Μια μέρα μετά την επίσημη έναρξη του 54ου Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης με την πρεμιέρα του «Μόνο οι Εραστές θα Μείνουν Ζωντανοί», οι Τζιμ Τζάρμους βάλθηκε να τυλίξει μέσα στον cool κόσμο του το πλήθος που μαζεύτηκε να τον ακούσει, στη Συνέντευξη Τύπου, με συντονιστή τον Γιώργο Κρασσακόπουλο και δίπλα του τον Δημήτρη Εϊπίδη. Πιστός στο τόσο σαγηνευτικό αλλά και σιωπηλό προφίλ του, ο Τζάρμους μπήκε στην αίθουσα χωρίς καν ο γεμάτος ανυπομονησία κόσμος να τον καταλάβει: όσο δημοσιογράφοι και κοινό τον περίμεναν, εκείνος ήδη… ελλόχευε στα περιθώρια της αίθουσας, ψηλός, με τα πάντα θεαματικά λευκά μαλλιά και την dark γοητεία του, ανάμεσα στον κόσμο. Μίλησε για όλα, μίλησε με στιλ και έδωσε νόημα και αξία σε κουβέντες που στα χείλη άλλων θα έμοιαζαν ψεύτικες. Αλλά τίποτα δεν είναι ψεύτικο στον κόσμο του Τζιμ Τζάρμους.
Για την επιλογή της «βαμπιρικής ταινίας» Είναι τόσο μεγάλη παράδοση, υπάρχουν εκατοντάδες βαμπιρικές ταινίες. Η δική μας δεν είναι ταινία τρόμου, είναι μια διαφορετική βαμπιρική ταινία. Αλλά επίσης δεν είναι μοναδική, υπάρχουν κι άλλες τέτοιες, όπως το «Vampyr» Καρλ Ντράγιερ, το «Hunger» του Τόνι Σκοτ, το «Ασε το Κακό να Μπει», το «Trouble Every Day» της Κλερ Ντενί, το «Addiction» του Φεράρα. Ολες αυτές είναι βαμπιρικές ταινίες, χωρίς να είναι ταινίες τρόμου.
Για το πού βρίσκει τη δύναμη να συνεχίζει… «ανεξάρτητα» Αγαπώ τόσο το φιλμ, είναι τόσο όμορφο αυτό το μέσο αλλά αλλάζει, το σινεμά δυσκολεύει, ακόμα και τα τελευταία 5 χρόνια έχει γίνει ακόμα πιο δύσκολο να χρηματοδοτήσεις ταινίες. Δεν ξέρω τι να πω σε όσους προσπαθούν να κάνουν τώρα σινεμά χωρίς πόρους, εκτός από «keep going». Στην Ελλάδα έχετε αυτό το εκπληκτικό νέο κινηματογραφικό κύμα, υπάρχουν υπέροχοι κήποι σινεμά σ’ όλον τον κόσμο.
Για το mainstream και το underground (μετά από ερώτηση σχετικά με την ατάκα της ταινίας, για την Γιασμίν Χαμντάν, «Θα πρέπει να είναι πολύ διάσημη». «Ελπίζω πως όχι. Είναι πολύ καλή για να είναι διάσημη…») Εγώ πάντα έβρισκα τα πιο ελκυστικά πράγματα έξω από το mainstream, τα περιθώρια με συγκινούν περισσότερο. Στο μήκος της Ιστορίας υπάρχει η mainstream κουλτούρα και το περιθώριο, συνήθως εκεί βρίσκεται το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Οπωσδήποτε κάπου εκεί βρίσκομαι κι εγώ. Αλλά υπάρχουν και πολύ πιο θαρραλέοι από μένα που σπάνε πολύ περισσότερους κανόνες, μετακινούν στ’ αλήθεια τα πράγματα και τους θαυμάζω πολύ. Δε θέλω να δείξω έλλειψη σεβασμού, όλοι οι τύποι σινεμά είναι απαραίτητοι, οι μικρές και οι μεγάλες ταινίες. Ο Τέρι Γκίλιαμ κάνει μεγάλες ταινίες και τις λατρεύω. Την εποχή του «Stranger Than Paradise» μου προσέφεραν μεγαλύτερα χολιγουντιανά πρότζεκτ, εμπορικά teen movies ενηλικίωσης, αλλά νομίζω δεν είχαν δει τις ταινίες μου, μόνο είχαν διαβάσει για μένα στο Variety. Κι από τότε κανείς δε μου προσέφερε τίποτα.
