Με το «Black Panther», ο Ράιαν Κούγκλερ κι ο Τσάντγουικ Μπόουζμαν έγραψαν πολυτισμική ιστορία, δημιουργώντας, με θάρρος και με εκρηκτική αισθητική, τη mainstream υπερηρωική υπερπαραγωγή για την αφροαμερικανική συνείδηση. Τώρα, με τον πρώωορο θάνατο του πρωταγωνιστή του και φίλου του, ο Ράιαν Κούγκλερ δημοσιοποιεί έναν επικήδειο που αφήνει ιστορία - και τα μάτια να τρέχουν. Διαβάστε τον ολόκληρο παρακάτω.
Διαβάστε ακόμη: To Χόλιγουντ θρηνεί την απώλεια του Τσάντγουικ Μπόουζμαν
Πριν μοιραστώ τις σκέψεις μου για την απώλεια του σπουδαίου Τσάντγουικ Μπόουζμαν, εκφράζω, πρώτα, τα συλληπητήριά μου στην οικογένειά του που γι' αυτόν σήμαινε τόσα πολλά. Στη γυναίκα του, τη Σιμόν, ιδιαίτερα.
Κληρονόμησα την επιλογή του ηθοποιού που θα ενσάρκωνε τον Τ'τσάλα από τη Marvel και τους αδελφούς Ρούσο. Είναι κάτι για το οποίο θα είμαι πάντα ευγνώμων. Η πρώτη φορά που είδα την ερμηνεία του Τσαντ ως Τ'τσάλα ήταν σε μια κόπια εργασίας του «Captain America: Εμφύλιος Πόλεμος». Προσπαθούσα ν' αποφασίσω αν το να σκηνοθετήσω το «Black Panther» ήταν η σωστή επιλογή για μένα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη στιγμή που καθόμουν σε μια σουίτα του μοντάζ στο Στούντιο της Ντίσνεϊ κι έβλεπα τις σκηνές του. Την πρώτη του, με τη Σκάρλετ Τζοχάνσον ως Black Widow και, μετά, με τον τιτάνα του κινηματογράφου της Νότιας Αφρικής, τον Τζον Κέινι ως πατέρα του Τ'τσάλα, Βασιλιά Τ'τσάκα. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι ήθελα να κάνω την ταινία. Αφότου τον αφήνει η ηρωίδα της Σκάρλετ, ο Τζαντ κι ο Τζον αρχίζουν να συζητούν σε μια γλώσσα που δεν είχα ξανακούσει ποτέ. Μου έμοιαζε γνώριμη, γεμάτη από ηχητικές αναφορές στον τρόπο που μιλούν τα μικρά Μαύρα παιδιά στην Αμερική. Τους ήχους για τους οποίους μας μάλωναν, ότι ήμασταν ασεβείς κι απρεπείς. Αλλά είχε και μια μουσικότητα που την έκανε ν' ακούγεται αρχαία, δυναμική κι αφρικανική.
Kοιτάζω πίσω και συνειδητοποιώ ότι ο Τσαντ ήξερε κάτι που οι υπόλοιποι αγνοούσαμε...»
Στη συνάντησή μου, αφότου είδα την ταινία, ρώτησα τον Νέιτ Μουρ, έναν από τους παραγωγούς, σχετικά με τη γλώσσα. «Εσείς την κατασκευάσατε;» Ο Νέιτ μου απάντησε, «Είναι Xhosa, η μητρική γλώσσα του Τζον Κέινι. Εκείνος κι ο Τσαντ αποφάσισαν να την παίξουν έτσι τη σκηνή κι ακολουθήσαμε.» Σκέφτηκα, «Αυτός έμαθε τα λόγια του σε μια άλλη γλώσσα, έτσι, την ίδια μέρα;» Δεν μπορούσα να συλλάβω πόσο δύσκολο πρέπει να ήταν αυτό και παρότι δεν είχα γνωρίσει ακόμα τον Τσαντ, ένιωθα ήδη δέος για τις υποκριτικές του ικανότητες.
Εξώφυλλο στο Variety, όταν οι δυο τους έγραφαν ιστορία
Αργότερα έμαθα ότι είχαν γίνει άπειρες συζητήσεις για το πώς θ' ακουγόταν στην ταινία ο Τ'τσάλα. Η απόφαση να έχει η Γουακάντα ως επίσημη γλώσσα την Xhosa επικυρώθηκε από τον Τσαντ, γέννημα - θρέμμα της Νότιας Καρολίνας, επειδή μπορούσε να μάθει τα λόγια του στην Xhosa επί τόπου, στο γύρισμα. Υποστήριξε, επίσης, την ιδέα ο ήρωάς του να μιλά με αφρικανική προφορά, ώστε να παρουσιάσουμε τον Τ'τσάλα στο κοινό ως Αφρικανό βασιλιά, του οποίου η διάλεκτος δεν ισοπεδώθηκε από τη Δύση.
