Συνέντευξη

Αλίς Ντιόπ: «Η ταινία δεν δίνει απαντήσεις. Εγώ η ίδια δεν έχω τις απαντήσεις, παρόλο που είμαι μητέρα...»

of 10

Η υπέροχη σκηνοθέτης του «Σεντ Ομέρ» εξηγεί στο Flix τη θέση της, κινηματογραφικά και προσωπικά, απέναντι στην μητρότητα, το έγκλημα και την τιμωρία.

Αλίς Ντιόπ: «Η ταινία δεν δίνει απαντήσεις. Εγώ η ίδια δεν έχω τις απαντήσεις, παρόλο που είμαι μητέρα...»

H Aλίς Ντιόπ μεγάλωσε στις εργατικές κατοικίες των μεταναστών στο Παρίσι. Για αυτό η φωνή της είναι απόλυτα σύγχρονη, αλλά και με το ειδικό βάρος ανθρώπων που κουβαλούν στους ώμους τους μια μεγάλη ιστορία.

Για χρόνια μάς παρουσίαζε τα ντοκιμαντέρ της («Nous», «La Permanence», «Le Mort de Danton») και στο Φεστιβάλ Βενετίας του 2022 παρουσίασε το ντεμπούτο της στη μυθοπλασία: το «Σεντ Ομέρ» είναι η φιξιόν ανάγνωση της σ' ένα τραγικό αληθινό γεγονός. Την πολύκροτη δίκη της Φαμπιέν Καμπού το 2016, η οποία είχε πνίξει την κόρη της στη θάλασσα.

Με μία υβριδική σχεδόν αντιμετώπιση του θέματος (την ανάγκη να παρέμβει με την μυθοπλασία για να σταθεροποιήσει το πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε αυτό το έγκλημα, αλλά και την έμφυτη ροπή της στην ντοκιμαντερίστικη απόσταση και ψυχραιμία) η Ντιόπ κέρδισε όλα τα στοιχήματα. Και μαζί βραβεία στο Φεστιβάλ Βενετίας, Σεζάρ πρώτης ταινίας, αλλά και, πρόσφατα, το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου της Αθήνας. Τέλος, βρέθηκε να απογειώνει τα ρεκόρ της: ήταν στην τελική ευθεία να εκπροσωπήσει τη Γαλλία στα Οσκαρ (κάτι που συμβαίνει πρώτη φορά με σκηνοθέτη μία μαύρη γυναίκα).

Το Flix την συνάντησε στο Φεστιβάλ Βενετίας, στην αρχή της πορείας της ταινίας, όταν τίποτα από όλα αυτά δεν είχε συμβεί ακόμα.

Διαβάστε όμως την καθαρότητα των απαντήσεών της, την αυτοπεποίθησή της να χειριστεί την κινηματογραφική γλώσσα με μέτρο και σύνεση, αλλά και το πάθος της να μιλήσει για θέματα που δεν αγγίζονται εύκολα.

Η πρώτη της φράση όταν την ρώτησαν στη δίκη «πώς σκότωσες την κόρη σου» ήταν «έδωσα το παιδί στη θάλασσα». Μία πολύ "Μαργκερίτ Ντιράς" περιγραφή της τραγωδίας. Νομίζω ότι κι εκείνη χρειαζόταν την μυθοπλασία για να επιβιώσει αυτού που έκανε. Μόνο μέσα από αυτή την απόσταση μπορούσε να το περιγράψει...»

Alice Diop

H σκηνοθεσία σας είναι εντυπωσιακά λιτή, σχεδόν κλινική. Μοιάζει με ντοκιμαντέρ, ενώ δεν είναι. Γιατί επιλέξατε να γυρίσετε μία ταινία φιξιόν, κι όχι ένα ντοκιμαντέρ;

Νομίζω ότι ήταν ο μόνος τρόπος να σκηνοθετήσει κανείς αυτή την ιστορία. Για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Πρώτον, παρακολούθησα προσωπικά αυτή τη δίκη, αναστατώθηκα και έπαθα εμμονή με αυτή την ιστορία. Ενα ντοκιμαντέρ θα με ανάγκαζε σε μία κυριολεκτική μεταφορά των γεγονότων. Ενιωσα ότι αυτή η ιστορία έπρεπε να έχει μία οπτική για να μεταφερθεί στην οθόνη. Είχε ανάγκη από ένα πλαίσιο, μία αφηγηματική κλιμάκωση. Θα ήταν τραγικό να μείνω μόνο στα γεγονότα: μία μητέρα σκότωσε το μωρό της. Δε θα μπορούσα να αντέξω να το γυρίσω ως ντοκιμαντέρ. Βέβαια, όλα πήραν και τη χροιά της ίδιας της (αντι)ηρωίδας. Η πρώτη της φράση όταν την ρώτησαν στη δίκη «πώς σκότωσες την κόρη σου» ήταν «έδωσα το παιδί στη θάλασσα». Μία πολύ «Μαργκερίτ Ντουρά» περιγραφή της τραγωδίας. Νομίζω ότι κι εκείνη χρειαζόταν τη μυθοπλασία για να επιβιώσει αυτού που έκανε. Μόνο μέσα από αυτή την απόσταση μπορούσε να το περιγράψει.

