Την ίδια ακριβώς στιγμή που 82 γυναίκες σκηνοθέτες περπατούσαν σε συμβολική διαμαρτυρία το πιο διάσημο κόκκινο χαλί του κόσμου, αυτό του Palais des Festivals, για την ελάχιστη εκπροσώπησή ταινιών τους στην ιστορία του φεστιβάλ (τα νούμερα μιλούν από μόνα τους: αντιστοίχως 1688 ταινίες αντρών έχουν προβληθεί στο επίσημο πρόγραμμα των Καννών από το 1946), μία άλλη γυναίκα της βιομηχανίας, συνώνυμη του αμερικανικού ακτιβισμού, έβλεπε τη ζωή της να προβάλεται σε 5 πράξεις.
Η ευρωπαϊκή πρεμιέρα (είχε κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Sundance τον Ιανουάριο) του «Jane Fond in 5 Acts» της Σούζαν Λέισι (σε παραγωγή ΗΒΟ και σε αποκλειστική διάθεση στην Ελλάδα από τα κανάλια novacinema) έγινε χθες το απόγευμα στην κατάμεστη αίθουσα Bunuel του Palais des Festivals και η 80χρονη Τζέιν Φόντα εμφανίστηκε δίπλα στην σκηνοθέτη της για να μιλήσει στο κοινό που την υποδέχθηκε όρθιο και συγκινημένο.
Και ναι, το #TimesUp μπλουζάκι της όταν έφτασε χθες το πρωί στο αεροδρόμιο των Καννών, δεν θα μπορούσε να είναι πιο σχετικό με αυτό που είδαμε στην οθόνη χθες βράδυ, παρόλο που δεν πέφτει κάτω από μία κατηγορία των γυναικείων «κατηγορώ» του κινήματος περί σεξουαλικής παρενόχλησης ή κακοποίησης.
Ομως η ζωή της Φόντα, έτσι όπως ειλικρινά, θαρραλέα κι εξομολογητικά ξεδιπλώνεται μέσα από το φακό της Λέισι και την no-bullshit μαρτυρία της 80χρονης ηθοποιού, έχει σημαδευτεί μοιραία από τους άντρες της ζωής της. Πόσο ειρωνικό ένα ντοκιμαντέρ για τη «Ανόι-Τζέιν», την ακτιβίστρια με τη γροθιά στον αέρα, την αριστερή εκπρόσωπο των Chicago 7, την οικολόγο, τη αντι-Τραμπ διαδηλώτρια, τη φεμινίστρια πρωταγωνίστρια του «Frankie and Grace», να αφηγείται ποια ήταν, ποια έγινε και ποια είναι μέσω των αντρών που την καθόρισαν.
Αυτή όμως είναι η αλήθεια. Μία γυναίκα γεννημένη το 1938, κόρη του «λαϊκού ήρωα» Χένρι Φόντα («αυτοί οι άντρες-ήρωες συνήθως δεν μπορούν να γίνουν και καλοί πατέρες» λέει πικρά σε κάποια στιγμή), έζησε το νέο κύμα των 60ς ως σύζυγος και «Μπαρμπαρέλα» μούσα του «ηδονιστή» Ρότζερ Βαντίμ, τα πολιτκοποιημένα 70ς κι 80ς ως σύντροφος του αριστερού πολιτικού Τομ Χέιντεν («ζούσαμε σ' ένα σπίτι με έπιπλα από δεύτερο χέρι, χωρίς πλυντήριο, χωρίς νταντάδες...»), τα χρυσά της χρόνια ως σύζυγος του μεγαλοεπιχειρηματία Τεντ Τέρνερ («θα μπορούσα να βολευτώ, αλλά ένιωσα ότι δίπλα του εξαφανίστηκα») και βρίσκεται σήμερα στα 80ς της για να ομολογήσει ότι (και) αυτό θέλει να πει το #TimesUp κίνημα. Είχε μάθει μια γυναίκα από πολύ μικρή να καθορίζεται από τους άντρες στους οποίους στεκόταν δίπλα. Ομως, αρκετά.
