Μόνο βλέποντας το τοπίο καθώς το αεροπλάνο προσγειώνεται στο αεροδρόμιο Κέφλαβικ αντιλαμβάνεσαι ότι η εμπειρία ενός ταξιδιού στην Ισλανδία είναι κάτι εντελώς ξεχωριστό.
Περισσότερο από μια συνηθισμένη προσγείωση, μοιάζει με προσεδάφιση στην επιφάνεια ενός άγνωστου πλανήτη καλυμμένου από ηφαιστειακή λάβα και αλλόκοτη βλάστηση.
Το ίδιο το Ρέικιαβικ μοιάζει πιο οικείο. Γνώριμο μέσα από ταινίες, φωτογραφίες, από την μουσική του σκηνή, από την καθολική σχεδόν επιθυμία όλων να το επισκεφτούν κάποτε.
Κι αν η εύκολη σκέψη θα ήταν να το χαρακτηρίσεις, όπως κι όλη τη χώρα παράξενα εξωτικό, μόνο που η πόλη, η Ισλανδία, οι κάτοικοί της, δεν σου κάνουν την χάρη. Ακόμη κι αν το τοπίο δεν μοιάζει με τίποτα που να έχεις δει, δεν μπορείς παρά να ξεχάσεις οποιαδήποτε άλλη σκέψη μπροστά στην ομορφιά του, τη θετική διάθεση και τη χαλαρότητα των κατοίκων, σε κάνουν να σκέφτεσαι πως θα μπορούσες να μείνεις για πάντα εδώ.
Η καλή μέρα, φαίνεται από το πρωί. Το αεροπλάνο της WOW air, σε περιμένει χαμογελώντας για την πτήση στο Ρέικιαβικ
Αυτή ακριβώς η νοοτροπία διατρέχει και τους ανθρώπους του φεστιβάλ και την ίδια την διοργάνωση. Μιλώντας με την διευθύντριά του, Χρον Μαρινοσντότιρ, την ακούς να λέει απόλυτα φυσικά πως όταν ξεκίνησε, ακόμη κι αν είχε κάνει την διατριβή της στο πανεπιστήμιο για το πως να διοργανώσεις ένα φεστιβάλ, δεν είχε ιδέα πως να το κάνει. «Κατά κάποιο τρόπο ακόμη μαθαίνουμε» μου λέει για να μιλήσει για ώρα για την συμβολή του Δημήτρη Εϊπιδη, που υπήρξε βασικός προγραμματιστής για χρόνια και στην ουσία έδωσε στο φεστιβάλ τον χαρακτήρα του.
Σήμερα γιορτάζει την πρώτη του επέτειο των δέκα χρόνων, με βασικούς προγραμματιστές τον Τζόρτζιο Γκοσέτι (υπεύθυνου και για το Venice Days στην Βενετία), στις ταινίες μυθοπλασίας και τον Πίτερ Γουιντόνικ στα ντοκιμαντέρ κι έχοντας κερδίσει πλέον όχι μόνο το κοινό της χώρας, που «κάθε χρόνο συνεχίζει να αυξάνεται» αλλά και την κοινότητα των δημιουργών «αφού έχουμε το πλεονέκτημα πως όλοι θέλουν να έρθουν στο Ρέικιαβικ» όπως λέει η Μαρινοσντότιρ.
Το φεστιβάλ έχει ένα διαγωνιστικό τμήμα πρωτοεμφανιζόμενων σκηνοθετών όπου φέτος διαγωνίζεται και το «Miss Violence» του Αλέξανδρου Αβρανά, ένα πανόραμα από τις πιο ενδιαφέρουσες πρόσφατες ταινίες απ΄ όλο τον κόσμο, από την «Ζωή της Αντέλ» μέχρι το «Tom at the Farm» ένα ισλανδικό πανόραμα, ένα τμήμα με ντοκιμαντέρ και από φέτος μια ενότητα που περιλαμβάνει ταινίες που ασχολούνται με το περιβάλλον, θέλοντας να δώσει έμφαση στο διάλογο ανάμεσα στην περιβαλλοντική ευαισθησία και το σινεμά.
Στα φετινά του αφιερώματα συναντάμε φυσικά αυτό στο σύγχρονο Ελληνικό σινεμά με το «September» της Πέννυς Παναγιωτοπούλου, το «J.A.C.E.» του Μενέλαου Καραμαγγιώλη, το «Wasted Youth» του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, και τον «Αδικο Κόσμο» του Φίλιππου Τσίτου, που μαζί με το «Miss Violence» συνθέτουν μια αντιπροσωπευτική εικόνα του ελληνικού κινηματογραφικού τώρα. (Διαβάστε περισσότερα για το φετινό focus του Φεστιβάλ του Ρέικιαβικ στο ελληνικό σινεμά)
Ο Αλέξανδρος Αβρανάς κι ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης περιμένουν βαλίτσες
Στην ελληνική βραδιά που διοργάνωσε η πρεσβεία της Ελλάδας στη χώρα και το φεστιβάλ, μια μπάντα ισλανδών έπαιξε άψογα ελληνική μουσική
Τόσο που μερικοί ξεκίνησαν να χορεύουν. Η Μπιορκ που ήταν επίσης παρούσα, δεν πείσθηκε δυστυχώς να χορέψει έναν καλαματιανό, αλλά αυτό δεν την εμπόδισε να μιλά για για ώρα με τους Έλληνες σκηνοθέτες και καλεσμένους
Σκηνοθέτες όπως ο Λοράν Καντέ και ο Τζέιμς Γκρέι είναι εδώ με αφιερώματα στο έργο τους αλλά κι ο «γείτονας» Λούκας Μούντισον. Μια σειρά από masterclasses, εκδηλώσεις, συζητήσεις και μερικές αληθινά πρωτότυπες προβολές συμπληρώνουν το πρόγραμμα του φεστιβάλ που όχι μόνο φέρνει στην Ισλανδία μια επιλογή από το καλύτερο σινεμά του κόσμου, αλλά σου δίνει μερικές καλές αφορμές για να θέλεις να βρεθείς εδώ. Πολύ απλά γιατί το φεστιβάλ του Ρέικιαβικ, εκτός από τις ταινίες, περιλαμβάνει μερικές εμπειρίες που πολύ απλά δεν πρόκειται να ζήσεις πουθενά αλλού.