Οταν μπήκατε στη δικαστική αίθουσα και κοιτάξατε την πραγματική γυναίκα, τι νιώσατε; Σας άλλαξε τις εντυπώσεις που είχατε σχηματίσει από πριν;

Οταν μπήκα στην αίθουσα ήμουν εντελώς επιφορτισμένη από την ένταση και τη βαρύτητα των γεγονότων. Τα συναισθήματά μου ήταν σε απόλυτη σύγκρουση: από αποτροπιασμό στην ενσυναίσθηση, κι από τον θρήνο μου, στην περιέργεια και την εμμονή. Κι αυτό το δικαιολογούσε και η συμπεριφορά της Φαμπιέν Καμπού: από την μία αυτή η φαντασιακή της απόσταση, αλλά από την άλλη μία σκληρή, κυνική περιγραφή της δολοφονίας. Για αυτό κατάλαβα ότι μόνο μία φιξιόν ταινία, μία σκηνοθετική αποτύπωση των πραγμάτων θα μπορούσε να δώσει μία σωστή ευκαιρία στο θεατή να κάνει μέσα του έναν τόσο περίπλοκο ηθικό διάλογο για τη μητρότητα. Οπως θα δείτε όμως, χρησιμοποιώ την κάμερα από απόσταση. Για να μπορέσω να επικοινωνήσω στον θεατή αυτό το συναίσθημα έντασης, χωρίς όμως να τον χειραγωγήσω για το πώς θα αισθανθεί κι ο ίδιος.

Οταν διαχειρίζεσαι κάτι τόσο πολύπλοκο και το πετάς απέναντι στον θεατή, χρειάζεται χρόνο για να το ακούσει, να το μεταβολίσει. Οπότε οι σιωπές είναι πολύ σημαντικές. Μόνο όταν ξέρεις να σιωπάς κινηματογραφικά, ακούγονται αυτά που θέλεις να πεις.»

Alice Diop

Πόσο δύσκολο ήταν για εσάς να αναπαραστήσετε ένα τόσο ιδιαίτερο και τραγικό συμβάν και ταυτόχρονα να κρατήσετε μία απόσταση;

Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Οταν στήναμε την ταινία και κάναμε ρεπεράζ στους χώρους πήγα στη διπλανή παραλία (δεν ήθελα να πάω στην ίδια που έπνιξε το παιδί της) και στις συνθήκες που είχε βρεθεί κι εκείνη: μεσάνυχτα με τσουχτερό κρύο. Με το που βρέθηκα εκεί αναστατώθηκα πάρα πολύ. Ολα μέσα μου ούρλιαζαν «πώς μπόρεσε!». Δεν έκανα μια κανονική αναπαράσταση. Δεν μπορούσα. Η βία του περιστατικού βρήκε διέξοδο στην φιξιόν.

Εχετε ένα πολύ καλογραμμένο σενάριο. Οι διάλογοι είναι πολύ δυνατοί. Ομως χρησιμοποιείτε πολύ και τη σιωπή. Γιατί επιλέξατε έναν τέτοιο τρόπο;

Θεωρώ ότι πράγματι υπάρχουν πολλά, σημαντικά και δύσκολα θέματα που έγραψα για να ειπωθούν. Ομως αυτό θέλει προσοχή. Οταν διαχειρίζεσαι κάτι τόσο πολύπλοκο και το πετάς απέναντι στον θεατή, χρειάζεται χρόνο για να το ακούσει, να το μεταβολίσει. Οπότε οι σιωπές είναι πολύ σημαντικές. Μόνο όταν ξέρεις να σιωπάς κινηματογραφικά, ακούγονται αυτά που θέλεις να πεις.

Διαβάστε κι αυτό: Η Γκουσλαζί Μαλαντά είναι πολιτικό ον αλλά όχι πολιτική ηθοποιός

Alice Diop Με την συγκλονιστική πρωταγωνίστριά της, Γκουσλαζί Μαλαντά

Χρησιμοποιείτε την Μήδεια για να πείτε μία αρχέγονη ιστορία. Οπως κι ο Παζολίνι, αλλά εσείς προχωράτε ακόμα πιο βαθιά: μία γυναίκα δεν σκοτώνει το παιδί της για να εκδικηθεί μόνο τον άντρα της. Αφήνετε να εννοηθεί ότι η εκδίκηση είναι απέναντι σε μια ολόκληρη κοινωνία, τις άδικες νόρμες της και την καταπίεσή της...

