Φεστιβάλ / Βραβεία

Berlinale 2014: Tο Flix σε μια κουβέντα για τον Νικ Κέιβ

στα 10

Συναντήσαμε τους δημιουργούς του «20.000 Days on Earth», της φιξιόν/ντοκιμαντέρ ταινίας για τον Νικ Κέιβ, σε μία κουβέντα που εξελίχθηκε από συνέντευξη σε between fans εξομολόγηση.

Berlinale 2014: Tο Flix σε μια κουβέντα για τον Νικ Κέιβ

Ο Νικ Κέιβ είναι στο Βερολίνο, αλλά δεν δίνει συνεντεύξεις. Τουλάχιστον αυτό μας είπε ο ατζέντης του δείχνοντάς μας την πόρτα του Hyatt για να παρακολουθήσουμε την κοινή επίσημη συνέντευξη Τύπου του «20.000 Days on Earth» - την μόνη μας ευκαιρία να ακούσουμε από το στόμα του τις σκέψεις του για το υβρίδιο μεταξύ ταινίας και ντοκιμαντέρ που γύρισαν οι καλοί του φίλοι και συνεργάτες, Ιαν Φόρσαϊθ και Τζέιν Πόλακ. Εκεί, ο γοητευτικά φλεγματικός καλλιτέχνης αποκάλυψε ότι μία ταινία για όσα ο ίδιος θεωρεί ενδιαφέροντα για να μιλήσει «αλλά ποτέ δεν συγκαταλέγονται στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων», ήταν ο ιδανικός τρόπος να τα πει. Ηταν μήπως και μία κρυφή ανάγκη του να ψυχαναλυθεί κι ο ίδιος;

«Οχι» απαντά κοφτά (με τη σπίθα του σκανταλιάρικου, σαρκαστικού διαβολόπαιδου στα μάτια). Με αυτό τον απότομο τρόπο, έμοιαζε να ήθελε να τονίσει ότι η ταινία δεν είναι η αποτύπωση της μεσήλικης κρίσης ενός ανθρώπου που φοβάται κι έχει ανάκγη μίας ακόμα ναρκισιστικής παρακαταθήκης. Αλλά ότι ήθελε, μέσα από μία άλλη τέχνη από τη δική του, να απαντήσει στους φαν του ερωτήματα για το ίδιο το έργο, την έμπνευση του και τι σπρώχνει καθημερινά ένα καλλιτέχνη να παλεύει με τους δαίμονες και τα αναπάντητα ερωτήματα της ύπαρξής μας.

1

Βέβαια, ένα ντοκιμαντέρ αγγίζει και την προσωπική σου ζωή, όχι μόνο την καλλιτεχνική σου ιδιότητα. «Οι συναντήσεις με τα πρόσωπα από το παρελθόν μου μέσα στο αυτοκίνητο, με επηρέασαν. Μπλίξα, Κάιλι... άνθρωποι που είχα να δω εδώ και χρόνια, βρίσκονται ξαφνικά στο αμάξι μου. Και κάνουμε τις πιο οικείες, αποκαλυπτικές συζητήσεις που κάναμε ποτέ... Αυτό ήταν κάτι πολύ δυνατό...»

Για όλα τα υπόλοιπα όμως άφησε τους σκηνοθέτες να μιλήσουν, υπογραμμίζοντας ότι γνωρίζει πολύ καλά ως καλλιτέχνης ότι «you don't mess with someone else's mojo». Εμπιστευόταν τυφλά τους εδώ και 7 χρόνια φίλους του, τους μόνους καλλιτέχνες στους οποίους έδωσε την άδεια να μπουν στο στούντιο μαζί του και να παρακολουθήσουν την ηχογράφηση του τελευταίου του άλμπουμ, τους εμπιστεύτηκε τα making of video που συνόδευσαν την επανέκδοση της δισκογραφίας του με τους Bad Seeds, άκουσε με προσοχή την ιδέα αυτού του «κατασκευασμένου ντοκιμαντέρ» και συμφώνησε να παίξει τον εαυτό του.

Για αυτό το λόγο, το Flix φρόντισε τουλάχιστον να γνωρίσει από κοντά την υπέροχη, εκφραστική, επικοινωνιακή Τζέιν Πόλακ και τον ντροπαλό, μαζεμένο, αλλά εξίσου παθιασμένο (αυτός άλλωστε ήταν ο πραγματικά die hard fan του Κέιβ από την νεαρή του ηλικία και της τον σύστησε σ' ένα mixtape που της έφτιαξε όταν γνωρίστηκαν) Ιαν Φόρσαϊθ.

