Με έναν τρόπο που είναι εμφανής από την πρώτη μέχρι και την τελευταία σκηνή της, η «Μπλε Ταινία» είναι η πιο αντιπροσωπευτική της τριλογίας των χρωμάτων, της «Μπλε», «Λευκής» και «Κόκκινης» ταινίας, δηλαδή που με βάση τις αξίες της Γαλλικής Επανάστασης όπως αυτές αντικατοπτρίζονται στα χρώματα της γαλλικής σημαίας, ολοκλήρωσαν με θριαμβευτικό τρόπο τη φιλμογραφία του Πολωνού Κριστόφ Κισλόφσκι, ο οποίος μετά την ολοκλήρωση της τριλογίας σταμάτησε το σινεμά και πέθανε λίγο αργότερα, αναγνωρισμένος ως ένας από τους σπουδαιότερους Ευρωπαίους δημιουργούς του 20ου αιώνα.

Πρώτη τη σειρά και με έμβλημα της την «Ελευθερία», η «Μπλε Ταινία» έρχεται σαν φυσική συνέχεια της αμέσως προηγούμενης ταινίας του Κριστόφ Κισλόφκσι, της «Διπλής Ζωής της Βερόνικα», με την ιστορία ακόμη μιας γυναίκας που σε μια πρωτόγνωρη, για την ίδια και για τους άλλους, επαφή της με τον ορατό και αόρατο κόσμο γύρω της, προσπαθεί να συνειδητοποιήσει την απώλεια του «άλλου», να συμφιλιωθεί με τη μοναξιά της και να ξαναμάθει να ζει από την αρχή.

Η Ζουλί θα είναι η μόνη επιζών ενός αυτοκινητιστικού δυστυχήματος που θα βρει το σύζυγό της, διάσημο συνθέτη κλασικής μουσικής και την πεντάχρονη κόρη τους νεκρούς. Στην προσπάθεια της να αφήσει για πάντα πίσω της το παρελθόν, θα πουλήσει το σπίτι που έμεναν μαζί και θα μετακομίσει σε μια τελείως άγνωστη γειτονιά του Παρισιού, σβήνοντας κάθε ίχνος από τις παρτιτούρες του άντρα της από μια θρυλική ημιτελή συμφωνία για την Ενοποίηση της Ευρώπης που μια σκοτεινή φήμη που κυκλοφορεί στους δημοσιογραφικούς και μουσικούς κύκλους τη θέλει να την υπογράφει η ίδια.

Οσο όμως η Ζουλί προσπαθεί να απομακρυνθεί από το παρελθόν, τόσο αυτό επιστρέφει είτε στη μορφή του πιστού συνεργάτη του άντρα της που είναι κρυφά ερωτευμένος μαζί της, είτε σε μια τυχαία συνάντηση με έναν νεαρό - μοναδικό αυτόπτη μάρτυρα του δυστυχήματος, είτε στις συναντήσεις με την μητέρα της σε ένα άσυλο ανιάτων, είτε σε ένα μυστικό που θα αλλάξει όλα όσα γνώριζε για το σύζυγό της, είτε - κυρίως - στις νότες από την περί ου ο λόγος συμφωνία που μοιάζουν να ζουν στο κεφάλι της και ορίζουν κάθε μικρή ή μεγάλη της απόφαση.

Τραβώντας στα άκρα το διακριτό στιλ των λεπτομερειών που ορίζουν κάθε φορά το αίσθημα και το συναίσθημα στο σινεμά του - από ένα κουτάλι του καφέ μέχρι τη διάθλαση του φωτός μέσα από ένα παράθυρο, εδώ σε ένα σχεδόν αυνανιστικό μοτίβο χρήσης του μπλε, ο Κριστόφ Κισλόφσκι επιχειρεί στην «Μπλε Ταινία» κάτι πολύ δύσκολο: να κινηματογραφήσει τον εσωτερικό κόσμο μιας γυναίκας που πενθεί και ταυτόχρονα να αναδείξει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης κατάστασης, αδυσώπητης απέναντι στη λεπτή γραμμή που ισορροπεί η μοίρα με την προσωπική βούληση. Ολη η «Μπλε Ταινία» θα μπορούσε να διαδραματίζεται εσωτερικά, σαν να ήταν οι σκέψεις, οι αγωνίες, οι κραυγές, οι σιωπές μιας γυναίκας που αναζητά λύτρωση σε έναν κόσμο που δείχνει τη σκληρότητα του σε κάθε ευκαιρία. Σαν ό,τι βλέπουμε και ό,τι ακούμε να μην έχει υπόσταση απτή, αλλά να ίπταται της πραγματικότητας, κομμάτι μιας παράλληλης ασυνείδητης ύπαρξης.

Ο Κισλόφσκι το καταφέρνει, αν και, βλέποντας εκ των υστέρων, δηλαδή μετά την «Λευκή» και την «Κόκκινη», την «Μπλε Ταινία» ανακαλύπτεις πως οι συμβολισμοί εδώ περισσότερο από κάθε άλλη του ταινία περισσεύουν, αφαιρώντας βαρύτητα από τη λυτρωτική διαδρομή της Ζουλί. Στο ίδιο μήκος κύματος του υπερβολικού συμβολισμού και η «ενωμένη Ευρώπη» που στο φόντο εξυπηρετεί μάλλον πολύ λιγότερα απ’ όσα ευαγγελίζεται, ταιριαστή μόνο ως άλλοθι για την πρώτη εξ’ ολοκλήρου γαλλική ταινία του δημιουργού της και ανεπαίσθητα ως σχόλιο για όσα χωρίζουν τους ανθρώπους από τον ίδιο τους τον εαυτό σε ένα μοντέρνο, ομογενοποιημένο, άδικο τελικά για όλους (;) κόσμο.

Ευτυχώς ο «εσωτερικός μονόλογος» της «Μπλε Ταινίας» ακούγεται δυνατά από ηχεία με ονοματεπώνυμο Από την, αν όχι σπουδαιότερη, τότε την πιο εμβληματική ίσως ερμηνεία στην καριέρα της Ζιλιέτ Μπινός - ένα κράμα εσωτερικότητας, ηδονιστικής απάθειας, αληθινού πόνου και σπαρακτικής γενναιοδωρίας. Και από τον ανθρωπιστή Κριστόφ Κισλόφσκι που δεν σταμάτησε ποτέ να πιστεύει στον άνθρωπο ως τη μοναδική οδό προς οποιαδήποτε αξία. Πόσο μάλλον τη μοναδική οδό… προς την ελευθερία ως οριστικό επιστέγασμα κάθε μικρού ή μεγάλου προσωπικού αγώνα, όπως την ορίζει ως «μείζονα όλων» ο Απόστολος Παύλος στην Προς Κορινθίους Α' Επιστολὴ (ιβ´ 27 - ιγ´ 13), σε μελοποίηση εδώ του Ζμπίγκνιου Πράισνερ και με την ένταση μονίμως στη διαπασών: «νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα· μείζων δὲ τούτων ἡ άγάπη.»