Δυστυχώς, αυτή είναι μία αληθινή ιστορία. Βασισμένη σε χιλιάδες αληθινές ιστορίες. Σε χίλιες και μία - αυτή του Οσκαρ Καμπς, σημερινού ιδρυτή της ΜΚΟ «Open Arms», αλλά τότε απλού ναυαγοσώστη. Τον Σεπτέμβριο του 2015, ο Ισπανός μεσήλικας είδε από τον καναπέ του στη Βαρκελώνη τη φωτογραφία που είχε συγκλονίσει όλους μας: το πτώμα του Αϊλάν, του Σύριου μικρού αγοριού, που βρέθηκε πνιγμένο μπρούμητα σε μια παραλία του Μπόντρουμ. Η βάρκα του δεν έφτασε ποτέ στην Ελλάδα και τη λύτρωση. Και η θάλασσα ξέβρασε το άψυχο σώμα του στην άμμο, με το κόκκινο μπλουζάκι του ανασηκωμένο, το μπλε παντελονάκι του να φτάνει μέχρι τα γόνατα. Αυτή η αδιανόητη σύγχρονη «κανονικότητα», με εκατοντάδες πρόσφυγες να πνίγονται στη Μεσόγειο, όταν επιχειρούν να διαφύγουν από τις θηριωδίες που ζουν και να καταφύγουν στην Ευρώπη, ταρακούνησε τον Καμπς. Μαζί με μια χούφτα συναδέλφους, ανάμεσά τους και την αποξενωμένη του κόρη που ακολούθησε τα χνάρια του, ταξίδεψαν στη Λέσβο και έπεσαν στα βαθιά - να σώσουν όσους μπορούν, να τους βγάλουν ζωντανούς τουλάχιστον στη στεριά. Στην προσπάθειά του, δυστυχώς, συνάντησε την ελληνική συστημική αδιαφορία, αλλά και την μεγάλη καρδιά των ντόπιων
Ο Μαρσέλ Μπαρένα («100 Μέτρα») μεταφέρει την -τραγικά επίκαιρη- ιστορία του Καμπς στην μεγάλη οθόνη και το κάνει πικρά, αυστηρά (δε θα μάς αρέσει καθόλου η απεικόνιση των ελληνικών αρχών) αλλά και σε στιγμές μελοδραματικά. Πώς θα γινόταν όμως διαφορετικά; Τα γεγονότα είναι τόσο επώδυνα μακάβρια, τόσο αποτρόπαια και απάνθρωπα, που η ένταση των εικόνων και των συναισθημάτων δεν μπορεί να αποφευχθεί. Ο Μπαρένα, προς τιμήν του, δεν υπογραμμίζει με επίφαση, επιχειρεί να δώσει ανθρώπινο, τρωτό πρόσωπο στον πόνο και τον ηρωισμό, αλλά ταυτόχρονα η ίδια η ιστορία (και η Ιστορία) προκαλούν συναισθηματικό τσουνάμι.
Η αμεσότητα της αφήγησης ρίχνει σωσίβιο στην ταινία όταν τείνει να βουλιάξει σε όποια μελό υπερβολή. Δεν σε ενδιαφέρει, το συγχωρείς. Αυτό ζουν τα νησιά μας, αυτή είναι η κατάσταση του Αιγαίου και της Μεσογείου την τελευταία δεκαετία. Οσο οι τουρίστες τρώνε καλαμαράκια και πίνουν ούζα, φουσκωτά με απελπισμένους ανθρώπους χαλάνε το φόντο των σέλφι τους. Κάποιοι πέφτουν με όλες τους τις δυνάμεις να τους σώσουν, κάποιοι αναλώνονται σε πολιτικές αναλύσεις για την «αναγκαστική» και ευρωπαϊκά νόμιμη συνθήκη των pushbacks.
Η κάμερά του Μπαρένα παρατηρεί, ισορροπώντας ανάμεσα στον σκληρό ρεαλισμό αλλά κι έναν ελεγειακό λυρισμό τη θάλασσα. Πόσο συνδέεται με την ομορφιά και το θάνατο. Ταυτόχρονα.
Θα μπορούσε σκηνοθετικά και σεναριακά να είναι πιο ψύχραιμος κι αποστασιοποιημένος μπροστά στην πολυσύνθετη, περίπλοκη προσφυγική κρίση; Μπορεί. Αλλά δεν τον ενδιαφέρει. Ο δικός του στόχος είναι η ανθρωπιά, η σύνδεση με την καρδιά του θεατή. Στην εικόνα ανθρώπων που θαλασσοπνίγονται στα παράλια της κοινωνίας του - το κοινό θα ακολουθήσει το ένστικτο αλληλεγγύης του ή τους μύχιους φόβους του για τη δική του οικονομική κρίση και την εισβολή του «κακού ξένου» στην πολυπαθούσα χώρα του;
Η απάντηση ίσως να κρύβεται σε μία φράση του ήρωά του, όταν Ισπανίδα δημοσιογράφος τον ρωτά αν οι αρχές έχουν κάποιο δίκιο γιατί η Ευρώπη δεν αντέχει εκατομμύρια πρόσφυγες. «Δεν είμαι πολιτικός. Απλώς πιστεύω ότι η ανθρώπινη ζωή είναι πάντα πιο σημαντική απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση. Διαφωνείτε;»