντάξιο του hype αυτό το remake της αυθεντικής cult ταινίας τρόμου του Ντάριο Αρτζέντο;
Ενα πάντως είναι το μόνο σίγουρο: η συνέντευξη Τύπου του «Suspiria» ήταν το hype της σημερινής μέρας. Σύσσωμη η ομάδα του Γκουαντανίνο, με πρώτη και καλύτερη την -για 4η φορά- μούσα του και (όπως και οι δυο ομολόγησαν) καλύτερή του φίλη, Τίλντα Σουίντον, παρουσιάστηκε μπροστά από δημοσιογράφους από όλο τον κόσμο κι όλοι απάντησαν σε ερωτήσεις που αφορούσαν στο σχεδιασμό του κόσμου μίας τόσο ιδιαίτερης ταινίας.
Πάνω από όλα όμως, μία ήταν η ερώτηση: ποιος είναι ο Λουτς Εμπερσντορφ, που (υποτίθεται) ότι υποδύεται τον 80χρονο ψυχαναλυτή της ταινίας; Υπάρχει (υπάρχει στους τίτλους, υπάρχει στο imdb); Είναι πράγματι κι ο ίδιος ένας αυστριακός ψυχαναλυτή, ο οποίος δέχθηκε να παίξει σε μία κινηματογραφική ταινία, ή... η Τίλντα Σουίντον σε μια μοναδική μεταμόρφωση κι ερμηνεία;
Με το που κάθισαν απέναντί μας, σκηνοθέτης, καστ και συνεργάτες, η Τίλντα ζήτησε την προσοχή μας για να διαβάσει ένα μήνυμα από τον Δρ. Λουτς Εμπερσντορφ:
Εκλεκτοί κύριοι και κυρίες δημοσιογράφοι. Σας ζητώ συγγνώμη που δεν βρίσκομαι μαζί σας σήμερα. Ομως είμαι ένας ιδιωτικός άνθρωπος κι επιλέγω να ζω τη ζωή μου ιδιωτικά. Οταν ο Λούκα με επέλεξε και μου πρότεινε αυτό το ρόλο, το θεώρησα μια τρέλα κι αναρωτήθηκα "γιατί εμένα;" Μου απάντησε ότι το κοινό θα εκτιμούσε ένα φρέσκο πρόσωπο. Τότε σκέφτηκα: γιατί όχι; Δεν με νοιάζει άλλωστε να ξυπνάω πολύ νωρίς το πρωί. Το «Suspiria» θα είναι η μοναδική ταινία που θα γυρίσω στη ζωή μου, όμως χάρηκα ιδιαίτερα την εμπειρία και ειδικά τη συνεργασία μου με την Τζέσικα Πάρκερ. Εγώ έχω βγει πλέον στη σύνταξη, έχω παραιτηθεί από την ψυχανάλυση. Ομως θα συμβούλευα κάθε ένα από εσάς, αν δεν το κάνει ήδη, να επισκεφθεί σύντομα έναν ψυχαναλυτή...
Η Σουίντον διάβασε τη δήλωση με στόμφο κι ερμηνεία, ο Γκουαντανίνο παρέμεινε με poker face, τα social media ήδη έκαναν viral τη φάρσα (;) στην οποία οι δυο φίλοι και συνεργάτες υπέβαλαν σύσσωμο τον διεθνή Τύπο. Η Τίλντα Σουίντον, μάλιστα, δε δίστασε να μιλήσει πολύ απότομα σε αμερικανό δημοσιογράφο που την ρώτησε αν με αυτό το διπλό ρόλο (καθώς υποδύεται την διευθύντρια της σχολής χορού και, αν ισχύει, και τον Δρ. Γιόσεφ Κλέμπερερ) περιμένει ένα Οσκαρ.
«Διπλό ρόλο;» είπε κοιτάζοντας με απορία τον Γκουαντανίνο, σαν να μην καταλαβαίνει την ερώτηση και γυρίζοντας πολύ ειρωνικά τον δημοσιογράφο.
