O σκηνοθέτης του «Εραστή της Κομμώτριας» και του «Δήμιου του Σεν Πιερ» επιστρέφει στην πρώτη του τέχνη, τα κινούμενα σχέδια, με το «Μπουτίκ για Αυτόχειρες», μια animation παραβολή για έναν κόσμο που το μόνο που θέλει είναι να βάλει τέλος στη ζωή του.
Βασισμένο στο best - seller του Ζαν Τουλέ «Le Magazin de Suicides» που κυκλοφόρησε το 2006, η ιστορία, με τόνο κατάμαυρης κωμωδίας, αφηγείται την ιστορία μια καταθλιπτικής, γκρίζας πόλης στην οποία οι κάτοικοι της έχουν χάσει την όρεξη για ζωή. Η οκογένεια Τιβάς, η οποία έχει ένα επιτυχημένο κατάστημα που πουλά όλα τα απαραίτητα μέσα αυτοκτονίας. Σκοινιά, δηλητήρια, παγίδες, ό,τι χρειάζονται οι κάτοικοι της πόλης, που έχουν, όλοι, χάσει τη δύναμη να ζήσουν. Η οικογένεια όμως θα αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα με τη γέννηση του τρίτου τους παιδιού, ένα αγόρι που μοιάζει να μην είναι υγιές: αγαπά τη ζωή! Ο Λεκόντ ενισχύει το μαύρο χιούμορ της ταινίας αλλά προσθέτει κι άλλα δύο στοιχεία: την έκανε μιούζικαλ και 3D animation.
Να θυμήσουμε ότι ο Λεκόντ δεν είναι άγνωστος με το animation, καθώς πριν ασχοληθεί με την σκηνοθεσία (στη δεκαετία του 70) εργαζόταν ως σχεδιαστής κινουμένων σχεδίων στο θρυλικό γαλλικό περιοδικό «Pilote».
Η ταινία κλείνει απόψε το 14ο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου της Αθήνας και το Flix δημοσιεύει τη συνέντευξη που έκανε στο Γάλλο σκηνοθέτη, πέρσι στι Κάννες.
Γιατί επιλέξατε αυτό το βιβλίο για να κάνετε την πρώτη animation ταινία σας;
Δεν ήταν δική μου ιδέα. Ο παραγωγός με πλησίασε με την πρόταση. Δέχτηκα σε 45 δευτερόλεπτα. Ηθελα πάντα να βρω την κατάλληλη ευκαιρία να κάνω animation, είναι η μεγάλη μου αγάπη. Ομως δεν είχα βρει κάτι άξιο λόγου. Οταν μου πρότειναν αυτό το βιβλίο, όλα έγιναν απλά στο μυαλό μου. Αυτό περίμενα! Το ήξερα και το αγαπούσα πολύ το βιβλίο, αλλά δεν υπήρχε τρόπος να το μεταφέρει κανείς κυριολεκτικά στην οθόνη. Φανταστείτε το σκάνδαλο. Φανταστείτε, για παράδειγμα μία από τις αγαπημένες μου σκηνές - τον πατέρα που δίνει στον μικρό του γιο τσιγάρο με την ευχή να πάθει καρκίνο και να μην αυτοκτονήσει- να γυριζόταν με ηθοποιούς. Η κυριολεξία της πράξης θα μας εξόργιζε. Εδώ το animation δίνει την νότα με την οποία πρέπει να διαβαστεί τόσο το βιβλίο, όσο και η ταινία. Ομως όλο αυτό ήταν η λαμπρή ιδέα ενός παραγωγού. Δεν ήταν δυστυχώς δική μου (γελάει).
Δική σας ιδέα όμως ήταν να γυρίσετε την ταινία ως μιούζικαλ...
Ναι. Κι αυτό γιατί ακόμα και με το animation, ο τόνος παρέμενε κυνικός, κατάμαυρος και εγώ δεν ήθελα να γείρει τόσο η ζυγαριά προς το μακάβριο. Η ταινία, όπως και το βιβλίο, έχουν μία σκοτεινή επίφαση κι ένα όμως θετικό μήνυμα τελικά. Θεωρώ ότι με το τραγούδι και την μουσική ανοίγει η καρδιά του θεατή και μπορεί να δει με χιούμορ και ζεστασιά τι κρύβεται πίσω από το μακάβριο. Ξέρετε, πιστεύω πραγματικά ότι αν αυτό το βιβλίο το μετέφερε στο σινεμά κάποιος πολύ κυνικός θα το κατέστρεφε. Θα ήταν ερωτευμένος με το θάνατο, με τις εικόνες, με τα σκοτάδια της ταινίας και θα έχανε τις μικρές ειρωνίες, τις λεπτομέρειες που οδηγούν στο φως.
