Φεστιβάλ / Βραβεία

Berlinale 2020: Ημέρα 6η

στα 10

Μία από τις πιο γεμάτες μέρες της φετινής Berlinale - ευτυχώς και με κάποιες ταινίες που ανεβάζουν το μέσο όρο της φετινής μετριότητας.

Flix Team
Berlinale 2020: Ημέρα 6η

Με φορτωμένο πρόγραμμα η έκτη μέρα του Φεστιβάλ είχε και συνεχιζόμενο ελληνικό ενδιαφέρον και μερικές ταινίες που έδειξαν πως μπορεί τελικά την τελευταία στιγμή να γίνει κάποια ανατροπή και η 70ή Berlinale να δείξει το πραγματικό της πρόσωπο.

Το 70ο Διεθνές Φεστιβάλ του Βερολίνου διεξάγεται από τις 20 Φεβρουαρίου ως την 1η Μαρτίου 2020. Το Flix βρίσκεται ήδη εκεί. Διαβάστε όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζετε στο ειδικό τμήμα του Flix που ανανεώνεται συνεχώς.

The Woman Who Ran

The Woman Who Ran του Χονγκ Σανγκ-σου | Επίσημο Διαγωνιστικό

Πιστός στο μινιμαλιστικό του κινηματογραφικό κόσμο που αποτελείται συνήθως από μεγάλες σε διάρκεια σκηνές και ζουμ, αλλά και στην πρόζα που όχι τυχαία τον έφερε συχνά να συγκριθεί με τον Ερικ Ρομέρ και τα «παραμύθια ηθικής» του, ο Κορεάτης που κάνει θόρυβο όχι όπως οι πιο γνωστοί σε όλους πλέον συμπατριώτες του, αλλά με το να παραμένει ακούραστα παρών εδώ και δύο δεκαετίες, με μία ή και δύο ταινίες ανά χρονιά (24 μέσα σε 24 χρόνια), παραδίδει με το «The Woman Who Ran» αυτό που μοιάζει με την πιο γραμμική, ας τολμήσουμε και τη λέξη crowd pleaser ταινία του.

Χωρισμένη νοητά σε τρία μέρη, η νέα του ταινία ακολουθεί τη (σύντροφο στη ζωή, μούσα και πρωταγωνίστρια στις τελευταίες επτά ταινίες του) Κιμ Μινχί καθώς υποδύεται την Γκαμχί, μια παντρεμένη γυναίκα που επισκέπτεται παλιές της φίλες, για πρώτη φορά χωρίς τον άντρα της. Στο πρώτο μέρος μια παλιά της φίλη που ζει έξω από τη Σεούλ και αρνείται να υποκύψει στις απαιτήσεις του γείτονά της να σταματήσει να ταίζει τις γάτες της γειτονιάς, στο δεύτερο μια εκπαιδεύτρια γιόγκα που την κυνηγά ένας ποιητής με τον οποίο έκανε ένα one night stand και στο τρίτο μέρος την Γουτίν, μια γυναίκα που έχει παντρευτεί έναν συγγραφέα, με τον οποιό η Γκαμχί είχε κάποτε σχέσεις.

Με διαχρονικά παιχνιδιάρικη διάθεση (η σκηνή με τη γάτα στο πρώτο μέρος ξεσήκωσε όλο την προβολή σε ένα ξέφρενο χειροκρότημα) και μια διάχυτη μελαγχολία που μπλέκεται γλυκά με ένα μυστήριο για το από που τρέχει να ξεφύγει η γυναίκα του τίτλου, ο Χονγκ Σανγκ-σου δίνει το βήμα στις γυναίκες και γίνεται για 77 λεπτά ο ακροατής των πιο random, ασύνδετων φαινομενων αλλά πάντα προσωπικών τους σκέψεων. Από το φαγητό μέχρι τον έρωτα και από το σινεμά μέχρι την εξοχή (και τα βουνά που τόσο αγάπαει ο Κορεάτης δημιουργός να δείχνει μέσα από τα παράθυρα των αστικών διαμερισμάτων), οι γυναίκες μιλούν, τρώνε και ζουν ενώ οι άντρες (όσοι εμφανίζονται στην ταινία) είναι πάντα πλάτη, σε ρόλους διαλείμματος από τη φυσική ροή των πραγμάτων, περισσότερο για να διακόψουν παρά για να συμπληρώσουν την αφήγηση. Σε μια ταινία που δεν προσποιείται τίποτα περισσότερο από αυτό που είναι: ένα μικρό, λιτό και όμως πλούσιο σε αναγωγές δοκίμιο πάνω στις συναντήσεις με τους άλλους, τις διαφορετικές εκδοχές του εαυτού μας, τις ζωές που δεν ζήσαμε ή αυτές που μερικές φορές μπορεί να υπάρχουν μόνο σε ένα σινεμά στο οποίο μπορείς να βρεις καταφύγιο από εκεί από όπου προσπαθείς να ξεφύγεις... τρέχοντας. Μανώλης Κρανάκης


