Μια νεαρή χήρα εγκαθίσταται, μαζί με την κόρη και τον μικρό γιο της, στην Ισπανία, στο Αββαείο που της κληροδότησε ο άντρας της, με σκοπό να το ανακαινίσει και να το πουλήσει. Οι δαίμονες δεν θα την αφήσουν: ο γιος της θ’ αρχίσει να επικοινωνεί, επώδυνα και τρομακτικά, με τον «άλλο» κόσμο. Σε βοήθεια θα σπεύσει ο ιερέας Γκαμπριέλε Αμόρτ, ο επίσημος εξορκιστής τού Πάπα, στον οποίο ούτε ο Σατανάς μπορεί ν’ αντισταθεί.

Βασισμένη στα αυτοβιογραφικά βιβλία του Πατρός Γκαμπριέλε Αμόρτ, αρχιεξορκιστή του Βατικανού (An Exorcist Tells His Story και An Exorcist: More Stories), με εκατοντάδες χιλιάδες κατά παραγγελία εξορκισμούς στο ενεργητικό του, η ταινία ξετυλίγεται «τικάροντας» τα κουτάκια του τι περιμένει κανείς από ένα στοιχειώδες φιλμ (όχι μεγάλου) θρησκευτικού τρόμου: μάτια που γυρίζουν ανάποδα, κορμιά που συστρέφονται, τραχιές φωνές βγαλμένες από τα βάθη τής γης, κακόμοιροι κάπροι, νύχια που σκίζουν σάρκες και μαγικές λέξεις στα λατινικά.

Μπορεί κανείς, ωστόσο, να καταλάβει γιατί ο Ράσελ Κρόου θέλησε να παίξει αυτό το ρόλο (προφανώς εκτός από την αμοιβή του) και γιατί ο θεατής, έστω στοιχειωδώς κι αυτός, λιγότερο θα τρομάξει και περισσότερο θα διασκεδάσει: είναι αυτή η αίσθηση του χιούμορ, τής ελαφρά καλυμμένης σκαμπρόζικης κωμωδίας, που θέλει τον Αμόρτ-Κρόου να μιλάει, μεν, μέτρια ιταλικά (αλλά, τι παράξενο, όλους τους δαιμονισμένους να μιλούν αγγλικά) και να πετά υπονομευτικές ατάκες με ύφος περισσότερο Ιντιάνα Τζόουνς παρά ευηπόληπτου Καθολικού ιερέα, που σταδιακά διαπιστώνει ότι οι λειτουργοί τού Βατικανού είναι μεγαλύτεροι σατανάδες απ' αυτόν που κατέχει το ταλαίπωρο αγόρι. Εξίσου διασκεδαστική κι η επιλογή του διανομέα να βγάλει την ταινία μέρες του Πάσχα.