Για τη μουσική Μ’ αρέσουν πολλές διαφορετικές μορφές μουσικής, είναι η αγαπημένη μου τέχνη, η πιο δυνατή ανθρώπινη έκφραση. Μ’ αρέσει το νεοψυχεδελικό κίνημα, ακούω drone, trance, stoner, doom metal, underground hip hop, η ανάδυση της ψυχεδέλειας που σε μεταφέρει και σ’ αφήνει να αιωρείσαι και σ’ επηρεάζει αισθησιακά μ’ ενθουσιάζει. Αλλά… I like heavy rock’n’roll too.
Οταν δουλεύω μια νέα ταινία, πρώτα έρχονται στο νου μου κάποιοι ήρωες και μέρη. Τα μέρη όπου φαντάζομαι ότι θα δημιουργήσω τον κόσμο τους και μαζί τους κεντρικούς ήρωες. Η εικόνα και ο ήχος είναι σχεδόν το ίδιο για μένα, δημιουργούν μια ατμόσφαιρα και το φιλμ είναι η πιο συγγενής τέχνη με τη μουσική, έχει εσωτερικό ρυθμό, μοντάρεται, γρήγορα, αργά, σιγά, δυνατά, αυτά γίνονται ένα. Μαθαίνω για το σινεμά από τη μουσική. Κι αντίστροφα σκέφτομαι τη μουσική με κινηματογραφικούς όρους. Είμαι ευχάριστα μπερδεμένος.
Για τις επιρροές του Μάλλον «έκλεψα» από πολλά μέρη, ασυνείδητα. Δεν μπορώ να προσδιορίσω τίποτα, συγκεκριμένα, που χρεώνω σε άλλη ταινία, αλλά όσα συζητούν οι ήρωές μου είναι εμπνεύσεις, τόσο για τους ήρωες, αλλά και για την ίδια την ταινία. Δεν ξέρω αν το «κλέβω» είναι στ’ αλήθεια η καλύτερη λέξη, αλλά η πρόθεσή μου ήταν να πω το εξής: η ομορφιά των ιδεών είναι ότι μοιάζουν με κύματα στον ωκεανό που συνδέονται με τα προηγούμενα. Είναι ωραίο να τ’ αγκαλιάζεις και να τα ενσωματώνεις στο έργο σου, όπως έκαναν πάντα οι καλλιτέχνες – όσοι λένε το αντίθετο λένε ψέματα ή φοβούνται ότι θα τους πουν πως δεν είναι αρκετά πρωτότυποι.
Για το ανεξάρτητο σινεμά στην Αμερική και στην Ελλάδα Εξαρτάται απ’ το πώς ορίζεις το ανεξάρτητο σινεμά, στην Αμερική πια ο όρος έχει γίνει εργαλείο μάρκετινγκ. Εχουν αλλάξει τα πράγματα, έχει συντελέσει σ’ αυτό η παγκόσμια οικονομική κρίση, ο τρόπος διανομής, ο τρόπος που χρηματοδοτούνται τα φιλμ. Ισως, όπως γίνεται στην Ελλάδα, τα μικρά μπάτζετ να είναι το μέλλον. Στην ιστορία κάθε φόρμας, όπως και του ροκ εν ρολ, τα πάντα κινούνται σε κύκλους. Όταν ήμουν μικρότερος μας είχε κουράσει η ροκ των μεγάλων σταδίων. Αναζητούσαμε κάτι πιο αληθινό, πιο κοντινό μας κι έγινε, με αρχή τους Stooges, τους Sex Pistols, τους Ramones: τα πράγματα συμπυκνώθηκαν στα βασικά τους συστατικά. Δεν πρέπει να σε νοιάζει αν είσαι επαγγελματίας. Οφείλεις να ξεγυμνωθείς απ’ όλα. Πιο πολύ μ’ ενδιαφέρει να δω μια ταινία 200.000 δολαρίων ενός Ελληνα παρά τον Γκάτσμπι του Μπαζ Λούρμαν. Αυτό είναι το δικό μου γούστο, αλλά για μένα η τέχνη πρέπει να συρρικνωθεί στο στοιχειώδη λυρισμό της. Μπορεί η κρίση να κάνει κάποιο καλό, η Ελλάδα, η Ρουμανία, το Ιράν, είναι κήποι νέου σινεμά που αποκαλύπτονται εκεί όπου δεν περιμένεις ότι μπορούν να βρουν τον τρόπο, αλλά νάτο, συμβαίνει. Δεν είμαι προφήτης, αλλά μ’ αρέσει οι άνθρωποι να βρίσκουν τον τρόπο να εκφράζονται. Εχω μεγάλες ελπίδες, δεν μπορείς να εμποδίσεις τις φωνές, όπως και δεν μπορείς να τις βοηθήσεις με χρήματα.
