Σαν παιδί, ο Αλι Νόιμαν γλίτωσε την δολοφονία από τους Ινκάτα, ένα μαχητικό πολιτικό κόμμα πολέμιο του Αφρικανικού Εθνικού Κογκρέσου του Νέλσον Μαντέλα. Μόνο αυτός και η μητέρα του, επέζησαν από το μακελειό όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά, όπως στους περισσότερους επιζώντες, τα ψυχολογικά τραύματα παραμένουν. Σήμερα, ο Ali είναι επικεφαλής του κλάδου ανθρωποκτονιών της νοτιοαφρικανικής αστυνομίας στο Κέιπ Τάουν. Ένας από τους συνεργάτες του είναι ο Μπράιαν Επκίν, ένας ανεξάρτητος λευκός αξιωματικός του οποίου η οικογένεια αρχικά συμμετείχε στην δημιουργία του απαρτχάιντ, αλλά που συνεργάζεται καλά με τον Νόιμαν. Μαζί έχουν να αντιμετωπίσουν την εγκληματικότητα που αναπόφευκτα υπάρχει σε αχανείς περιοχές υποαπασχολούμενων και ανέργων, μιας εγκληματικότητας που επιδεινώνεται από συμμορίες, τόσο σε τοπικό όσο και σε άλλα μέρη της Αφρικής. Η δουλειά τους γίνεται ακόμα πιο δύσκολη όταν βρίσκουν τα πτώματα δύο νεαρών γυναικών.

Το «Zulu» , η ταινία που έκλεισε το περσίνο φεστιβάλ των Καννών, μοιάζει μια μάλλον απογοητευτική επιλογή για μια τόσο τιμιτική θέση στο πρόγραμμα. Κι όχι μόνο αφού το είδαμε, αλλά κι εκ των προτέρων, αφού κανείς δεν είχε στ΄αλήθεια ιδιαίτερα υψηλές προσδοκίες από τον σκηνοθέτη του Ζερόμ Σαλ, ο οποίος έχει υπογράψει τις δύο ταινίες της σειράς του «Largo Winch», καθώς και το «Anthony Zimmer», πάνω στο οποίο βασίστηκε το σενάριο του «The Tourist».

Το σημαντικό εδώ και προφανώς το άξιο επιβράβευσης κατόρθωμα είναι ότι μια γαλλική ταινία, μπορεί να γυρίζεται στη Νότια Αφρική, να πρωταγωνιστούν αναγνωρίσιμοι χολιγουντιανοί ηθοποιοί όπως ο Ορλάντο Μπλουμ και ο Φόρεστ Γούιτακερ και πολύ απλά, να μην θυμίζει σε τίποτα Γαλλική ταινία.

Δυστυχώς ακόμη κι αν δεν θυμίζει γαλλική ταινία, το φιλμ του Σαλ θυμίζει τόσα πολλά άλλα ώστε να μοιάζει με μια ακόμη, απόλυτα προβλέψιμη, κοινότοπη, σχεδόν βαρετή αστυνομική ταινία που ξεκινά σαν whodunnit για να αγγίξει τα σύνορα ενός φιλμ συνομωσίας.

Μια ομάδα αστυνομικών ερευνούν την δολοφονία μιας νεαρής κοπέλας στο Κέιπ Τάουν για να ανακαλύψουν στην πορεία τα ίχνη μιας συμμορίας διακίνησης ενός μεταλλαγμένου ναρκωτικού που τρελαίνει τους χρήστες του και που με τη σειρά του, τους οδηγεί σε ένα βρώμικο μυστικό από το φυλετικά διαχωρισμένο παρελθόν της χώρας.

Γυρισμένο σαν μια καλοφτιαγμένη τηλεοπτική παραγωγή, με την απαραίτητη ξενάγηση στις παραλίες, στις παραγκουπόλεις, στα night club του Κέιπ Τάουν, με πλάνα από ελικόπτερο και με nerdy αστυνομικίνες που χακάρουν από τον υπολογιστή τους τα ασφαλή δίκτυα μεγάλων πολυεθνικών του εγκλήματος, το «Zulu» δεν αφήνει κανένα κλισέ αχρησιμοποίητο.

Ξεκινώντας από τους χαρακτήρες των ηρώων του, τον εσωστρεφή σεξουαλικά προβληματικό (οι λόγοι εξηγούνται στην πορεία) μαύρο αστυνομικό του Φόρεστ Γουίτακερ και τον σκληροτράχηλο, μέθυσο, loser μπάτσο με τους υπέροχους κοιλιακούς και κάθε βράδυ μια άλλη γυναίκα στο κρεβάτι του του Ορλάντο Μπλουμ, που και οι δυο θα έρθουν αντιμέτωποι με τους δαίμονες τους στην πορεία.

Ολα μοιάζουν ήδη ελάχιστα φρέσκα όταν το φιλμ ξεκινά και αδιάφορα στον βαθμό χασμουρητού στη συνέχεια, σε μια ταινία που θα μπορούσε να λειτουργήσει σαν ένα ενδιαφέρον και πολυεπίπεδο αστυνομικό φιλμ, μα που καταλήγει να μοιάζει μια απόλυτη σπατάλη ταλέντου των συντελεστών και χρόνου των θεατών.