Ο Φερνάντο Τρουέμπα, νικητής του Οσκαρ Καλύτερης Ξένης Ταινίας το 1992 για το «Belle Epoque», έχει αποδείξει ότι φροντίζει αριστοτεχνικά τις ταινίες εποχής, ότι αγαπά τη λεπτομέρεια και την ανάπλαση του παρελθόντος, στα σκηνικά, στη φωτογραφία και στη σκηνοθεσία του. Εχει, ακόμα, δοκιμάσει με θαυμάσια αποτελέσματα, το 1998, με το «Κορίτσι των Ονείρων σου», να κάνει σινεμά για το σινεμά, μια ταινία για το πώς γίνονται οι ταινίες, ή, τουλάχιστον, πώς γίνονταν και τι σήμαιναν στην Ισπανία τον καιρό του Φράνκο. Με το καινούριο του φιλμ επαναλαμβάνει και τα δυο στοιχεία, κρατώντας την αισθητική και ξεχνώντας την έμπνευση και το σενάριο.

Ως νοητή συνέχεια στο «Κορίτσι των Ονείρων σου», η ταινία μάς πηγαίνει στη δεκαετία του '50, στην Ισπανία του Φράνκο ακόμα, όπου η νεαρή ηθοποιός Μακαρένα Γρανάδα έχει πια «μετακομίσει» στο Χόλιγουντ κι έχει γίνει διεθνής σταρ. Ομως, η Μακαρένα επιστρέφει στη Μαδρίτη για τα γυρίσματα μιας μεγάλης αμερικανικής ιστορικής ταινίας, για τη βασίλισσα Ισαβέλλα, τους πολέμους και τους έρωτές της. Εκεί, θα συναντήσει δύο μέτωπα. Από τη μια, την κωμική ταλαιπωρία του γυρίσματος, μεταξύ κακομαθημένων κι απαιτητικών σταρ και της ανεπάρκειας των ντόπιων συνεργείων. Κι από την άλλη, μια καταπιεσμένη χώρα, σε διάλυση, που φέρνει τη σκοτεινή πολιτική κατάσταση πολύ πιο κοντά της απ' ό,τι περίμενε.

Το φιλμ του Τρουέμπα έχει κάθε συστατικό για να γίνει μια απολαυστική κομεντί. Τα σκηνικά και τα κοστούμια του μιλούν πολύ περισσότερο για τις αντιξοότητες στην Ισπανία του '50, απ' ό,τι οι ήρωες. Τα εντυπωσιακά χάρτινα σκηνικά της ταινίας-μέσα-στην-ταινία συναγωνίζονται σε ακρίβεια και θεαματικότητα τα σπίτια, τα μπαρ, τους δρόμους και τα μεσαιωνικά παλάτια της Μαδρίτης. Η τρυφερή και περιπαικτική ματιά στη χρυσή εποχή του σινεμά δίνει πρόσφορο έδαφος για μια χαριτωμένη διατριβή στη γραμμή του «Hail, Caesar!», ή ακόμη και του πρόσφατου «Η Καλύτερη Στιγμή τους». Και, φυσικά, μέσα σ' ένα άνισο καστ, η Πενέλοπε Κρουζ, αποδεικνύει γιατί κι η ίδια, ξεκινώντας από την Ισπανία, έγινε μια διεθνής σταρ με γοητεία, χιούμορ και μια ιδιαίτερη, ολόδική της ακτινοβολία στην οθόνη.

Το μόνο που θα χρειαζόταν η «Βασίλισσα της Ισπανίας» για να κερδίσει τα εύσημα μιας ψυχαγωγικής ταινίας, θα ήταν ένα όχι τόσο πάρα πολύ πρόχειρο και ανόητο σενάριο. Οι ήρωες είναι πιο χάρτινοι κι από τους πυργίσκους της Ισαβέλλας, οι διάλογοι γραμμένοι με σαχλαμάρα αντί για κωμικό πνεύμα, οι πολιτικοί συσχετισμοί ισχνοί και η πλοκή, σε κάθε της παρακλάδι, τόσο προβλέψιμη από τα πρώτα, ήδη, λεπτά. Κι έτσι ένα θαυμάσιο κατασκεύασμα δεν καταφέρνει από τα συστατικά του να βγάλει τη συνταγή που αναζητούσε.