Ο Λοράν Καντέ με το βραβείο για το σύνολο της καριέρας του στην προεδρική κατοικία
Κι ο Τζέιμς Γκρέι με το δικό του και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Ολαφουρ Ράγκναρ Γκρίμσον
To μεγάλο βραβείο του φεστιβάλ, το Χρυσό Πάφιν (ή αν προτιμάτε ο Ισλανδικός πιγκουίνος) είναι έτοιμο για το close up του
Και το διερευνητικό βλέμμα του Λούκας Μούντισον που πήρε κι αυτός το δικό του
Θέλετε παραδείγματα για το τι είναι αυτό που κάνει το φεστιβάλ τόσο διαφορετικό κι απολαυστικό; Που αλλού μπορείτε για παράδειγμα να δείτε μια ταινία μέσα σε μια θερμαινόμενη πισίνα; Οι θερμοπηγές και η κουλτούρα της πισίνας είναι απόλυτα συνυφασμένη με την ζωή στην Ισλανδία, οπότε η ιδέα είναι κάτι παραπάνω από φυσική.
H ταινία που προβλήθηκε φέτος, ήταν το «Μια Τρελή, Απίθανη Πτήση» και ίσως δεν υπήρχε πιο ταιριαστός χορηγός της από την WOW air που βρισκόταν στον χώρο με τις μοβ στολές της και banners με την αθάνατη ατάκα από το φιλμ «Cofee? Tea? Me?». Ποιος είπε ότι δεν υπάρχει ισλανδικό χιούμορ;
Που αλλού θα μπορούσατε επίσης να δείτε μια ταινία στο σπίτι ενός σκηνοθέτη; Κι όχι ένα οποιοδήποτε σπίτι. Ο Χραφν Γκουνλάουγκσον στην δεκαετία του 80 και του 90 σκηνοθέτησε μια σειρά από εξαιρετικά πετυχημένες κι εξαιρετικά βίαιες κι αληθοφανείς ταινίες με Βίκινγκς που κέρδισαν τον χαρακτηρισμό Μπακαλιάρο-Γουέστερν. Από τότε και μέχρι σήμερα, όμως ίσως το πιο συναρπαστικό έργο του να είναι το ίδιο του το σπίτι, ένα πρώην νοσοκομείο και στρατώνας του βρετανικού στρατού, πρώην κατοικία της μαμάς της Μπιορκ και τώρα ένα αληθινά αλλόκοτο συνονθύλευμα από αντικείμενα και αναμνήσεις, από το σινεμά και τη ζωή. Ο Χραφν, γλυκύτατος και σχεδόν παντογνώστης, διοργανώνει μια προβολή κάθε χρόνο στο σπίτι του στα πλαίσια του φεστιβάλ και δέχεται επίσης τους καλεσμένους του, σε ένα προσωπικό τουρ του παράξενου ιδιωτικού του κόσμου.
Ποιο άλλο φεστιβάλ μπορείτε να φανταστείτε που θα διοργάνωνε ένα από τα γεύματά για τους καλεσμένους του, στον σταθμό των υπεραστικών λεωφορείων της πόλης;
Και θα σέρβιρε αυτό που βλέπετε πιο κάτω, που ναι, είναι μισό κεφαλάκι αρνί με συνοδεία πουρέ από πατάτα και γογγύλι και κομμάτια από Hákarl, το οποίο αν αναρωτιέστε, είναι περίπου σαπισμένος καρχαρίας...
Η Πέννυ Παναγιωτοπούλου ανάμεσα σε καλεσμένους του φεστιβάλ αναρωτιέται «to eat or not to eat
Για να σε αποζημιώσει στη συνέχεια με μια υπέροχη επίσκεψη σε μια από τις θερμοπηγές σε μια υπέροχη εξοχή μια ώρα μακριά από το Ρέικαβικ και μια βουτιά στα ζεστά, έως καυτά νερά, στην κρύα λίμνη και στις υπέροχα αποπνικτικές σάουνες. Μια ανεπανάληπτη εμπειρία αν όχι για οτιδήποτε άλλο, σίγουρα για το ότι πουθενά αλλού δεν πρόκειται να δεις τόσους γυμνούς σκηνοθέτες και επαγγελματίες του σινεμά όσους στο υποχρεωτικό ομαδικό ντους που πρέπει να κάνεις προκείμενου να μπεις στα νερά της πηγής.
Υπάρχει λοιπόν ακόμη καμιά αμφιβολία για το τι είναι αυτό που κάνει το φεστιβάλ του Ρέικιαβικ τόσο διαφορετικό; Στο δικό μας το μυαλό πάντως, σίγουρα όχι...
Διαβάστε ακόμη: