Αν υπάρχει ένα κινηματογραφικό είδος που μοιάζει να χρήζει ολικής επαναφοράς περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, αυτό δεν είναι παρά εκείνο της ρομαντικής κομεντί, μιας φιλμικής κατασκευής εγκλωβισμένης συνήθως εδώ και δεκαετίες σε αξεπέραστες συμβάσεις συχνά ξεπλυμένου ρομαντισμού, ανώδυνου χιούμορ, καταναγκαστικής αισιοδοξίας και αμφίβολης επαφής με την πραγματικότητα.
Με αφετηρία το αιώνιο εύρημα του boy meets girl, το «Ερωτας Μετ’ Εμποδίων» (ένας ελληνικός τίτλος που αδικεί κατάφωρα την ταινία), το φιλμ του Μάικλ Σοουγουόλτερ μπορεί να μη ξαναγράφει ακριβώς τους κανόνες, αποτελεί όμως την πιο φρέσκια αντιμετώπισή τους που έχουμε δει τελευταία – ίσως από τότε που ο Τομ γνώρισε τη Σάμερ στο «500 Days of Summer». Κι αυτό δεν οφείλεται τόσο στη σοκαριστική για τα δεδομένα του είδους δραματική «ανατροπή» που κρύβεται στο πρώτο της κιόλας μισάωρο, αναποδογυρίζοντας φαινομενικά τις τετριμμένες feelgood προσδοκίες, όσο στο ότι δεν παύει ποτέ να ηχεί ανθρώπινο και αυθεντικό.
Οχι τυχαία, το φιλμ βασίζεται στην αληθινή ιστορία γνωριμίας του πρωταγωνιστή Κουμάλ Ναντζιάνι και της συζύγου του, Εμιλι Β. Γκόρντον, οι οποίοι υπογράφουν και το σενάριο, με τον ίδιο να υποδύεται μια κινηματογραφική εκδοχή του εαυτού του. Οχυρωμένος πίσω από την geeky φυσιογνωμία του, ο Κουμάλ είναι ένα ανερχόμενος stand-up κωμικός (και οδηγός ταξί) διχασμένος ανάμεσα στην αμερικανική ζωή του στο Σικάγο και στην πακιστανική καταγωγή του, μια εσωτερική σύγκρουση που, όσο προβληματική κι αν αποδεικνύεται, τροφοδοτεί δημιουργικά τις παραστάσεις και το χιούμορ του. Καθώς οι γονείς του επιμένουν να του συστήνουν –τάχα μου τυχαία– τη μία μετά την άλλη, υποψήφιες Μουσουλμάνες συζύγους, δασκαλεμένες να ανταποκρίνονται στα ενδιαφέροντά του («The truth is out there!», αναφωνεί με ενθουσιασμό στο άσχετο μία από αυτές, ελπίζοντας να ανταποκριθεί στη λατρεία του για τα «X-Files»), ο Κουμάλ θα γνωρίσει τον πραγματικό έρωτα στο πρόσωπο της Εμιλι (Ζόι Καζάν), κατά τη διάρκεια μιας stand-up comedy παράστασης. Μόνο που η αδυναμία του να εξομολογηθεί τη σχέση τους στους συντηρητικούς γονείς του και σε εκείνη την πραγματικότητα θα επιφέρει την αναπόφευκτη ρήξη όταν η αλήθεια αποκαλυφθεί.
Κι έπειτα, ξαφνικά, το φιλμ θα πάρει απρόβλεπτη τροπή, όταν η Εμιλι προσβάλλεται από μια μυστηριώδη ασθένεια και πέφτει σε κώμα. Αρνούμενος να φύγει από κοντά της παρά το γεγονός ότι έχουν χωρίσει, ο Κουμάλ θα αναγκαστεί να βιώσει αυτήν την κρίση μαζί με τους γονείς της (Χόλι Χάντερ, Ρεί Ρομάνο), τους οποίους γνωρίζει για πρώτη φορά στο νοσοκομείο.
Από την πρώτη στιγμή της αρχικά one-night-stand γνωριμίας του Κουμάλ με την Εμιλι, μέχρι τις ακανθώδεις καταστάσεις που προκύπτουν μέσα από τη σχέση του με τους εύλογα εχθρικούς γονείς της, ο Ναντζιάνι και ο Σοουγουόλτερ κατορθώνουν να κρατήσουν με αξιοθαύμαστη αυτοσυγκράτηση τις ισορροπίες μεταξύ κωμικού και δραματικού, αποφεύγοντας τόσο τον κίνδυνο του νοσοκομειακού μελοδραματισμού όσο και τα εκβιαστικά αστεία, ενώ παράλληλα διατηρούν μια κάποια επαφή με την πραγματικότητα, ακόμα και στις πιο υπερβολικές στιγμές, όπως εκείνες των άβολων μαζώξεων γύρω από το τραπέζι της οικογένειας του Κουμάλ. Η πίεση που ασκεί στον Κουμάλ η οικογένειά του προκειμένου να ανταποκριθεί στα παραδοσιακά πρότυπα, όπως και το διαπολιτισμικό ρομάντζο στην καρδιά της ταινίας, φέρνουν στο νου το «Ωραίο Μου Πλυντήριο» του Στίβεν Φρίαρς. Κι αν οι συγκρίσεις σταματούν εδώ, είναι εντυπωσιακή η διαπίστωση ότι μερικά πράγματα δεν έχουν αλλάξει και πολύ από τη δεκαετία του ’80.
Με ένα χαρισματικό κουαρτέτο πρωταγωνιστών και με βασικό ατού την ανάδειξη του χιούμορ που κρύβεται ακόμα και στις πιο άβολες και αμήχανες στιγμές της καθημερινότητας, ο Ναντζιάνι και ο Σοουγουόλτερ χτίζουν ένα τρυφερό, αστείο και συγκινητικό φιλμ που μιλά για τον έρωτα και τις ανθρώπινες σχέσεις, χωρίς βαρύγδουπα τσιτάτα για τη ζωή και τη βαρύτητα των επιλογών μας. Ενα φιλμ που δεν φοβάται να ξεγυμνώσει τις αδυναμίες και τις ατέλειες των ηρώων του, ακολουθώντας τους μέχρι το τέλος, χωρίς το άγχος ενός προδιαγεγραμμένου happy end. Κι αν τελικά, καθώς βλέπεις την ταινία, πιάνεις τον εαυτό σου να το εύχεται με αγωνία, αυτό λέει πολλά για την οικειότητα που σε έχει κάνει να νιώσεις για τους χαρακτήρες της.