Φεστιβάλ / Βραβεία

Φεστιβάλ Sundance 2012: Πλησιάζοντας προς το τέλος

στα 10

Τι συμβαίνει στις βουνοκορφές του Παρκ Σίτυ; Με το φεστιβάλ του Sundance να οδεύει προς το φινάλε, μεταφέρουμε μερικά απ' όσα είδαμε, ακούσαμε, ζήσαμε μέχρι τώρα.

Φεστιβάλ Sundance 2012: Πλησιάζοντας προς το τέλος
H φωτισμένη μαρκίζα του Egyptian Theatre

Αν πίσω στην Αθήνα ο θάνατος του Θόδωρου Αγγελόπουλου συγκλόνισε (και με τον τρόπο που συνέβη), το Sundance λίγες πριν είχε ζήσει το δικό του ανάλογο δράμα. Μπορεί ο ανεξάρτητος αμερικανος διανομεας Μπίνγκαμ Ρέι να μην ήταν εξίσου γνωστός ή «σημαντικός» όσο ο Ελληνας σκηνοθέτης, όμως για μια ολόκληρη γενιά σκηνοθετών, παραγωγών, ηθοποιών υπήρξε προστάτης άγιος, ένας αληθινός υπέρμαχος του ανεξάρτητου σινεμά και ο άνθρωπος που είχα αποκαλέσει με δυνατή φωνή σε μια αίθουσα των Καννών, τον Χάρβεϊ Γουάινστάιν «χοντρομαλάκα». Ο Ρέι πέθανε την περασμένη δευτέρα σε ηλικία 57 χρονών, μετά από δυο καρδιακές προσβολές ενώ βρισκόταν στο φεστιβάλ. Στην εκδήλωση που διοργανώθηκε στη μνήμη του ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ δήλωσε πως «χάσαμε έναν αληθινό πολεμιστή της ανεξάρτητης φωνής» και πολλοί απ όσους τον είχαν γνωρίσει ή δουλέψει μαζί τους δεν μπορούσαν παρά να συμφωνήσουν.

beasts «Beasts of the Southern Wild»

Από τις ταινίες που προβλήθηκαν μέχρι τώρα, αυτή που κέρδισε από την αρχή το μεγαλύτερο buzz κι εξακολουθεί να παραμένει ένας από τους τίτλους που ακούς παντού, από τις ουρές στις αίθουσες μέχρι τα λεωφορεία που σε μεταφέρουν από την μια αίθουσα στην άλλη, είναι φυσικά το «Beasts of the Southern Wild». Η συναρπαστική, απόλυτα «κινηματογραφική» ιστορία μιας ομάδας ανθρώπων που αρνούνται να εγκαταλείψουν το νησί τους στα ανοιχτά της Νέας Ορλεάνης ακόμη κι όταν τα νερά το σκεπάζουν ολοκληρωτικά, είναι ένα μεθυστικό κομμάτι σινεμά γεμάτο μαγικές εικόνες και μια απίστευτη εξάχρονη πρωταγωνίστρια.

Compliance «Compliance»

Η ταινία που δίχασε περισσότερο απ οποιαδήποτε άλλη, είναι δίχως αμφιβολία το «Compliance» του Κρεγκ Ζόμπελ. Ενα αληθινά δυσάρεστο φιλμ που κατηγορήθηκε για μισανθρωπισμό, μισογυνισμό, για ανηθικότητα κι ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε και που γιουχαίστηκε με μένος από μερίδα του κοινού στην πρώτη του προβολή. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις το γιατί, αφού η ταινία του Κρεγκ Ζόμπελ που πριν μερικά χρόνια είχε βρεθεί ξανά στο φεστιβάλ με το «Great Wall of Sound», φέρνει στο νου το σινεμά του Χάνεκε στις πιο σκληρές, απογυμνωμένες στιγμές του. Και το μόνο που χρειάζεται για να τα καταφέρει είναι ένα πολυπληθές φαστφουντάδικο μια παρασκευή βράδυ και μια ευκολόπιστη υπεύθυνη βάρδιας που παίρνει σαν δεδομένο ότι ο άντρας στο τηλέφωνο που ισχυρίζεται ότι είναι αστυνομικός, λέει την αλήθεια για την νεαρή όμορφη υπάλληλό της που υποτίθεται ότι έκλεψε χρήματα από την τσάντα μιας πελάτισσας...

surrogate «The Surrogate»