κιμ

Η μούσα του Χονγκ Σανγκ-σου, Κιμ Μινχί, υπογράφει το πορτρέτο της λίγο πριν την επίσημη πρεμιέρα της ταινίας. Το 2017 είχε κερδίσει την Αργυρή Αρκτο Γυναικείας ερμηνείας για το φιλμ του Χονγκ Σανγκ-σου «On the Beach at Night Alone».

Favolacce 607

Favolacce των Φάμπιο και Νταμιάνο Ντ' Ινοτσέντζο | Επίσημο Διαγωνιστικό

Η πιο φιλόδοξη - μέχρι τώρα - ταινία του επίσημου διαγωνιστικού προγράμματος έρχεται από την Ιταλία και αποτελεί τη δεύτερη ταινία του σκηνοθετικού διδύμου που έκανε μια κάποια εντύπωση με το ντεμπούτο του, «Boys Cry» του 2018. Η τοποθεσία είναι ένα προάστιο της Ρώμης, όπου μικροαστικές οικογένειες επωφελούνται από τη θερινή ραστώνη. Πρωταγωνιστές κυρίως τα παιδιά τους που ενηλικιώνονται απότομα προσπαθώντας σχεδόν με μαθηματική ακρίβεια να αντιγράψουν την μικρότητα, την ταξική οργή, το ματσίσμο και την κενότητα των γονιών τους. Τo voice over προειδοποιεί ήδη από την αρχή πως αυτό που θα παρακολουθήσουμε είναι εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα που βασίζονται όμως σε ένα ψεμα.

Με την ατμόσφαιρα μιας αμερικάνικης ανεξάρτητης ταινίας, αλλά γνώριμες μεσογειακές καταστάσεις, η ταινία των Ντ' Ινοτσέντζο θα ήθελε να είναι ένα πορτρέτο μιας κοινωνίας σε απόλυτη παρακμή, ένα σκληρό σχόλιο στη μορφή μιας μαύρης κωμωδίας για τις κοινωνίες που έχουν χάσει την ταυτότητά τους κυνηγώντας το «αμερικάνικο» όνειρο σε μια εποχή κυνική, απάνθρωπη, που έχει χάσει την αθωότητά της. Η γκροτέσκα διάθεσή της είναι άλλωστε προφανής, τόσο στη σάτιρά της, τόσο στις τολμηρές σκηνές της που την καθιστούν κάτι περισσότερο από «ακατάλληλη» για ανηλίκους.

Προφανής, ωστόσο, είναι και η απουσία οποιασδήποτε εμβάθυνσης ή ουσίας κάτω από το εντυπωσιακό οπτικό περιτύλιγμα που βρίσκει τους χαρακτήρες χάρτινους, την τόλμη «πρόκληση για την πρόκληση», την τραγωδία του φινάλε να έρχεται βεβιασμένα και καταχρηστικά και τα «κακά παραμύθια» του τίτλου (όπως είναι η ακριβής μετάφραση) να δίνουν το στίγμα τους ακόμη και στις ίδιες τις προθέσεις των δημιουργών τους, που σε αντίθεση με τη μακρά παράδοση των «παραμυθιών» στο ιταλικό σινεμά (οι αδελφοί Ταβιάνι είναι μόνο το πιο γνωστό παράδειγμα), εδώ μοιάζουν να ισορροπούν αδέξια προς την ηθικολογία και μια κλισέ καθολική θεώρηση για τη θεία τιμωρία. Μανώλης Κρανάκης


φαω

φαβ

φαβ

Φοβού τους Ιταλούς Ολη η ομάδα του «Favolacce» - από τους μικρούς πρωταγωνιστές μέχρι τα αδέρφια Ντ' Ινοτσέντζο και τον Ελιο Τζερμάνο που γίνεται μόνιμος του Φεστιβάλ φέτος - άλωσαν συνέντευξη Τύπου και κόκκινο χαλί.