«Τι εννοείτε; Ερμηνεύω την Μάνταμ Μπλανκ. Τον Δρ. Γιόσεφ Κλέμπερερ υποδύεται ο Δρ. Λουτς Εμπερσντορφ, του οποίου το μήνυμα διάβασα πριν από λίγα λεπτά. Εκτός κι αν δεν με προσέχατε. Οσκαρ; Αν οργανωθεί μία οσκαρική καμπάνια για τον Λουτς Εμπερσντορφ, θα χαρώ πολύ...»
Διαβάστε αναλυτικά το παρασκήνιο: Βενετία 2018: Δρ. Κλέμπερερ ή Μαντάμ Μπλανκ; Ο «διπλός» ρόλος της Τίλντα Σουίντον στη «Suspiria»
Ο Λούκα Γκουαντανίνο για τον Ντάριο Αρτζέντο
«Αν είμαι φαν του Ντάριο Αρτζέντο; Ω, Ντάριο! Τον αγαπώ τον Ντάριο! Δε θα καθόμουν εδώ αν δεν ήταν για τον Ντάριο. Είμαι γνωστός στόκερ μεγάλων σκηνοθετών, είναι αλήθεια. Kι ο Ντάριο είναι ένας από τους πολύ μεγάλους. Θα σας πω και μία μικρή ιστορία. Οταν ήμουν 15 χρονών, ίσως και μικρότερος, στο Παλέρμο, είδα το «Suspiria», ενθουσιάστηκα και μετά είδα κι όλα τα έργα του. Ενα καλοκαίρι λοιπόν, χτυπάει το τηλέφωνο στο σπίτι και κάποιος είπε στη μαμά μου ότι ο Αρτζέντο είναι στην πόλη και τρώει σε ένα εστιατόριο. Και φυσικά πήγα, μόνος μου. Περίμενα για ώρες απέξω, κοιτούσα από το παράθυρο, για να τελειώσει το γεύμα του. Μάλλον ο Ντάριο τότε, γνωστός για τις παράνοιές του, θα αναρωτιόταν ποιος είναι αυτός που με κοιτάει από το παράθυρό. Ντάριο, ήμουν εγώ!»
Γιατί η πλοκή της ιστορίας μεταφέρεται στο 70ς Βερολίνο;
«Πρώτα από όλα, αποφασίσαμε ότι η ιστορία δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να εκμοντερνιστεί. Επρεπε να μείνει στα 70ς και επιλέξαμε το Βερολίνο γιατί είχε μία ιδιαίτερα πολιτική και πολιτισμική κουλτούρα εκείνη την εποχή που ταίριαζε με όσα θέλαμε να εξετάσουμε. Για μένα το 1977 όμως ήταν και μία ιδιαίτερη χρονιά για τα φεμινιστικά κινήματα της Ευρώπης. Τις γυναικείες οργανώσεις στη Γαλλία, την Ιταλία. Επίσης ήταν η δεκαετία που έκανε τα αριστουργήματά του ο Φασμπίντερ. Και η ταινία αναφέρεται και σε αυτόν. Στις δυνατές του ηρωίδες. Μπορεί το δικό του σύμπαν να ήταν πάντα σκληρό, αλλά οι γυναίκες του (βασανισμένες, αλλά ποτέ συμβιβασμένες) ήταν υπέροχες, μοναδικές...»
Πώς σχεδίασε το σύμπαν της ταινίας;
«Ημουν πολύ τυχερός γιατί συνεργάστηκα με την Iνμπαλ Γουάινμπεργκ, μία priduction designer πραγματική αποκάλυψη. Είμαι πολύ απαιτητικός με τη σκηνογραφία των ταινιών μου κι εκείνη είναι επίσης φοβερή. Είμαι Αραβας, είναι Ισραηλινή – καταλαβαίνετε: match made in heaven (γέλια). Με εντυπωσίασε με τις εικόνες που μου έφερε από την πρώτη μέρα. Κάναμε ρεπεράζ και βρήκαμε το ιδανικό ντεκόρ: ένα εγκαταλειμένο Art Nouveau ξενοδοχείο, ψηλά σ' ένα βουνό, όπου γύρισα όλα τα εσωτερικά. Ηταν καταπληκτικό - οι χώροι του σου επέτρεπαν να κινείσαι πάνω-κάτω, χωρίς να σε περιορίζει, να σε κλείνει. H μεγαλύτερη πρόκληση είναι ότι το ξηλώσαμε όλο. Θέλαμε να αποτυπώσουμε στη σκηνογραφία κάποια Art Deco στοιχεία των 30ς, που παρέμειναν στα 70ς. Η Ινμπαλ ήταν καταπληκτική...»
