Φεστιβάλ / Βραβεία

Νύχτες Πρεμιέρας 2024: Νύχτα τρίτη, η Αθήνα αγκαλιάζει το «The Substance»

of 10

To Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας - Νύχτες Πρεμιέρας κλείνει τα 30 του χρόνια. Το Flix σας μεταφέρει τι είδαμε κάθε νύχτα της επετειακής διοργάνωσης.

Νύχτες Πρεμιέρας 2024: Νύχτα τρίτη, η Αθήνα αγκαλιάζει το «The Substance»

Το χθεσινό βράδυ της Παρασκευής 4 Οκτωβρίου, βρήκε το σινεφίλ κοινό της Αθήνας να γεμίζει τις αίθουσες του 30ού Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου - Νύχτες Πρεμιέρας.

Τι κι αν η βραδιά είχε τα δικά της απρόοπτα. Οι ταινίες αγκαλιάστηκαν από τον κόσμο, με το «The Substance» («Το Ελιξήριο της Νιότης» κατά την ελληνική του μετάφραση) να ξεχωρίζει, καθώς και οι δύο προβολές του είχαν γίνει sold-out από τις πρώτες κιόλας μέρες διάθεσης των εισιτηρίων. Οι προβολές των ενοτήτων «This Is England» και «Akira Kurosawa: Ολη η Ομορφιά και η Αιματοχυσία» συνεχίστηκαν με - την αναμενόμενη - απήχηση, ενώ οι ταινίες του Διεθνούς Διαγωνιστικού, του Διεθνούς Διαγωνιστικού Ντοκιμαντέρ και της ενότητας «Μετά τα Μεσάνυχτα» υποδέχτηκαν τους θεατές, πραγματοποιώντας τις δικές τους πρεμιέρες.

Το Flix βρέθηκε και χθες σε επιλεγμένες προβολές, προκειμένου να σας μεταφέρει εντυπώσεις.

Διαβάστε ακόμα: Νύχτες Πρεμιέρας 2024: Νύχτα δεύτερη, ο Κουροσάουα συναντά τον Μάγιερ

the-substance

«Το Ελιξήριο της Νιότης» («The Substance») της Κοραλί Φαρζά | Μετά τα Μεσάνυχτα

Δεν είναι δύσκολο να αποκρυπτογραφήσεις το μήνυμα πίσω από το «The Substance» ακόμη κι αν δεν δεις την ίδια την ταινία, αφού η φεμινιστικη μεταφορά του για την θέση της γυναίκας στην κοινωνία και (ειδικότερα) την βιομηχανία του θεάματος και τον ηλικιακό ρατσισμό, δεν θέλει πολύ μυαλό για να γίνει κατανοητή, ήδη διαβάζοντας την υπόθεσή του. Ο τρόπος που ο ανδροκρατούμενος κόσμος μας, κάνει τις γυναίκες να στρέφονται η μια εναντίον της άλλης είναι ακόμη μια ενδιαφέρουσα θεματική, η οποία εδώ πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα αφού η αντιμαχόμενες πλευρές, δεν είναι παρά το ίδιο πρόσωπο.

Η Ντέμι Μουρ υποδύεται την Ελίζαμπεθ Σπαρκλ, μια κάποτε βραβευμένη ηθοποιό, με αστέρι στο Hollywood Boulevard, που τώρα είναι η γυμνάστρια ενός πρωινού τηλεοπτικού σόου. Οταν απολυθεί από τον χυδαίο διευθυντή του καναλιού -που φέρει όχι τυχαία το όνομα Χάρβεϊ- γιατί πολύ απλά έφτασε στα πενήντα, θα ανακαλύψει μια μυστηριώδη ουσία που υπόσχεται να βγάλει από μέσα της τον καλύτερο εαυτό της. Κυριολεκτικά.