Γνώρισα, εν τέλει, τον Τσαντ στις αρχές του 2016, όταν υπέγραψα για την ταινία. Ξεγλίστρησε από τους δημοσιογράφους που είχαν συγκεντρωθεί για μια σειρά συνεντεύξεων που έκανα για το «Creed» και με συνάντησε στην αίθουσα αναμονής. Μιλήσαμε για τις ζωές μας, για την εποχή που έπαιζα φούτμπολ στο πανεπιστήμιο, την εποχή που σπούδαζε σκηνοθεσία στο Χάρβαρντ, το κοινό μας όραμα για τον Τ'τσάλα και τη Γουακάντα. Μιλήσαμε για την ειρωνία του ότι ο παλιός συμφοιτητής του από το Χάρβαρντ, Τα-Νεχίζι Κόουτς τώρα έγραφε την ιστορία του Τ'τσάλα για τη Marvel Comics. Και πώς ο Τσαντ γνώριζε τον Πρινς Τζόουνς, τον φοιτητή του Κολλεγίου Χάουαρντ, του οποίου η δολοφονία από την αστυνομία ενέπνευσε το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Κόουτς, «Between the World and Me».
Τότε παρατήρησα ότι ο Τσαντ ήταν μια ανωμαλία στο σύστημα. Ηταν ήρεμος. Σίγουρος. Μελετούσε διαρκώς. Αλλά επίσης ευγενικός, τρυφερός, με το πιο ζεστό γέλιο του κόσμου και μάτια που έμοιαζαν πιο ώριμα από τα χρόνια του, αλλά ταυτόχρονα έλαμπαν σαν του παιδιού που βλέπει κάτι για πρώτη φορά.
Αυτή ήταν η πρώτη από πολλές συζητήσεις. Ηταν ένας ιδιαίτερος άνθρωπος. Συχνά κουβεντιάζαμε για την κληρονομιά μας, το τι σημαίνει να είσαι Αφρικανός. Οσο προετοιμαζόταν για την ταινία, συλλογιζόταν την κάθε απόφαση, την κάθε επιλογή, όχι μόνο για το πώς θα παρουσίαζε τον ίδιο, αλλά και για το πώς αυτές οι επιλογές θ' αντηχούσαν στον κόσμο. «Δεν είναι έτοιμοι γι' αυτό που κάνουμε...» «Αυτό εδώ είναι το "Star Wars", είναι ο "Αρχοντας των Δαχτυλιδιών", αλλά για εμάς και μεγαλύτερο!» Αυτό μου έλεγε όταν προσπαθούσαμε να ολοκληρώσουμε μια δραματική σκηνή, εξαντλώντας τις υπερωρίες στο έπακρο. Ή όσο ήταν βαμμένος με body paint από την κορυφή ως τα νύχια κι έκανε ο ίδιος τα stunts του. Ή πάλευε με τα παγωμένα νερά. Εγώ κουνούσα το κεφάλι μου και χαμογελούσα, αλλά δεν τον πίστευα. Δεν είχα ιδέα αν η ταινία θα λειτουργούσε. Δεν ήμουν σίγουρος πως ήξερα τι έκανα. Αλλά τώρα κοιτάζω πίσω και συνειδητοποιώ ότι ο Τσαντ ήξερε κάτι που οι υπόλοιποι αγνοούσαμε. Δούλευε για τα μακροχρόνια αποτελέσματα. Και πόσο σκληρά δούλευε.
Ερχόταν στις οντισιόν για τους β' ρόλους, πράγμα που δεν συνηθίζεται για τους πρωταγωνιστές των μεγάλων, ακριβών παραγωγών. Ηταν παρών για πολλές οντισιόν για το ρόλο του Μ'μπάκου, εκείνη του Γουίνστον Ντιουκ τη μεταμόρφωσε σε αγώνα πάλης. Ο Γουίνστον έσπασε το βραχιόλι του. Στη οντισιόν της Λετίσια Ράιτ για το ρόλο της Σούρι, εκείνη έσπασε τη βασιλική πόζα του με το χαρακτηριστικό χιούμορ της και ζωγράφισε στο πρόσωπο του Τ'τσάλα ένα χαμόγελο που ήταν 100% ο Τσαντ.