Για τον Λου Ριντ Εζησα πολύ καιρό στη Νέα Υόρκη κι εκεί ο Λου Ριντ είναι ο Νονός του rock’ n’ roll, ήταν ό,τι πιο ρηξικέλευθο στη μουσική. Οταν ξεκίνησαν οι Velvet Underground, ο κόσμος έλεγε ότι ήταν ενοχλητικοί, ότι έκαναν θόρυβο. Τώρα βλέπεις στ’ αλήθεια πόσο επιδραστικοί ήταν. Μεγάλη απώλεια που χάσαμε τον Λου, αλλά δεν τον χάνουμε γιατί μας χάρισε απίστευτα πράγματα. Δε μ’ αρέσει όλη η μουσική του – δεν μπορεί να σ’ αρέσει όλο το έργο ενός καλλιτέχνη – αλλά μ’ αρέσει πολύ ένα μεγάλο μέρος της. Πέρασα λίγο χρόνο μιλώντας μαζί του, ήταν μεγάλη έμπνευση για μένα. Long Live Lou Reed.
Για τη σχέση του με το χρόνο Θα ήμουν θρασύς αν πίστευα ότι μ’ αυτήν την ταινία, ή με τις άλλες ταινίες μου, δημιουργώ κάποια χρονοκάψουλα πολιτισμού. Προφανώς υπάρχουν πολλές αναφορές, ανθρώπων που είναι σημαντικοί για μένα. Αν αναφέρω τον Γουίλιαμ Μπλέικ για παράδειγμα και κάποιος στο Κάνσας ή τη Λιθουανία δει την ταινία, δεν τον γνωρίζει και ενδιαφερθεί, αισθάνομαι ότι κάτι καταφέραμε. Δεν το σκέφτομαι σε τέτοια ευρύτητα, αλλά αν έστω ένας εμπνευστεί να ψάξει, θα χαρώ ότι πέρασα, μετέδωσα κάτι από μένα σε κάποιον άλλον. Αυτή είναι η μεγαλύτερη ελπίδα μου.
Για την τηλεόραση Εχω κάποιες ιδέες, όχι πολύ δυνατές ακόμα. Με ανησυχεί ότι είμαι πολύ ανεξάρτητος, μόνο εγώ έχω την επιλογή των συνεργατών ν μου, με απόλυτο καλλιτεχνικό έλεγχο, αλλιώς δε μ’ ενδιαφέρει να μου λέει κάποιος άλλος πώς να το κάνω. Με απασχολεί αυτή η ελευθερία. Αν μου την έδιναν θα το σκεφτόμουν σοβαρά. Γιατί η τηλεόραση τώρα δουλεύει μ’ έναν πολύ κινηματογραφικό τρόπο που πια δυσκολεύεσαι ν’ ακολουθήσεις στο σινεμά. Ο Τοντ Χέινς με ενέπνευσε με την τόσο κινηματογραφική, λυρική «Mildred Pierce» του, που την έκανε πιστά στο δικό του ύφος. Η τηλεόραση είναι όλο και πιο ενδιαφέρουσα, όσο το σινεμά γίνεται πιο δύσκολο στη χρηματοδότηση. Δε βλέπω πολλή τηλεόραση για να μην εθιστώ, παίρνω γεύσεις. Εχω δει ένα επεισόδιο «Breaking Bad», ένα «Mad Men». Πριν χρόνια ξεκίνησα το «Wired» και δεν μπορούσα να σταματήσω, δεν μου περίσσευε χρόνος για να βλέπω ταινίες, το οποίο έχω μεγάλη ανάγκη γιατί είμαι film nerd, ν’ ακούω μουσική, να βλέπω τους φίλους μου. Αλλά υπάρχουν πολλά δυνατά στοιχεία σ’ αυτήν τη νέα τηλεόραση.