Εχετε δηλώσει μεγάλος θαυμαστής του Τιμ Μπάρτον, κάτι που φαίνεται και στην ταινία. Θεωρείται ότι αυτό το σκοτεινό σινεμά είναι κάπως παρεξηγημένο; Υπάρχει μία μεγάλη ρομαντική καρδιά στο μακάβριο;
Φυσικά! Ο Τιμ Μπάρτον είναι ένα πολύ μεγάλο όνομα στη Γαλλία και από την αρχή που αποδέχτηκα την πρόκληση της ταινίας, δεν σας κρύβω με τρόμαξαν οι συγκρίσεις. Ομως κάποια στιγμή έπρεπε να σταματήσω να το σκέφτομαι. Το σκοτεινό σινεμά, όπως και όλα τα παραμύθια, είναι ιστορίες επιβίωσης σ' ένα κόσμο κυνισμού. Οσο πιο μαύρες, τόσο πιο ελπιδοφόρες. Ο Μπάρτον προσπαθεί να υπερασπιστεί το τέρας που όλοι νιώθουμε ότι είμαστε, γιατί όλοι νιώθουμε ανασφαλείς και μόνοι. Θέλω να ελπίζω ότι αυτή την μοναξιά και απελπισία που οδηγεί τους ανθρώπους στην αυτοκτονία προσπαθώ να ξορκίσω κι εγώ με το animation.
Πώς δουλέψατε με την ομάδα του animation και γιατί επιλέξατε το 3D;
Πρέπει να σας ξεκαθαρίσω κάτι: δεν είμαι μεγάλος θαυμαστής του 3D. Δε θεωρώ ότι η εξέλιξη στο animation πηγαίνει απαραίτητα προς αυτή την κατεύθυνση. Επρεπε να με πείσουν για να δεχτώ το 3D στην ταινία. Γιατί υπάρχουν δείγματα 3D που «στρογγυλεύουν» κάπως την άποψη στο σχέδιο. Κι εγώ θέλω σχέδιο με άποψη. Δουλέψαμε πολύ στενά με την ομάδα σχεδιαστών και animators από το πρώτο καρέ μέχρι το τελευταίο. Η προϋπηρεσία μου με βοήθησε στο να ξέρω να ζητάω συγκεκριμένα τι θέλω, ή να εξηγώ με λεπτομέρεια τι δε θέλω. Είδαμε διάφορες προτάσεις και καταλήξαμε στην εικόνα του φιλμ που βλέπετε στο τελικό αποτέλεσμα.
Ξέρετε, κατάγομαι από την Ελλάδα όπου η οικονομική κρίση έχει φέρει πολλούς ανθρώπους σε απελπισία. Σήμερα το πρωί, οι ελληνικές εφημερίδες είχαν την είδηση ότι μία μητέρα με το γιο της βούτηξαν από ένα μπαλκόνι. Μία ώρα μετά είδα την ταινία σας. Θέλω να ελπίζω ότι το σινεμά μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Μπορεί;
Δεν συνηθίζω να συγκρατώ πράγματα που ακούω σε συνεντεύξεις. Πριν από λίγα χρόνια όμως, ο Βιμ Βέντερς, ως Πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής των Καννών, είχε πει κάτι που δε θα ξεχάσω ποτέ. Τον ρώτησαν γιατί κάνει σινεμά. Σκέφτηκε για λίγο, δεν απάντησε αμέσως. Μετά πολύ σοβαρά είπε: «για να κάνω τον κόσμο καλύτερο.» Στην αρχή σκέφτηκα: τι προσποιητές βλακείες. Ομως έπιασα τον εαυτό μου να με έχει στοιχειώσει αυτή η απάντηση. Την κουβαλούσα για μέρες και ξαφνικά έπρεπε να το παραδεχτώ: για ακριβώς τον ίδιο λόγο κάνω κι εγώ σινεμά. Γιατί αν δεν μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο, πρέπει τουλάχιστον να μπορούμε να τον κάνουμε καλύτερο. Αν λοιπόν κάποιος στην Ελλάδα, στην Ισπανία, την Ιταλία, σε όλο τον κόσμο που έχει χτυπήσει η κρίση μπορεί να δει αυτή την ταινία και να πάρει κουράγιο, να δει ότι η ζωή είναι ωραία όσο κι αν προσπαθούν να μας την εξαθλιώσουν, να κοιτάξει αλλού κι όχι στην απελπισία του, θα είμαι ευτυχισμένος.