Μιλώντας για χρήματα, τo «Beasts of the Southern Wild» ήταν μια από τις ταινίες που βρήκε γρήγορα αμερικάνικη διανομή, σε μια χρονιά που ακόμη και οι πιο high profile τίτλοι που έκαναν την πρεμιέρα τους στο φεστιβάλ, ήρθαν στο Park City χωρίς να έχουν αγοραστεί. Το «Red Lights» του Ροντρίγκο Κόρτες, το «Arbitrage» του Νίκολας Τζαρέκι, το «Robot and Frank» του Τζέικ Σκράιερ, το «The Words» των Μπράιαν Κλούγκμαν και Λι Στέρνθαλ ήταν ανάμεσα στα φιλμ που πουλήθηκαν γρήγορα, αλλά η έκπληξη ήρθε από το «The Surrogate» του βετεράνου Μπεν Λιούιν (στα 65 του χρόνια είναι ίσως ο μεγαλύτερος σε ηλικία σκηνοθέτης που πέρασε ποτέ από το ιδιαίτερα νεανικό Sundance) που εκτόξευσε την τιμή του στα έξι εκατομύρια δολάρια. Η αληθινή ιστορία ενός άντρα με πολιομυελίτιδα και μηχανικό πνεύμονα που στα τριανταέξι του αποφασίζει να χάσει την παρθενιά του με μια γυναίκα που ικανοποιεί σεξουαλικά ανθρώπους με αναπηρίες, δεν μοιάζει με την πρώτη ματιά το υλικό από το οποίο φτιάχνεται μια feelgood επιτυχία. Ομως το φιλμ του Λιούιν που θυμίζει αρκετά στην ιστορία του το «Σκάφανδρο και την Πεταλούδα», μεταμορφώνει το δύσκολο θέμα του σε μια mainstream, καλοπροέριατη σχεδόν διασκεδαστική ταινία. Η ερμηνεία του Τζον Χοκς («Στη Καρδιά του Χειμώνα») είναι από αυτές που κερδίζουν Οσκαρ και το φιλμ είναι δίχως αμφιβολία, ένα από sleeper hits του φεστιβάλ.

L Μέρος της αποστολής του «L», έξω από το Egyptian Theatre

Το «The Surrogate» δεν ήταν η μόνη ταινία του φεστιβάλ που μοιάζει να στοχεύει σε μια καριέρα πέρα από το στενό φεστιβαλικό κύκλωμα. Κι αν στο τμήμα «Premieres» του φεστιβάλ, είναι αναμενόμενο να βρεις ταινίες που να βρίσκονται πολύ κοντά στην λογική του mainstream σινεμά, μοιάζει λίγο παράξενο όταν πολλές από τις ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος δεν τολμούν να πάνε λίγο πιο πέρα από τα δεσμά μιας γραμμικής αφήγησης και μιας σχεδόν συμβατικής ιστορίας. Φιλμ όπως το «Hello I Must be Going» που μοιάζουν να βρίσκονται κάπου ανάμεσα σε μια ιδιοσυκνρασιακή τηλεοπτική σειρά και μια κλασσική ρομαντική κομεντί ή το «For Ellen» της Σο Γιονγκ Κιμ που ακροβατεί ανάμεσα στο μελό μιας τηλεταινίας και τον μινιμαλισμό της αφήγησης του, δεν είναι ακριβώς αυτά που θα περίμενες να δεις από ένα φεστιβάλ που θέλει να βρίσκεται στην πρωτοπορία. Τα πράγματα είναι σαφώς καλύτερα στο διεθνές διαγωνιστικό με φιλμ όπως το «L» του Μπάμπη Μακρίδη να δημιουργούν δικαίως απορίες και θερμές συζητήσεις στις προβολές του για ένα κοινό που στην πλειοψηφία του μοιάζει συνηθισμένο σε ένα σινεμά που δεν απαιτεί πολλά από τον θεατή του.

Σποτ που έπαιζε χτες σε όλες τις προβολές, προς τιμήν των 1850 εθελοντών του φεστιβάλ. Ο Κένεθ Κόουλ προσφέρει τα μπουφάν!

Μετά από μια εβδομάδα σχεδόν στο Παρκ Σίτυ, μπορεί οι πρώτες εντυπώσεις από τον τρόπο λειτουργίας του παραμένουν απαράλλαχτες, τουλάχιστον σε ότι αφορά στην οργάνωση, στην ευγένεια, την εξυπηρετικότητα, αλλά στην διάρκεια των ημερών που ακολούθησαν προστέθηκαν μερικές ακόμη ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις. Οπως για παράδειγμα ότι η πόλη (ή πολίχνη για να είμαστε πιο ακριβείς), μοιάζει εντελώς άβολη για να κάνεις ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ. Είναι η γεωγραφία της που κάνει το φεστιβάλ να είναι διασκορπισμένο ανάμεσα σε δύο σημεία: από την μια η Main Street της παλιάς πόλης, όπου βρίσκεται η glamorous πλευρά του φεστιβάλ, και από την άλλη τα γραφεία και οι αίθουσες που είναι σε ένα επαρχιακό no man's land, με τράπεζες, καταστήματα με είδη σκι, ελάχιστα εστιατόρια που μπορείς να φας κανονικά και τίποτα να κάνεις μεταξύ των ταινιών. Και τα προβλήματα μεγεθύνονται όταν έρχονται οι χιονοθύελλες και η μετακίνηση ακόμη και στις πιο κοντινές αίθουσες εξαρτάται από τα λεωφορειάκια του φεστιβάλ, ή της πόλης. Μποτιλιαρίσματα, χαμένος χρόνος και πολλές δεύτερες σκέψεις για το αν θα αφήσεις την ζεστασιά του σπιτιού ή των γραφείων του φεστιβάλ για να διακινδυνεύσεις ένα σπασμένο πόδι και μια μέτρια ταινία.

Οταν ο ήλιος λάμπει όμως ή η ταινία είναι καλή, καταλαβαίνεις γιατί το Sundnace παρά τις αντιξοότητες εξακολουθεί να γοητεύει.

Διαβάστε εδώ, όλα τα άρθρα του Flix για το φεστιβάλ του Sundnance