Διαβάστε εδώ ολόκληρη τη γνώμη του Flix για την ταινία

in-the-summers

«Κάθε Καλοκαίρι» της Αλεσάντρα Λακοράζα Σαμούδιο | Διεθνές Διαγωνιστικό

To αυτοβιογραφικό ντεμπούτο της Αλεσάντρα Λακοράζα Σαμούδιο «Κάθε Καλοκαίρι» που θριάμβευσε στο φετινό Φεστιβάλ Σάντανς, κερδίζοντας τα βραβεία Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας, είναι μια συναισθηματική και ειλικρινής απεικόνιση των οικογενειακών σχέσεων, με κεντρικό άξονα την αλληλεπίδραση δύο αδελφών, της Εύας και της Βιολέτας, με τον ασταθή και αλκοολικό πατέρα τους, Βισέντε. Η ιστορία διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια αρκετών καλοκαιρινών επισκέψεων στο σπίτι του πατέρα τους στο Νέο Μεξικό, απεικονίζοντας με αυθεντικότητα την πολυπλοκότητα της οικογενειακής ζωής και τα ψυχικά τραύματα που κληρονομούνται από γενιά σε γενιά.

Ο χαρακτήρας του Βισέντε, που ερμηνεύεται με εξαιρετική ένταση από τον Ρενέ “Residente” Πέρεζ, βρίσκεται στο επίκεντρο της αφήγησης. Είναι ένας πατέρας που, παρά την αγάπη του για τις κόρες του, παλεύει με τους δικούς του δαίμονες, συχνά αδυνατώντας να προσφέρει την υποστήριξη που χρειάζονται. Χωρίς μελοδραματισμούς η ταινία αναδεικνύει με ευαισθησία τη σχέση του με τις κόρες του, όπου η φροντίδα εναλλάσσεται με τη συναισθηματική αστάθεια και την απογοήτευση. Η σκηνοθετική προσέγγιση της Λακοράζα δεν επικεντρώνεται σε εύκολες λύσεις ή κλασικά μοτίβα λύτρωσης. Αντίθετα, επιλέγει να αφήσει τους χαρακτήρες να ζήσουν μέσα στις ατέλειες και τις δυσκολίες τους, προσφέροντας μια ειλικρινή αναπαράσταση της οικογενειακής δυναμικής, γεμάτη αντιθέσεις μεταξύ αγάπης και πόνου.

Ενα εξαιρετικό ντεμπούτο που αγγίζει θέματα όπως η εξιλέωση, η κληρονομιά των συναισθηματικών τραυμάτων και η αγάπη μέσα στην ατέλεια με λεπτότητα και ευαισθησία.

Χρήστος Μπακατσέλος

love-alone-cant-make-a-child

«Επιθυμία» της Γιούντιτ Μπόιτ | Διεθνές Διαγωνιστικό Ντοκιμαντέρ

Η θέαση του «Love Alone Can't Make a Child» («Επιθυμία» στη μονολεκτική, αλλά ουσιαστικά περιεκτική ελληνική απόδοση του τίτλου) είναι μία από αυτές τις εμπειρίες που τις νιώθεις σαν γροθιά στο στομάχι. Με το που τελειώσει σε κάνει να αναλογίζεσαι ξανά και ξανά το πόσο πολύπλοκο, διαφορετικό και δύσκολο είναι το ανθρώπινο βίωμα, ειδικά για ανθρώπους που βρίσκονται σε λιγότερο προνομιακή θέση, απλά και μόνο επειδή επιλέγουν να υπάρξουν με τον τρόπο που επιθυμούν.

Η χθεσινή προβολή του ντοκιμαντέρ μπορεί να στεγάστηκε στη μικρότερη αίθουσα του Cinobo Οπερα, παρόλα αυτά η αίσθηση που άφησε έμοιαζε να ξεπερνά σε μέγεθος τον χώρο, ήδη από τον συνοπτικό πρόλογο των μελών του WIFT GR, Μαρίας Λουκά και Μαργαρίτας Μυτιληναίου. Φεύγοντας έβλεπες στα πρόσωπα τον κοινού - το οποίο απαρτιζόταν στην πλειονότητά του από θηλυκότητες - μία απροσδιόριστη θλίψη, ένα μάγκωμα, σαν να υπήρχε μία βουβή αλληλεγγύη για την ιστορία των δύο πρωταγωνιστριών που αποτύπωσε μέσα από τον φακό της η Μπόιτ σε διάστημα 10 χρόνων.