Ναι, φυσικά ήθελα να εξελίξω τον μύθο της Μήδειας, να της δώσω μία πιο ολοκληρωμένη και σύγχρονη ματιά. Δεν είναι τυχαίο ότι η Φαμπιέν Καμπού ήταν μετανάστρια, ούτε ότι ο σύντροφός της ήταν ένας άντρας 40 χρόνια μεγαλύτερός της. Φυσικά δεν ήταν τόσο απλό. Το έγκλημα αυτό είχε πολλούς θύτες. Ναι, κατέφυγα ξανά στον Παζολίνι, ξαναείδα την ταινία, όμως αυτό που ήθελα εγώ να κάνω ήταν κάτι πιο σφαιρικό, κάτι που θα έβαζε και τον σύγχρονο διάλογο για την πατριαρχία στην υπόθεση.

Υπάρχουν 3 μητέρες στην ταινία. Θα ήθελα να μου δώσετε τη δική σας ερμηνεία για την μητρότητα. Τι θέλατε να επικοινωνήσετε μέσα από την ταινία

Ποτέ δεν ήθελα να συγκρίνω «είδη διαφορετικών μητέρων». Ποτέ επίσης δεν είχα στο μυαλό μου να εκφράσω τη δική μου ερμηνεία για την μητρότητα. Η ταινία κάνει ερωτήσεις. Τι είναι η μητρότητα; Είναι μόνο ένα πράγμα; Η σχέση μητέρας παιδιού είναι μόνο ένα πράγμα; Ή αυτά μάς μαθαίνουν από πολύ μικρή ηλικία, κι όταν ξυπνούν μέσα μας κι άλλα συναισθήματα, ένστικτα, δυσφορία, πίεση, αδυναμία, βουλιάζουμε στις ενοχές; Η ταινία δεν δίνει απαντήσεις. Εγώ η ίδια δεν έχω τις απαντήσεις, παρόλο που είμαι μητέρα.

Μέσα στη λέξη «Omer» κρύβεται ηχητικά και το «mère», που στα γαλλικά είναι η μητέρα. Αφαιρώντας την παύλα υποψιάζω περισσότερο για το θέμα της ταινίας: την «αγία» μητρότητα...»

Alice Diop

Εχετε δείξει την ταινία στην μητέρα σας; Πώς αντέδρασε;

Δεν είμαι εγώ ο χαρακτήρας της δημοσιογράφου στην δίκη. Δεν είμαι η Ράμα. Η δική μου μητέρα έχει πεθάνει από τότε που ήμουν 17 ετών. Δεν χρειαζόμουν μία κυριολεκτική σχέση με την ταινία. Οπως όλες οι μητέρες δεν είναι ίδιες, κι όλες οι καλλιτέχνιδες δεν είμαστε ίδιες. Δεν χρειάζομαι να βάλω τον εαυτό μου κυριολεκτικά απέναντι στη μητρότητα. Ετσι κι αλλιώς την κουβαλάω.

Ποιες ήταν οι σκηνοθετικές σας επιρροές; Η ακινησία της ηρωίδας μού θύμισε την Ζαν Ντ' Αρκ του Μπρεσόν. Ηταν αυτή η ταινία μέσα στις αναφορές σας;

Ναι φυσικά. Η «H Δίκη της Ιωάννας της Λωραίνης» του Ρομπέρ Μπρεσόν είναι σαφής αναφορά. Ομως και η «Μήδεια» του Παζολίνι, η «Αλήθεια» του Ανρί Ζορζ Κλουζό, αλλά φυσικά και η «Ζαν Ντ' Αρκ» του Ντράγιερ. Ειδικά στον τρόπο που κινηματογραφούσε το πρόσωπό της.

Σας κέρδισε η μυθοπλασία; Θα συνεχίσετε με ταινίες ή θα επιστρέψετε στο ντοκιμαντέρ;

Δεν μου είναι ακόμα ξεκάθαρο. Δεν ξέρω ακόμα τι θα μου φέρει το μέλλον.

Να κλείσουμε με τον τίτλο; Παρατηρώ ότι δεν έχετε την ενδιάμεση παύλα στις λέξεις Saint-Omer, όπως δηλαδή γράφεται η πόλη. Πιθανολογώ ότι δεν είναι τυχαίο αυτό...

Καθόλου. Ναι, η πόλη της Λιλ γράφεται με παύλα. Αν προσέξετε όμως, μέσα στη λέξη «Omer» κρύβεται ηχητικά και το «mère», που στα γαλλικά είναι η μητέρα. Αφαιρώντας την παύλα υποψιάζω περισσότερο για το θέμα της ταινίας: την «αγία μητρότητα».

Το «Σεντ Ομερ» προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την Πέμπτη 20 Απριλίου από την One from the Heart