Ποια είναι η πραγματική μας ταυτότητα; Αραγε ο εαυτός μας είναι στην πραγματικότητα ένα κατασκεύασμα που συμφωνήθηκε από τους γύρω μας και εμάς; Κι αν αυτό είναι αλήθεια, τότε θα μπορούμε αρκετά εύκολα να φτιάξουμε απλώς ένα νέο εαυτό, σαν να παίζουμε ένα ρόλο, επαναπρογραμματίζοντας έτσι τον εαυτό μας, ή αλλιώς το Εκείνο, το Εγώ και το Υπερεγώ, τις τρεις συνιστώσες του μοντέλου για τη δομή του ανθρώπινου ψυχισμού, σύμφωνα με τον Σίγκμουντ Φρόυντ, ώστε να μην βρεθούν μεταξύ τους σε μια βαθιά αντιπαράθεση;
Ολο αυτό ακούγεται ως πραγματικός άθλος για τον Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, έναν σκηνοθέτη ο οποίος γνωρίζει τέλεια τις συμβάσεις μέσα στις οποίες λειτουργούν τα διάφορα κινηματογραφικά είδη, αλλά τολμα να παίξει μαζί τους, να τις αναδιαμορφώσει και να τις αναδείξει σε κάτι άλλο δίνοντας σε αυτές τη δική του μοναδική ταυτότητα. Και το «Hit Man» είναι ακριβώς αυτό κάτω από ένα απλό κι ένα ευχάριστο εξωτερικό περίβλημα: ένα δίωρο character study με αρκετές φιλοσοφικές χροιές πάνω στο τι κάνει εμάς πραγματικά εμάς, μια ταινία ταυτόχρονα άπιαστη και επιρρεπής στις μεταμορφώσεις του είδους, όπως κι ο πρωταγωνιστής της.
Ο Γκάρι Τζόνσον είναι ο πιο περιζήτητος επαγγελματίας δολοφόνος στη Νέα Ορλεάνη. Για τους πελάτες του, είναι σαν βγαλμένος από ταινία: ένας εκτελεστής. Αλλά αν τον πληρώσετε για να ξεφορτωθεί έναν σύζυγο ή ένα αφεντικό, καλύτερα να προσέχετε – γιατί δουλεύει για τους αστυνομικούς. Oταν σπάει το πρωτόκολλο για να βοηθήσει μια απελπισμένη γυναίκα που προσπαθεί να ξεφύγει από τον κακοποιητικό σύντροφό της, βρίσκει τον εαυτό του να γίνεται ένα από τα ψεύτικα πρόσωπά του, ερωτεύεται τη γυναίκα και φλερτάρει με την ιδέα να γίνει ο ίδιος εγκληματίας.
Βασισμένη σε μια πραγματική ιστορία (στο περίπου, όπως αναφέρεται στην αρχή), η ταινία μοιάζει σαν κάτι που σκηνοθετήθηκε από τους αδερφούς Κοέν – μια χαοτική, σκοτεινή αστυνομική κωμωδία. Ομως αυτό που διαφέρει στο πώς προσεγγίζει ο Λινκλέιτερ την ιστορία σε σχέση με τους Κοέν, είναι το πώς αποφεύγει όλα αυτά για να δημιουργήσει (σε συνεργασία με τον συν-σεναριογράφο του και πρωταγωνιστή της ταινίας Γκλεν Πάουελ), μια ανατρεπτικά διασκεδαστική ρομαντική κομεντί συνδυάζοντάς τη με την ψυχολογία της μεταβλητότητας του εαυτού. Εξάλλου πάντα προσπαθούμε να δείξουμε έναν άλλον (καλύτερο;) εαυτό όταν γνωρίζουμε για πρώτη φορά κάποιον> Και πάντα αυτός o άλλος γίνεται σιγά-σιγά εμείς κατά τη διάρκεια της σχέσης αυτής.
Ο Λινκλέιτερ αγαπά τους χαρακτήρες του σε κάθε ταινία. Δείχνει πάντα εντυπωσιασμένος και μαγεμένος από αυτούς, από το πώς θα τους προσεγγίσει μέσα προσωπικές τους ιστορίες, μέχρι και το πώς θα τις υλοποιήσει στις σκηνές του. Εχει μια πραγματικά μαγική ιδιότητα να γράφει διαλόγους και να στήνει πλάνα που ξεχειλίζουν από φυσικότητα και αλήθεια, να παίζει με τα ίδια τα κλισέ και να τα αναπροσδιορίζει, κάτι που εδώ, κάτω από τα λάθος χέρια, θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια σειρά από υπερβολικά στημένες που κάνουν τα πάντα να εκτροχιαστούν. Είναι αυτοί οι διάλογοι, για την ακρίβεια, που δίνουν τροφή και κίνηση σε κάθε σημείο της πλοκής.
Μπορεί τα διακυβεύματα για μια ταινία με πληρωμένους δολοφόνους να μοιάζουν χαμηλά και να πέφτουν σε μερικές σεναριακές ευκολίες εδώ κι εκεί, παρόλ' αυτά όμως ο Λινκλέιτερ σκηνοθετεί μετέτοιο τρόπο που δημιουργεί τη ζεστή, άνετη ατμόσφαιρα των ρομαντικών κομεντί: το στήσιμο της διπλής ταυτότητας των Γκάρι/Ρον και Μάντισον μοιάζει σαν τις παλιές κλασικές κωμωδίες της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ.
Υπάρχει μια σκοτεινή πτυχή στην ιστορία αλλά ο Λινκλέιτερ δεν αποφασίζει να πλησιάσει ποτέ προς τα εκεί. Σκηνοθετεί με μια φρέσκια, πολύχρωμα μοντέρνα αισθητική, χωρίς μεν να πρωτοτυπεί ιδιαίτερα, φτιάχνοντας όμως μια ταινία ελκυστική και σέξι. Σε αυτό βοηθάνε και οι δυο πρωταγωνιστές του, Γκλεν Πάουελ και Αντρια Αργιόνα. Η χημεία τους είναι αδιαμφισβήτητη με τον Πάουελ να αποδεικνύεται ένας πραγματικός χαμαιλέντας, κυρίως στο πώς προσεγγίζει διάφορες προσωπικότητες του χαρακτήρα του ως πληρωμένος δολοφόνος, αναδυόμενος ως ένας από τους πιο χαρισματικούς και ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του, ενώ η Αργιόνα δίνει μια φανταστική, αισθησιακή ερμηνεία που ταιριάζει και συμπληρώνει σε στιγμές τέλεια την ενέργεια του Πάουελ.
Το «Hit Man» είναι μια ταινία που μόνο ο Λικλέιτερ θα μπορούσε να είχε γυρίσει. Είναι μια ρομαντική κωμωδία η οποία ταυτόχρονα προσπαθεί να απαντήσει στο αιώνιο ερώτημα για το εάν οι άνθρωποι μπορούν πραγματικά να αλλάξουν. Και η απάντηση είναι ίσως πολύ πιο διασκεδαστική από ό,τι περιμένατε.