Η παραπληγική Μαρία και η Κριστίνε γνωρίστηκαν όταν η δεύτερη ανέλαβε τη Μαρία ως αποκλειστική νοσοκόμα της. Ερωτεύτηκαν, αγαπήθηκαν, έγιναν οικογένεια. Η Μπόιτ, στενή φίλη του ζευγαριού, αποφάσισε να κινηματογραφήσει την πολυετή, αγωνιώδη προσπάθειά τους να αποκτήσουν ένα δικό τους παιδί. Παρά τις πολλαπλές ανεπιτυχείς διαδικασίες, τις αποβολές και την - ανεπανόρθωτη - φθορά στη σχέση τους, οι δύο γυναίκες δεν εγκατέλειψαν τον στόχο τους. Εδωσαν σκληρές μάχες με όλα τα εμπόδια που συνάντησαν στο διάβα τους, ιατρικά και κοινωνικοπολιτικά, χωρίς ωστόσο τελικά να καταφέρουν ποτέ να πραγματώσουν τη μία και μοναδική επιθυμία που τους βασάνιζε όλα αυτά τα χρόνια.

Χρησιμοποιώντας αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, αποσπάσματα από τη ζωή του ζευγαριού, animation της εικονογράφου στο επάγγελμα Μαρίας και πλάνα γυρισμένα σε φιλμ, η Μπόιτ αποτυπώνει τα όσα έζησαν οι δύο ηρωίδες, δημιουργώντας παράλληλα ένα μωσαϊκό των πολιτειακών εξελίξεων στη Γερμανία (και κατ' επέκταση στην Ευρώπη) αναφορικά με τις αναπαραγωγικές δυνατότητες για τα ομόφυλα ζευγάρια.

Μέχρι και την τελευταία στιγμή ελπίζεις ότι κάποιο θαύμα θα προκύψει, φέρνοντας την πολυπόθητη λύτρωση στη Μαρία και την Κριστίνε. Ομως αυτή είναι η πραγματική ζωή και υπάρχουν φορές που το αίσιο τέλος μετατρέπεται σε άπιαστο όνειρο. Αυτό που ξεκινά ως κινηματογράφηση της διαδικασίας απόκτησης του παιδιού του ζευγαριού, καταλήγει να εξελίσσεται σε μία σπαρακτική ιστορία ματαίωσης, απ' αυτές που σε κάνουν να νιώθεις εξίσου εμπλεκόμενος όσο τις παρακολουθείς, γεμίζοντάς σε με σκέψεις που θα σε ακολουθούν για καιρό.

Νέλη Κυρίκου

my-beautiful-laundrette

«Ωραίο Μου Πλυντήριο» του Στίβεν Φρίαρς | This Is England

Ενας από τους λόγους που ταινία του 1985 «Ωραίο μου Πλυντήριο» σε σκηνοθεσία του Στίβεν Φρίαρς, μπήκε στο φετινό αφιέρωμα των Νυχτών Πρεμιέρας με τίτλο This Is England – ένα αφιέρωμα στο βρετανικό σινεμά της δεκαετίας του '80, είναι πως αδιαμφισβήτητα πρόκειται για μια από τις πιο αντιπροσωπευτικές ταινίες του βρετανικού κινηματογράφου της δεκαετίας εκείνης. Μέσα από μια τολμηρή και πολυεπίπεδη κινηματογραφική αφήγηση, καθώς επικεντρώνεται στην ιστορία του Ομαρ και του Τζόνι, αναδεικνύει σημαντικά κοινωνικά θέματα, όπως η μετανάστευση, οι ταξικές διαφορές, αλλά και την ομοφυλοφιλία στην Θατσερική Αγγλία της δεκαετίας του '80.

