Η προσπάθεια του Ντάνιελ Ράντκλιφ να βγάλει οριστικά από πάνω του τον μανδύα αορατότητας και τα στρογγυλά γυαλιά του Χάρι Πότερ, επιλέγοντας ρόλους όσο πιο αντίθετους στο ως τώρα προφίλ του, απέδωσε στο «Swiss Army Man», αλλά πραγματικά φέρνει καρπούς στην ερμηνεία του στο «Imperium», τόσο πιο πολυδιάστατη και γεμάτη εκπλήξεις, απ’ ό,τι κι η ίδια η ταινία.
Σ’ ένα σενάριο βασισμένο στις πραγματικές, προσωπικές εμπειρίες του πράκτορα του FBI Μάικλ Τζέρμαν, Ο Ράντκλιφ υποδύεται τον Νέιτ Φόστερ, νεαρό πράκτορα του FBI, χαμηλών τόνων, σχολαστικό, εσωστρεφή, αλλά με ιδιαίτερη έφεση στις ανακρίσεις. Αυτή του η αρετή δίνει στην προϊσταμένη του την ιδέα να τον επιλέξει για μια δύσκολη αποστολή. Ο Νέιτ πρέπει να διεισδύσει σε μια οργάνωση νέο-Ναζί, να τους πείσει ότι είναι «δικός τους» κι έτσι να βρει αποδείξεις για μια τρομοκρατική βομβιστική επίθεση που, σύμφωνα με το FBI, η οργάνωση προετοιμάζει.
Η συμβουλή «πρέπει να προσπαθήσεις να τους αντιμετωπίσεις ως ανθρώπους» κάνει τη δουλειά του Νέιτ αληθινά δύσκολη. Ο αρχηγός της οργάνωσης (θαυμάσιος ο Τρέισι Λετς στο ρόλο), είναι υποτίθεται πιο καλλιεργημένος, τα πρωτοπαλίκαρά του εξαπολύουν τακτικά ρατσιστικά τσιτάτα, ή φτύνουν μίσος και υποσχέσεις βίας. Αλλοι, όμως, σύμμαχοι της ομάδας, είναι γλυκομίλητοι μεσοαστοί οικογενειάρχες, ή μπερδεμένοι υποστηρικτές σαν τον Τζέρι που, αν και υποστηρικτής του Ολοκαυτώματος, ακούει Λέοναρντ Μπερνστάιν γιατί «ήταν αληθινά καλός μαέστρος – άλλωστε κι οι Εβραίοι ακούνε Βάγκνερ, όχι;». Ακόμα χειρότερα, ο Νέιτ αναγκάζεται να προσποιηθεί ότι έχει ασπαστεί τον ναζισμό, μπροστά σε δικούς του γνωστούς και φίλους.
Ο Ντάνιελ Ραγκούσις, στην πρώτη του μεγάλου μήκους σκηνοθετική δουλειά, που θεματικά συνδυάζει κάτι από «American History X» και κάτι από «Donnie Brasco», διατηρεί σ’ ολόκληρη τη διάρκειά της μια αγωνία, μια ένταση που μοιράζεται σε δυο παραμέτρους. Από τη μια ξεχύνεται από τον αληθινό τρόμο (ή την ίδια του την απειλή), που προκαλούν οι οργανωμένοι, αποφασισμένοι, έτοιμοι για όλα νεοναζί, σε συχνές σκηνές σύγκρουσης και αγριότητας. Από την άλλη εξαπλώνεται καθώς ο Νέιτ αγωνίζεται να γίνει πιστευτός στην οργάνωση, ξέροντας ότι αν προδοθεί, η ζωή του έχει τελειώσει.
Παρότι η ενέργεια της ταινίας είναι καταιγιστική, ο Ραγκούσις δεν προσπαθεί, ή δεν καταφέρνει, να εμβαθύνει περισσότερο στους ήρωές του, να προσφέρει μια πιο σύνθετη σχέση αιτιότητας για τα τέρατα που απεικονίζει. Περιορίζεται σε εντυπωσιακά μεν, αλλά γνώριμα στερεότυπα. Μόνος ο Ντάνιελ Ράντκλιφ δείχνει τι, πραγματικά, μπορεί να κάνει ως ενήλικας ηθοποιός: πόσο είναι ευμετάβλητος, πώς χρησιμοποιεί τη σωματικότητά του, πώς συντηρεί την ένταση μέσα του, κινώντας ο ίδιος όσα νήματα η ταινία δεν μπορεί να συγκρατήσει.