Είναι το «Suspiria» μία ταινία για το θάνατο;
«Δύσκολη ερώτηση. Δεν σκέφτομαι ποτέ έτσι, θεματικά, όταν γυρίζω ταινίες. Δεν μου αρέσει να τους δίνω μηνύματα. Αν το Suspiria επιχειρεί να εξερευνήσει κάτι, δεν είναι τόσο ο θάνατος, όσο η σύνθετη γυναικεία ψυχοσύνθεση...»
Και πώς μεταφράζετα αυτό στη #metoo εποχή;
«Κοιτάξτε, ως Ευρωπαίος άνδρας και σκηνοθέτης παρακολουθώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αυτό το αμερικανικό κίνημα. Θεωρώ ότι ανοίγει μία πολύ απαραίτητη κουβέντα και μας βάζει να παρατηρήσουμε τι κάναμε μέχρι τώρα. Θα ήθελα πολύ λοιπόν να σταθεί το "Suspiria" ως μήνυμα για το ότι κανείς από θέση εξουσίας ποτέ ξανά δεν μπορεί να καταπιέζει τις γυναίκες ή και οποιοδήποτε άνθρωπο...»
Πώς βρήκαν οι Ντακότα, Κλόι, Τίλντα τον Γκουαντανίνο ως σκηνοθέτη;
Κλόι Γκρέις Μορέτζ: Ηταν καταπληκτική εμπειρία! Εχω έναν πολύ μικρό ρόλο, αλλά βίωσα ένα μεγάλο σοκ: δεν υπήρχε "όχι", ή "δεν μπορείς να το κάνεις" που να βγήκε από τα χίλια μου. Ακουγε όλες τις ιδέες μου. Μου έλεγε "φέρε πιο πολλές στο τραπέζι", έλεγε πάντα "ναι". Εμπιστευόταν τα ένστικτά μου – να τα ακολουθώ, να μην κάνω κάτι αν δεν το θέλω...»
Ντακότα Τζόνσον: «Αυτή είναι η δεύτερη φορά που συνεργαζόμαστε. Οπότε τον ήξερα, είχαμε ήδη χτίσει μία σχέση εμπιστοσύνης κι ασφάλειας. Πάντα νιώθω ότι με τον Λούκα σκηνοθέτη μπορώ να κάνω τα πάντα στα χέρια του. Επίσης, η ταινία αναφέρεται σε πράγματα που αγαπω. Τα προφανή (το χορό, αλλά κι όλη τη μυθολογία των μαγισσών, της μαγείας) αλλά και τα συμβολικά: είναι μία ταινία για τις γυναίκες και τις καταγράφει ως πλάσματα δυνατά, μυστηριώδη, μαγικά. Οπότε αυτή η ταινία τα είχε όλα: δούλεψα με κάποιον που αγαπώ τόσο πολύ για πράγματα που αγαπώ τόσο πολύ...»
Τζέσικα Πάρκερ: Ο Λούκα έχει την ικανότητα, και το ξέρετε κι από τις προηγούμενες ταινίες του, να εμπνεέι μεγάλα συναισθήματα και μεγάλες στιγμές στο σινεμά του. Είναι πολύ τρυφερός με τους ηθοποιούς του. Εξαιρετική εμπειρία...»
Τίλντα Σουίντον: «Γνωρίζω τον Λούκα εδώ και πολύ - πολύ, πολύ, πολύ καιρό. Είναι πλέον ένας από τους καλύτερούς μου φίλους, έχει γίνει αδελφός εξ αίματος - και μετά από αυτή την ταινία, ισχύει αυτό στ' αλήθεια (γέλια). Είσαι πολύ τυχερός αν βρεις ένα τέτοιο σκηνοθέτη στην καριέρα σου. Η άνεση που δημιουργεί στα σετ του για να σου επιτρέψει την ασφάλεια να δημιουργήσεις. Αλλά κι η πρόκληση. Το ότι προκαλούμε ο ένας τον άλλον να βγαίνει από τα όριά του είναι κάτι πολύ σημαντικό στην τέχνη. Οταν ξέρεις ότι το πρόσωπο που στέκεται δίπλα σου θα τα δώσει όλα, ότι δεν τον ενδιαφέρει να κάνει κοινοτυπίες, να βγάλει ένα αποτέλεσμα που το έχουμε δει και ξαναδεί, μόνο τότε νιώθεις αφαλής. Και για αυτό ο Λούκα δεν είναι για μένα μόνο μία επιλογή καριέρας. Αλλά στάση ζωής....»
Αληθεύει ότι αυτή η ταινία έστειλε την Ντακότα Τζόνσον σε ψυχίατρο;
Ντακότα Τζόνσον: Δεν έχω πάει ποτέ κι ελπίζω να μην καταλήξω ποτέ σε ψυχίατρο. Δεν ντρέπομαι όμως να το ομολογήσω: είμαι από τις ηθοποιούς που δεν μπορούν εύκολα να αποτινάξουν τους ρόλους, μετά το τέλος μιας ταινίας. Απορριφώ πολύ από τις ηρωίδες μου. Κι αυτό, αν ειδικά είσαι για πολύ καιρό σ' ένα σκοτεινό σύμπαν, είναι σκληρό. Πρέπει να βρω έναν τρόπο να τις ξεφορτώνομαι και για αυτό έχω μία σούπερ ψυχοθεραπεύτρια. Πάντως θέλω να το διορθώσω και να το τονίσω αυτό: η εμπειρία του «Suspiria» ήταν πάνω από όλα απολαυστική και εξαιρετική. Την αγάπησα. Δεν υπάρχει καμία αλήθεια στο ότι το γύρισμα με έστειλε σε ψυχίατρο. Απλά είμαι ηθοποιός με έντονη ενσυναίσθηση...»
Πόσο αρέσει ο χορός στον Λούκα Γκουαντανίνο;
«Μου αρέσει πάρα πολύ ο χορός. Δεν είμαι ειδικός, αλλά απολαμβάνω χορευτικές παραστάσεις κι επίσης πιάνω τον εαυτό μου να περνάει ώρες μπροστά στο youtube κοιτάζοντας τι φοβερές δουλειές κάνουν χορογράφοι ανά τον κόσμο, χρησιμοποιώντας το χορό ως έκφραση. Κι αυτό ήταν πολύ σημαντικό και στην ταινία. Ο χορός να είναι ένας ακόμα χαρακτήρας, ένα ακόμα εργαλείο κινηματογραφικής γλώσσας.»
Ηταν η Πίνα Μπάους η πηγή έμπνευσης για το χαρακτήρα της Τίλντα;
Λούκα Γκουαντανίνο: «Φυσικά ήταν και η Πίνα Μπάους. Τι είναι η Πίνα Μπάους: είναι μητέρα. Κι αυτό φυσικά και μας επηρέασε. Ομως θα αφήσω το λόγο στον Ντέιβ να προσθέσει πώς ψάξαμε τις αναφορές της ηρωίδας...»
