Το σινεμά έχασε τον άνθρωπό του. Τον καλό του άνθρωπο. Μαζί με τον Θανάση Βέγγο μοιάζει να έκλεισε το κεφάλαιο των ελλήνων ηθοποιών, που αυτόφωτα, άμεσα, αληθινά ξεπερνούσαν ρόλους και ερμηνείες, έσπαγαν τα όρια της μεγάλης οθόνης, καταργούσαν την απόσταση με τις καρέκλες των θεατών. Ο κόσμος δεν έβλεπε ταινία, έβλεπε «Βέγγο».
Μπάστερ Κίτον, Τσάρλι Τσάπλιν, Ζακ Τατί. Κανένας έλληνας κωμικός δεν μπορούσε τόσο αυθόρμητα και πηγαία να αφομοιώσει τον πολυδιάστατο σουρεαλισμό του πραγματικού σλάπστικ όπως ο Θανάσης Βέγγος. Με το σώμα του δοχείο κάθε μεταφορικής και κυριολεκτικής σφαλιάρας, ο Θανάσης έτρεχε όχι μόνο γιατί ήταν αστείο, αλλά γιατί μαζί του έτρεχε και κάθε πολυτεχνίτης, ερημοσπίτης, ταλαιπωρημένος φουκαράς της ελληνικής κοινωνίας. Σ’ ένα πρώτο επίπεδο οι θεατές γελούσαν γιατί τους διασκέδαζε. Σ’ ένα δεύτερο, σημαντικότερο, γιατί τους καταλάβαινε. Και κάπως έτσι ένας αυθεντικός κωμικός γίνεται λαϊκός ήρωας.
Αλλωστε η πραγματική κωμωδία με την τραγωδία απέχουν μόνο στη φόρμα έκφρασης, κάτι που ο Βέγγος γνώριζε από μικρός. Ολα τα πρώτα υλικά των επί της οθόνης ηρώων του πήγασαν από τα βιώματά του: η ταπεινή καταγωγή (γεννήθηκε στον Πειραιά στις 29 Μαΐου του 1927), η φιγούρα του αντιστασιακού πατέρα που εκδιώκεται από το κράτος, η σκληρή δουλειά από πιτσιρίκι, η Μακρόνησος. Εκεί στην εξορία γνωρίζεται με τον Νίκο Κούνδουρο και το χάρισμά του βρίσκει καλλιτεχνική εκτόνωση. Αρχικά με μικρές εμφανίσεις σε ταινίες όπως «Μαγική Πόλις» (1954), «Ο Δράκος», «Διακοπές στην Αίγινα», «Μανταλένα». Αρχές τις δεκαετίας του 60, κυρίως μέσω των ταινιών του Πάνου Γλυκοφρύδη, βρίσκει τη θέση του: «Ψηλά τα Χέρια Χίτλερ», «Μην Είδατε τον Παναή», «Πολυτεχνίτης κι Ερημοσπίτης». Στα μέσα της δεκαετίας του 60, ιδρύει την εταιρία παραγωγής «ΘΒ- Ταινίες Γέλιου», σκηνοθετεί τον εαυτό του και γίνεται μύθος: «Φανερός Πράκτωρ 000», «Ποιος Θανάσης;»
Κατά τη διάρκεια της χούντας, το καυστικό πολιτικό του σχόλιο συναντά την καλλιτεχνική αναγνώριση με ταινίες όπως «Τι Εκανες στον Πόλεμο Θανάση;», «Θανάση Πάρε τ' Οπλο σου» και η «σοβαρή» πλευρά της κωμωδίας γνωρίζει την αποθέωσή της. Τα πέτρινα χρόνια της δεκαετίας του 80 ο ελληνικός κινηματογράφος υποκύπτει στην εμπορικότητα της βιντεοκασέτας, κι ο Βέγγος κάνει την μεγάλη του επιστροφή το 1991 με μια ταινία σταθμό: τις «Ησυχες Μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη. Οι συνεργασίες του με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο («Το Βλέμμα του Οδυσσέα», 1995) και τον Βούλγαρη («Ολα Είναι Δρόμος» 1998, «Ψυχή Βαθιά» 2009) στέκονται ως μικρά και μεγάλα, αλλά αυτόματα κλασικά, παραδείγματα της ουσιαστικής υποκριτικής του στόφας.
126 ταινίες, 52 πρωταγωνιστικοί ρόλοι, 5 τηλεοπτικές σειρές, 11 καλλιτεχνικά και τιμητικά βραβεία. Αν μπορεί ποτέ το γέλιο να μετρηθεί με νούμερα ή η αγάπη του κόσμου με τρόπαια και διακρίσεις.
Πέρσι, ήταν το τιμώμενο πρόσωπο των βραβείων της νεοσύστατης Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Ταλαιπωρημένος ανέβηκε στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής και συγκινημένος δέχτηκε το όρθιο χειροκρότημα του κόσμου. Τραγική σύμπτωση που σήμερα, έτοιμοι να γιορτάσουμε τη δεύτερη απονομή, μάθαμε τα νέα του θανάτου του. Μετά από πολύμηνη νοσηλεία, έσβησε λίγο μετά τις 7 το πρωί στον Ερυθρό Σταυρό.
Tags: ΒΕΓΓΟΣ