Οσο γυρίζαμε την ταινία, συναντιόμασταν στο γραφείο του σπιτιού που νοίκιαζα στην Ατλάντα για να συζητήσουμε τους διαλόγους και τους διάφορους τρόπους με τους οποίους θα προσθέταμε βάθος στην κάθε σκηνή. Μιλούσαμε για τα κοστούμια, τις τακτικές της μάχης. Μου είπε, «οι πολίτες της Γουακάντα πρέπει να χορεύουν στις τελετές στέψης. Αν απλώς στέκονται εκεί με τα δόρατά τους, τις τους διαφοροποιεί από τους Ρωμαίους;» Στα πρώτα σχέδια σεναρίου, ο Ερικ Κίλμονγκερ ζητούσε από τον Τ'τσάλα να ταφεί στη Γουακάντα. Ο Τσαντ το αμφισβήτησε αυτό και με ρώτησε, «Κι αν ο Κίλμονγκερ ζητούσε να ταφεί κάπου αλλού;»
Με συντρίβει η σκέψη ότι δεν θα μπορέσω να ξαναδώ ένα κοντινό του στο μόνιτορ ποτέ ξανά, ή να τον πλησιάσω και να του ζητήσω ακόμα μια λήψη.
Ο Τσαντ έδινε μεγάλη αξία στην ιδιωτική ζωή του και δεν γνώριζα τις λεπτομέρειες της ασθένειάς του. Αφότου η οικογένειά του δημοσιοποίησε τη δήλωσή της, συνειδητοποίησα ότι εκείνος ζούσε με την ασθένειά του για ολόκληρο το διάστημα που τον γνώριζα. Επειδή ήταν άνθρωπος που φρόντιζε τους άλλους, ήταν ηγέτης, άνθρωπος με πίστη, αξιοπρέπεια και υπερηφάνεια, προστάτεψε τους συνεργάτες του από το πόσο ο ίδιος υπέφερε. Εζησε μια όμορφη ζωή. Κι έκανε σπουδαία τέχνη. Μέρα με τη μέρα, χρόνο με το χρόνο. Αυτός ήταν. Μια επική επίδειξη πυροτεχνημάτων. Θα λέω ιστορίες για το πώς ήμουν παρών σε κάποιες από τις υπέρλαμπρες σπίθες του μέχρι να πεθάνω. Τι απίστευτη σφραγίδα που άφησε στον κόσμο μας.
Δεν έχω πενθήσει ποτέ τόσο επώδυνα για μια απώλεια. Πέρασα την προηγούμενη χρονιά προετοιμάζοντας, σχεδιάζοντας και γράφοντας λόγια που θα έλεγε εκείνος, που δεν ήταν γραφτό να δούμε. Με συντρίβει η σκέψη ότι δεν θα μπορέσω να ξαναδώ ένα κοντινό του στο μόνιτορ ποτέ ξανά, ή να τον πλησιάσω και να του ζητήσω ακόμα μια λήψη.
Με πονάει περισσότερο που ξέρω ότι δεν θα ξανασυζητήσουμε ποτέ, ούτε θα τα πούμε στο Facetime, ούτε θ' ανταλλάξουμε μηνύματα. Μου έστελνε χορτοφαγικές συνταγές και προγράμματα διατροφής για ν' ακολουθήσουμε η οικογένειά μου κι εγώ στη διάρκεια της πανδημίας. Διαρκώς τσέκαρε αν είμαστε καλά κι εγώ και οι δικοί μου άνθρωποι, ενώ ο ίδιος αντιμετώπιζε τη μάστιγα του καρκίνου.
Στον αφρικανικό πολιτισμό συχνά αναφερόμαστε στα αγαπημένα μας πρόσωπα ως προγόνους. Κάποιες φορές συνδεόμαστε μαζί τους με δεσμούς αίματος. Αλλες όχι. Είχα το προνόμιο να σκηνοθετήσω σκηνές του ήρωα του Τσαντ, του Τ'τσάλα, όπου επικοινωνούσε με τους προγόνους της Γουακάντα. Ημασταν στην Ατλάντα, σε μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη, με bluescreens και πελώρια κινηματογραφικά φώτα, αλλά η ερμηνεία του Τσαντ το έκανε όλο αυτό να μοιάζει αληθινό. Νομίζω πως ήταν επειδή απ' όταν τον πρωτογνώρισα, οι πρόγονοι μιλούσαν μέσα απ' αυτόν. Δεν είναι μυστικό για μένα πια το πώς μπορούσε να ενσαρκώσει δεξιοτεχνικά κάποιους από τους πιο ξεχωριστούς. Δεν είχα αμφιβολία ότι θα συνέχιζε να ζει και να μας ευλογεί με περισσότερα. Αλλά με βαριά καρδιά και μια αίσθηση βαθειάς ευγνωμωσύνης αναγνωρίζω ότι βρέθηκα δίπλα του, ότι τώρα πρέπει να αντιμετωπίσω τον Τσαντ ως πρόγονο. Και ξέρω ότι θα συνεχίσει να μας φροντίζει, ώσπου ν' ανταμώσουμε ξανά.