Ντέιβ Καγκάνιτς: «Ναι, και η Πίνα Μπάους και η Μάρθα Γκρέιχαμ και η Μέρι Βίγκμαν. Κοιτάξτε, παραδοσιακά ο χορός υποτίθεται ότι είναι κάτι χαρούμενο, εύθυμο. Εμείς ψάχναμε να φτιάξουμε κάτι που θα ήταν ακριβώς το αντίθετο. Πατήσαμε πάνω σε αυτές τις τρεις εμβληματικές χορογράφους για να βρούμε την έκφραση, την επικοινωνία ως προσωπική, πολιτισμική και πολιτική γλώσσα. Ψάξαμε πάνω στο τσαλάκωμά τους για να χρησιμοποιήσουμε το χορό ως ένα βαθύτερο κώδικα....»
Τίλντα Σουίντον: «Προσωπκά, μία μεγάλη αναφορά ήταν o χαρακτήρας του Μπόρις Λέρμοντοφ από τα «Κόκκινα Παππούτσια» (1948). Νομίζω ότι ό,τι κάνουμε Λούκα, πάντα επιστρέφουμε σε αυτόν. Ενας ήρωας που παλεύει ανάμεσα στον εγωισμό, το ταλέντο, την ανασγάλεια, τρέφοντας μία διεστραμμένη εμμονή με την τέχνη που τη βάζει πάνω από όλα. Εχω μεγάλη μου αγάπη για αυτόν τον χαρακτήρα...»
Πόσο επηρεάστηκε ο Τομ Γιορκ από το εμβληματικό σάουντρακ της αυθεντικής ταινίας;
Τομ Γιορκ: «Οταν ο Λούκα και οι παραγωγοί ήρθαν να με βρουν και να μου προτείνουν το πρότζεκτ τους θεώρησα όλους τρελούς. Πρώτον, γιατί δεν είχα ξαναγράψει ποτέ σάουντρακ στη ζωή μου, και δεύτερον γιατί ειδικά το σάουντρακ της "Suspiria" είναι εμβληματικό. Οπότε το σκεφτόμουν για μήνες. Κι είναι από τις επιλογές που κάνει κανείς γιατί, ενώ στην πραγματικότητα θέλει να το βάλει στα πόδια, δε θα συγχωρούσε ποτέ τον εαυτό του αν έλεγε όχι. Το αυθεντικό σάουντρακ ήταν πολύ έντονο. Δε θα μπορούσα να βασιστώ σε αυτό και να πατήσω πάνω του ως αναφορά - είναι τόσο κλειδωμένο με την εποχή του. Ομως αυτό που βρήκα ενδιαφέρον ήταν τα μοτίβα, οι επαναλήψεις. Βρήκα τις συνθέσεις αυτές καταπληκτικές κι άρχισα να πειραματίζομαι κι εγώ με τις λούπες. Μουσική που επαναλαμβάνεται σε κύκλους, σαν μάντρα, σαν μαγικό ξόρκι. Αυτό σκεφτόμουν κι εγώ στο στούντιο: δε γράφω μουσικό σκορ, γράφω ένα μαγικό ξόρκι που σε βάζει στο σύμπαν της ταινίας. Οσο για τις πραγματικές αναφορές, βούτηξα ξανά στη ροκ σκηνή του Βερολίνου στα 70ς και 80ς. Και χάρηκα πολύ γιατί μεταφέρθηκα σε μία εποχή που δεν έζησα ποτέ μουσικά...»
Περισσότερες συνεντεύξεις Τύπου:
- Βενετία 2018: «Ολοι οι καλοί χωράνε» απαντούν οι αδελφοί Κοέν στην επίθεση στο Netflix
- Βενετία 2018: Η Lady Gaga μιλάει για το όνειρο που έγινε πραγματικότητα
- Βενετία 2018 | Γιώργος Λάνθιμος: «Οσο πιο μακριά από την Ελλάδα μένω, τόσο πιο Ελληνας αισθάνομαι»
- Βενετία 2018 | Αλφόνσο Κουαρόν: «Είναι δύσκολο να κάνεις την κάμερα να σεβαστεί μια ανάμνηση»
- Βενετία 2018: «Oχι, η αποστολή στο φεγγάρι δεν ήταν κατόρθωμα της Αμερικής. Ηταν της ανθρωπότητας»
- Βενετία 2018: Ο Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο έχει κάτι να πει για τις γυναίκες στο σινεμά