Η σχέση του Ομαρ με τον Τζόνι έρχεται σε αντίθεση με το κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ζουν, καθώς οι φυλετικές, ταξικές και σεξουαλικές τους ταυτότητες προκαλούν αμηχανία και αντιδράσεις σε όσους τους περιβάλλουν, με τις ερμηνείες των Γκόρντον Γουόρνεκ και Ντάνιελ Ντέι Λιούις να δίνουν τον ρυθμό που χτυπά βαθιά μέσα στην καρδιά της ταινίας. Οι δύο ηθοποιοί μοιράζονται μια χημεία που δίνει στην ταινία μια συγκινητική και ρεαλιστική διάσταση, αλλά ειδικά ο Ντέι Λιούις εντυπωσιάζει με την πολυδιάστατη απεικόνιση του χαρακτήρα του Τζόνι, ενός νεαρού άντρα που προσπαθεί να αποδεχτεί την ταυτότητά του και να ξεφύγει από το βίαιο παρελθόν του.

Αυτό όμως που αναδεικνύει τις ερμηνείες αυτές είναι η κινηματογραφική ματιά του Φρίαρς, που καθόλη την διάρκειά της παραμένει λεπτομερής και διακριτική, επιτρέποντας στους χαρακτήρες και στις καταστάσεις να αναπτυχθούν φυσικά χωρίς να υπερβάλλει ή να επιβάλλει αχρείαστα δραματικά κρεσέντα, τοποθετώντας ως κεντρικό σύμβολο της ταινίας ένα πλυντήριο, το οποίο αντιπροσωπεύει την καθαρτική δύναμη της οικονομικής επιτυχίας, αλλά και τη δυνατότητα ανανέωσης και αναμόρφωσης της ζωής. Με έντονα στοιχεία κοινωνικού ρεαλισμού, με φυσικούς διαλόγους ο Φρίαρς ενισχύει την αυθεντικότητα των θεμάτων που εξερευνά προσφέροντας έτσι μια τολμηρή και ριζοσπαστική φωνή στη βρετανική κινηματογραφική σκηνή.

Το «Ωραίο μου Πλυντήριο» παραμένει μια ταινία σταθμός της δεκαετίας του '80 όχι μόνο λόγω της κοινωνικής του κριτικής αλλά και χάρη στη μοναδική του ικανότητα να συνδυάζει την προσωπική με την πολιτική αφήγηση. Είναι μια ταινία που αντέχει στον χρόνο, λόγω των παγκόσμιων θεμάτων που θίγει, ενώ παραμένει επίκαιρη όσο ποτέ για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι κοινωνικά αποκλεισμένες ομάδες.

Χρήστος Μπακατσέλος

latreia

«Λατρεία - Οι Καλτ Ελληνικές Ταινίες (Μου)» του Μελέτη Μοίρα | Νύχτες Πρεμιέρας

Επειτα από δύο χρόνια δουλειάς και «με γλυκό πόνο και μεγάλη χαρά» - κατά τα λεγόμενα του ιδίου - ο Μελέτης Μοίρας βρέθηκε χθες στην κεντρική αίθουσα του Cinobo Οπερα, πλάι στον Λουκά Κατσίκα (και άλλους αγαπημένους συντελεστές και φίλους του), προκειμένου να παρουσιάσει το τελευταίο του ντοκιμαντέρ με τίτλο, «Λατρεία - Οι Καλτ Ελληνικές Ταινίες (Μου)».

Πριν την προβολή, ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ καλωσόρισε το κοινό με μία μικρή δόση πικρίας, εξαιτίας της ματαίωσης της προβολής του «Russians at War» (το οποίο είχε αντίστοιχη τύχη και στο φετινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο) που όπως είπε «δεν έγινε ελαφρά τη καρδία και οτιδήποτε κι αν διαβάζετε και εικάζετε, είναι μία πολύ μεγαλύτερη κουβέντα απ' αυτό που ενδεχομένως θα νομίζετε».

moiras-katsikas

Στο ντοκιμαντέρ του Μοίρα σκηνοθέτες, ηθοποιοί, κριτικοί και άνθρωποι ακόμα περισσότερων ειδικοτήτων και καταβολών, επιστρατεύονται με στόχο να απαντήσουν μία και μόνο ερώτηση: τι στο καλό σημαίνει τελικά «καλτ»; Ανάμεσά τους σχεδόν όλοι οι δημιουργικά - και μη - εμπλεκόμενοι στη σέχτα εκείνων όσων εδραίωσαν αυτό που έχει εγγραφεί ως «καλτ ελληνικό σινεμά» στη συλλογική συνείδηση όλα αυτά τα χρόνια. Με αφετηρία το σινεμά του Μάκη Παπαδημητράτου και του Γιάννη Οικονομίδη και φτάνοντας μέχρι τις φιλμογραφίες του Νίκου Τριανταφυλλίδη και του Σταύρου Τσιώλη, μεταξύ πολλών άλλων, το «Λατρεία - Οι Καλτ Ελληνικές Ταινίες (Μου)» ξετρυπώνει ιστορίες, αναμοχλεύει μνήμες και (επανα)συστήνει στο κοινό τον μύθο που συνοδεύει μερικές από τις πιο διαχρονικά αγαπητές δημιουργίες στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου.

Μέσα από - ενίοτε ολίγον τι άβολες - εμβόλιμες ασπρόμαυρες τζαρμουσικές συζητήσεις με καφέ (χωρίς τσιγάρα), σεκάνς του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου να σχολιάζει κάθε τόσο τα όσα λέγονται από τους ομιλούντες ντυμένος παπάς (!), animation και μονοχρωματικά πλάνα που διαρκώς εναλλάσσονται, το ντοκιμαντέρ του Μοίρα αποτίει φόρο τιμής στο σινεμά εμβληματικών δημιουργών του είδους (χαρακτηρισμό που ακόμη και μετά από 104 λεπτά συζήτησης για το τι είναι καλτ, ίσως να μη δεχόντουσαν καθολικά). Και το κάνει με τον πιο ταιριαστό τρόπο: προσεγγίζοντας το θέμα και το υλικό του με την απαραίτητη δόση χιούμορ, καφρίλας, ρομαντισμού και νοσταλγίας. Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει άλλωστε ενα ντοκιμαντέρ για όλες εκείνες τις ταινίες που μάς σημάδεψαν, μας εξέπληξαν και έγιναν κομμάτι μας με το που τις ανακαλύψαμε, είτε αυτό ήταν στην εφηβεία μας, είτε σε οποιαδήποτε άλλη φάση της ζωής μας.

«Παραλίγο να μην κάνω την ταινία», είπε ο Μοίρας δύο φορές χθες, τόσο πριν την προβολή της ταινίας, όσο και στο q n' a που ακολούθησε. Πάλι καλά που εντέλει την έκανε θα απαντήσουμε εμείς, χαρίζοντάς μας ένα φιλμικό κείμενο για τις ταινίες που κουβαλάμε μέσα μας και θυμίζοντάς μας πως σ' αυτή την «αίρεση» που ονομάζεται «λατρεία του ελληνικού καλτ σινεμά» δεν είμαστε μόνοι.

Νέλη Κυρίκου

the-visitor

«O Επισκέπτης» του Μπρους ΛαΜπρους | Μετά τα Μεσάνυχτα

Σε μια κατάμεστη, και αρκετά ζεστή αίθουσα (#diplis), του ΑΣΤΥ έγινε η προβολή της νέας ταινίας του Μπρους ΛαΜπρους «Ο Επισκέπτης», παρουσία του ηθοποιού Μάκλιν Κάουαλ, ο οποίος παίζει τον ρόλο του πατέρα στην ταινία. Ο Κάουαλ, Αμερικάνος ηθοποιός ο οποίος ζει στην Αθήνα χρόνια και δουλεύει ως performer, αναφέρθηκε (σε άπταιστα ελληνικά) στο συνολικό έργο του ΛαΜπρους, το οποιο θαύμαζε ανέκαθεν και δήλωσε πως ήταν τιμή του που έπαιξε στη νέα του ταινία. Αν και δυστυχώς δεν υπήρχε χρόνος για ερωτήσεις μετά το τέλος της ταινίας, ο ίδιος συναναστράφηκε με το κοινό που βρέθηκε εκεί και απάντησε στις ερωτήσεις τους έξω από την αίθουσα.