2

Θυμάστε το πρώτο τραγούδι του Νικ Κέιβ που ακούσατε στη ζωή σας και πώς σας έκανε τότε να αισθανθείτε;

Τζέιν Πόλακ: Το θυμάμαι πολύ καλά. Ηταν το τέταρτο τραγούδι μίας mixtape κασέτας που μου έγραψε ο Ιαν όταν πρωτογνωριστήκαμε. Hταν το «Slowly Goes The Night» από το Tender Prey άλμπουμ. Τότε δεν ήξερε ποιος ήταν ο Νικ. Ακούγοντας αυτή τη συγκλονιστική, βαθειά φωνή, τον βραχνό λαρυγγισμό του, νόμιζα ότι ήταν κάποιος τραγουδιστής της εποχής του Ελβις. Αμέσως όμως τράβηξε την προσοχή μου. Αγάπησα το τραγούδι, ζήτησα να ακούσω το άλμπουμ και σταδιακά έγινα όσο φανατικός κι ο Ιαν με την μουσική του Κέιβ.

Ιαν Φόρσαϊθ: Εγώ δε θυμάμαι μία συγκεκριμμένη στιγμή, ή ένα τραγούδι. Θυμάμαι το πρώτο μου άλμπουμ: ήταν το «The Good Son». Θυμάμαι να ανατινάζεται το κεφάλι μου με αυτή την γκάμα μουσικών στιλ που η ίδια μπάντα μπορούσε να αποτυπώνει με τέτοια ευκολία. Εκείνη την εποχή, όλες οι μπάντες που αγαπούσα έμοιαζε να κάνουν τον ίδιο δίσκο. Είχαν το ίδιο ύφος όλοι οι δίσκοι τους - δεν με πείραζε τους αγαπούσα. Αλλά να ανακαλύψω την μουσική ενός ανθρώπου που μπορούσε να αλλάζει, να μεταμορφώνεται και να πειραματίζεται με τόσο διαφορετικά μουσικά είδη σε μικρά χρονικά διαστήματα μεταξύ δίσκων ήταν για μένα συγκλονιστικό.

Πόσο δύσκολο ήταν να γυρίσετε μία ταινία για κάποιον που είνι φίλος; Υπάρχει δυσκολία ακόμα και να πάρεις συνέντευξη από έναν φίλο, φανταζόμαστε πόσο πιο ιδιαίτερο είναι να ανοίξεις την κάμερα απέναντί του για να καταγράψεις τις πιο προσωπικές του σκέψεις...

Τζέιν Πόλακ: Ετσι είναι, ήταν αρκετά δύσκολο. Αλλά αυτή η ταινία δε θα μπορούσε να είχε γυριστεί αλλιώς. Η φιλία μας με τον Νικ ήταν απαραίτητη. Επρεπε να υπάρχει εμπιστοσύνη για να μπορέσει να ανοιχτεί ο ίδιος. Ηταν απαραίτητο να ξέρει ότι κανείς μας δε θα επέμενε με αυτή την ταινία, αν σε κάποια στιγμή καταλαβαίναμε ότι τον φέρναμε σε δύσκολη θέση. Θα κλείναμε την κάμερα. Επίσης, αν δεν μας έβγαινε, αν βλέπαμε ότι αυτό που φτιάχναμε ήταν μέτριο, θα τα μαζεύαμε και θα φεύγαμε. Επρεπε να βγει κάτι πολύ καλό, κάτι εντελώς διαφορετικό, κάτι που θα ήταν περήφανος να βλέπει κι αυτός και εμείς. Για αυτό το λόγο, χρειαζόμασταν την εμπιστοσύνη του. Και την υπομονή του - δεν είναι ο πιο υπομονετικός άνθρωπος στον κόσμο (γέλια).

5

Είχατε βάλει όρια; Πόσο μπορείτε να πλησιάσετε στον ίδιο τον άνθρωπο; Ή πόσο θα μένουμε στη φιγούρα του μύθου του Νικ Κέιβ;

Ιαν Φόρσαϊθ: Οχι δεν νομίζω ότι αυτό ισχύει. Το πιο εκπληκτικό από όλα, τώρα που μπορώ κι εγώ να χαλαρώσω και να δω ως θεατής τι καταφέραμε, είναι ότι ο Νικ που ξέρω στην προσωπική μας ζωή πώς εκφράζεται και πώς μιλάει, είναι και ο Νικ της ταινίας. Εχω δει τόσες συνεντεύξεις του μέσα στα χρόνια και ποτέ δεν αναγνώριζα τον άνθρωπο που ξέρω. Στην ταινία το κάνω. Κι αυτό το βρίσκω το μεγαλύτερό μας επίτευγμα εδώ...

Τζέιν Πόλακ: Ναι, και στην ταινία υπάρχει και αυτό το χιούμορ του. Το διαβόητο, κατάμαυρο χιούμορ του. Αυτός είναι ο Νικ που ξέρουμε. Για να μπορέσουμε να το καταφέρουμε όλο αυτό ήταν και πάλι θέμα εμπιστοσύνης. Στην αρχή ήμασταν μόνο ο Ιαν κι εγώ πίσω από τις κάμερες - η κινηματογράφηση των ηχογραφήσεων, οι πρόβες στο σπίτι κλπ έγιναν μόνο από τους δυο μας. Από τη στιγμή που βάλαμε τον Νικ σε σετ (τις σκηνές στον ψυχαναλυτή) και χρησιμοποιήσαμε συνεργείο, βάλαμε τους πάντες να υπογράψουν ένα συμφωνητικό ότι δεν μπορούν να μεταφέρουν τίποτα από όσα ακούν στο γύρισμα. Αυτό έκανε τον Νικ να αισθάνεται εντελώς ασφαλής. Ηξερε ότι με εμάς αν μετάνιωνε για κάτι που είπε, δε θα το χρησιμοποιούσαμε. Επρεπε να αισθάνεται έτσι και με το συνεργείο. Να μη φυλάγεται, να είναι ελεύθερος. Για παράδειγμα, ο Νικ είπε πολλά για τον πατέρα του. Ομως εμείς επιλέξαμε να χρησιμοποιήσουμε ελάχιστα. Το εύρημα να κόψουμε στην ερώτηση του ψυχαναλυτή και να την αφήσουμε να αιωρείται, ήταν επιλογή. Δεν έγινε έτσι. Ηταν απόφαση που πήραμε στο μοντάζ. Ο Νικ απάντησε και είπε πολλά. Τον προστατέψαμε. Αλλωστε θέλαμε ο θεατής να καταλάβει από μόνος του τι συνέπειες θα είχε για έναν νέο άνθρωπο να χάσει τον πατέρα του. Να το νιώσει μέσα από τη σχέση του Νικ με τα δυο του αγόρια, ή το δέσιμό του με τους άντρες μουσικούς που συνεργάζεται. Για εμάς αυτό ήταν πιο δυνατό...

4

Εφόσον η ταινία δεν είναι ακριβώς ντοκιμαντέρ, ποια κομμάτια της ακολουθούν σενάριο; Τι έχει γράψει ο Νικ Κέιβ - απλά τους μονολόγους του ή, για παράδειγμα, γνωρίζει από πριν τι θα τον ρωτήσει ο ψυχαναλυτής;

Ιαν Φόρσαϊθ: Οχι, όχι δεν γνωρίζει τις ερωτήσεις του ψυχαναλυτή. Τίποτα στην ουσία δεν ακολουθούσε σενάριο. Η ταινία είναι αρκετά δομημένη, αλλά δεν είναι «γραμμένη». Ακόμα και με τους ανθρώπους που χρησιμοποιήσαμε στην ταινία, για παράδειγμα στις σκηνές στο αυτοκίνητο, τους καθοδηγήσαμε, τους εξηγήσαμε τι θέλουμε να κάνουμε, αλλά όσα λένε είναι δικά τους. Τώρα, οι μονόλογοι στα voice over που ακούτε, ναι, είναι γραμμένοι φυσικά από τον Νικ αλλά όχι για την ταινία ακριβώς. Είναι σημειώσεις του που υπάρχουν στα τετράδιά του. Πράγματα που γράφει όταν βρίσκεται σε περιοδεία. Τα διαβάσαμε και επιλέξαμε μερικά κομμάτια που εξηγούν π.χ. γιατί επέλεξε το Μπράιτον για να μείνει. Τον βάλαμε να τα ηχογραφήσει στο iphone του και να μας τα στείλει με τη φωνή του. Το θέμα είναι ότι ο Νικ δεν είναι ηθοποιός. Δεν τον θέλαμε να «παίζει τον εαυτό του», αλλά να «είναι ο εαυτός του». Οπότε δεν του δώσαμε σενάριο και μάλιστα όλα οργανώθηκαν ώστε να βλέπει ελάχιστα και τις ίδιες τις κάμερες: στις σκηνές στο αρχείο είναι κρυμμένες στα ράφια, στον ψυχαναλυτή τις έχουμε κρύβει πίσω από βιβλία και παραβάν. Θέλαμε να νιώθει ο εαυτός του και να βγάλει τον εαυτό του.

Ποιος είχε τον τελικό έλεγχο στο μοντάζ; Ο Νικ Κέιβ ή εσείς;

Ιαν Φόρσαϊθ: Ο Νικ ως καλλιτέχνης γνωρίζει ότι δεν πρέπει να ανακατεύεσαι με το έργο άλλων καλλιτεχνών. Λέει χαρακτηριστικά «don't mess with someone else's mojo». Οπότε μας είχε αφήσει πλήρη ελευθερία. Μάλιστα, όταν στη διαδικασία της ταινίας, όπως συμβαίνει πάντα, άρχισαν να εμπλέκονται παραγωγοί, χρηματοδότες, στούντιο, διανομείς - το μόνο που ανησυχούσε τον Νικ ήταν αν είμαστε εμείς ΟΚ. Αν έχουμε ακόμα εμείς τον έλεγχο. Αν συνεχίζει να είναι η δική μας ταινία.

Πόσο χρόνο χρειαστήκατε γύρισμα και με πόσες ώρες υλικού καταλήξατε στο μοντάζ;

Τζέιν Πόλακ: Ω Θέε μου (γέλια). Απλά να σας πω ότι ευτυχώς που δεν γυρίζαμε σε 35άρι φιλμ - θα είχαμε φαληρίσει!

Ιαν Φόρσαϊθ: Δεν είμαι σίγουρος για το ακριβές νούμερο, αλλά νομίζω κάτι σαν 250 ώρες υλικού. Στο στούντιο ήμασταν για 12 μέρες, γυρίζαμε κάτι σαν 15 ώρες την μέρα, οπότε πρέπει να καταλήξαμε με 250 ώρες.

3

Μιλήστε μας λίγο για το «Nick Cave archive». Το έχει στήσει ο ίδιος;

Τζέιν Πόλακ: Το «Nick Cave archive» βρίσκεται στην Μελβούρνη, στο «Performing Arts Center». Ηταν δική τους ιδέα να το στήσουν. Εχουν συγκεντρώσει ένα τεράστιο υλικό. Το ζήτησαν από τον Νικ και νομίζω ότι κι εκείνος ανακουφίστηκε που ξεφορτώθηκε όλες αυτές τις κούτες με σημειωματάρια και αναμνηστικά και φωτογραφίες. Επίσης ένας φαν που ονομάζεται Αντριου Τρουτ χάρισε επίσης τη συλλογή του. Κι αυτός κι αν είχε σπάνια πράγματα: setlists, σπάνιες ηχογραφήσεις, αποκόμματα εφημερίδων. Είχε ένα έξτρα δωμάτιο στο σπίτι του με μεμοραμπίλια Νικ Κέιβ.

Ιαν Φόρσαϊθ: Νομίζουμε ότι η γυναίκα του Αντριου καταχάρηκε που τα ξεφορτώθηκαν!

Τζέιν Πόλακ: Ο Αντριου έπιασε δουλειά εκεί, είναι ένας από τους αρχειοθέτες. Τον αποκαλούμε «Νικιπίντια» γιατί αν χρειαστεί να τσεκάρουμε οτιδήποτε για το παρελθόν του Νικ, το ξέρει απ' έξω. Ακόμα κι ο Νικ τον Αντριου ρωτάει αν δε θυμάται κάτι. «Πότε είπαμε ότι γνώρισα τη γυναίκα μου;» (γέλια)

6

Πώς γυρίστηκε η σκηνή που ο Νικ τρώει πίτσα με τους γιους του;

Τζέιν Πόλακ: Η πίτσα ήταν ιδέα των παιδιών. Ηθελαν να «πληρωθούν» με πίτσα (γέλια)

Ιαν Φόρσαϊθ: Κοιτάξτε, αυτή η σκηνή λειτουργούσε σε πολλά επίπεδα. Θέλαμε να δείξουμε ένα μικρό κομμάτι της προσωπικής του ζωής και τη σχέση του με τα παιδιά του. Κι επίσης να δείξουμε ότι ο Νικ Κέιβ παραμένει, Νικ Κέιβ. Θα είναι με το μαύρο του κουστούμι, δε θα βάλει πυτζάμες για να δει ταινία με τους γιους του. Οπως λέει κι ο ίδιος «δεν είμαι κάτι που γυρίζω τον διακόπτη on/off».

Τζέιν Πόλακ: Χρειαζόμασταν σκηνές που η πραγματική ζωή επεμβαίνει στη δουλειά. Θυμηθήκαμε λοιπόν ότι ο Νικ και τα αγόρια έχουν μία παράδοση που ονομάζουν «Βραδιά με Ακατάλληλες Ταινίες». Κάθονται οι τρεις τους στον καναπέ και ο Νικ τους δείχνει ταινίες ακατάλληλες για ανήλικους και χασκογελάνε. Τους βάλαμε λοιπόν να δουν τον «Σημαδεμένο».

Οι τελευταίες στιγμές της ταινίας είναι πολύ συγκινητικές. Πότε αποφασίσατε ότι θέλετε να την τελειώσετε έτσι;

Τζέιν Πόλακ: Ηταν μία από τις πρώτες πρώτες αποφάσεις μας. Τη δεύτερη φορά που ακολουθήσαμε τον Νικ στο στούντιο στο Μπράιτον, όταν ακόμα ηχογραφούσαν το demo του άλμπουμ, ο Νικ έπαιξε το «Push the Sky Away» και πάθαμε πλάκα. Νιώσαμε σαν τον άνθρωπο που στέκεται στο τέλος του κόσμου, στο χείλος του σύμπαντος και αναρωτιέται όλες τις Μεγάλες Ερωτήσεις: γιατί είμαστε εδώ, ποιος ο σκοπός μας, την αμετάκλητη θνησιμότητά μας. Είχαμε ξεκάθαρη την εικόνα ενός ανθρώπου να κοιτάει τη θάλασσα. Η σκηνή λοιπόν γράφτηκε εμπνευσμένη από το τραγούδι - ξέραμε πώς θέλαμε να ολοκληρώσουμε την ταινία, με αυτή την εικόνα και το «Push the Sky Away» ως τελευταίο άκουσμα.

Μετά από όλα αυτά τα χρόνια και μετά κι από την εμπειρία αυτής της ταινίας, ποιο είναι το χαρακτηριστικό του Νικ Κέιβ που ακόμα σας συναρπάζει;

Τζέιν Πόλακ: Αυτό που θέλαμε να πούμε τελικά με την ταινία, ο ουσιαστικός της άξονας, έχει να κάνει με το όλοι έχουμε πολύ συγκεκριμμένο χρόνο πάνω σ' αυτή τη Γη. Και για αυτό πρέπει να σπρώχνουμε τον εαυτό μας να τολμήσει όλα όσα ονειρεύεται, να εκφράσει όλες τις ιδέες του, να κυνηγήσει τις φιλοδοξίες του. Για αυτό όταν γνωρίζει κανείς τον Νικ, όταν είσαι φίλος του και τον παρακολουθείς πώς ζει τη ζωή του, σου ανατινάζει το μυαλό. Εχει ένα τόσο συγκλονιστικό, προοδευτικό πνεύμα, είναι τόσο αυστηρός με τη δουλειά του και τόσο πειθαρχημένος. Δουλεύει εξαντλητικά, το πρόγραμμά του είναι τρελό. Σε εμπνέει. Οχι να γίνεις κι εσύ ο «Νικ Κέιβ», αλλά να τεντώσεις τα όριά σου και να δουλέψεις σκληρά, να μην επαναπαύεσαι ποτέ, να μην κοιτάς πίσω αλλά να βάζεις συνεχώς στόχους μπροστά και να τοποθετείς τον πήχη όλο και ψηλότερα. Γιατί αυτό κάνει κι ο ίδιος. Με κάθε άλμπουμ...

Μαθαίνετε τα πάντα για την Berlinale 2014, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο ειδικό τμήμα του Flix που ανανεώνεται διαρκώς