Eνα γκρουπ Βρετανών συνταξιούχων αποφασίζουν να «επενδύσουν» τη σύνταξή τους στην λιγότερο ακριβή και φαινομενικά εξωτική Ινδία. Εχοντας δελεαστεί από διαφημίσεις για το πρόσφατα ανακαινισμένο ξενοδοχείο Marigold και έχοντας οραματιστεί μια άνετη ζωή, φτάνουν εκεί και ανακαλύπτουν ότι το ξενοδοχείο αποτελεί πλέον μια σκιά του εαυτού του. Αν και το νέο τους περιβάλλον είναι λιγότερο πολυτελές απ' ό,τι περίμεναν, όλοι αλλάζουν για πάντα μέσα από τις κοινές τους εμπειρίες, ανακαλύπτοντας πως η ζωή και ο έρωτας μπορούν να ξεκινήσουν από την αρχή όταν αφήνεις πίσω το παρελθόν.

Γεμάτο εξαιρετικούς πρωταγωνιστές, συγκαταβατικά στερεότυπα για τους ηλικιωμένους και χαριτωμένα (ή προσβλητικά ανάλογα με την οπτική σας γωνία) κλισέ για τους κατοίκους της Ινδίας, το «Εξωτικό Ξενοδοχείο Μάριγκολντ» είναι επιφανειακό και πρόχειρο, μια ταινία που παρά την ευχάριστη όψη της, ελάχιστα απ όσα υπόσχεται καταλήγει να παραδίδει.

Τα περισσότερα χάρη στο αξιοθαύμαστο καστ που θα μπορούσε να κάνει ακόμη και την ανάγνωση σελίδων από τους τηλεφωνικούς καταλόγους της Βομβάης να μοιάζει ενδιαφέρουσα, όμως ακόμη και ηθοποιοί σαν την Τζούντι Ντέντς, ή τον Τομ Γουίλκινσον δεν αρκούν όσο κι αν προσπαθούν, για να προσθέσουν ψυχή σε μια ταινία που μοιάζει να έχει υπολογίσει το χιούμορ και το συναίσθημα, τον ρομαντισμό και τον εξωτισμό με τόση ακρίβεια και προμελέτη, που κάνει τα υλικά της να εξουδετερώνουν το ένα το άλλο σε ένα αδιάφορο αποτέλεσμα.

Ολα είναι βολικά και τακτοποιημένα, τα μαθήματα ζωής και τα εμψυχωτικά μηνύματα αφθονούν, το δράμα κορυφώνεται κάθε τόσο και οι εξελίξεις είναι σχεδόν ασταμάτητες, σαν συμπυκνωμένη εκδοχή τεσσάρων σεζόν σαπουνόπερας, στην οποιά πρωταγωνιστούν σχεδόν αποκλειστικά ηλικιωμένοι.

Στην διάρκεια του φιλμ, χαμένοι για χρόνια εραστές θα βρεθούν, ξεροκέφαλες γυναίκες θα αλλάξουν άρδην νοοτροπία, χαμένες περιουσίες θα ξανακερδηθούν, έρωτες θα δοκιμαστούν και θα νικήσουν. Ολα με την κομψότητα και το νεύρο απογευματινού τσαγιού, σε μια ταινία που δεν θέλει να ανακατέψει κανενός να πούπουλα και που αλλάζει γρήγορα μια μάλλον ρατσίστρια ηρωίδα σε τρυφερή γριούλα και στέλνει τον μόνο gay χαρακτήρα, ήσυχα στον άλλο κόσμο, όταν η πιθανότητα να αποκτήσει κάτι σαν ενδιαφέρουσα ερωτική ζωή κάνει την εμφάνισή της.

Με το βάθος ιλουστρασιόν φυλλαδίου για εξωτικές διακοπές και την συναισθηματική ειλικρίνεια βιβλίου αυτοβοήθειας, το φιλμ του Μάντεν κλέβει ασύστολα από το «Slumdog Millionaire» στην εικαστική του παλέτα (κι όχι μόνο) αλλά αδυνατεί να φτιάξει κάτι πέρα από στιγμιαία διασκεδαστικό.

Μερικές στιγμές, κάποιες έξυπνες ατάκες και η απόλαυση να βλέπεις τόσους καλούς ηθοποιούς μαζί ίσως σε αποζημιώνουν, όμως στο σύνολό του το «Εξωτικό Ξενοδοχείο Μάριγκολντ» μοιάζει ακριβώς με το ξεπερασμένο, παλιομοδίτικο εκείνο είδος της ταινίας, που θα έπρεπε να έχει συνταξιοδοτηθεί από τις οθόνες μας, εδώ και πολλά πολλά χρόνια.