never rarely sometimes always 607

Never Rarely Sometimes Always της Ελίζα Χίτμαν | Επίσημο Διαγωνιστικό

Τόσο λιτή όσο και συναισθηματικά φορτισμένη η τρίτη μεγάλου μήκους της Ελίζα Χίτμαν («It Felt Like Love», «Beach Rats») είναι ένα εξαιρετικό δείγμα κινηματογραφικής οικονομίας και πολιτικού σινεμά που δεν υψώνει παντιέρες αλλά αφήνει την αλήθεια της ιστορίας και τις εξαιρετικές ερμηνείες των νεαρών πρωταγωνιστριών να σε συνταράξουν με έναν βουβό, αλλά και σχεδόν σπαρακτικό τρόπο.

Η ιστορία ξεκινά σε μια μικρή πόλη της Πενσυλβάνια, όπου η Οτομ, ένα 17χρονο κορίτσι δείχνει να ασφυκτιά ανάμεσα σε ένα εχθρικό σχολικό περιβάλλον, μια μάλλον αδιάφορη οικογένεια και μια δουλειά σε ένα σουπερμάρκετ που δεν έχει να της προσφέρει απολύτως τίποτα. Ακόμη χειρότερα η Οτομ είναι έγκυος κι αν κι είναι αποφασισμένη να τερματίσει την εγκυμοσύνη της, οι νόμοι της πολιτείας που απαιτούν την συγκατάθεση των γονιών της για κάτι τέτοιο, το καθιστούν αδύνατο. Κι έτσι η Οτομ, απεγνωσμενη, αρχικά θα δοκιμάσει να προκαλέσει μια αποβολή, και στη συνέχεια, μαζί με την λίγο μεγαλύτερη ξαδέρφη της Κρίσταλ θα πάρουν το λεωφορείο για την Νέα Υόρκη με ελάχιστα χρήματα στην τσέπη προκειμένου να κάνει την έκτρωση εκεί.

Στην διάρκεια των δύο ημερών που θα διαρκέσει το ταξίδι τους, τα κορίτσια θα αντιμετωπίσουν την μοναξιά, την εχθρότητα, την αδιαφορία μιας πόλης που δεν νοιάζεται για εκείνες, αλλά και την αίσθηση του καθήκοντος ακόμη και την τρυφερότητα των εργαζομένων της κλινικής στην οποία θα απευθυνθούν, την καλοσύνη (έστω και υπό προϋποθέσεις) των ξένων. Για τις ίδιες (ιδίως για την Οτομ), η εμπειρία θα είναι ένα ταξίδι ενηλικίωσης και βουτιάς στην αληθινή ζωή, για τον θεατή θα είναι μια εξίσου διαφωτιστικη διαδρομή σε μια πραγματικότητα που δεν θα έπρεπε να είναι τόσο περίπλοκη και δύσκολη σε μια δυτική κοινωνία, σήμερα.

Με ελάχιστα μέσα, ένα ασκητικό σχεδόν σενάριο, μόνο τους απαραίτητους διαλόγους αλλά με δυο νεαρές πρωταγωνίστριες που κουβαλάνε με άνεση το βάρος της ταινίας στους ώμους τους, η Χίτμαν χτίζει ένα σύνθετο και βαθιά πολιτικό φιλμ που είναι απαραίτητο αυτή τη στιγμή σε κάθε μέρος του κόσμου αλλά ακόμη περισσότερο στην Αμερική όπου το δικαίωμα στην έκτρωση βρίσκεται κυριολεκτικά υπό διωγμό. Δίχως να πατά τα κουμπιά του συναισθηματισμού, δίχως να δηλώνει τα προφανή δίνει βάθος και ένταση στην ιστορία της κι ανάμεσα σε άλλα χτίζει μια σκηνή ανθολογίας όταν η Οτομ στην κλινικη θα πρέπει να απαντήσει στο ερωτηματολόγιο μιας συμβούλου με μια από τις λέξεις «ποτέ, σπάνια, μερικές φορές, πάντα», απ’ όπου η ταινία παίρνει και τον τίτλο της. Γιώργος Κρασσακόπουλος


rder

Ρυδερ

rder

Συγκρατήστε τα ονόματά τους Οι δύο πρωταγωνίστριες του «Never Rarely Sometimes Always», η Τάλια Ράιντερ και η Σίντνει Φλάνιγκαν θα πρωταγωνιστήσουν - αν όχι στα βραβεία του Φεστιβάλ - σίγουρα στο μέλλον. Η Ράιντερ βρίσκεται ήδη στο καστ του επερχόμενου «West Side Story» του Στίβεν Σπίλμπεργκ, η Φλάνιγκαν, πιο γνωστή ως τραγουδίστρια στο Μπούφαλο κάνει εδώ το εντυπωσιακό της ντεμπούτο στο σινεμά.


trigonometry

Trigonometry: η Αθηνά Τσαγγάρη και η Αριάν Λαμπέντ παρουσιάζουν την νέα σειρά του BBC | Berlinale Series

Ο Κίραν και η Τζέμα είναι ένα ζευγάρι 35άρηδων στο σύγχρονο Λονδίνο. Εκείνος νοσοκόμος πρώτων βοηθειών, έχει συνήθως την νυχτερινή, δύσκολη βάρδια – με τους εξαγριωμένους μεθυσμένους, τα πρεζόνια και τους βίαιους καυγάδες ανάμεσα σε συμμορίες. Εκείνη, πρέπει να ξυπνάει νωρίς το πρωί για να ανοίγει το καφέ που μόλις αγόρασε και προσπαθεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη της γειτονιάς. Μαζί με την οικονομία, η σχέση τους περνάει κρίση: αν δεν βλέπεις καθόλου τον άνθρωπό σου και ταυτόχρονα όλες οι εργασιακές σου θυσίες βγαίνουν σε αδιέξοδο και κρίσεις πανικού, πώς να μην φέρνει και το χειρότερο εαυτό σου στο σπίτι; Ειδικά, όταν το σπίτι βρίσκεται στο Λονδίνο – όπου τα νοίκια είναι απλησίαστε. Για αυτό και το ζευγάρι βάζει μία αγγελία για να νοικιάσουν ένα δωμάτιο στο διαμέρισμά τους. Κι έτσι μπαίνει στη ζωή τους η Ρέι, μία 30χρονη Γαλλιδούλα, που επιτέλους θα φύγει από το πατρικό της με την μόνη λύση που μπορεί να σηκώσει η τσέπη της. Γιατί κι εκείνη έρχεται από ένα μεγάλο ζόρισμα: πρώην Ολυμπιονίκης, με την ομάδα συγχρονικής κολύμβησης, εγκαταλείπει για πάντα τον αθλητισμό, μετά από ένα ατύχημα που της έχει δημιουργήσει φοβία με το νερό. Η Ρέι θα μπει σαν ηλιαχτίδα στη συννεφιά του ζευγαριού και, σταδιακά, οι τρεις τους θα αγαπηθούν περισσότερο από συγκάτοικοι. Σαν ένα ισοσκελές τρίγωνο που μοιράζεται τα βάρη, τις ανασφάλειες και τις ανισορροπίες της καθημερινότητας.

Η «Τριγωνομετρία» είναι έργο του βραβευμένου θεατρικού συγγραφέα Ντάνκαν ΜακΜίλαν και της γυναίκας του, της διάσημης τηλεοπτικής σεναριογράφου Εφι Γουντς. Τη σκηνοθεσία όμως υπογράφει μια έκπληξη: η Αθηνά Τσαγγάρη στο πρώτο της τηλεοπτικό πρότζεκτ (αν εξαιρέσει κανείς δύο επεισόδια του «Borgias» πριν από αρκετά χρόνια) αναλαμβάνει την πρόκληση της μεγάλης οθόνης που απαιτεί να χρησιμοποιήσει άλλα εργαλεία για να ανταπεξέλθει στη δραματουργία μιας πολυκάμερης παραγωγής.

Το πιο δύσκολο επίτευγμα του «Trigonometry» είναι ο σωστός τόνος. Δεν επιθυμεί να προκαλέσει με μία τολμηρή (αισθητικά και θεματικά) ιστορία ενός ερωτικού τρίο. Αντιθέτως, θέλει να δείξει ότι κάτι τέτοιο μπορεί να προκύψει μέσα σε μία καθημερινότητα. Τρεις άνθρωποι με ζωές, αγώνες, προβλήματα, δουλειές γνωρίζονται και ανακουφίζουν με την συντροφικότητά τους τον πόνο του άλλου. Εξισορροπούν πατώντας σε τρία πόδια κι όχι σε δύο. Η Τσαγγάρη καταφέρνει τη σωστή θερμοκρασία δραματουργίας και χιούμορ, αποφεύγει τη συγκατάβαση, και δημιουργεί ένα κλίμα οικειότητας, τρυφερότητας και ανθρωπιάς.