The-visitor

Αν υπάρχει ένας κινηματογραφιστής ο οποίος κάνει προβοκατόρικο, ως και ιερόσυλο σινεμά στις μέρες μας, αυτός δεν είναι άλλος από τον Μπρους ΛαΜπρους. Και η νέα του ταινία «Ο Επισκέπτης» δεν αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα – αντιθέτως τον ενισχύει και, δυστυχώς, πολλές φορές με όλους τους λάθος τρόπους – ως ένα πειραματικό και τολμηρό φιλμ που συνεχίζει την παράδοση του σκηνοθέτη να εξερευνά τη σεξουαλικότητα, την ταυτότητα και τα κοινωνικά όρια. Επηρεασμένη αρκετά απο το «Θεώρημα» του Πιέρ Πάολο Παζολίνι (μόνο στην, ο θεός να την κάνει, πλοκή και πουθενά αλλού) η ταινία πραγματεύεται την ιστορία ενός εξωγήινου που καταφθάνει στη Γη και εγκαθίσταται στο σπίτι ενός ζευγαριού με σκοπό να παρατηρήσει τις σχέσεις τους και τον τρόπο που διαχειρίζονται την επιθυμία και την αποξένωση.

Οπως σε πολλές ταινίες του ΛαΜπρους, η αλληγορία είναι έντονη κι εδώ, τα πολιτικά του μηνύματα ξεκάθρα και οι χαρακτήρες βρίσκονται παγιδευμένοι ανάμεσα σε διαφορετικούς κόσμους, είτε αυτοί είναι σεξουαλικοί, είτε συναισθηματικοί είτε πολιτισμικοί. Χρησιμοποιώντας μια γλώσσα οπτικά προκλητική, που δεν σέβεται ιερό και όσιο (και αυτό, τουλάχιστον, είναι πάντα προς τιμή του) γεμάτη από συμβολισμούς, η ταινία ξεφεύγει από ό,τι γήινο και μπαίνει στην σφαίρα του σουρεαλισμού και χάνεται μέσα σε αυτή. Ακόμα και το σκληρό πορνό, το οποίο καλύπτει στρέιτ, γκέι και όλα τα ενδιάμεσα, είναι άμεσο και μη ωραιοποιημένο, τοποθετώντας ανάμεσα κάρτες (που προκαλούν επιληψία το λιγότερο) με τις κλασικές πολιτικές του πεποιθήσεις και προτροπές, τύπου γαμ*στε τους πλούσιους, κάτι που θα μπορούσε να αποξενώσει ίσως ακόμα κι εκείνους που απλά πήγαν να δουν ένα ακόμα πορνό.

Αντισυμβατικό σινεμά, τελικά, μόνο για την καύλα; Αν και προσεγγίζει το είδος της queer κινηματογραφικής αφήγησης, που συχνά αγγίζει τα όρια της πρόκλησης και της σάτιρας, η νέα ταινία του Μπρους ΛαΜπρους θα δυσκολευτεί πολύ να βρει το κοινό της, το οποίο μένει μετέωρο ανάμεσα στην καλλιτεχνική διάθεση του σκηνοθέτη και στο σκλήρο πορνό. Κάτι που ίσως τους κάνει ν' ανατρέξουν στο κλασικό, και καλύτερο (ακόμα και στην καύλα) εδώ που τα λέμε, «The Rasberry Reich» του 2004.

Χρήστος Μπακατσέλος

aiff30

Διαβάστε ακόμα: 30 ταινίες να δείτε στις 30ές Νύχτες Πρεμιέρας

Το 30ό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας - Νύχτες Πρεμιέρας πραγματοποιείται από τις 2 έως και τις 14 Οκτωβρίου 2024. Αναζητήστε περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα του Φεστιβάλ, καθώς και στα επίσημα προφίλ του σε Facebook και Instagram.

aiff-poster