Για τον Χρήστο Β. Κωνσταντακόπουλο, τον συμπαραγωγό της ταινίας με τη Faliro House Είναι ο άγγελος της ταινία μας. Μαζεύαμε χρήματα από Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία, μας έλειπε το τελευταίο κομμάτι κι ο Χρήστος ήρθε και μας επέτρεψε να κάνουμε την ταινία. Τον είχα γνωρίσει νωρίτερα, μου είχαν πει ότι είναι «ένας ενδιαφέρων Ελληνας, δυνητικά πολύ σημαντικός για το μέλλον των δικών μας ταινιών». Κι εγώ είχα πει, είναι κάποιος Ελληνας που θέλει να πηγαίνει σε πάρτι και να γνωρίσει την Πάρις Χίλτον; Φάγαμε μαζί και συζητούσαμε, για το ότι γύρω από τον Σέξπιρ υπάρχει μια μεγάλη συνομωσία, για την αγάπη μας για τον Μαρκ Τουέιν, για τη Νέα Ορλεάνη, για μουσικές, ήταν απίστευτος και λέω, από πού ήρθε αυτός; Κι όταν μας έλειπαν λεφτά, λέω, ας του μιλήσουμε να δούμε τι γνώμη έχει. Εσωσε την ταινία μας, έχει γνώση κι ενδιαφέρον για τα πράγματα, είναι ένα υπέροχο δώρο για όλους μας και γι’ αυτό το νέο κύμα ελληνικού σινεμά. Είναι ένας εκπληκτικός άνθρωπος.
Για το τι τον εμπνέει στη ζωή Θεωρώ ότι η ζωή κι ο θάνατος σχηματίζουν έναν κύκλο. Είναι αλληλένδετα. Αυτή η ταινία – δεν την αναλύω – είναι ένα μυστήριο, αλλά εν μέρει γιορτάζει το δώρο να είμαστε συνειδητοί. Το πόσο παράδοξο είναι ότι μέσα σ’ ολόκληρο το απέραντο σύμπαν η Γη είναι μια μικρή σπίθα, αλλά εμείς έχουμε τη δυνατότητα να ζούμε και να είμαστε άνθρωποι: μια κεντρική ιδέα είναι να γιορτάσεις αυτή τη συνειδητότητα. Δε λέω ότι θα ήθελα να ζω για πάντα όπως οι ήρωες της ταινίες, γιατί ο θάνατος είναι μέρος του κύκλου. Θα ήθελα όμως να ζήσω για πολύ.
Για την αιωνιότητα της Τέχνης Ο φίλος μου ο Ακι Καουρισμάκι, όταν τον ρώτησαν στις Κάννες, «πώς βλέπετε το έργο σας μέσα στο πλαίσιο της ιστορίας του σινεμά;», απάντησε, «Μην ανησυχείτε, η ιστορία θα ρίξει ένα πέπλο πάνω απ’ όλα αυτά.»
Για τον Νίκολα Τέσλα Η ιστορία έχει αντιμετωπίσει τον Τέσλα με μεγάλη ειρωνεία. Αλλά εκείνος διαμόρφωσε τη ζωή μας. Είναι αδύνατον να απαριθμήσεις όσα μάς έχει προσφέρει, από το ασύρματο μικρόφωνο, μέχρι το εναλλασσόμενο ηλεκτρικό ρεύμα. Τον αντιμετώπισαν ως τρελό, τον έκλεψαν, τον εκμεταλλεύτηκαν, ποτέ δεν του αποδόθηκε σεβασμός κι όμως άλλαξε τον τρόπο που σκεφτόμαστε και ζούμε. Αλλά κυρίως πρέπει να θυμόμαστε το γιατί τον διέψευσαν: ο Νίκολα Τέσλα αναζητούσε τον τρόπο να καταστεί ο πόλεμος αδύνατος (με κάτι σαν ασπίδα, το death ray) και παράλληλα να υπάρχει δωρεάν ενέργεια για όλους. Αυτός ο κρυπτοφασισμός που καθορίζει τον κόσμο μας τα απαγορεύει αυτά, ενώ είναι πραγματικά εφικτά. Για τα απαρχαιωμένα αυτοκίνητα υπάρχουν εναλλακτικές και για την ενέργεια το ίδιο. Οι λίγοι άνθρωποι που ελέγχουν αυτόν τον πλούτο είναι μεγάλες εταιρείες και το εμποδίζουν. Πρέπει να θυμόμαστε τι ήθελε για μας ο Τέσλα. Είναι πολύ σημαντικός για το πώς ζούμε. Οι ιδέες και τα ιδανικά του είναι πολύ πολύτιμα αλλά τα ξεχνούν. Ελπίζω ότι δε θα ξεχαστεί και όποτε μπορώ, προσπαθώ να τον θυμίζω.