Trigonometry

«Πρώτη φορά δουλεύω πάνω σ' ένα σενάριο που δεν έχω γράψει η ίδια. Πρώτη φορά διαβάζω ένα σενάριο που δε θα άλλαζα ούτε ένα κόμμα» δήλωσε η Αθηνά Τσαγγάρη στο Flix λίγο πριν την προβολή 5 επεισοδίων της σειράς στο Zoo Palast, στο ειδικό τμήμα «Berlinale Series».

«Το ότι πρόκειται για screwball comedy/drama, μία ιστορία που παίζει με τα ταμπού και τις αμηχανίες μας με κέρδισε απόλυτα. Οταν μάλιστα συναντήθηκα με τους σεναριογράφους για να δω αν είχαμε το ίδιο όραμα για το πώς κάτι τέτοιο πρέπει να αποτυπωθεί, ενθουσιάστηκα. Είχαμε τις ίδιες αναφορές στο σινεμά και την τηλεόραση, τις ίδιες αγάπες, την ίδια ακριβώς άποψη. Και νομίζω ότι καταλήξαμε με μία ιστορία που είναι κοινωνική, ταξική και θα μπορούσε να συμβαίνει παντού – στο Λονδίνο, στην Νέα Υόρκη, στην Αθήνα...»

Η Αριάν Λαμπέντ κι ο Γκάρι Καρ («The Deuce», «Downton Abbey», «Τhe Good Fight»), δύο από τις τρεις πλευρές του τριγώνου (η υπέροχη Ταλίσα Τεϊσέρα ήρθε κατευθείαν για την πρεμιέρα και δεν έδωσε συνεντεύξεις), μίλησαν στο Flix για αυτή την ιστορία-ταμπού και τη συνεργασία τους με την Αθηνά Τσαγγάρη.

«Διάβασα το πρότζεκτ και μίλησα μαζί της στο Skype. Με κέρδισε στα πρώτα πέντε λεπτά με την εξυπνάδα, την ευστροφία, το πνεύμα και την μεγάλη καρδιά της. Μετά είδα τις ταινίες της και ανυπομονούσα να αρχίσουμε να δουλεύουμε μαζί» είπε ο Γκάρι Καρ.

«Ηταν κάτι πολύ διαφορετικό πρότζεκτ και για τους δυο μας. Απαιτούσε ταχύτητα και η Αθηνά είναι συνήθως αργή, προσεχτική σε κάθε λεπτομέρεια. Κι εγώ έπρεπε να δοκιμάσω κάτι πιο νατουραλιστικό στην ερμηνεία μου – έναν άλλο ρυθμό, γρήγορο, άμεσο. Το χάρηκα πάρα πολύ...» δήλωσε η Αριάν Λαμπέντ.

«Είχα εξαιρετικό καστ. Η Αριάν είναι η μούσα μου (αν και είχαμε χρόνια να δουλέψουμε μαζί), αλλά και ο Γκάρι και η Ταλίσα με κέρδισαν από την πρώτη στιγμή. Αψογη μεταξύ τους χημεία, εύθραυστη δύναμη. Τα σετ μου είναι σαν Αρχαία Ελληνική Αγορά: θέλω ο καθένας να έχει μία δυνατή άποψη και προσωπικότητα και να τα φέρει στο γύρισμα. Και οι ηθοποιοί μου εδώ ήταν μία από τις πιο ενδιαφέρουσες ομάδες που έχω συνεργαστεί...»

Πόλυ Λυκούργου


Pari 607

Pari του Σιαμάκ Ετεμάντι | Πανόραμα

Ενα ζευγάρι Ιρανών φτάνει στο Ελευθέριος Βενιζέλος. Κατεβαίνοντας από το αεροπλάνο, μαθαίνουμε πως έχουν έρθει για να δουν το γιο τους που σπουδάζει στην Αθήνα. Μόνο που κανείς δεν τους περιμένει όταν περάσουν την πύλη, ο γιος τους δεν απαντάει στο τηλέφωνο και πρέπει να ξεκινήσουν μόνοι τους για να καταλάβουν τι έχει συμβεί. Ο,τι ακολουθεί από εκείνη τη στιγμή και μετά περιγράφεται μόνο με το συναίσθημα της κομμένης ανάσας, αφού ο γιος τους είναι εξαφανισμένος, το σπίτι στο οποίο έμενε είναι εγκαταλελειμμένο, στο Πολυτεχνείο κανείς δεν μοιάζει να τον γνωρίζει και η Αθήνα μοιάζει με το εντελώς αντίθετο από τη Γη της Επαγγελίας που ονειρεύτηκαν για το παιδί τους.