Η Λέισι κρατά την κάμερα ανοιχτή όσο η Φόντα θυμάται τα κενά παιδικά της χρόνια (η διπολική μητέρα της αυτοκτόνησε, ο Χένρι Φόντα δεν ήξερε να δείξει αγάπη στα παιδιά του) κι εξομολογείται με πόνο, αυτοσαρκασμό, ειλικρίνεια, χιούμορ και μία εμπειρική σοφία που αποκτά κανείς με το πέρασμα του χρόνου κοιτώντας πίσω τα διαφορετικά στάδια της ζωής της. Εξηγεί γιατί δεν έμεινε στη Γαλλία δίπλα στον εμβληματικό σκηνοθέτη Βαντίμ. Αναλύει γιατί ο ακτιβισμός γεννήθηκε μέσα της ως ανάγκη για δικαιοσύνη που την έτρεφε και της έδινε άξονα. Ομολογεί γιατί χαμαιλεοντικά άλλαζε επιδερμίδες ανάλογα με ποιον άντρα είχε ερωτευθεί και θαυμάσει. Σπάει η φωνή της όταν μιλά για το πώς δεν κατάλαβε ποτέ τους γονείς της «που δεν την αγάπησαν» και γιατί και η ίδια δεν ήταν καλή μητέρα.
Κεφάλαιο πρώτο «Χένρι». Κεφάλαιο δεύτερο «Βαντίμ». Κεφάλαιο τρίτο «Χέιντεν». Κεφάλαιο τέταρτο «Τέρνερ». Και κεφάλαιο πέμπτο; Ποια είναι η πέμπτη πράξη του ντοκιμαντέρ;
«Τζέιν». Η Σούζαν Λέισι (που με αρχειακό υλικό, φωτογραφίες, συνεντεύξεις, αποσπάσματα ταινιών και ρεπορτάζ έχει καλύψει όλο το φάσμα της πολυτάραχης ζωής της Φόντα) κλείνει την αφήγησή της στρέφοντας το φακό στην ίδια. Ποια είναι σήμερα, τι έχει αποκομίσει από όλο αυτό το ταξίδι. Οι ανασφάλειές της και η ανάγκη της να αγαπηθεί από κάποιον την έκαναν να νιώσει στη ζωή της άσχημη, χοντρή, βουλιμική, ανορεκτική, σέξι αντικείμενο, όχι τόσο σέξι, οσκαρική ηθοποιός, όχι πραγματικά ταλαντούχα, ανώριμη πολιτικά, όχι έξυπνη, όχι καλή σύζυγος, απαίσια μητέρα». Αυτή είναι η αλήθεια: το δυναμικό πλάσμα που στάθηκε μπροστά μας και υποκλίθηκε στο τέλος του ντοκιμαντέρ έπρεπε να περάσει δια πυρός και σιδήρου για να βρει πραγματικά τον εαυτό της. Αλλά το έκανε. Και δεν έμεινε στεγνό βλέμμα στην αίθουσα. Αυτό είναι το #TimesUp κίνημα, αυτό το μήνυμα, αυτή η ψυχή του.
Η Φόντα πήρε το μικρόφωνο και ρώτησε δυνατά από ποιες χώρες είμαστε. Ακουσε Ελλάδα, άκουσε Πορτογαλλία, ένα δυνατό Αριζόνα την έκανε και γέλασε δυνατά. «Από όποια γωνιά του κόσμου κι αν είστε ξέρετε πολύ καλά ότι έχουμε έρθει αντιμέτωποι με μία νέα κρίση. Οχι μόνο οικονομική. Ο φασισμός και η τυρανία έχουν σηκώσει και πάλι το άσχημο κεφάλι τους. Να δείχνετε καθημερινά κουράγιο. Να είστε δυνατοί. Εχουμε δικαίωμα σε μία ευτυχισμένη ζωή» είπε σηκώνοντας τη ριτιδιασμένη της γροθιά στον αέρα.