Αποφεύγοντας οποιοδήποτε spoiler θα μπορούσε να διακόψει τη συναισθηματική ευθεία που ο Ιρανός, μόνιμος κάτοικος Αθήνας εδώ και δεκαετίες, Σιαμάκ Ετεμάντι, χαράζει με την ίδια αίσθηση του επείγοντος που νιώθει κάθε μητέρα που χάνει το παιδί της, αυτό που μπορεί κανείς να πει με βεβαιότητα είναι πως το «Pari» είναι ένα εντυπωσιακό ντεμπούτο, φτιαγμένο με τη μελέτη και την τόλμη ενός κινηματογραφιστή που δεν μένει μόνο στην έτσι κι αλλιώς κινηματογραφικά εμπνευσμένη σεναριακή και οπτική συνθήκη μιας γυναίκας από την Τεχεράνη που περιπλανιέται στα σπλάχνα μιας αθέατης Αθήνας, αλλά καταφέρνει να ξεπεράσει όλους τους σκόπελους μιας ταινίας που θα κατέρρεε κάτω από το βάρος της δραματικής και καταγγελτικής της υφής για να αφηγηθεί μια βαθιά ανθρώπινη ιστορία με τον πιο ρεαλιστικό και ταυτόχρονα ποιητικό τρόπο.

Με οδηγό τη σαρωτική ερμηνεία της Μελίκα Φορουτάν που παίζει σχεδόν σε κάθε σκηνή της ταινίας και με την υφή ενός σκοτεινού, σε στιγμές παραισθησιογόνου θρίλερ που εκτυλίσσεται ταυτόχρονα στους δρόμους εκεί έξω αλλά και στα βάθη της ανθρώπινης ψυχολογίας, με τη διαρκή αίσθηση μιας ποιητικής αλληγορίας γύρω από έννοιες όπως η ταυτότητα, η πατρίδα, η μητρότητα, η παράδοση και η πρόοδος, το «Pari» δεν χάνει ποτέ τον προσανατολισμό του, δεν προδίδεται από το βάρος της δραματικής του αφετηρίας και ολοκληρώνεται ως ένα ταξίδι προς την ελευθερία που συγκινεί βαθιά - και ενώ δεν θα μπορούσε παρά να έχει χτιστεί τόσο θαρραλέα γύρω από μια μουσουλμάνα γυναίκα/μητέρα που εκτίθεται με κάθε πιθανό τρόπο έξω από τις ζώνες ασφαλείας της - αφορά κάθε άνθρωπο που για να βρει τον εαυτό του, πρέπει πριν να είναι διατεθειμένος να τον χάσει ολοκληρωτικά. Μανώλης Κρανάκης

Παρι

Μετά την προβολή του Pari, o σκηνοθέτης Σιαμάκ Ετεμάντι, η υπέροχη πρωταγωνίστριά του (Ιρανή που ζει και εργάζεται στη Γερμανία - εδώ στον πρώτο της ρόλο στα φαρσί) Μελίκα Φορουτάν, ο επίσης Ιρανός που ζει στη Γερμανία σκηνοθέτης, φωτογράφος και ηθοποιός Σαμπάζ Νασίρ και οι κύριοι παραγωγοί από την πλευρά της Ελλάδας, Κωνσταντίνος Κοντοβράκης και Γιώργος Καρναβάς της Heretic ανέβηκαν στη σκηνή για να καταχειροκροτηθούν και να απαντήσουν στις ερωτήσεις του κοινού.

Παρι

pari

Το 70ο Διεθνές Φεστιβάλ του Βερολίνου διεξάγεται από τις 20 Φεβρουαρίου ως την 1η Μαρτίου 2020. Το Flix βρίσκεται ήδη εκεί. Διαβάστε όλα όσα χρειάζεται να γνωρίζετε στο ειδικό τμήμα του Flix που ανανεώνεται συνεχώς.